Κυβερνητική αδιαφορία για τον πρωτογενή μας πλούτο – The Analyst
Κοινοβουλευτικές Εργασίες Σχολιασμός Επικαιρότητας

Κυβερνητική αδιαφορία για τον πρωτογενή μας πλούτο

.

Μία κατά πολύ μικρότερη σε έκταση χώρα, η Ολλανδία, εξάγει πολύ περισσότερα αγροτικά προϊόντα, από όσα η Ελλάδα συνολικά προϊόντα, μαζί με τα πετρελαϊκά, με τον τουρισμό των 18 δις και με τη ναυτιλία των πάνω από 20 δις. Η Ολλανδία εξήγαγε δηλαδή αγροτικά μόνο προϊόντα πάνω από 100 δις € το 2021, από 91,7 δις € το 2017, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά – ενώ αποτελούν περί το 50% του εμπορικού της πλεονάσματος.

.

Κοινοβουλευτική Εργασία

Όπως είπαμε στην επιτροπή, μετά την καταστροφή του αγροτικού μας τομέα και την απραξία της κυβέρνησης, για παράδειγμα με την υποχρηματοδότηση του  στην πανδημία με μόλις 183 εκ. €, όταν δόθηκαν πάνω από 50 δις € στην κατανάλωση, μετά τις αυξήσεις στο κόστος ενέργειας και πρώτων υλών, μετά τις συζητήσεις τόσο με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο όσο και με την ΕΥ, κατατέθηκε ένα νομοσχέδιο προεκλογικά που δεν προσφέρει τίποτα – ενώ δεν έχει καμία ουσιαστική κοστολόγηση.

Προφανώς η κυβέρνηση δεν κατανοεί τη σπουδαιότητα του πρωτογενούς μας τομέα – όπου αρκεί κανείς να σημειώσει ότι, μία κατά πολύ μικρότερη σε έκταση χώρα, η Ολλανδία, εξάγει πολύ περισσότερα αγροτικά προϊόντα, από όσα η Ελλάδα συνολικά προϊόντα, μαζί με τα πετρελαϊκά, με τον τουρισμό των 18 δις και με τη ναυτιλία των πάνω από 20 δις.

Η Ολλανδία εξήγαγε δηλαδή αγροτικά μόνο προϊόντα πάνω από 100 δις € το 2021, από 91,7 δις € το 2017, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά – ενώ αποτελούν περί το 50% του εμπορικού της πλεονάσματος.

Εμείς πάντως έχουμε αναφερθεί από την πρώτη ημέρα στη Βουλή, στο πόσο αντίστοιχα σημαντικός θα μπορούσε να είναι ο κλάδος για τη χώρα μας – ενώ σε αυτόν έχουμε αφιερώσει το μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος μας.

Θα επαναλάβουμε δε τα μέτρα που προτείναμε κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού του 2023, για την άμεση ανακούφιση του αγροτικού μας τομέα από τον πληθωρισμό – τις έκτακτες ενισχύσεις, ύψους τουλάχιστον 1 δις €, οι οποίες ήταν οι εξής:

(α) Ενισχύσεις του κτηνοτροφικού τομέα με 500 εκ. € – για να ανταπεξέλθουν στις αυξήσεις οι υπάρχουσες μονάδες, με βάση τους υπολογισμούς μας.

(β) Περαιτέρω ενισχύσεις για τη αύξηση της κτηνοτροφίας και της γεωργίας – μέσω προγραμμάτων εγγυοδοσιών από το Ταμείο Ανάκαμψης και από τις Τράπεζες.

(γ) Ενισχύσεις 300 εκ. € για λιπάσματα – όσο περίπου η αύξηση της αξίας τους. Για το αγροτικό πετρέλαιο δε, εκτός από τη μείωση του ΕΦΚ, προτείναμε επιδότηση 200 εκ. €.

