Η εκποίηση των Ναυπηγείων Ελευσίνας (τελική εισήγηση) – The Analyst
Κοινοβουλευτικές Εργασίες Σχολιασμός Επικαιρότητας

Η εκποίηση των Ναυπηγείων Ελευσίνας (τελική εισήγηση)

.

Θα μπορούσαν να δρομολογηθούν εναλλακτικά τα εξής: (α) να κρατικοποιηθεί τουλάχιστον ο αμυντικός κλάδος των ναυπηγείων, να τον αναλάβει δηλαδή το ΠΝ ως βάση υποστήριξης, έναντι των απαιτήσεων που έχει – σημειώνοντας πως η Τουρκία διαθέτει δύο ναυπηγεία/βάσεις για το λιγότερο από διπλάσιο πολεμικό ναυτικό της, καθώς επίσης (β) να κρατικοποιηθεί και να εκμισθωθεί ο εμπορικός κλάδος στον κ. Σπανόπουλο που έχει ήδη ενδιαφερθεί, έως ότου ολοκληρώσει την πρόταση του, ή απλά να εξυγιανθεί από το δημόσιο – έτσι ώστε να πουληθεί αργότερα σε μία σωστή τιμή που δεν θα έχει τόσο σοβαρές ζημίες το κράτος μας ή να δρομολογηθεί κάποιο ΣΔΙΤ. Έναντι πάντως των οφειλών του, με τον τρόπο αυτό το δημόσιο θα πάρει στρατηγικά πάγια λογιστικής αξίας 87 εκ. €, σύμφωνα με τον ισολογισμό των ναυπηγείων – ενώ θα αναλάβει την εξόφληση του προσωπικού και θα προβεί σε διακανονισμό με τους πιστωτές, τράπεζες κλπ., κουρεύοντας μεγάλο μέρος των απαιτήσεων τους.

.

Κοινοβουλευτική Εργασία

Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει με τα άρθρα 1 έως 4, το σημαντικότατο θέμα των ναυπηγείων Ελευσίνας  – ενώ στα υπόλοιπα άρθρα, από το 5 έως το 12, υπάρχουν διάφορες διατάξεις, όπως για τα εξής:

(α) για τη δημιουργία κοινόχρηστων έργων υποδομής παραθεριστικού-τουριστικού χωριού, εκτός σχεδίων πόλεως – όπου ξανά στηρίζεται η μονοκαλλιέργεια του τουρισμού, αντί ο πρωτογενής τομέας και η μεταποίηση,

(β) για την υποχρέωση δημοσίευσης οικονομικών καταστάσεων μικρών εταιριών, όπου δεν θα πρέπει να εξαιρούνται οι μεγάλες επιχειρήσεις από την αποφυγή δημοσίευσης κάποιων οικονομικών στοιχείων – όπως για παράδειγμα η μονοπρόσωπη Eldorado,

(γ) για την κατάργηση των ενδιάμεσων εκπτώσεων και για τη ρύθμιση των υποχρεώσεων της εταιρίας «Ελληνικά τουριστικά ακίνητα ΑΕ» – η οποία λειτουργεί το καζίνο της Πάρνηθας και έχει κόστος για το Δημόσιο, όπως αναφέρεται, χωρίς όμως να ποσοτικοποιείται από το ΓΛΚ και

(δ) για την ακύρωση τουριστικών αγορών, καθώς επίσης για την έρευνα.

Τέλος, τα άρθρα 13-17 αφορούν κάποιες ρυθμιστικές διατάξεις για το επάγγελμα του Εσωτερικού Ελέγχου – κάτι που φυσικά υπάρχει ήδη αλλά συμπληρώνεται, όπως για παράδειγμα με το μητρώο εσωτερικών ελεγκτών, με κανόνες εσωτερικού ελέγχου και με κώδικα δεοντολογίας. Ακολουθεί το βίντεο της τελικής εισήγησης.

