Ρωσία, ο 3ος πόλεμος του δολαρίου – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Ρωσία, ο 3ος πόλεμος του δολαρίου

.

Η κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας είναι πολύ άσχημη – ενώ θα αναφερθούμε σχετικά σε επόμενο άρθρο. Όπως φαίνεται όμως, οι ΗΠΑ δεν θα ρυθμίζουν πια μόνο το κόστος παραγωγής των ενεργοβόρων βιομηχανιών τους – αλλά, επί πλέον, την τιμή του ψωμιού, της βενζίνης ή της θέρμανσης των νοικοκυριών τους, αφού διαφορετικά θα βιώσουν τεράστιες κοινωνικές αναταραχές και επαναστάσεις. Δεν πρόκειται βέβαια να βοηθήσουν σε τίποτα τους υποτελείς τους, τους Ευρωπαίους – αντίθετα, θα δαπανήσουν ακόμη περισσότερα χρήματα για να επιδοτήσουν τη δική τους βιομηχανία, για να προσελκύσουν στη χώρα τους τις ισχυρές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και για να πάρουν τα μερίδια αγοράς των Ευρωπαίων στον πλανήτη, αυξάνοντας ταυτόχρονα τις εξαγωγές τους στην ΕΕ. Επομένως, όλα όσα ευρωπαϊκά κράτη συντάχθηκαν με το σχέδιο κυρώσεων των ΗΠΑ, θα υποστούν μεγάλες ζημίες – ενώ όσο περισσότερο διαρκεί ο πόλεμος στην Ουκρανία, τόσο πιο πολύ θα επιδεινώνεται η κατάσταση τους. Δυστυχώς σε πολύ χειρότερη κλίμακα, από αυτήν που θα βιώσει η Ρωσία τα επόμενα χρόνια – αν και οι προβλέψεις αυτού του είδους είναι επισφαλείς. Συμπερασματικά δε, όπως στις επιχειρήσεις και γενικότερα στη ζωή όλα έχουν σχέση με τις εναλλακτικές δυνατότητες, έτσι και εδώ – με την έννοια πως η Ρωσία έχει εναλλακτικές λύσεις που δεν έχουν και δεν θα έχουν ποτέ οι χώρες της ΕΕ, όσο διατηρούν την ίδια αποτυχημένη εξωτερική πολιτική. Μία πολιτική που δεν διευκολύνει τις σχέσεις με τη Ρωσία και που δεν αποζητάει την εύρεση μία ειρηνικής λύσης, στο θέμα της Ουκρανίας – μία υποτελής πολιτική, πιστή στις προσταγές του Αμερικανού ηγεμόνα.

.

Ανάλυση

Παραφράζοντας τον περίφημο «αφορισμό» του Carl von Clausewitz, λέγεται συχνά πως «η οικονομία είναι η συνέχιση του πολέμου με άλλα μέσα» – όπου όμως δημιουργείται αυτόματα το ερώτημα, σχετικά με το εάν θα μπορούσε να αποτελεί η οικονομία την κινητήρια δύναμη του πολέμου. Με δεδομένο δε το ότι, γίνονται προσπάθειες να τεθεί ένα τέλος στην παγκόσμια κυριαρχία του δολαρίου, οφείλει να εξετάσει κανείς τον πόλεμο της Ουκρανίας από μία διαφορετική οπτική γωνία – από αυτήν του δολαρίου, το οποίο αποτελεί το βασικότερο στήριγμα της αμερικανικής οικονομίας, ενώ συμβάλει τα μέγιστα στην κυριαρχία των ΗΠΑ στον πλανήτη.

Έχουμε αναφερθεί άλλωστε ήδη στο ότι, το 90% της αξίας, της ισοτιμίας καλύτερα του δολαρίου, προέρχεται από τον αμερικανικό στρατό – ο οποίος χρησιμοποιείται διεθνώς από τις Η.Π.Α. για την καταναγκαστική επιβολή του δολαρίου, ως το ισχυρότερο παγκόσμιο αποθεματικό και συναλλακτικό νόμισμα (ανάλυση). Έχουμε επίσης αναφερθεί στο δυτικό σύστημα του χρέους που βασίζεται στο δολάριο (ανάλυση) – επί πλέον στις μάχες του δολαρίου, όπως στη Σαουδική Αραβία (πηγή).

Από τη συγκεκριμένη οπτική γωνία τώρα, ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν είναι ούτε ο πρώτος, ούτε ο δεύτερος πόλεμος του δολαρίου – αλλά ο τρίτος. Εν προκειμένω, ο πρώτος ήταν αυτός εναντίον του Ιράκ επί Σαντάμ Χουσεΐν, ο δεύτερος κατά της Λιβύης του Καντάφι, ενώ ο τρίτος εναντίον της Ρωσίας που όμως διεξάγεται σε μία τρίτη χώρα – στην Ουκρανία, απλά και μόνο επειδή ο πόλεμος κατά των Ρώσων δεν μπορεί να διεξαχθεί απευθείας στη χώρα τους, αλλά ως ένας υβριδικός πόλεμος μέσω αντιπροσώπων (proxy war).