Εκτός αυτού, άλλα μέτρα με μεσοπρόθεσμο ορίζοντα σχεδιασμού που προτείνουμε στο πρόγραμμα μας, είναι τα παρακάτω:

  1. Χαμηλό ΦΠΑ και απλούστευση των διαδικασιών για ακριτικές, ορεινές περιοχές και μικρά νησιά.
  2. Διευθέτηση των δασικών χαρτών, με πρόσβαση στα βοσκοτόπια.
  3. Αποκλεισμό των φωτοβολταϊκών από γη υψηλής παραγωγικότητας, εκτός εάν είναι σε στέγες και ικριώματα – καθώς επίσης από βοσκοτόπια.
  4. Επαναδραστηριοποίηση της ΕΒΖ και των άλλων βιομηχανιών μεταποίησης του πρωτογενούς τομέα αγροεφοδίων, όπως τα λιπάσματα – καθώς επίσης στήριξη της κλωστοϋφαντουργίας και των τροφίμων.
  5. Επένδυση στην παραγωγή σπόρων, με τράπεζες σπόρων – όπου ρωτήσαμε χωρίς να πάρουμε απάντηση, σε ποια κατάσταση ευρίσκεται η τράπεζα γενετικού υλικού της Θεσσαλονίκης, η σημασία της οποίας είναι ανυπολόγιστη για τη χώρα μας.
  6. Συμβουλευτική συνδρομή σε αγρότες, έτσι ώστε να μη χαθούν οι ενισχύσεις της ΚΑΠ, λόγω της σύνδεσης τους με πράσινα μέτρα – το farm to fork.
  7. Προώθηση της γεωργίας κλίματος.
  8. Επιδοτήσεις για επενδύσεις σε θερμοκήπια και διχτυοκήπια – όπου η Ελλάδα έχει τεράστιες ελλείψεις.
  9. Αυστηρούς ελέγχους στις ελληνοποιήσεις προϊόντων από τη Βουλγαρία και αλλού – κατάργηση των εισαγωγών από την Τουρκία.
  10. Κεντρικό οργανισμό διευκόλυνσης της διάθεσης των προϊόντων του πρωτογενούς τομέα – ο οποίος θα ενημερώνεται, όσον αφορά τις ποσότητες παραγωγής καθημερινά, μέσω ειδικού λογισμικού.
  11. Αύξηση της αγροτικής χρηματοδότησης – με ενίσχυση ή εγγυοδοσία έως 1 δις. Ίδρυση Αγροτικής Τράπεζας για το σκοπό αυτό ή μέσω της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας Επενδύσεων – τουλάχιστον ως προς τα πράσινα προγράμματα.
  12. Χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης, για τη χρήση νέας τεχνολογίας σε αυτοματισμούς και γεωργία ακριβείας (precision farming) – σε συνεργασία με τον επιστημονικό τομέα της χώρας.
  13. Χρηματοδότηση εισφορών, για απασχολούμενους στον πρωτογενή τομέα.
  14. Δημιουργία ενός κεντρικού οργάνου για τον πρωτογενή τομέα που να δίνει τις σωστές κατευθύνσεις στους αγρότες – κατά το παράδειγμα του Ισραήλ και που, όπως ακούσαμε από τους φορείς, ο ΕΛΓΟ/Δήμητρα δεν μπορεί να το κάνει, επιβεβαιώνοντας μας.

Συνεχίζοντας τώρα με τα περιεχόμενα του νομοσχεδίου επιγραμματικά, στο πρώτο μέρος γίνεται μια διοικητική αναδιοργάνωση του ΕΛΓΟ/Δήμητρα – όσον αφορά διάφορες εκπαιδευτικές και συμβουλευτικές υπηρεσίες, την έρευνα, τη διασφάλιση της ποιότητας και ανταγωνιστικότητας των αγροτικών προϊόντων, τους  ελέγχους της παραγωγής, της ποιότητας και της διακίνησης των αγροτικών προϊόντων.

Επίσης της καταγραφής, διατήρησης και αξιοποίησης των εθνικών φυτικών και ζωικών πόρων που σχετίζονται με τη γεωργία, με τα τρόφιμα και με το περιβάλλον – μέσω, ιδίως, της τήρησης Εθνικών Συλλογών και Τράπεζας Γενετικού Υλικού.

Περιλαμβάνονται δε οργανωτικά θέματα του ΕΛΓΟ, οι πόροι του ΕΛΓΟ/ Δήμητρα και τα μισθολογικά επιδόματα του προσωπικού.

Το δεύτερο μέρος αφορά την αποκατάσταση, προστασία, ανάδειξη, βιώσιμη ανάπτυξη, καθώς επίσης την ολοκληρωμένη διοίκηση και διαχείρισης του Παραδοσιακού Ελαιώνα Άμφισσας – ο οποίος πλήγηκε από τις πυρκαγιές. 