Σχετικά τώρα με το μέρος που αφορά τα ναυπηγεία της Ελευσίνας, εμείς είμαστε ανέκαθεν υπέρ της λειτουργίας όλων των ναυπηγείων της χώρας – ενώ από την πρώτη στιγμή αναφερόμαστε στο ναυτιλιακό σύμπλεγμα.

Στη τεράστια σημασία της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης και στη βαριά βιομηχανία της Ελλάδας που είναι τα ναυπηγεία – έχοντας αφιερώσει ένα μεγάλο μέρος του προγράμματος μας.

Ασφαλώς πρέπει να λειτουργήσουν, ενώ η Ελλάδα έχει πολλές δυνατότητες – μεταξύ άλλων την ελληνική ναυτιλία που είναι το νούμερο ένα στον πλανήτη, παρά το μικρό πληθυσμιακά μέγεθος της χώρας μας.

Εν τούτοις, δεν μπορούμε να λειτουργούμε με απλά  ευχολόγια – θυμίζοντας πως ο υπουργός ανάπτυξης υποσχόταν τη λειτουργία της ΕΒΖ, λέγοντας τότε πως είχε βρει επενδυτή.

Αργότερα όμως δήλωσε πως δεν ήταν εφικτό, επειδή ο επενδυτής είχε ακάλυπτες επιταγές και δεν μπορούσε να βρει κορόιδα να την πουλήσει – με αποτέλεσμα η ΕΒΖ να είναι σήμερα αδρανοποιημένη. 

Κάτι ανάλογο λοιπόν δεν πρέπει να συμβεί με τα ναυπηγεία μας – τα οποία είναι σε θέση όχι μόνο να επισκευάζουν πλοία αλλά, επί πλέον, να κατασκευάζουν μηχανήματα.

Όπως αναφέραμε τώρα στην επιτροπή, τα Ναυπηγεία της Ελευσίνας δεν είναι μία σχετικά μικρή επιχείρηση, όπως της Σύρου – ενώ υπάρχει η κακή εμπειρία των ναυπηγείων Σκαραμαγκά επί Σάφα.

Οφείλουμε δε να είμαστε προσεκτικοί, αφού η διαδικασία με την ONEX έχει ξεκινήσει τουλάχιστον από τον περυσινό Σεπτέμβρη, όσον αφορά την παρούσα προσέγγιση – ενώ ο υπουργός μας ενημέρωσε ότι κατατέθηκε το νομοσχέδιο στη Βουλή, απλά και μόνο επειδή στελέχη του Πολεμικού Ναυτικού εξέφρασαν φόβους για νομικές ευθύνες που θα αποφευχθούν μέσω της παρούσας διαδικασίας.

Στην ουσία λοιπόν ζητείται από εμάς λευκή επιταγή και το ακαταδίωκτο, για ένα θέμα που αφορά δημόσιο χρήμα – τη διαγραφή μεγάλου μέρους των υποχρεώσεων στο Πολεμικό Ναυτικό, των φόρων και των λοιπών οφειλών στο κράτος.

Για ένα τεράστιο κούρεμα δηλαδή της τάξης του 93%, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά – όπου ο υπουργός μας διαβεβαίωσε πως έχει τη συμφωνία και την εξουσιοδότηση να το δρομολογήσει, τόσο από το υπουργείο άμυνας, όσο και από το υπόλοιπο δημόσιο.  

Εν τούτοις, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά, ο υπουργός άμυνας έχει πει τα εξής: «Χωρίς να επενδυθούν πρώτα κεφάλαια στην Ελευσίνα, υπογραφή δική μου δεν μπαίνει για κούρεμα χρεών του ΠΝ, όπως και ανάθεση έργου, γιατί όπως γνωρίζετε θα πάω φυλακή».

Από την άλλη πλευρά, υποβάλλαμε μία σειρά ερωτήσεων στον επενδυτή, κατά την ακρόαση των φορέων – ενώ οι απαντήσεις που πήραμε ήταν δυστυχώς εντελώς αόριστες.

