Η κρίση ως η μεγάλη ευκαιρία της Ελλάδας – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Η κρίση ως η μεγάλη ευκαιρία της Ελλάδας

.

Μέχρι στιγμής η περιορισμένη ένταση της πανδημίας στην Ελλάδα μας ωφελεί – με την έννοια πως έχουμε σημαντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τους ανταγωνιστές μας στον τουρισμό, όπως με την Ιταλία, με την Ισπανία και με την Τουρκία που χαρακτηρίζονται από πολύ περισσότερα κρούσματα και θανάτους. Οφείλουμε όμως να διδαχθούμε επιτέλους από το πρόβλημα και να αλλάξουμε το μοντέλο της οικονομίας μας – συνειδητοποιώντας πως είναι καταστροφικό να τοποθετούμε όλα τα αυγά σε ένα καλάθι, στον τουρισμό, καθώς επίσης ότι πρέπει να διαθέτουμε διασπορά κινδύνων, όπως ο κάθε συνετός Πολίτης και επιχειρηματίας. Αυτή τη στιγμή βέβαια πρέπει να κάνουμε ότι μπορούμε για να ανοίξουν τα μεγάλα ξενοδοχεία το Μάιο – παρέχοντας τους κίνητρα για να αγοράζουν ελληνικά προϊόντα, έτσι ώστε να αντισταθμιστούν τυχόν απώλειες τους στις εξαγωγές. Παράλληλα πρέπει να στηριχθεί αμέσως η εγχώρια μεταποίηση και η βιομηχανία τροφίμων, η οποία έχει τεράστιες εξαγωγικές δυνατότητες, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα τις δικές μας ανάγκες. Έτσι θα μετατρέψουμε την κρίση σε ευκαιρία, δεν θα βυθιστούμε στην ύφεση και θα πάψουμε να δανειζόμαστε συνεχώς χρήματα – ενώ εάν το εμπορικό μας ισοζύγιο καταστεί θετικό, τότε το ΑΕΠ μας θα εκτοξευθεί αμέσως στα ύψη. Η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να βυθιστεί στην ύφεση, μπορεί να τα καταφέρει και είναι απαράδεκτο το διάγγελμα του πρωθυπουργού που ανακοίνωσε βαθιά ύφεση – αφού έτσι την προκαλεί, ως μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία.  Φυσικά δεν πρέπει να συρθεί σε ένα μνημόνιο του γερμανικού ΔΝΤ, του ESM, σε καμία περίπτωση. Απώτερος στόχος μας πρέπει να είναι το να διώξουμε τους Γερμανούς από την πατρίδα μας και να μην υπογράψουμε ποτέ άλλο μνημόνιο – κάτι που ασφαλώς μπορούμε, αρκεί να λειτουργήσουμε επιτέλους συλλογικά και με σχέδιο.

.

Ανάλυση

Οι οικονομικές προβλέψεις, ειδικά όσον αφορά την οικονομία, είναι δύσκολες – επειδή, σε αντίθεση με τις φυσικές επιστήμες, δεν μπορεί κανείς να βασιστεί σε φυσικούς νόμους ενώ, επειδή έχουν άμεση σχέση με την ανθρώπινη συμπεριφορά, υπεισέρχονται πάρα πολλοί αστάθμητοι παράγοντες. Ως εκ τούτου, στην καλύτερη περίπτωση, βασίζονται στην εμπειρία – η οποία όμως, σε εξαιρετικές περιόδους κρίσης, όπως η σημερινή, όπου συνυπάρχουν η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και η πανδημία με το «κλείδωμα» των οικονομιών, επί πλέον στην Ελλάδα το μεταναστευτικό και η τουρκική επιθετικότητα, δεν παρέχει μεγάλη βοήθεια.