Στο τρίτο μέρος, περιλαμβάνονται διάφορες ρυθμίσεις – όπως η παράταση παραχώρησης χρήσης αγροτικών ακινήτων σε αγρότες και ανέργους, οι αποζημιώσεις του τομέα αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας για το διαφυγόν εισόδημα από τον πόλεμο στην Ουκρανία και από μέτρα εξυγίανσης του ζωικού κεφαλαίου, καθώς επίσης αποζημιώσεις του ΕΛΓΑ από ζημίες που προκλήθηκαν, λόγω χαλαζοπτώσεων και πυρκαγιών.

Δεν παρέχεται όμως κόστος από το ΓΛΚ, παρά το ότι αναφέρει πως θα υπάρχει – από τον ΕΛΓΟ, από τον Φορέα για τον Ελαιώνα της Άμφισσας, καθώς επίσης από αποζημιώσεις του ΕΛΓΑ.

Αναλυτικότερα στο πρώτο μέρος τώρα, όπως διαπιστώσαμε στην αιτιολογική έκθεση, ο ΕΛΓΟ/Δήμητρα που δημιουργήθηκε κάτω από μνημονιακές εντολές για τη συγχώνευση φορέων το 2011, δεν έχει συνεκτική λειτουργία και ταυτότητα, ενώ δεν λειτούργησε ποτέ σωστά – γεγονός που σημαίνει πως πρόκειται για μια ακόμη αποτυχία των μνημονίων.

Σε κάθε περίπτωση το σημερινό νομοσχέδιο εδώ δεν προσφέρει κάτι, πέρα από οργανωτικά θέματα – ενώ λείπει κάποιο όραμα και σχέδιο.

Οι φορείς δε διαμαρτυρήθηκαν ότι, δεν υπήρξε εκτενής συνεργασία μαζί τους κατά την εκπόνηση του – πόσο μάλλον όταν η λειτουργία του οργανισμού πρέπει να είναι ανταποδοτική, αφού σημαντικό μέρος των εσόδων του είναι από εισφορές.

Εκτός αυτού, αναφέρθηκε η υποστελέχωσή του οργανισμού που δεν επιλύεται με το παρόν, αφού δεν αναφέρονται προσλήψεις – ενώ προβλέπεται συνδρομή από ιδιώτες για ελέγχους κλπ. που δεν είναι λύση και δεν δίνεται καν κοστολόγηση.

Όσον αφορά τώρα την έδρα του ΕΛΓΟ/ΔΗΜΗΤΡΑ που ορίζεται στην Αθήνα, το σωστό θα ήταν να ευρίσκεται στην επαρχία – εκεί δηλαδή που υπάρχει αγροτική παραγωγή, έτσι ώστε να βοηθήσει στην ανάπτυξη.

Εμείς είμαστε υπέρ της αποκέντρωσης – σημειώνοντας πως ακόμη και η ΜΕΤΑΒΑΣΗ για την απολιγνιτοποίηση έχει έδρα την Αθήνα, αντί τη Δυτική Μακεδονία, όπου ευρίσκεται το κύριο έργο της.

Όπως είπε πάντως ο κ. Μόσχος στην ακρόαση των φορέων, συνεχίζεται η νοθεία στα αγροτικά προϊόντα – εύλογα αφού στη Θεσσαλία, με έναν ελεγκτή που θα πρέπει να ελέγξει σχεδόν το 65% της παραγωγής φέτας στην περιοχή, δεν μπορεί να υπάρξει έλεγχος.

Οι εργαζόμενοι δε αναφέρουν 80% έως 90% νοθεία, με ασυδοσία στην παραγωγή φέτας – ενώ τελικά το πρόστιμο για το γνωστό σκάνδαλο της νοθείας φέτας ήταν αστείο, επειδή έγινε δήθεν χωρίς δόλο.

Τέλος, στο άρθρο 25 δεν διευκρινίζεται  η κινητή και ακίνητη περιουσία που μεταβιβάζεται από τους συγχωνευθέντες Οργανισμούς στον ΕΛΓΟ/ΔΗΜΗΤΡΑ – ενώ πολλά θέματα εναπόκεινται στη σύνταξη του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας που δεν υπάρχει.