Σε κάθε περίπτωση, δεν μας απάντησε για το σημαντικότερο. Για το εάν υπάρχει δεσμευτική επιστολή, για τη χρηματοδότηση ύψους 102 εκ. €, εκ μέρους της αμερικανικής DFC – όπου όμως ο υπουργός μας διαβεβαίωσε στην επιτροπή πως την έχει ο ίδιος, ενώ έχουν δοθεί διαβεβαιώσεις και σε άλλα μέλη της κυβέρνησης.

Υποβάλλαμε επίσης ερωτήσεις στον υπουργό, όπου μεταξύ άλλων μας απάντησε (αποκαλώντας δυστυχώς την Ελλάδα «ψωροκώσταινα», αν είναι δυνατόν), πως η αμερικανική DFC μπορεί να επενδύσει μόνο στην εμπορική εταιρεία, ενώ στην αμυντική δεν επιτρέπεται από το καταστατικό της – γεγονός που είναι εξαιρετικά αρνητικό και θα το τεκμηριώσουμε στη συνέχεια.

Συνεχίζοντας, τονίσαμε πως δεν έχουμε στη διάθεση μας ορισμένα απαραίτητα στοιχεία, όσον αφορά τη σωστή απόφαση εκ μέρους μας  – όπως τα εξής:

(1) Το σχέδιο της συμφωνίας εξυγίανσης των ναυπηγείων Ελευσίνας που είχε υποβληθεί προς έγκριση στη ΓΣ της εταιρείας «Νεώριο Συμμετοχών» στις 31.1.22 – οπότε υπάρχει.

(2) Το Πρακτικό Διαβούλευσης με τους Εργαζομένους του Σεπτεμβρίου του 2021 που ενέκριναν το 99,7% των εργαζόμενων όπως ειπώθηκε και έχει κατατεθεί στο Υπουργείο Εργασίας – ούτε τυχόν μετατροπές που έχουν γίνει έκτοτε.

(3) Τρίτο και βασικότερο, το Στρατηγικό/Επιχειρησιακό Σχέδιο – όπου να φαίνεται το επενδυτικό πλάνο, καθώς επίσης ο προϋπολογισμός των μελλοντικών εσόδων, εξόδων και επενδύσεων.

Το σχέδιο αυτό θα έπρεπε να έχει χωριστά στοιχεία για την αμυντική εταιρία, όπου θα εντάσσονται μεταξύ άλλων οι υποχρεώσεις προς τους υπάρχοντες εργαζομένους – σημειώνοντας πως ο αμυντικός κλάδος δεν θα χρηματοδοτηθεί από την DFC, ενώ θα έχει συνολικές υποχρεώσεις ύψους περί τα 63 εκ. €.

Επίσης χωριστά στοιχεία για την εμπορική, η οποία θα έχει όλες τις άλλες απαιτήσεις του δημοσίου που κουρεύονται – ενώ ενδεχομένως θα γίνουν σε αυτήν οι πρόσθετες επενδύσεις και οι προσλήψεις που υπόσχεται ο επενδυτής.

Στη συνέχεια, προσπαθήσαμε να διαπιστώσουμε τη φερεγγυότητα τoυ επενδυτή – συγκεντρώνοντας μερικά βασικά οικονομικά στοιχεία από όλες τις εταιρίες του που θα καταθέσουμε στα πρακτικά.

Με κριτήριο αυτά τα στοιχεία, το μέγεθος των δραστηριοτήτων του δεν εξασφαλίζει τις ανάγκες των πολύ μεγαλύτερων από το Νεώριο, ναυπηγείων Ελευσίνας – ενώ στην ερώτηση μας εάν θα τοποθετήσει ο ίδιος το 20% των χρημάτων, αφού η DFC δεν μπορεί να υπερβεί το 80%, δηλαδή 25,5 εκ. €, δεν απάντησε.