Εν τούτοις, η ανάγκη για ρεαλιστικές προβλέψεις είναι ιδιαίτερα μεγάλη υπό τις σημερινές συνθήκες – έτσι ώστε να ληφθούν έγκαιρα τα κατάλληλα μέτρα και να αποφευχθεί το χειρότερο σενάριο, λόγω λανθασμένων ενεργειών. Είναι λοιπόν καθήκον της οικονομίας να εξουδετερώσει μία δυσμενή εξέλιξη, για να μην αναπτυχθεί από μόνη της – από μία λανθασμένη ή ανεπαρκώς σχεδιασμένη στήριξη εκ μέρους του κράτους που θα μπορούσε να κλιμακώσει την κρίση, αντί να την περιορίσει.

Στα πλαίσια αυτά, η πλέον αντιπροσωπευτική εμπειρία είναι αυτή του Μεξικού – στο οποίο το 2009 συνέπεσε η χρηματοπιστωτική κρίση με την επιδημία Η1Ν1, ενώ ο τουρισμός διαδραματίζει ένα σημαντικό ρόλο στην οικονομία του. Εν προκειμένω, η ύφεση στην οποία βυθίστηκε, ήταν -5,28% όταν υπολόγιζε με ανάπτυξη της τάξης του 1% (πηγή) – οπότε η Ελλάδα που υπολόγιζε με ανάπτυξη περί το 3% θα βιώσει μία ύφεση περί το -3% εάν δεν κάνει λάθη. Το Μεξικό όμως πήρε μέτρα ύψους 3,7 δις $ σε ένα ΑΕΠ τότε 900 δις $ (πηγή), λιγότερα δηλαδή από το 0,5% του ΑΕΠ του – ενώ τα τουριστικά του έσοδα υποχώρησαν πάνω από 60%.

Αντίθετα η Ελλάδα θα πάρει μέτρα 14 δις € κατά τον πρωθυπουργό ή 7,5% του ΑΕΠ της – τα οποία καλύπτουν λογικά ακόμη και μία πτώση 40% των τουριστικών άμεσων και έμμεσων εσόδων της, εάν υποθέσουμε πως τα έμμεσα είναι όσο ακριβώς τα άμεσα. Επομένως μπορεί να αποφύγει την ύφεση, παρά τις εφιαλτικές προβλέψεις των διεθνών οργανισμών (πηγή) που όμως είναι σχεδόν πάντα λανθασμένες – ειδικά του ΔΝΤ.

Υπάρχει όμως ένα σημαντικό πρόβλημα της Ελλάδας που μπορεί να ανατρέψει τις θετικές αυτές προβλέψεις – εκτός από τη δεινή θέση της οικονομίας της, όσον αφορά το υπέρογκο δημόσιο χρέος, το θηριώδες κόκκινο ιδιωτικό και την κατάσταση των τραπεζών της, τα οποία την καθιστούν μη συγκρίσιμη με το Μεξικό (με αντίβαρο την ενδεχόμενη στήριξη της από την ΕΕ που μέχρι στιγμής αποτελεί άγνωστο παράγοντα). Το πρόβλημα αυτό είναι το ότι

(α) ο τουρισμός παράγει ένα υπερβολικά μεγάλο μέρος του ΑΕΠ της Ελλάδας (σχεδόν 21% έναντι 8,7% του Μεξικού το 2017 – 30,9% κατά τον INSETE που θεωρούμε υπερβολικό, σκόπιμο καλύτερα για να εκβιάζει το κράτος, γράφημα), κυρίως ως αποτέλεσμα της συμμετοχής της στην Ευρωζώνη, αλλά και των μνημονίων (το ίδιο συνέβη και στην Πορτογαλία, όπου από 9,4% του ΑΕΠ της το 1999 έφτασε στο 19,1% το 2018) – ενώ καλύπτει τις ανάγκες του πάνω από 80% με εισαγωγές και

Ο πολλαπλασιαστής του ΙΟΒΕ είναι λάθος και εξυπηρετεί μόνο τη συντεχνία

(β) το λανθασμένο επιχειρηματικό μοντέλο του – με την έννοια πως αφενός μεν απομυζείται από τη γερμανική TUI που εισπράττει τη μερίδα του λέοντος, αφετέρου πουλάει το προϊόν του τόσο φτηνά, ώστε οι μεγάλες τουλάχιστον ξενοδοχειακές μονάδες να χρειάζονται περί τους τέσσερις μήνες λειτουργίας απλά και μόνο για να καλύψουν τα έξοδα τους, κερδίζοντας από τον πέμπτο μήνα και μετά.