Σχετικά με τους δύο πρώτους πολέμους του δολαρίου, το βασικό στοιχείο που οφείλουμε να κατανοήσουμε είναι το ότι, χώρες όπως το Ιράκ και η Λιβύη αποτελούν μεγάλες ενεργειακές δυνάμεις – καθώς επίσης δυνάμεις που τόλμησαν να αμφισβητήσουν το αμερικανικό νόμισμα. Ειδικότερα, το 2003 ο Σαντάμ Χουσεΐν δρομολόγησε την απειλή του, όσον αφορά το σταμάτημα της χρήσης του δολαρίου στις διεθνείς συναλλαγές του Ιράκ (πηγή) – ήταν δηλαδή ο πρώτος ξένος ηγέτης που αμφισβήτησε τη «νομιμοποίηση» του πετροδολαρίου ενώ, το σημαντικότερο, ενήργησε ανάλογα, υπογράφοντας στην ουσία τη θανατική καταδίκη του.

Έτσι, το Φεβρουάριο του 2003 ο Σαντάμ πούλησε τρία δισεκατομμύρια βαρέλια αργού πετρελαίου, για ένα ποσόν που υπερέβαινε τα 25 δις € – με την πώληση αυτή να διενεργείται σε ευρώ και όχι σε δολάρια. Ένα μήνα αργότερα, οι ΗΠΑ εισέβαλαν στο Ιράκ – με τον αριθμό των θυμάτων που δεν είναι επίσημα γνωστός, να υπολογίζεται σε ένα εκατομμύριο, εκ των οποίων τα μισά ήταν ανήλικοι. Τα θύματα αυτού του 1ου πολέμου του δολαρίου ήταν ακόμη περισσότερα, εάν συμπεριλάβει κανείς τις εκατοντάδες χιλιάδες που πέθαναν τα χρόνια που ακολούθησαν – ως αποτέλεσμα της ολοκληρωτικής καταστροφής των κοινωνικών, οικονομικών και λοιπών υποδομών της χώρας.

Ο 2ος πόλεμος του δολαρίου ξέσπασε στη Λιβύη το 2009 – επειδή ο τότε πρόεδρος της χώρας και της Αφρικανικής Ένωσης, ο Καντάφι, σχεδίαζε να δρομολογήσει μία πραγματική νομισματική επανάσταση που αφορούσε ολόκληρη την αφρικανική ήπειρο. Εν προκειμένω, ήθελε να ξεφύγει από την κυριαρχία του δολαρίου, του ευρώ επίσης,  ιδρύοντας μία αφρικανική νομισματική ένωση (πηγή) – με κοινό νόμισμα το «χρυσό δηνάριο», με την έννοια πως θα είχε αντίκρισμα σε χρυσό. Ο στόχος του ήταν να μην πληρώνονται όλες οι εξαγωγές πετρελαίου και φυσικών πόρων της αφρικανικής  ηπείρου σε δολάρια, αλλά στο νέο νόμισμα – υπογράφοντας έτσι με τη σειρά του τη δική του θανατική καταδίκη.

Το κοινό στοιχείο πάντως και των δύο πολέμων ήταν το ότι, τόσο το Ιράκ, όσο και η Λιβύη, ήταν ενεργειακές δυνάμεις με γιγαντιαία αποθέματα – οπότε αποτελούσαν υπαρξιακή απειλή για την οικονομία των ΗΠΑ. Εκτός αυτού, οι δύο ηγέτες τους είχαν ανακοινώσει δημόσια την πρόθεση τους να απαλλαγούν από το δολάριο – ενώ το τρίτο κοινό τους στοιχείο ήταν πως δεν υπήρχε κανένας φόβος εκ μέρους των ΗΠΑ, όσον αφορά τις αρνητικές συνέπειες μίας επίθεσης εναντίον τους. Ακριβώς για το λόγο αυτό, οι επιθέσεις διενεργήθηκαν αμέσως – οπότε οι δύο χώρες καταστράφηκαν.

Ο 3ος πόλεμος του δολαρίου

Συνεχίζοντας, είναι γνωστό πως η Ρωσία έχει απειλήσει το δολάριο δημόσια – οπότε ολόκληρη την αμερικανική οικονομία που στηρίζεται στο νόμισμα, ενώ ευρίσκεται σε κακή κατάσταση. Η Ρωσία όμως δεν είναι ούτε Ιράκ, ούτε Λιβύη, όσον αφορά τη στρατιωτική της ισχύ και όχι μόνο – οπότε οι ΗΠΑ δεν θα μπορούσαν ποτέ να δρομολογήσουν έναν απευθείας πόλεμο εναντίον της.

