Ο κίνδυνος να επικρατήσει είναι τεράστιος – ενώ χαρακτηρίζεται από έναν χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης, από χρόνιο αποπληθωρισμό, από τη μείωση των θέσεων εργασίας, από κοινωνικές συγκρούσεις, καθώς επίσης από την υπερχρέωση εκτός ορίων
(To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες)
.
Φαίνεται πως η Ελλάδα έχει πάψει πλέον να αποτελεί ρίσκο για την Ευρωζώνη, ενώ η κυβέρνηση της προσπαθεί να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, με τη βοήθεια πολιτικών τεχνασμάτων – όπως αυτό της απαίτησης συμμετοχής του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου στις τέσσερις «δυνάμεις κατοχής» (Κομισιόν, ΕΚΤ, ΔΝΤ, ESM).
Σε κάθε περίπτωση, κανένας ξένος δεν ενδιαφέρεται πλέον για το αν ή για το πότε θα διεξαχθούν εκλογές, αφού η χώρα κυβερνάται ουσιαστικά από τη Γερμανία – συνεχίζοντας να ανέχεται αδιαμαρτύρητα προσβολές, όπως αυτή του ηγέτη της ολλανδικής αντιπολίτευσης, ο οποίος χαρακτήρισε τους Έλληνες απατεώνες και διαφθαρμένους.
Ήδη δε η Γερμανία προσπαθεί να ωραιοποιήσει την κατάσταση του «μαγαζιού» της, επαινώντας τον πρωθυπουργό (άρθρο) και εκθειάζοντας τα προτερήματα της Ελλάδας – οπότε λογικά η οικονομία θα αρχίσει να καλυτερεύει μετά από 6-8 μήνες, χωρίς όμως αυτό να ωφελήσει καθόλου τους Έλληνες, οι οποίοι θα επιβαρυνθούν με το μεγάλο κόστος, μέσω της «ενεχυριασμένης» δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας τους.
Ως εκ τούτου, τα βλέμματα του πλανήτη έχουν επικεντρωθεί πλέον στην Κίνα, η οποία αποφάσισε τελικά να συμμετέχει στον παγκόσμιο αγώνα των συναλλαγματικών υποτιμήσεων – ακολουθώντας ουσιαστικά την Ιαπωνία και την Ευρωζώνη, αφού έχουν προηγηθεί πολλές μικρότερες χώρες.
Βέβαια οι νομισματικοί πόλεμοι, τις οδυνηρές συνέπειες των οποίων γνωρίζουμε πολύ καλά από τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930, δεν ωφελούν κανέναν – επειδή σε τελική ανάλυση δεν υπάρχουν νικητές, αλλά μόνο χαμένοι. Όταν όμως κάποιοι τους ξεκινούν, τότε οι υπόλοιποι είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένοι να αντιδράσουν – οπότε δεν μπορεί κανείς να κατηγορήσει την Κίνα.
.
Η Κίνα και ο αποπληθωρισμός
Συνεχίζοντας, η Κίνα είναι η μεγαλύτερη παραγωγική οικονομία της υφηλίου, η οποία πλέον εξάγει αποπληθωριστικές πιέσεις (μειωμένες τιμές) σε όλες τις άλλες χώρες – αφού έχουν προηγηθεί υπερβολικά μεγάλες επενδύσεις, χρηματοδοτούμενες με δάνεια.
Το ύψος των λανθασμένων επενδύσεων υπολογίζεται στα 6 τρις $, με αποτέλεσμα να μειώνονται συνεχώς οι τιμές παραγωγού για 40ο μήνα – επειδή οι επιχειρήσεις της προσπαθούν να εξασφαλίσουν ρευστότητα, χωρίς να ενδιαφέρονται για το εάν κερδίζουν ή όχι.
Την ίδια στιγμή, επειδή η ζήτηση στον υπόλοιπο πλανήτη μειώνεται, λόγω της παγκόσμιας ύφεσης, η χώρα παράγει συνεχώς λιγότερα προϊόντα – οπότε περιορίζει τις εισαγωγές ενέργειας και πρώτων υλών, δημιουργώντας προβλήματα στα κράτη που στηρίζουν την οικονομία τους σε αυτού του είδους την παραγωγή (Αυστραλία, Καναδάς, Ρωσία, χώρες του κόλπου, Νότια Αμερική κλπ.), έχοντας με τη σειρά τους επενδύσει υπερβολικά για να την αυξήσουν.
Η τεράστια υποτίμηση του νομίσματος του Καζακστάν (γράφημα), η οικονομία του οποίου εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εξαγωγές ενέργειας στην Κίνα (άρθρο), αναδεικνύει το μέγεθος του προβλήματος – το οποίο θα επηρεάσει πολλές χώρες.
.
.
Η Κίνα όμως δεν υποφέρει μόνο από το χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης, αφού χαρακτηρίζεται από μία μεγάλη φούσκα ακινήτων, από έναν υπερδιογκωμένο σκιώδη τραπεζικό τομέα, από σημαντικές επισφάλειες (κόκκινα δάνεια), καθώς επίσης από μία ανεκμετάλλευτη παραγωγική δυναμικότητα – ενώ είναι εξαιρετικά ευάλωτη στις παγκόσμιες κρίσεις κάθε είδους.
Όταν όλα τα παραπάνω τώρα συμβαίνουν σε έναν υπερχρεωμένο πλανήτη, με υπερβάλλουσα παραγωγική ικανότητα, όπου οι κεντρικές τράπεζες έχουν καταναλώσει όλα τους τα όπλα χωρίς αξιόλογα αποτελέσματα (μηδενικά βασικά επιτόκια, ποσοτική χαλάρωση), τότε ο κίνδυνος να επικρατήσει το ιαπωνικό σενάριο τόσο στην Ευρώπη, όσο και στις Η.Π.Α. είναι τεράστιος: δηλαδή, ένας χαμηλός ρυθμός ανάπτυξης, ένας χρόνιος αποπληθωρισμός, η μείωση των θέσεων εργασίας, οι αυξημένες συγκρούσεις αναδιανομής των εισοδημάτων και η υπερχρέωση εκτός ορίων.
Φυσικά οι πολιτικοί, καθώς επίσης οι κεντρικές τράπεζες θα κάνουν ότι μπορούν για να το αποφύγουν – κάτι που είναι όμως αμφίβολο, κρίνοντας από την εμπειρία της Ιαπωνίας στο παρελθόν. Επομένως, θα έπρεπε να είναι κανείς προετοιμασμένος για ένα τέτοιο σενάριο, γνωρίζοντας πως η διατήρηση των χρημάτων σε μετρητά, καθώς επίσης σε σίγουρα νομίσματα (επειδή αυξάνεται η αγοραστική τους δυνατότητα) είναι η καλύτερη συνταγή – αν και οι καταθέσεις στις τράπεζες, οι οποίες θα απειληθούν με αρνητικά επιτόκια, με διασώσεις, καθώς επίσης με τη φορολόγηση τους, δεν είναι πλέον τόσο ασφαλείς.
Ίσως εδώ να οφείλεται η επιμονή των κρατών για την κατάργηση των μετρητών χρημάτων, ενώ πιθανόν θα διευρυνθούν οι έλεγχοι κεφαλαίων, κατά το παράδειγμα της Κύπρου και της Ελλάδας – αν και οι άλλες μορφές επένδυσης, όπως οι μετοχές, τα ακίνητα, τα ομόλογα, τα εμπορεύματα κλπ., θεωρούνται πολύ πιο επικίνδυνες.