Εάν λοιπόν η ελληνική οικονομία παραμείνει κλειδωμένη και δεν ανοίξουν το Μάιο τα ξενοδοχεία, ίσως επιλέξουν να παραμείνουν κλειστά – οπότε τα άμεσα έσοδα από τον τουρισμό θα υποχωρήσουν πάνω από 40%, «γονατίζοντας» όλους τους υπόλοιπους κλάδους που εξαρτώνται από αυτόν. Υπάρχει λόγος όμως να παραμείνει κλειδωμένη, όταν έχουμε τόσα λίγα κρούσματα και θανάτους, από τύχη βέβαια και όχι από τις ενέργειες της κυβέρνησης αφού η Βουλγαρία έχει πολύ λιγότερα; Μόλις 713 τώρα με 35 θανάτους (πηγή), χωρίς να κάνει απολύτως τίποτα; Λογικά κανένας, χωρίς όμως να είμαστε σε θέση να το κρίνουμε εμείς, αφού αφορά άλλες επιστήμες.

Το λανθασμένο οικονομικό μας μοντέλο

Συνεχίζοντας, αυτό που μπορούμε να κρίνουμε είναι το απόλυτα λανθασμένο οικονομικό μοντέλο της Ελλάδας, το οποίο μας υπερχρέωσε το 2009 (εκτός από την πολιτική διαφθορά συν το κομματικό-πελατειακό κράτος) και μας χρεοκόπησε το 2012 – με αποτέλεσμα αντί να είναι ο τουρισμός ένας από τους πολλούς σημαντικούς πυλώνες της οικονομίας μας, να έχει εξελιχθεί στην Αχίλλειο πτέρνα της. Με απλά λόγια, αντί να βοηθήσει στην άνοδο του πρωτογενούς μας τομέα, της μεταποίησης και της βιομηχανίας, καλύπτοντας τις ανάγκες του με ελληνικά προϊόντα, ενδεχομένως με φορολογικά κίνητρα που θα του προσέφερε το δημόσιο, προτίμησε τις εισαγωγές – κάτι που δεν έκανε ο αντίστοιχος ιταλικός τουρισμός, στηρίζοντας την εγχώρια παραγωγή της χώρας του.

Ενώ λοιπόν αυξανόταν το μερίδιο του ως προς το ΑΕΠ μετά την είσοδο της χώρας μας στην Ευρωζώνη, σαν να ήταν προορισμός μας να αποτελέσουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης, από 11,3% του ΑΕΠ μας το 1997 στο 15,6% το 2010 και μετά τα μνημόνια κατακόρυφα στο 20,6% το 2018 (γράφημα, πηγή), παραμελούνταν οι υπόλοιποι κλάδοι – με αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, να καθορίζει το μέλλον της χώρας μας και να είναι σε θέση να «εκβιάζουν» οι συντεχνίες του, όπως ο SETE, τις εκάστοτε κυβερνήσεις όσον αφορά την παραχώρηση ειδικών προνομίων.

Η πραγματική εξέλιξη των άμεσων και έμμεσων τουριστικών εσόδων ως προς το ΑΕΠ

Κατάφερε λοιπόν, μεταξύ άλλων παραποιώντας τα στατιστικά στοιχεία με τον λανθασμένο πολλαπλασιαστή του ΙΟΒΕ, να αποτελέσει το δικό μας «too big to fail» κλάδο, όπως οι τράπεζες στις Η.Π.Α. το 2008, ο οποίος θα απαιτεί να «διασώζεται» από το δημόσιο – εις βάρος φυσικά των φορολογουμένων, αλλά και των υπολοίπων τομέων της οικονομίας μας. Την ίδια στιγμή επιμένει να χαρακτηρίζεται ως η «βαριά βιομηχανία» της χώρας μας, παρά το ότι δεν έχει καμία σχέση με βιομηχανία – αφού η τελευταία προσφέρει σταθερές, αξιοπρεπείς και καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας, απασχολεί εξειδικευμένο προσωπικό, δημιουργεί σημαντικό «know how», συμβάλει στην επάρκεια της χώρας, επίσης στην αμυντική θωράκιση της, «παράγει» υγιείς Πολίτες και αυξάνει την ανταγωνιστικότητα μίας οικονομίας.