Επαναλαμβάνουμε εδώ ότι, με βάση αυτά που μας είπε ο υπουργός, ο επενδυτής πρέπει να καλύψει τις υποχρεώσεις της αμυντικής εταιρίας, τα 63 εκ. €, οπότε και τους  εργαζομένους, μόνος του – αφού δεν επιτρέπεται η DFC

Παρεμπιπτόντως, έως πρόσφατα εμφανιζόταν η πρόταση ως όμιλος FincantieriOnex. Έχει αλλάξει κάτι; Μήπως το ενδιαφέρον προέκυψε σε συνδυασμό με το συμβόλαιο των κορβέτων των 2 δις €, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά, ενδεχομένως αυτών της Fincantieri, έναντι των Γαλλικών Go wind;

Όπως πριν για τις φρεγάτες LCS που δεν επιλέχθηκαν, έναντι των Belhara; Σε κάθε περίπτωση, εμείς δεν θεωρούμε σωστό να δεσμεύσουμε τις αποφάσεις των Ενόπλων Δυνάμεων –  μέσω του ιδιοκτησιακού των ναυπηγείων.

Μας δημιουργήθηκαν επί πλέον τα εξής ερωτήματα – τα οποία δεν απάντησε ο υπουργός στην επιτροπή:    

(α) Αναφέρθηκε από τους φορείς ότι, οι απαιτήσεις του ΠΝ είναι 142 εκ. € – οι οποίες αποτελούνται από μία οφειλή ύψους 110 εκ. € που δεν γνωρίζουμε  από πού προέκυψε και δεν μας εξηγήθηκε, καθώς επίσης από 32 εκ. € σε ρήτρες

Ρωτήσαμε εάν πρόκειται εδώ για εγγυητικές των τραπεζών που θα καταπέσουν, επειδή καθυστέρησε στα έργα – χωρίς να πάρουμε απάντηση.

(β) Σύμφωνα με αυτά που είπε ο υπουργός, το 2019 υπήρχε αρχική απαίτηση από το ΠΝ ύψους 80 εκ. €. Μετά από διαπραγμάτευση όμως με το ΠΝ για να πιστοποιηθεί γραπτά, ήλθαν και του είπαν 120 εκ. € – ενώ όταν πήγε να γίνει το σχέδιο εξυγίανσης του είπαν 155 εκ. €. Ούτε εδώ πήραμε απάντηση, όσον αφορά το πώς προκύπτει αυτή η διαφορά. 

Σχετικά τώρα με τις βελτιώσεις της σύμβασης που δήλωσε ο υπουργός έχουμε τα εξής:

(1) Θα τηρηθούν και θα εφαρμοσθούν οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας στην αμυντική εταιρία – αλλά όχι στην εμπορική. Δηλαδή εκεί θα δουλεύουν εργολαβικά, όπως είναι της μόδας; 

(2) Οι πάσης φύσεως απαιτήσεις των εργαζομένων εξοφλούνται σε ποσοστό 30% του συνόλου, μετά την ημερομηνία επικύρωσης του σχεδίου εξυγίανσης – ενώ το υπόλοιπο 70% μετά την ημερομηνία ολοκλήρωσης των μεταβιβάσεων, χωρίς προϋποθέσεις έργων. Εν τούτοις, δεν αναφέρεται σαφές χρονικό όριο.

(3) Για την ικανοποίηση του Πολεμικού Ναυτικού, θα αποδοθεί σε βάθος 30 ετών, ποσόν που θα είναι τουλάχιστον ίσο με το ποσό ανάκτησης – όχι λιγότερα από 20 εκ. €.

Ρωτήσαμε εδώ πώς προκύπτει το ποσόν, τι αντιπροσωπεύει και εάν πρόκειται για ρήτρες – χωρίς να πάρουμε απάντηση.

Κλείνοντας το θέμα έχουμε την εντύπωση, μετά τη λεπτομερειακή ανάλυση των οικονομικών μεγεθών του ναυπηγείου της Ελευσίνας, επίσης του ναυπηγείου της Σύρου, πως ο σκοπός του επενδυτή είναι να επιτύχει την πιο συμφέρουσα συμφωνία που γίνεται για τον ίδιο, με κούρεμα έως και 93% των οφειλών προς το δημόσιο – ενώ μετά να αναζητήσει τα κεφάλαια που απαιτούνται, επί πλέον για τις απαραίτητες επενδύσεις.