Αποθεματικά της Ρωσίας σε δολάρια (=ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου)

Ειδικότερα, από τότε που ανήλθε στην εξουσία ο Putin, πολύ πριν το 2021, αλλά και πριν από το αντιρωσικό πραξικόπημα του 2014 στην Ουκρανία (ανάλυση), η Ρωσία είχε ξεκινήσει μία διαδικασία ρευστοποίησης των αμερικανικών ομολόγων σε δολάρια που κατείχε – ενώ προφανώς είναι μία κορυφαία ενεργειακή δύναμη. Μέσα σε πέντε χρόνια λοιπόν, από το 2010 έως το 2015, μείωσε το ποσόν που κατείχε σε αμερικανικά ομόλογα κατά το ήμισυ – ενώ μετά το 2018 η διαδικασία πώλησης επιταχύνθηκε και σήμερα δεν έχει σχεδόν καθόλου αμερικανικά ομόλογα (γράφημα).

Παράλληλα, η χώρα άρχισε σταδιακά να απομακρύνεται από το σύστημα των πετροδολαρίων, συνάπτοντας εμπορικές συμφωνίες με πληρωμή σε «τοπικά» νομίσματα – ξεκινώντας από την Κίνα, με την οποία υφίστανται ήδη μεγάλες συναλλαγές τόσο σε γουάν, όσο και σε ρούβλια. Είναι δε γνωστό πως υπάρχει μία ανεπίσημη συμφωνία, μεταξύ της Ρωσίας και της Κίνας – η οποία αφορά τον συγχρονισμό και συντονισμό των ενεργειών τους, εναντίον των ΗΠΑ (πηγή).

Σε κάθε περίπτωση, η Κίνα ξεκίνησε επίσης τη σταδιακή απαλλαγή της από τα αμερικανικά ομόλογα, οπότε από το αμερικανικό χρέος – με αποτέλεσμα από τα 1,27 τρις $ που κατείχε το 2015, να έχουν απομείνει σήμερα περίπου 860 δις $ (πηγή). Ταυτόχρονα η Ρωσία και η Κίνα, επίσημα πλέον, προτρέπουν τις κεντρικές τράπεζες ολόκληρου του πλανήτη να επανεξετάσουν και να επανεκτιμήσουν τα αποθέματα τους σε δολάρια (=σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα), οπότε τις επενδύσεις τους στην οικονομία των ΗΠΑ – γεγονός που σημαίνει πως επιτίθενται μαζί, εναντίον της οικονομίας των ΗΠΑ.

Με δεδομένο εδώ το ότι, το δολάριο είναι ένα νόμισμα χωρίς αντίκρισμα, μετά την έξοδο των ΗΠΑ το 1971 από τον κανόνα του χρυσού, ενώ η αξία του σήμερα δεν έχει καμία σχέση με τα πραγματικά περιουσιακά στοιχεία που θα έπρεπε να το υποστηρίζουν (ανάλυση), η συντονισμένη αυτή επίθεση αποτελεί μία σοβαρή υπαρξιακή απειλή για τις ΗΠΑ – πόσο μάλλον όταν η αξία και η ισοτιμία του δολαρίου ενισχύονται μόνο από την αμερικανική «μηχανή εκτύπωσης χρημάτων», σε συνδυασμό με τη αμερικανική στρατιωτική ισχύ που επιτρέπει την καταστολή όποιας χώρας τολμήσει να το απειλήσει.

Εύλογα λοιπόν η επίθεση εναντίον της Ρωσίας ήταν αναπόφευκτη – ενώ, επειδή δεν μπορούσε να είναι απευθείας, επιλέχθηκε να διεξαχθεί μέσω της Ουκρανίας. Πρόκειται επομένως για τον 3ο πόλεμο του δολαρίου, τουλάχιστον από τη συγκεκριμένη οπτική γωνία – τον οποίο απαγορεύεται να χάσουν οι ΗΠΑ, αφού δεν θα σημάνει μόνο το τέλος της παγκόσμιας κυριαρχίας τους αλλά, επί πλέον, της δικής τους οικονομίας που κυριολεκτικά θα καταρρεύσει.

Ακόμη χειρότερα, με τη αποδολαριοποίηση σήμερα σε πλήρη εξέλιξη (ανάλυση) και με το νέο νόμισμα τον BRICS+ στον ορίζοντα μετά τις 22 Αυγούστου (ανάλυση), οι ΗΠΑ δεν έχουν πολύ χρόνο στη διάθεση τους – αν και ο μοναδικός τρόπος για να αποφύγουν το μοιραίο είναι η απευθείας σύγκρουση με τη Ρωσία, αφού ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν φαίνεται να αποδίδει τα αναμενόμενα.

Ενδεχομένως λοιπόν ο τρίτος πόλεμος του δολαρίου να εξελιχθεί σε έναν παγκόσμιο πόλεμο – στον πρώτο παγκόσμιο, όσον αφορά το αμερικανικό νόμισμα. Οι πιθανότητες δε είναι εξαιρετικά μεγάλες – ενώ αυξάνονται, όσο η Ουκρανία δεν πετυχαίνει τους στόχους της.

Το ευρώ

Περαιτέρω, δεν πρέπει κανείς να υποτιμάει το ειδικό βάρος και τον πιθανό ρόλο του ευρώ, ως εναλλακτική λύση στο δολάριο – επαναλαμβάνοντας πως στο παρελθόν ο Σαντάμ Χουσεΐν ξεκίνησε να πουλάει το πετρέλαιο του σε ευρώ, ενώ αποτέλεσε τον κύριο λόγο της επίθεσης εναντίον του και της εκτέλεσης του. Εν τούτοις, δεν φαίνεται πως θα μπορούσε να υποκαταστήσει το δολάριο – απλά και μόνο επειδή η ευρωπαϊκή πολιτική υπόκειται στη βούληση των ΗΠΑ.