Αντίθετα, ο τουρισμός χαρακτηρίζεται από κακοπληρωμένες θέσεις εργασίας, απασχολεί ανειδίκευτους εργαζομένους και συχνά αλλοδαπούς, εξάγει το μεγαλύτερο μέρος του συναλλάγματος που εισπράττει για εισαγωγές προϊόντων, τροφοδοτεί την παραοικονομία και παράγει γενικότερα «δουλειές του αέρα» – οι οποίες εξανεμίζονται με το πρώτο πρόβλημα (τα υπόλοιπα αρνητικά στοιχεία του στο άρθρο μας «το βαρίδι του τουρισμού»). Αυτό δεν σημαίνει πως κατηγορούμε τον τουρισμό, αφού αποτελεί και πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί βασικό πυλώνα της οικονομίας μας – αλλά όχι ως «μονοκαλλιέργεια, όπως συμβαίνει σήμερα.

Όσον αφορά τώρα το δικό του λανθασμένο επιχειρηματικό μοντέλο, επιδεινώθηκε την περίοδο των μνημονίων με την πώληση των προϊόντων του σε εξευτελιστικές τιμές – με αποτέλεσμα πολλά ξενοδοχεία να βαδίζουν συνεχώς στην άκρη του γκρεμού: με πλήθος κόκκινων δανείων και πολλών ανεξόφλητων υποχρεώσεων, αποφεύγοντας την τελευταία στιγμή τη χρεοκοπία τους, αντί να αυξήσουν τις τιμές τους και να βελτιώσουν τις υπηρεσίες τους, παύοντας να εξαρτώνται από τις ξένες ταξιδιωτικές επιχειρήσεις.

Εταιρείες όπως η γερμανική TUI τον απομυζούν, άλλες όπως η επίσης γερμανική Thomas Cook αν και με έδρα την Αγγλία του προκαλούν μεγάλες ζημίες με τη πτώχευση τους, το ξεπούλημα των αεροδρομίων στη FRAPORT με τη γνωστή σκανδαλώδη σύμβαση τον κατέστησε όμηρο των Γερμανών κοκ. – ενώ η FRAPORT θέλει να εκμεταλλευθεί σήμερα τη μονοκρατορία της, «εκβιάζοντας» την κυβέρνηση να τη στηρίξει με την επίκληση «παρατεταμένων γεγονότων ανωτέρας βίας» συνεπικουρούμενη από τον SETE, όσον αφορά τη συμβατική αποζημίωση της για την πανδημία (πηγή). Θέλει λοιπόν να κοινωνικοποιήσει τις ζημίες της, να τις πληρώσουμε δηλαδή εμείς, όταν τα περασμένα έτη ιδιωτικοποιούσε τα τεράστια κέρδη της από την Ελλάδα χωρίς φυσικά να μας δίνει τίποτα – όπως ακριβώς οι αμερικανικές τράπεζες το 2008.

Το γεγονός αυτό είναι βέβαια ένα γενικότερο πρόβλημα των ιδιωτικοποιήσεων (πηγή) στρατηγικών για την Οικονομία και το κράτος επιχειρήσεων (όπως στην περίπτωση των αεροδρομίων), κοινωφελών (όπως στην περίπτωση της ΔΕΗ ή της ΔΕΠΑ) και κερδοφόρων (όπως του ΟΠΑΠ ή του γερμανικού πλέον ΟΤΕ που μας χρεώνει τις υπηρεσίες του 50% υψηλότερα από το μέσον όρο της Ευρώπης, ειδικά όσον αφορά την κινητή τηλεφωνία, γράφημα, πηγή). Εν τούτοις στην περίπτωση του τουρισμού, όπου οι Γερμανοί διαθέτουν πλήθος ξενοδοχειακών εγκαταστάσεων στην Τουρκία, είναι ιδιαίτερα σημαντικό – ενώ μας υποχρεώνει να ανταγωνιζόμαστε μία υποανάπτυκτη χώρα, με μισθούς πείνας και με ένα δικό της νόμισμα που συνεχώς υποτιμάται.