Εν προκειμένω, ζητήσαμε αφενός μεν να διευκρινισθεί επακριβώς η περιουσία που μεταβιβάζεται, αφετέρου να υπάρξει διαβούλευση με τους αρμοδίους φορείς, σχετικά με την εκπόνηση του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας – καθώς επίσης να συζητηθεί στη Βουλή, πριν τεθεί σε ισχύ το σχέδιο νόμου και καταργηθούν οι προηγούμενες διατάξεις.

Γενικότερα δε, ένα μεγάλο μέρος των διατάξεων, έχουν  τεχνικό χαρακτήρα – χωρίς να εισφέρεται κάποιο ιδιαίτερα αξιόλογο στοιχείο, για την αναβάθμιση του Οργανισμού.

Δυστυχώς, κάθε νομοσχέδιο που αφορά την αγροτική ή κτηνοτροφική μας παραγωγή, ενδιαφέρεται για αυτήν μόνο σε ακαδημαϊκό επίπεδο ή για μικροκομματική επιδοματική πολιτική – χωρίς να τη θεωρεί ως πραγματική πηγή πλούτου, μαζί με τη μεταποίηση της.

Εκτός αυτού, θα πρέπει να προωθηθεί η αύξηση της παραγωγικότητας της, με σύγχρονες τεχνολογίες αυτοματοποίησης – όχι να παραμένει η Ελλάδα προσκολλημένη σε ένα μοντέλο του 20ου αιώνα, εισάγοντας φτηνά εργατικά χέρια από τρίτες χώρες.

Αυτή δεν είναι ανάπτυξη και πρόοδος – ενώ μέσω του εκσυγχρονισμού θα έβρισκαν ευκαιρίες οι νέοι επιστήμονες μας, αντί να φεύγουν στο εξωτερικό.

Συνεχίζοντας με το δεύτερο μέρος, αν και ο σκοπός κρίνεται θετικά, το θέμα είναι πως ο τρόπος, με τον οποίο επιδιώκεται, είναι αμφιλεγόμενος – οπότε θεωρούμε σχεδόν βέβαιο ότι, δεν θα επιτευχθεί ο στόχος.

Αρχικά, συστήνεται ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «Φορέας Διαχείρισης Παραδοσιακού Ελαιώνα Άμφισσας» – το οποίο θα λειτουργεί για την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος.

Το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο, αναφέρεται πως θα έχει πλήρη διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια – ενώ θα εποπτεύεται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης.

Πώς γίνεται όμως να μιλάμε για διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια του Φορέα, όταν θα ελέγχεται και θα  καθοδηγείται αποκλειστικά από Υπουργούς; Είναι αξιοπρόσεκτο δε το ότι, τα έσοδα αυτού του Φορέα θα είναι κυρίως επιχορηγήσεις από τα οικεία Υπουργεία – οπότε δεν θα έχει καμία οικονομική αυτοτέλεια.

Με ποιους αλήθεια θα συνάπτει προγραμματικές συμβάσεις ο Φορέας και ποιος θα επιλέγει τους αντισυμβαλλομένους, για την υλοποίηση των σκοπών του παρόντος; Θα έχουμε ξανά απευθείας αναθέσεις και εδώ;

Εκτός αυτού, με τη σύσταση του Φορέα δημιουργείται αυτόματα  αυξημένος κίνδυνος κατασπατάλησης χρημάτων – από τη διοίκηση που επιλέγει και τοποθετεί κατά το μεγαλύτερο μέρος ο εκάστοτε Υπουργός με τον Περιφερειάρχη.

Ως εκ τούτου, επειδή ο σκοπός του νομοσχεδίου είναι σημαντικός και αφορά την προστασία του περιβάλλοντος του Ελαιώνα, δεν θα έπρεπε η διοίκηση του Φορέα να παραδοθεί σε κομματικά τοποθετημένα πρόσωπα – τα οποία συνήθως παρανομούν και αδιαφορούν για την εκπλήρωση των προβλεπόμενων στόχων.

Κλείνοντας με το τρίτο μέρος, υπάρχουν ρυθμίσεις που τιτλοφορούνται ως διατάξεις για την ενίσχυση της αγροτικής ανάπτυξης – χωρίς όμως να διαπιστώνεται κάτι τέτοιο στην πραγματικότητα, αλλά μόνο ημίμετρα περιορισμένης ισχύος.