Εκτός εάν έχει ήδη βρει κάποιον να συνεργασθεί μαζί του και δεν το λέει, για να διατηρήσει υψηλά τα κουρέματα – κάτι που ασφαλώς είναι δικαίωμα του και συνηθίζεται σε τέτοιες διαπραγματεύσεις.

Εάν πάντως πληρώσει 1,1 δις € φόρους σε βάθος 25ετίας, όπως ισχυρίζεται, τα αντίστοιχα κέρδη θα είναι υψηλά – οπότε ελκυστικά για κάποιον τρίτο ενδιαφερόμενο.

Μας ανησυχεί πάντως το ότι, δεν προβλέπονται κάποια χρονικά όρια, σχετικά με το πότε και πώς θα λήξει η διαδικασία, εάν δεν βρει τα κεφάλαια – πόσο μάλλον όταν δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη για την ενδιάμεση περίοδο, έως τη μεταβίβαση της εταιρίας.

Υποθέτουμε και ελπίζουμε βέβαια πως  επειδή τα ενδεχόμενα κεφάλαια της DFC θα κατατεθούν στην εμπορική εταιρεία, στην οποία έχουν καταχωρηθεί οι απαιτήσεις των τραπεζών, της CEPAL κλπ., δεν θα είναι τα κουρέματα τους ποσοστιαία σημαντικά χαμηλότερα, από αυτά του δημοσίου – όχι πολύ λιγότερα δηλαδή από 93%, αφού κάτι τέτοιο θα μπορούσε να θεωρηθεί ως απιστία, με ποινικές ευθύνες για όποιους το δρομολογήσουν.

Αυτοί είναι οι προβληματισμοί μας, ενώ φυσικά θέλουμε να λειτουργήσουν τα ναυπηγεία, τόσο για τους εργαζομένους, όσο για την περιοχή και τη χώρα – αλλά δεν έχουμε εμπιστοσύνη ούτε στον επενδυτή, ούτε στη διαδικασία.

Πόσο μάλλον όταν ο ίδιος επενδυτής είχε υποβάλλει το 2013 πρόταση εξαγοράς της ΕΑΒ, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά – με αντίστοιχα μεγάλες υποσχέσεις.

Επίσης το 2019 επί ΣΥΡΙΖΑ για τα Ναυπηγεία Ελευσίνας, όπου δεν δόθηκε συνέχεια – ενώ πρόσφατα μία πολύ χαμηλή προσφορά για τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά.

Εν τούτοις, σκεφθήκαμε στη συνέχεια εάν υπάρχει κάποια εναλλακτική λύση, πόσο μάλλον όταν εμφανίσθηκε και άλλος ενδιαφερόμενος – ο κ. Σπανόπουλος, τον οποίο ο υπουργός χαρακτήρισε σοβαρό και αξιόλογο επιχειρηματία.

Εν προκειμένω, αντί να χάσει το δημόσιο το 93% των απαιτήσεων του, θα μπορούσε να εξετάσει την ενδεχομένως καλύτερη πρόταση του κ. Σπανόπουλου – καθώς επίσης να αναζητήσει άλλες.