Ειδικότερα, οι ΗΠΑ δεν πρόκειται ποτέ να επιτρέψουν στο νόμισμα των υποτελών τους να θέσει σε κίνδυνο το δολάριο – ενώ, με δεδομένη τη μετριότητα των υπευθύνων, των ανευθύνων καλύτερα που διοικούν την Ευρώπη, όπως είναι η πλειοψηφία των ηγετών των κρατών της, οι ΗΠΑ και το δολάριο δεν έχουν κανένα λόγο να φοβηθούν το ευρώ. Άλλωστε, στις περισσότερες περιπτώσεις οι πρωτοβουλίες των ευρωπαίων αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων είναι τόσο αντιευρωπαϊκές και αντεθνικές που θυμίζουν «επίτιμους πρέσβεις» ή  έπαρχους των ΗΠΑ στην ήπειρο μας – πόσο μάλλον όταν το 2025 η προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ θα αναληφθεί από την Πολωνία που θεωρείται σχεδόν εκπρόσωπος, εάν όχι υπάλληλος των Αμερικανών στην ΕΕ (αν και η Γερμανία προσπαθεί να αναλάβει τη θέση της, στα πλαίσια του γερμανοαμερικανικού άξονα).   

Οι Πολωνοί θα αναλάβουν την ηγεσία της ΕΕ από την Ουγγαρία και θα κάνουν τα πάντα, για να αναιρέσουν τα όποια κυριαρχικά κέρδη των Ούγγρων – ενώ έχουν ήδη ανακοινώσει ότι, η πρώτη τους προτεραιότητα θα είναι η ενίσχυση της «συνεργασίας» των ΗΠΑ με την ΕΕ που όμως ευρίσκεται σε πορεία γεωπολιτικής διάλυσης (ανάλυση). Λογικά λοιπόν συμπεραίνεται πως τα επόμενα χρόνια, τα πολύ μικρά «απομεινάρια» της ευρωπαϊκής αυτονομίας, στρατιωτικά και οικονομικά, θα μειωθούν – ενώ θα έχουν πια μόνο συμβολικό χαρακτήρα.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως καμία ισχυρή δύναμη στον πλανήτη, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, πολύ περισσότερο της Ρωσίας και της Κίνας, δεν αναγνωρίζει την ΕΕ ως σοβαρό συνομιλητή – με αποτέλεσμα να προτιμούν να διαπραγματεύονται μόνο σε επίπεδο μεμονωμένων κρατών μελών. Σε κάθε περίπτωση, στη διεθνή σκηνή οι αξιωματούχοι των Βρυξελών δεν έχουν κανένα πολιτικό βάρος – ενώ διαδραματίζουν μόνο έναν δευτερεύοντα ρόλο.

Όλα αυτά όμως δεν σημαίνουν πως θα επικρατήσει το χειρότερο σενάριο – αυτό δηλαδή της εξαφάνισης του ευρώ. Η αιτία είναι το ότι, το πλοίο του ευρώ έχει ήδη αποπλεύσει και ευρίσκεται βαθιά μέσα στη θάλασσα – οπότε δεν του έχουν απομείνει καύσιμα για να επιστρέψει, χωρίς να βυθίσει όλες τις οικονομίες των κρατών μελών του. Ανεξάρτητα όμως από αυτό, κάθε λογικός άνθρωπος δεν μπορεί παρά να είναι «ευρωσκεπτικιστής» – γνωρίζοντας πως η νομισματική ένωση μίας περιοχής δεν προηγείται, αλλά έπεται της δημοσιονομικής και πολιτικής, ότι η Γερμανία χρησιμοποιεί το ευρώ για να απομυζεί τους πάντες, καθώς επίσης πως είναι εκ των πραγμάτων θνησιγενές (ανάλυση).

Χωρίς τώρα να είμαστε κατά της ενοποίησης κρατών που μοιράζονται το ίδιο όραμα, αξίες και στόχους, δεν μπορούμε να εθελοτυφλούμε, όσον αφορά τον «εκφυλισμό» του αρχικά όμορφου ευρωπαϊκού εγχειρήματος τις τελευταίες δεκαετίες – το γεγονός ότι, η ΕΕ έχει μετατραπεί σε ένα είδος δυσλειτουργικής Λερναίας Ύδρας, με το κάθε κεφάλι της να έχει τις δικές του ιδέες και να ακολουθεί το δικό του δρόμο.

Δεν μπορούμε επίσης να εθελοτυφλούμε σχετικά με το ότι, το ευρώ χρησιμοποιήθηκε από τη Γερμανία ως όπλο εισβολής και μετατροπής της πατρίδας μας σε προτεκτοράτο χρέους – με την «φασιστική» επιβολή των μνημονίων που μας κόστισαν περί το 1 τρις €, καταστρέφοντας τόσο την Οικονομία, όσο και την κοινωνία μας.

Η ρωσική οικονομία

Συνεχίζοντας, οι βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες επιπτώσεις των δυτικών κυρώσεων στη Ρωσία είναι σχετικά μικρές – ενώ για το βιοτικό επίπεδο της μεγάλης πλειοψηφίας του ρωσικού πληθυσμού απλά δεν υπάρχουν. Εν τούτοις, δεν πρέπει να είναι κανείς αφελής, θεωρώντας πως μακροπρόθεσμα δεν θα υπάρχουν σοβαρές επιπτώσεις – αφού η μετατροπή της ρωσικής οικονομίας σε μιλιταριστική (ανάλυση) έχει μεν θετικά επακόλουθα στην αρχή, αλλά στη συνέχεια θα μπορούσε να είναι πολύ επικίνδυνη.

Εξέλιξη του ΑΕΠ της Ρωσίας σε όρους δολαρίου

Ειδικότερα, το ΑΕΠ της Ρωσίας σε όρους δολαρίου έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 2013 παρά την πρόσφατη υποτίμηση του ρουβλίου (γράφημα) που είναι σημαντική (91,39 σε σχέση με το δολάριο), ο πληθωρισμός έχει μειωθεί στο 2,5% το Μάιο (πηγή), το εμπορικό της πλεόνασμα εκτοξεύθηκε στα 291,5 δις $ το 2022 (πηγή), το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της το 2022 έφτασε στο απίστευτο ύψος του +10,3% του ΑΕΠ της, το εξωτερικό της χρέος μειώθηκε κατακόρυφα στα μόλις 357 δις $, τα συναλλαγματικά της αποθεματικά ήταν στα  587,4 δις $ τον Ιανουάριο του 2023, το δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ της είναι στο 17,2% κοκ. – οπότε θεωρείται εύλογα μία από τις πλέον υγιείς οικονομίες του πλανήτη.

Όταν μιλάμε τώρα για τις συνέπειες των δυτικών κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας, δεν πρέπει να παραβλέπουμε τον πραγματικό σκοπό τους – όπως σε κάθε επιχειρηματικό εγχείρημα, όπου καθορίζονται επακριβώς οι επενδύσεις, καθώς επίσης οι προσδοκίες απόδοσης τους, εντός ενός καθορισμένου χρονικού πλαισίου. Ως εκ τούτου, το πρώτο ερώτημα που πρέπει να τεθεί είναι, εάν πέτυχαν οι κυρώσεις τους στόχους τους – εντός του προβλεπομένου χρονικού περιθωρίου και με τους πόρους που αποφασίσθηκε να διατεθούν.

Εν προκειμένω, ο στόχος που επιδίωκαν οι κυρώσεις ήταν η κατάρρευση της ρωσικής οικονομίας εντός 12 μηνών – η οποία θα οδηγούσε σε μία αναγκαστική συνθηκολόγηση της χώρας, όσον αφορά τον πόλεμο της Ουκρανίας. Εδώ είναι ξεκάθαρο πως η αποτυχία των κυρώσεων είναι ολοκληρωτική – αφού όχι μόνο δεν έχει καταρρεύσει η οικονομία της Ρωσίας, αλλά δεν έχει υποστεί καν κάποια βλάβη. Ακόμη χειρότερα, δεν προβλέπεται πια η κατάρρευση της μακροπρόθεσμα – οπότε το να περιμένει κανείς κάτι άλλο, αποτελεί ευσεβή πόθο, αποκομμένο εντελώς από την πραγματικότητα.

Οι κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας

Πιο αναλυτικά, οι κυρώσεις με τις μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας επιβλήθηκαν στην αρχή της σύγκρουσης – όπου αυτές του δεύτερου και τρίτου «πακέτου» είχαν στόχο τα ίδια τα θεμέλια του ρωσικού χρηματοπιστωτικού συστήματος: την ικανότητα του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα της χώρας να αντλεί κεφάλαια από τις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές, παράλληλα με την αποσύνδεση εκατοντάδων ρωσικών τραπεζών από το σύστημα Swift (ανάλυση), συμπεριλαμβανομένων των συστημικών τραπεζών.

Οι συγκεκριμένες κυρώσεις, μαζί με το πάγωμα των αποθεματικών της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας, όπου είχαμε τότε επισημάνει ότι, σηματοδοτούν την αρχή του τέλους του δολαρίου και του ευρώ (ανάλυση), αποτελούσαν μέρος του αρχικού επιχειρησιακού σχεδίου – ενώ είχαν κριθεί ως επαρκείς, για την επίτευξη του προκαθορισμένου στόχου της κατάρρευσης της ρωσικής οικονομίας, εντός ενός χρονικού διαστήματος μικρότερου των 12 μηνών. Προφανώς η εκτίμηση ήταν εντελώς λανθασμένη – ενώ όλα τα μεταγενέστερα και μελλοντικά «πακέτα κυρώσεων», φαίνεται πως δεν είναι καθόλου επικίνδυνα για τη χρηματοπιστωτική και οικονομική σταθερότητα της Ρωσίας.