Ειδικότερα, αρχικά νομοθετείται παράταση έως το τέλος του 2023 της ισχύος των αποφάσεων παραχώρησης χρήσης ακινήτων – επίσης για τη διάθεση σε νέους αγρότες και σε επαγγελματίες αγρότες των ανωτέρω αναφερομένων ακινήτων που έμειναν αδιάθετα.

Οι ρυθμίσεις αυτές θα έπρεπε να έχουν μόνιμο χαρακτήρα – προκειμένου να είναι διασφαλισμένοι τόσο οι ενδιαφερόμενοι, όσο και η αγροτική παραγωγή γενικότερα, έστω σε αυτό το επίπεδο.

Περαιτέρω, στο άρθρο 48 προκαλεί εντύπωση το ότι, νομοθετείται ρύθμιση το Μάρτιο του 2023 για το ανώτατο ετήσιο όριο αποζημίωσης ανά αγροτεμάχιο, σε διάφορες περιφερειακές ενότητες της χώρας, από τις έντονες και εκτεταμένες χαλαζοπτώσεις που σημειώθηκαν τον Ιούνιο 2022 και από τις πυρκαγιές που εκδηλώθηκαν στο χρονικό διάστημα από την 1η Μαΐου 2021 έως και την 30ή Σεπτεμβρίου 2021 – δηλαδή, ακόμη και για σχεδόν δύο χρόνια μετά από τα ζημιογόνα φαινόμενα.

Λογικά λοιπόν κατακρίναμε την απαράδεκτη κωλυσιεργία, στην καταβολή των αποζημιώσεων των αγροτών – θεωρώντας πως πρέπει επιτέλους να νομοθετηθεί ρητά μία αυστηρή χρονικά προθεσμία καταβολής, αφού είναι παράλογο οι Έλληνες αγρότες να ευρίσκονται στο έλεος της γραφειοκρατίας και της αδράνειας του κρατικού μηχανισμού.

Στα πολύ αρνητικά του σχεδίου νόμου, εισάγεται μία σειρά γραφειοκρατικών υποχρεώσεων στους δραστηριοποιουμένους στην παραγωγή, μεταποίηση και εμπορία προϊόντων ελιάς στο άρθρο 49 – την ώρα μάλιστα που όλα τα ουσιώδη ζητήματα θα καθοριστούν από τον αρμόδιο Υπουργό, ακόμη και οι κυρώσεις.

Το αρνητικότερο σημείο όλων όμως σημειώνεται ειδικά στην παρ. 1 του άρθρου 45 – στην οποία προβλέπεται ουσιαστικά ότι, οι συγκεκριμένες παραχωρήσεις μπορούν να πραγματοποιηθούν για την ίδρυση ή επέκταση τουριστικών μονάδων και ΑΠΕ.

Είναι απαράδεκτο τα ακίνητα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, να παραχωρούνται για εγκαταστάσεις ΑΠΕ – αφού σε καμία περίπτωση δεν στηρίζουμε έτσι την πρωτογενή παραγωγή και τον αγροτικό τομέα.

Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει, σημειώνοντας πως η κυβέρνηση νομοθέτησε τη δυνατότητα εγκατάστασης ΑΠΕ σε αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας  – ενώ το πρόσφατο νομοσχέδιο του ΥΠΕΝ προβλέπει ακόμη και απαλλοτριώσεις αγροτικής γης, για την εγκατάσταση ΑΠΕ, καθώς επίσης μονάδες επεξεργασίας λυμάτων.

Τέλος, δυστυχώς, οι καταστροφικές επιλογές της κυβέρνησης για τον πρωτογενή τομέα, δεν έχουν τελειωμό – τεκμηριώνοντας πως δεν ενδιαφέρεται καθόλου.

Δεν έδειξε καν την απαιτούμενη ευαισθησία στο πρόβλημα της αύξησης του κόστους παραγωγής, όσον αφορά την ενέργεια, τα λιπάσματα και τις ζωοτροφές – ούτε στην πτώση της τιμής του βαμβακιού, όταν την ίδια στιγμή επιδοτεί τους παραγωγούς ρεύματος.

Πώς είναι δυνατόν να έχει έτσι μέλλον ο πρωτογενής μας τομέας; Παρά το ότι θα μπορούσε να επιλύσει όλα μας τα προβλήματα, με κριτήριο χώρες όπως η Ολλανδία ή το Ισραήλ; Δεν είναι – δυστυχώς για όλους εμάς τους Έλληνες.


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.