Επειδή όμως, όπως πολύ σωστά είπε ο υπουργός (α) ο κ. Σπανόπουλος εμφανίσθηκε πολύ αργά και (β) όταν ολοκληρωθούν οι εργασίες του πολεμικού ναυτικού στα τέλη του έτους, δεν θα υπάρχει δυνατότητα πληρωμής των εργαζομένων (αν και υπάρχει πρόταση για μία ακόμη πυραυλάκατο, καθώς επίσης το πρόγραμμα αναβάθμισης των ΜΕΚΟ ύψους 500 εκ. €), θα μπορούσαν να δρομολογηθούν τα εξής:

(α) να κρατικοποιηθεί τουλάχιστον ο αμυντικός κλάδος των ναυπηγείων, να τον αναλάβει δηλαδή το ΠΝ ως βάση υποστήριξης, έναντι των απαιτήσεων που έχει – σημειώνοντας πως η Τουρκία διαθέτει δύο ναυπηγεία/βάσεις για το λιγότερο από διπλάσιο πολεμικό ναυτικό της, καθώς επίσης

(β) να κρατικοποιηθεί και να εκμισθωθεί ο εμπορικός κλάδος στον κ. Σπανόπουλο που έχει ήδη ενδιαφερθεί, έως ότου ολοκληρώσει την πρόταση του, ή απλά να εξυγιανθεί από το δημόσιο – έτσι ώστε να πουληθεί αργότερα σε μία σωστή τιμή που δεν θα έχει τόσο σοβαρές ζημίες το κράτος μας ή να δρομολογηθεί κάποιο ΣΔΙΤ.

Έναντι πάντως των οφειλών του, με τον τρόπο αυτό το δημόσιο θα πάρει στρατηγικά πάγια λογιστικής αξίας 87 εκ. €, σύμφωνα με τον ισολογισμό των ναυπηγείων – ενώ θα αναλάβει την εξόφληση του προσωπικού και θα προβεί σε διακανονισμό με τους πιστωτές, τράπεζες κλπ., κουρεύοντας μεγάλο μέρος των απαιτήσεων τους.

Κλείνοντας, προφανώς δεν μπορούμε να αναλύσουμε τα παραπάνω στα πλαίσια της Ολομέλειας – αλλά μόνο να αναδείξουμε πως υπάρχουν εναλλακτικές δυνατότητες, έτσι ώστε αφενός μεν να μη χάσει τόσα χρήματα το κράτος, αφετέρου να λειτουργήσουν τα ναυπηγεία και να διατηρηθούν οι θέσεις εργασίας.

Παρεμβάσεις στην Ολομέλεια  

Το νομοσχέδιο γράφει πως το Πολεμικό Ναυτικό θα πληρωθεί σε βάθος 30ετίας, άτοκα και με παρούσες αξίες – το ελάχιστο 20 εκ. €, ενώ τα υπόλοιπα θα διαγραφούν, εάν δεν πληρωθούν σε 30 χρόνια.

Ο υπουργός ισχυρίσθηκε πως οι παρούσες αξίες συμπεριλαμβάνουν τον πληθωρισμό (!), οπότε δεν θα υπάρξει το πληθωριστικό κούρεμα που είπαμε εμείς – κάτι που θα φανεί στο μέλλον. Μας δημιούργησε δε την εντύπωση πως έχει παραπλανήσει τον υπουργό άμυνας – αφού ο κ. Παναγιωτόπουλος ισχυρίσθηκε πως το ΠΝ θα λάβει τα 20 εκ. προκαταβολικά και ότι δεν θα υπάρξει κούρεμα, χωρίς όμως να μπορέσει να το τεκμηριώσει, λέγοντας πως θα το κάνει ο υπουργός ανάπτυξης.

Όσον αφορά δε τις δόσεις ύψους 1% επί των παραγγελιών του ΠΝ στα ναυπηγεία, απλά ο επενδυτής θα μπορούσε να τις προσθέτει στην τιμή – ενώ η πληρωμή του 70% των απαιτήσεων των εργαζομένων σε 120 ημέρες μετά τη μεταβίβαση, μειωμένη επίσης πληθωριστικά, θα μπορούσε να διαρκέσει πολλά χρόνια, μέσω της καθυστέρησης ενός μικρού μέρους των μεταβιβάσεων των παγίων.   

Μας διαβεβαίωσε επίσης πως θα κουρευτεί το 93% των απαιτήσεων των τραπεζών και λοιπών οφειλετών – όσο ακριβώς του δημοσίου.  


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.