Εν προκειμένω η δικαιολογία, σύμφωνα με την οποία το δημόσιο δεν είναι καλός επιχειρηματίας, χρεοκοπώντας ακόμη και μονοπωλιακές επιχειρήσεις όπως τη ΔΕΗ, είναι εντελώς έωλη – αφού προϋποθέτει την ανικανότητα των κυβερνήσεων και των στελεχών τους που ασφαλώς δεν είναι νομοτελειακή. Άλλωστε, εάν είναι ανίκανες να διοικήσουν σωστά μία επιχείρηση, γιατί να είναι ικανές να κυβερνήσουν ένα ολόκληρο κράτος;

Επίλογος

Ολοκληρώνοντας, μέχρι στιγμής η περιορισμένη ένταση της πανδημίας στην Ελλάδα, αφενός μεν τυχαία, αφετέρου επειδή κλειδώθηκε επειγόντως η οικονομία της λόγω της κακής κατάστασης του συστήματος υγείας εξαιτίας των μνημονίων, αφού ήταν γνωστό πως δεν μπορεί να ανταπεξέλθει με μαζικά κρούσματα, μας ωφελεί – με την έννοια πως έχουμε σημαντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τους ανταγωνιστές μας στον τουρισμό, όπως με την Ιταλία, με την Ισπανία και με την Τουρκία που χαρακτηρίζονται από πολύ περισσότερα κρούσματα και θανάτους.

Οφείλουμε όμως να διδαχθούμε επιτέλους από το πρόβλημα και να αλλάξουμε το μοντέλο της οικονομίας μας «εδώ και τώρα» – συνειδητοποιώντας πως είναι καταστροφικό να τοποθετούμε όλα τα αυγά σε ένα καλάθι, στον τουρισμό, καθώς επίσης ότι πρέπει να διαθέτουμε αντισταθμίσματα κινδύνων, όπως ο κάθε συνετός Πολίτης και επιχειρηματίας. Αυτή τη στιγμή βέβαια πρέπει να κάνουμε ότι μπορούμε για να ανοίξουν τα ξενοδοχεία το Μάιο – παρέχοντας τους κίνητρα για να αγοράζουν ελληνικά προϊόντα, έτσι ώστε να αντισταθμιστούν τυχόν απώλειες τους στις εξαγωγές.

Παράλληλα πρέπει να στηριχθεί αμέσως η εγχώρια μεταποίηση και βιομηχανία τροφίμων (ανάλυση), η οποία έχει τεράστιες εξαγωγικές δυνατότητες, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα τις δικές μας ανάγκες. Έτσι θα μετατρέψουμε την κρίση σε ευκαιρία, δεν θα βυθιστούμε στην ύφεση και θα πάψουμε να δανειζόμαστε συνεχώς χρήματα – ενώ εάν το εμπορικό μας ισοζύγιο καταστεί θετικό, τότε το ΑΕΠ μας θα εκτοξευθεί αμέσως στα ύψη (συντελεστής ΑΕΠ = Κατανάλωση + Ιδιωτικές Επενδύσεις + Δημόσιες δαπάνες + Εμπορικό ισοζύγιο).

Η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να βυθιστεί στην ύφεση, μπορεί να τα καταφέρει και είναι απαράδεκτο το διάγγελμα του πρωθυπουργού που ανακοίνωσε βαθιά ύφεση – αφού έτσι την προκαλεί, ως μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία.  Φυσικά δεν πρέπει να συρθεί σε ένα μνημόνιο του γερμανικού ΔΝΤ, του ESM, σε καμία περίπτωση. Απώτερος στόχος μας πρέπει να είναι το να διώξουμε τους Γερμανούς από την πατρίδα μας και να μην υπογράψουμε ποτέ άλλο μνημόνιο – κάτι που ασφαλώς μπορούμε, αρκεί να λειτουργήσουμε επιτέλους συλλογικά και με σχέδιο.


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading