Μπορούμε;
Εισαγωγικά, κανένας λογικός άνθρωπος δεν κατανοεί γιατί έκλεισαν οι ελληνικές τράπεζες, για ένα τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, όταν επιτρέπονται οι συναλλαγές με ηλεκτρονικά χρήματα εντός της Ελλάδας – ενώ για τις πληρωμές με μετρητά είναι κάτι παραπάνω από αρκετά τα 60 € την ημέρα.
Εάν λοιπόν οι τράπεζες άνοιγαν μετά από 2-3 ημέρες ύστερα από την υιοθέτηση των κεφαλαιακών ελέγχων (capital controls), θα μπορούσαν τουλάχιστον να εφοδιαστούν με χρεωστικές κάρτες όσοι δεν διέθεταν, να διενεργούν εμβάσματα στο εσωτερικό αυτοί που δεν έχουν πρόσβαση στην ηλεκτρονική τραπεζική κοκ. – οπότε να μην καταρρεύσει εντελώς η πραγματική οικονομία, καθώς επίσης η ζήτηση/κατανάλωση. Κανένας βέβαια δεν κατανοεί γιατί θα έπρεπε να διαφύγουν καταθέσεις άνω των 40 δις € προτού επιβληθούν οι έλεγχοι – έχοντας εύλογα την υποψία πως κάτι άλλο συμβαίνει.
Η πλήρης αδυναμία τώρα πληρωμών στο εξωτερικό θα μπορούσε να μετριασθεί, καθώς επίσης να αντικατασταθεί με την επιβολή δασμών στις εισαγωγές (άρθρο), προς όφελος των δημοσίων εσόδων και των ελληνικών προϊόντων – όπου οι απαραίτητες εισαγωγές θα διευκολύνονταν με την παροχή ειδικών αδειών, με τη διαδικασία του κατεπείγοντος.
Έτσι, με δεδομένο το ότι έχει προηγηθεί, καλώς ή κακώς, η «εσωτερική υποτίμηση» (μείωση μισθών), θα είχε η χώρα τα «πλεονεκτήματα» της δραχμής, χωρίς τα τρομακτικά μειονεκτήματα της – ραγδαία υποτίμηση, διπλασιασμός των εξωτερικών χρεών κοκ.
Περαιτέρω, η ποσότητα χρήματος εντός της χώρας, συμπεριλαμβανομένων αυτών που φυλάσσονται στα σπίτια των Ελλήνων, είναι υπεραρκετή για την ομαλή λειτουργία της οικονομίας – ενώ δεν θα υπήρχε ένας τόσο μεγάλος κίνδυνος για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, εάν οι συναλλαγές γίνονταν με ηλεκτρονικά και όχι με μετρητά χρήματα, αφού δεν θα μπορούσαν να ακολουθήσουν μαζικές επιθέσεις σε όλες μαζί τις τράπεζες.
Ο επίσημος δείκτης Μ1 της ποσότητας χρήματος άλλωστε έχει μεν μειωθεί σημαντικά (γράφημα), αλλά όχι σε καταστροφικά επίπεδα, ενώ πολλά μετρητά χρήματα έχουν φύγει μεν από τις τράπεζες, αλλά δεν έχουν δαπανηθεί – οπότε η οικονομία θα μπορούσε να λειτουργήσει, χωρίς ανυπέρβλητες δυσκολίες, εάν επικρατούσε ψυχραιμία. Πόσο μάλλον εάν οι Έλληνες άρχιζαν ξανά να καταναλώνουν και να επενδύουν, έχοντας ανακτήσει τις ελπίδες τους για το μέλλον.
.
.
Παρά την τεράστια ζημία λοιπόν που μας προκάλεσε η ΕΚΤ, κλείνοντας αυθαίρετα και παράνομα τις τράπεζες μας, με αποτέλεσμα κάποιες από αυτές να κινδυνεύουν να χρεοκοπήσουν (αφού το πρόβλημα ρευστότητας μετατράπηκε ταχύτατα σε πρόβλημα φερεγγυότητας, λόγω της ΕΚΤ, κυρίως όμως εξ αιτίας των μνημονίων), οπότε να πρέπει να διασωθούν από τους μετόχους, τους ομολογιούχους και τους καταθέτες τους, η Ελλάδα θα μπορούσε να τα καταφέρει – εάν είχε μία ικανή και επαρκή κυβέρνηση.
.
Επίλογος
Η ελληνική τραγωδία αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου, με τον οποίο πάντοτε καταρρέουν οι νομισματικές ενώσεις – όταν δεν μετατρέπονται σε πολιτικές, όπως οι Η.Π.Α. Με απλά λόγια, οδηγούνται κατά κανόνα σε ανισορροπίες, όπως εν προκειμένω οι ευρωπαϊκές (ανάλυση) – όπου η Γερμανία απομυζεί όλες τις άλλες χώρες, με κριτήριο τα τεράστια πλεονάσματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της (άρθρο), έχοντας υιοθετήσει έναν επαίσχυντο μερκαντιλισμό.
Οδηγούνται επίσης σε ένα συνεχώς μειούμενο βιοτικό επίπεδο των Πολιτών τους, σε μεγάλα χρέη, σε εθνικιστικές εξάρσεις, σε διακρατικές συγκρούσεις, καθώς επίσης σε μία σειρά άλλων «διαστρεβλώσεων» – οπότε είναι νομοτελειακά θνησιγενείς. Η κατάρρευση τους βέβαια μπορεί να καθυστερήσει, όπως συμβαίνει σήμερα με τη βοήθεια της ΕΚΤ, αλλά είναι αναπότρεπτη – εάν δεν ολοκληρωθούν πολιτικά.
Η Ελλάδα είναι λοιπόν μόνο η αρχή του τέλους, ενώ δεν υπήρχε κανένας λόγος να προηγηθεί, αφού ήταν και είναι σε θέση να τα καταφέρει μόνη της με την επίλυση των προβλημάτων της – όπως έχουμε άλλωστε προτείνει ήδη από το 2010 (ανάλυση), ενώ είχε έκτοτε πάρα πολλές ευκαιρίες να το πετύχει.
Εν τούτοις, ποτέ δεν συζητήθηκε σοβαρά από τις κυβερνήσεις της η εξυπηρέτηση του χρέους, καθώς επίσης οι απαραίτητες οικονομικές μεταρρυθμίσεις – αλλά μόνο η άρνηση του είτε σκόπιμα, είτε από ανικανότητα, είτε για οποιονδήποτε άλλο λόγο. Έτσι καταλήξαμε να είμαστε ένα από τα δύο μεγάλα παράσιτα της Ευρωζώνης (ανάλυση), τα οποία συγκρούονται συνεχώς μεταξύ τους – χάνοντας πολύ περισσότερα (1 τρις €), από όσα τελικά δανεισθήκαμε (240 δις €).
Ακόμη και σήμερα δε η καγκελάριος μάλλον «μπλοφάρει», χωρίς να υπάρχει κανένας Έλληνας πολιτικός που να είναι σε θέση να παίξει σωστά τα πολύ καλά χαρτιά της χώρας – σημειώνοντας πως ο μεγάλος κίνδυνος της Γερμανίας δεν είναι να χάσει τα 90 δις € από το δανειακό πρόγραμμα του δημοσίου, αλλά τα 530 δις € του Target II, του οποίου είναι ο μεγαλύτερος πιστωτής (80%, για τα υπόλοιπα 20% το Λουξεμβούργο), ενώ η Ελλάδα οφείλει περί τα 110 δις € μόνο (γράφημα, η Ισπανία στην «κορυφή).
.
.
Είτε υπογραφεί πάντως το τρίτο μνημόνιο, είτε όχι, προβλέπονται θερμές ημέρες για την Ευρώπη – αφού η ασήμαντη οικονομικά Ελλάδα έχει αναδείξει όλα τα αδύναμα σημεία της λανθασμένης κατασκευής του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Οι υπεύθυνοι πολιτικοί ηγέτες δε είναι απροετοίμαστοι και υπερβολικά πιεσμένοι – ενώ πολλές χώρες δεν φαίνεται πλέον να επιθυμούν την πολιτική ένωση, όταν κάποιες άλλες δεν θέλουν να υιοθετήσουν το ευρώ, φοβούμενες αντίστοιχες καταστάσεις με την ελληνική τραγωδία.
Πιθανότατα λοιπόν θα επαληθευθεί η προφητεία (άρθρο), οπότε θα καταρρεύσει το οικοδόμημα, με ευθύνη κυρίως της Γερμανίας – η οποία δεν θέλησε ποτέ την αλληλέγγυα ένωση της ηπείρου μας, αλλά τη δημιουργία ενός «τέταρτου Ράιχ» με οικονομικά όπλα, όπου όλες οι χώρες θα μεταβάλλονται σε κατακτημένους, υποτελείς φορολογουμένους της (με πρώτη την Ελλάδα).
.
Σημείωση: Αρκετοί ισχυρίζονται πως η αιτία της χρεοκοπίας της Ελλάδας είναι το ότι παράγει ελάχιστα προϊόντα. Προφανώς δεν γνωρίζουν πως αυτό που έχει σημασία δεν είναι το τι κατασκευάζει κανείς, αλλά το εάν έχει τη δυνατότητα να αγοράσει όποια προϊόντα δεν παράγει – δηλαδή, ένα ισοσκελισμένο ή πλεονασματικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Για παράδειγμα, εάν κάποιος είναι ένας επιτυχημένος αρχιτέκτονας και κερδίζει χρήματα, δεν είναι υποχρεωμένος να φυτεύει ντομάτες για να επιβιώσει. Εάν όχι, τότε θα πρέπει να το κάνει, αφού δεν θα έχει τα χρήματα για να αγοράσει αυτά που παράγουν οι άλλοι.
Με δεδομένο τώρα το ότι, οι δύο βασικοί πυλώνες της οικονομίας μας είναι η Ναυτιλία και ο Τουρισμός, η Ελλάδα ήταν έως το 2010 σε θέση να καλύπτει όλες τις ανάγκες της – παρά το ότι οι δύο αυτοί κλάδοι δεν καταγράφονται σωστά στο ισοζύγιο της χώρας (ανάλυση), με αποτέλεσμα να ήταν πλασματικά ελλειμματικό, ενώ ο πρώτος φορολογείται ελάχιστα. Το μειονέκτημα τους βέβαια είναι η «κυκλικότητα», καθώς επίσης τα κεφάλαια που απαιτούνται – όπως φάνηκε με το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
.