Σε μακροπρόθεσμη τώρα βάση οι κυρώσεις κατά τις Ρωσίας, αν και πρέπει να είναι κανείς επιφυλακτικός όσον αφορά τις μιλιταριστικές οικονομίες, μάλλον δεν θα είναι επιζήμιες – υπενθυμίζοντας πως η χώρα έχει γίνει στόχος σημαντικών δυτικών κυρώσεων όχι μόνο από το 2022, αλλά ήδη από το 2014. Αυτές οι αρχικές κυρώσεις, δεν αναφέρονται πλέον από την «ατλαντική προπαγάνδα», με βάσιμους λόγους – αφού η ρωσική οικονομία δεν κλονίσθηκε καθόλου, παρά την αναφορά τότε του B. Obama, σύμφωνα με την οποία «η οικονομία της Ρωσίας έχει γονατίσει», όταν το ρούβλι υποτιμήθηκε απότομα περίπου στο 1:130 σε σχέση με το δολάριο, αλλά μία μόνο φορά.

Αντίθετα, οι κυρώσεις λειτούργησαν ως καταλύτης, ενισχύοντας σημαντικά την «κυριαρχία» της ρωσικής οικονομίας – μέσω του «προστατευτισμού» της εγχώριας παραγωγής. Το ίδιο ισχύει και για τις δηλώσεις του B. Le Maire της 1ης Μαρτίου του 2022, σχετικά με την επικείμενη καταστροφή της ρωσικής οικονομίας – οι οποίες τεκμηριώνουν την κραυγαλέα «ασχετοσύνη» του συγκεκριμένου κυρίου.

Εύλογα, αφού είναι γνωστό πως η φύση απεχθάνεται τα κενά – ενώ μόνο σε χώρες που εμπλέκονται ελάχιστα στις διεθνείς συνεργασίες, τα εμπάργκο μπορούν να διατηρήσουν το τεχνητά δημιουργημένο κενό. Το εμπάργκο όμως δεν λειτουργεί στην περίπτωση των μεγάλων δυνάμεων, οι οικονομίες των οποίων δεν μπορούν ποτέ να απομονωθούν μακροπρόθεσμα – αφού πάντοτε δημιουργούνται εναλλακτικές δυνατότητες τόσο σε εθνικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο.

Εν προκειμένω, η μείωση των εισαγωγών τροφίμων, ως συνέπεια των κυρώσεων, είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη και την εδραίωση του ρωσικού αγροδιατροφικού κλάδου, σε μεγάλη κλίμακα – αφού μέσα σε ελάχιστα χρόνια η Ρωσία, από σημαντικός εισαγωγέας αγροδιατροφικών προϊόντων, έγινε εξαγωγέας. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλους τομείς που γίνονται ανεξάρτητοι – ενώ θα είναι σχεδόν απρόσιτοι για την ευρωπαϊκή οικονομία, μετά το τέλος της σύγκρουσης της Δύσης με τη Ρωσία που ελπίζουμε να μην εξελιχθεί στον τρίτο παγκόσμιο πόλεμο.  

Ειδικότερα, οι ενεργειακές και αμυντικές εταιρίες της Ρωσίας παρακάμπτουν εύκολα τις κυρώσεις – αρνούμενες απλά να χρησιμοποιήσουν το δολάριο στις διεθνείς συναλλαγές τους, με τη χρήση του ρουβλίου ή του νομίσματος της χώρας εμπορικού εταίρου. Την ίδια στιγμή, επιταχύνεται η διαδικασία της αποδολαριοποίησης – η απομάκρυνση από ένα νόμισμα που θεωρείται πια ιδιαίτερα τοξικό, από πολλά κράτη του πλανήτη.

Σε σχέση με το χρηματοπιστωτικό τομέα, ήδη από το 2015 η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας, προβλέποντας τον κίνδυνο να αποκοπεί κάποια στιγμή από το δυτικά ελεγχόμενο Swift, δημιούργησε το δικό της σύστημα ανταλλαγής μηνυμάτων, το SPFS (ανάλυση) – καθώς επίσης το δικό της σύστημα πληρωμών με πιστωτική κάρτα, το MIR. Σήμερα και τα δύο αυτά συστήματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν διεθνώς – ενώ είναι ήδη συνδεδεμένα με το κινεζικό τραπεζικό σύστημα Chinese Union Pay.

Προβλέπεται δε πως θα ενταχθούν πολλές χώρες στο SPFS – με αποτέλεσμα να μην θεωρείται πια υπαρξιακός κίνδυνος και θανατηφόρα η εκβιαστική αποκοπή από το Swift. Εάν δε δρομολογηθεί τελικά το κοινό νόμισμα των BRICS+ και το ψηφιακό ρούβλι, δεν θα φοβάται πλέον καμία χώρα τις κυρώσεις – αφού θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν χωρίς τραπεζικές υπηρεσίες, ενώ οι τράπεζες δεν θα φοβούνται πως θα γίνουν στόχος των εχθροπραξιών της Δύσης.

Συμπερασματικά λοιπόν οι δυτικές κυρώσεις λειτούργησαν ως μπούμερανγκ για τις ΗΠΑ και τη Δύση, επιταχύνοντας μεταξύ άλλων την πορεία παρακμής του δολαρίου – ενώ ενίσχυσαν τη ρωσική οικονομία, «αναγκάζοντας» τη χώρα να γίνει σε μεγαλύτερο βαθμό αυτάρκης και να παράγει, αντί να αρκείται μόνο στις εξαγωγές ενέργειας και πρώτων υλών.

Οι συνέπειες των κυρώσεων για την ΕΕ

Ξεκινώντας από τη Γερμανία, εάν τελικά καταστραφούν οι οικονομικές σχέσεις της με τη Ρωσία, το αντίκτυπο για τη γερμανική οικονομία θα είναι δραματικό – σημειώνοντας πως η ενεργοβόρα οικονομία της Γερμανίας αντιμετωπίζει ήδη μεγάλα προβλήματα. Η αιτία είναι το ότι, το γερμανικό κόστος παραγωγής έχει εκτιναχθεί – ενώ οι άμεσοι μη Ευρωπαίοι ανταγωνιστές της, όπως οι ΗΠΑ, δεν έχουν τα προβλήματα που προκάλεσαν οι Γερμανοί στον εαυτό τους, ούτε αυτά που τους δημιούργησαν οι Αμερικανοί (Nord Stream).

Γενικότερα όσον αφορά την ΕΕ, η οποία αποτελεί στην ουσία το δεύτερο σημαντικό παράπλευρο στόχο των αμερικανικών κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας (πρώτος η Γερμανία), τα περισσότερα κοινά εγχειρήματα σε σχέση με την επιστήμη, την τεχνολογία και την ενέργεια, έχουν ήδη αναθεωρηθεί προς τα κάτω – ενώ μεσοπρόθεσμα οι συνολικές απώλειες όλων των χωρών της ΕΕ λόγω των κυρώσεων, υπολογίζονται σε αρκετές εκατοντάδες δις €.

Μεταξύ άλλων, οι Ευρωπαίοι αγρότες, οι Έλληνες επίσης, χάνουν πολλά δις € κάθε χρόνο, από τους περιορισμούς των εξαγωγών τους στη Ρωσία – ενώ θα συνεχίσουν να χάνουν μακροπρόθεσμα, ακόμη και αν σταματήσει το εμπάργκο κάποτε. Εύλογα, αφού τα μερίδια αγοράς στη Ρωσία που θα καταφέρουν να ανακτήσουν θα είναι ελάχιστα, σε σύγκριση με το παρελθόν – πόσο μάλλον μετά την κατακόρυφη άνοδο της παραγωγής του ρωσικού αγροδιατροφικού τομέα.

Σε σχέση με τον τουρισμό, ο μεγάλος χαμένος είναι η Γαλλία – αφού είναι ανύπαρκτη πλέον η τουριστική κίνηση μεταξύ των δύο χωρών. Το γεγονός αυτό είναι καταστροφικό για τις ξενοδοχειακές και λοιπές τουριστικές υπηρεσίες της νότιας Γαλλίας, καθώς επίσης για τον τομέα των ακινήτων – γνωρίζοντας πως τα τελευταία τριάντα χρόνια οι Ρώσοι πελάτες ήταν εξαιρετικά σημαντικοί για την περιοχή.

Τέλος, όσον αφορά τον τομέα της ενέργειας, το μέγεθος της καταστροφής πολλών κρατών της ΕΕ είναι ανείπωτο – αν και συγκαλύπτεται όσο το δυνατόν καλύτερα, μέσω των γιγαντιαίων κρατικών επιδοτήσεων που αυξάνουν όμως τα ελλείμματα και τα χρέη, σε επίπεδα μη βιώσιμα. Κάποια στιγμή βέβαια δεν θα είναι εφικτό – με ενδεχόμενο το ξέσπασμα μεγάλων αναταραχών και εξεγέρσεων, κυρίως στις βιομηχανικές και κρύες χώρες του κέντρου.

Εξαγωγές πετρελαίου της Ρωσίας

Από την άλλη πλευρά, το πλήρες φάσμα των σοβαρών κυρώσεων που μπορεί να ελέγξει το «στρατόπεδο του Ατλαντικού» έχει ήδη εξαντληθεί – υπενθυμίζοντας πως μία από τις σοβαρότερες κυρώσεις που επιβλήθηκαν ήταν κατά του ρωσικού πετρελαίου. Εν τούτοις, το πρώτο τρίμηνο του 2023 η Ρωσία πούλησε περισσότερο πετρέλαιο από όσο πριν την έναρξη του πολέμου (γράφημα, πηγή) – οπότε η αποτυχία είναι δεδομένη, παρά την προπαγάνδα.

Δεν λειτούργησε ούτε το εμπάργκο στο ρωσικό χρυσό – αν και το σωστό θα ήταν να περιορίσει η ίδια η Ρωσία τις εξαγωγές της, αφού ο χρυσός θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο μελλοντικά στην παγκόσμια οικονομία. Βέβαια, από το 2000 και μετά η Ρωσία εξαπλασίασε τα αποθέματα της σε χρυσό – όταν οι ΗΠΑ και η Γερμανία τα διατήρησαν σταθερά, ενώ της Γαλλίας μειώθηκαν αρκετά.

Οι μοναδικές κυρώσεις που απομένουν και ίσως πετύχουν, είναι αυτές που επιβάλλονται με εκβιασμούς και απειλές στους εμπορικούς εταίρους της Ρωσίας – ενώ σήμερα γίνονται αναφορές σε κυρώσεις κατά της πυρηνικής ενέργειας. Για παράδειγμα, η Κομισιόν απαιτεί από την Ουγγαρία που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα ρωσικά πυρηνικά καύσιμα, να σταματήσει τις εισαγωγές της (πηγή) – σημειώνοντας πως η χώρα καλύπτει σχεδόν το 50% των ενεργειακών αναγκών της από πυρηνικούς σταθμούς, οι οποίοι κατασκευάσθηκαν από τους Ρώσους.

Στα πλαίσια αυτά, κατασκευάζονται στην Ουγγαρία νέοι πυρηνικοί σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος – έτσι ώστε να αυξηθεί η ενεργειακή ανεξαρτησία της χώρας από τη Ρωσία. Εν τούτοις, θα ήταν οικονομική αυτοκτονία να σταματήσει να εισάγει ρωσικά πυρηνικά καύσιμα η Ουγγαρία – κάτι που γνωρίζει πολύ καλά η κυβέρνηση της και δεν πρόκειται να το κάνει.

Ο J. Borrell δε, ο επικεφαλής διπλωμάτης της ΕΕ, αναφέρθηκε επίσης σε κυρώσεις κατά της Ινδίας – όσον αφορά τα ρωσικά προϊόντα πετρελαίου που διυλίζονται εκεί. Με δεδομένο όμως το ότι, η επιβολή τέτοιων κυρώσεων θα κόστιζε πανάκριβα στην ΕΕ, αφού η Ινδία διαθέτει πολλούς μοχλούς πίεσης της ευρωπαϊκής οικονομίας μέσω αντικυρώσεων, πρόκειται για μία ολοφάνερη ανοησία – η οποία μας προσβάλει ως Ευρωπαίους.

Επίλογος

Ολοκληρώνοντας, η κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας είναι πολύ άσχημη – ενώ θα αναφερθούμε σχετικά σε επόμενο άρθρο. Όπως φαίνεται όμως, οι ΗΠΑ δεν θα ρυθμίζουν πια μόνο το κόστος παραγωγής των ενεργοβόρων βιομηχανιών τους – αλλά, επί πλέον, την τιμή του ψωμιού, της βενζίνης ή της θέρμανσης των νοικοκυριών, αφού διαφορετικά θα βιώσουν τεράστιες κοινωνικές αναταραχές και επαναστάσεις..

Δεν πρόκειται βέβαια να βοηθήσουν σε τίποτα τους υποτελείς τους, τους Ευρωπαίους – αντίθετα, θα δαπανήσουν ακόμη περισσότερα χρήματα για να επιδοτήσουν τη δική τους βιομηχανία, για να προσελκύσουν στη χώρα τους τις ισχυρές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και για να πάρουν τα μερίδια αγοράς των Ευρωπαίων στον πλανήτη, αυξάνοντας ταυτόχρονα τις εξαγωγές τους στην ΕΕ.

Επομένως, όλα όσα ευρωπαϊκά κράτη συντάχθηκαν με το σχέδιο κυρώσεων των ΗΠΑ, θα υποστούν μεγάλες ζημίες – ενώ όσο περισσότερο διαρκεί ο πόλεμος στην Ουκρανία, τόσο πιο πολύ θα επιδεινώνεται η κατάσταση τους. Δυστυχώς σε πολύ χειρότερη κλίμακα, από αυτήν που θα βιώσει η Ρωσία τα επόμενα χρόνια – αν και οι προβλέψεις αυτού του είδους είναι επισφαλείς.

Συμπερασματικά δε, όπως στις επιχειρήσεις και γενικότερα στη ζωή όλα έχουν σχέση με τις εναλλακτικές δυνατότητες, έτσι και εδώ – με την έννοια πως η Ρωσία έχει εναλλακτικές λύσεις που δεν έχουν και δεν θα έχουν ποτέ οι χώρες της ΕΕ, όσο διατηρούν την ίδια αποτυχημένη εξωτερική πολιτική. Μία πολιτική που δεν διευκολύνει τις σχέσεις με τη Ρωσία και που δεν αποζητάει την εύρεση μία ειρηνικής λύσης στο θέμα της Ουκρανίας – μία υποτελής πολιτική, πιστή στις προσταγές του Αμερικανού ηγεμόνα.

Πληροφορίες: NachDenk, Financial Times, The Pioneer κα.

 

(Ακολουθείστε μας στο Twitter πατώντας εδώ για να ενημερώνεστε αμέσως για τις αναλύσεις μας)


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading