Το αποτέλεσμα της παραπάνω διαδικασίας ήταν η κατάρρευση της African Bank – η οποία προκάλεσε σοκ σε ολόκληρη τη χώρα, αφού έγινε πλέον ευρέως αντιληπτό το γεγονός ότι, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός υψηλότοκων δανείων, τα οποία δεν είναι εγγυημένα και κινδυνεύουν να μην πληρωθούν.
.
.
Η κεντρική τράπεζα της Νοτίου Αφρικής κατάφερε βέβαια να κλείσει αθόρυβα την τράπεζα, έτσι ώστε να μην προκληθεί πανικός στους καταθέτες. Είναι όμως αδύνατον να σταματήσει το βουνό των επισφαλών δανείων, τα οποία αυξάνονται συνεχώς – επειδή αυτού του είδους οι πιστώσεις είναι παραδοσιακά διαδεδομένες στη χώρα, αποτελώντας έμμεσο αποτέλεσμα του φυλετικού διαχωρισμού.
Ειδικότερα, οι περισσότεροι Νοτιοαφρικανοί δεν διαθέτουν πιστοποιητικά ιδιοκτησίας του τύπου της καταχώρησης του σπιτιού τους στο υποθηκοφυλακείο της χώρας – επειδή για πολλές δεκαετίες ήταν αδύνατον να αγοράσουν έδαφος στο κράτος τους που κατεχόταν από τους λευκούς. Έτσι λοιπόν αγόραζαν τα σπίτια τους χωρίς τα ανάλογα έγγραφα ή χρησιμοποιούσαν τα άδεια κτίρια, ως χώρο διαμονής τους.
Ορισμένοι άλλοι έχουν στην κατοχή τους άλλου είδους περιουσιακά στοιχεία – κυρίως αυτοκίνητα, τα οποία όμως αγόραζαν με μη εγγυημένα δάνεια. Σε τελική ανάλυση λοιπόν μπορούσαν να δανειστούν μόνο από ορισμένες εξειδικευμένες τράπεζες, όπως η African Bank ή η Standard Bank of South Africa, με εγγύηση τον τελευταίο μισθό τους – με επιτόκια όμως που φθάνουν έως και το 40%, όταν το μέσο κανονικό είναι της τάξης του 8%.
Στα πλαίσια αυτά, η μείωση του ρυθμού ανάπτυξης (γράφημα), σε συνδυασμό με την έκρηξη της αγοράς μη εγγυημένων δανείων, αποτελεί ένα πολύ μεγάλο ρίσκο για το τραπεζικό σύστημα, οπότε για ολόκληρη τη χώρα – η οποία έχει λεηλατηθεί στο παρελθόν από το ΔΝΤ, όσο ίσως καμία άλλη (ανάλυση).
.
.
Ακριβώς για το λόγο αυτό η Moody’s υποτίμησε τον Αύγουστο την πιστοληπτική ικανότητα των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών του κράτους – ενώ η κεντρική του τράπεζα δεν επέτρεψε τη διάσωση της African Bank από τους φορολογουμένους, μεταφέροντας τα υγιή της στοιχεία σε μία «καλή τράπεζα», την οποία οι υπόλοιπες ανακεφαλαιοποίησαν με 1 δις $ (μία μέθοδος που σχεδιάζει να υιοθετήσει και η ΕΕ, όσον αφορά τις μελλοντικές διασώσεις τραπεζών).
.
Τα κόκκινα δάνεια
Διαπιστώνοντας τώρα το μέγεθος του προβλήματος οι μεγάλες επιχειρήσεις της χώρας, οι οποίες επιδεικνύουν τη σοβαρότητα τους με το να μην περιμένουν τις λύσεις μόνο από το κράτος (σε αντίθεση δυστυχώς με την Ελλάδα), άρχισαν να προτείνουν στους εργαζομένους τους έναν επαγγελματικό διακανονισμό των οφειλών τους.
Για παράδειγμα η πολυεθνική Glencore έδωσε την εντολή σε μία εταιρεία που παρέχει υπηρεσίες τραπεζικού διακανονισμού (National Debt Mediation Association), να ερευνήσει τις δανειακές συμφωνίες των 8.000 εργαζομένων της – αντιλαμβανόμενη πως ο μισθός τους δεν θα έφθανε για την εξυπηρέτηση των χρεών τους, δημιουργώντας προβλήματα στην ίδια.
“Το πρόγραμμα αυτό είναι μέρος της προσέγγισης μας, σύμφωνα με την οποία θέλουμε να φροντίζουμε τους εργαζομένους μας όσο καλύτερα γίνεται – έτσι ώστε να φροντίζουν και αυτοί με τη σειρά τους την εταιρεία. Προσπαθούμε να δούμε τη μεγάλη εικόνα και όχι μόνο την καθημερινότητα“, ανέφερε χαρακτηριστικά στέλεχος της επιχείρησης.
Από την άλλη πλευρά, η κεντρική τράπεζα της Νοτίου Αφρικής απαίτησε από τις εμπορικές να δίνουν λιγότερα μη εγγυημένα δάνεια – διαπιστώνοντας πως στο πρώτο τρίμηνο του έτους εγκρίθηκαν 1.000.000 καινούργια, συνολικής αξίας 19 δις Rand. Αν και είναι λιγότερα κατά 17% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, συνεχίζουν να είναι υψηλά – ενώ οι μικρότερες τράπεζες είναι αυτές που επιβαρύνονται, από την ανάλογη μείωση του κύκλου εργασιών τους.
.
Επίλογος
Τα κόκκινα δάνεια, όπου και αν ανακαλύπτονται, αποτελούν ένα μεγάλο πρόβλημα για το χρηματοπιστωτικό σύστημα μίας χώρας. Η αντιμετώπιση μίας τέτοιας κατάστασης απαιτεί, μεταξύ άλλων, τη δημιουργία μίας ενδιάμεσης υπηρεσίας-μεσολαβητή, μεταξύ των οφειλετών και των τραπεζών.
Η αιτία είναι το ότι και οι δύο πλευρές, τόσο ο δανειστής δηλαδή, όσο και ο οφειλέτης, προσπαθούν να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα – οπότε οι λύσεις γίνονται είτε πολύ δύσκολες, είτε καταστροφικές για τον έναν εκ των δύο «ενδιαφερομένων».
Ο ενδιάμεσος μεσολαβητής όμως πρέπει να είναι έμπειρος με ανάλογες διαδικασίες, καθώς επίσης «ακριβοδίκαιος» – ενώ οι λύσεις δεν μπορεί να είναι «πονηρές», όπως η πρόσφατη για μεταφορά του δανείου που υπερβαίνει την αγοραστική αξία του ακινήτου, για μετά από δέκα χρόνια, με μία διαπραγμάτευση του ποσού τη συγκεκριμένη εποχή.
Ασφαλώς τότε οι αξίες θα έχουν αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό, αφενός μεν επειδή σήμερα ευρίσκονται στο ναδίρ, αφετέρου λόγω του πληθωρισμού – χωρίς τον οποίο είναι αδύνατη η εξυπηρέτηση των δημοσίων, καθώς επίσης των ιδιωτικών χρεών.
Σε κάθε περίπτωση, το ζητούμενο πρέπει να είναι η εύρεση μίας δίκαιης λύσης και όχι η κερδοσκοπία ή η αποφυγή των υποχρεώσεων – τόσο σε εθνικό επίπεδο, όσο και σε ιδιωτικό. Όσον αφορά το ιδιωτικό χρέος, πρέπει οπωσδήποτε να λαμβάνεται υπ’ όψιν το γεγονός ότι, οι Έλληνες βρέθηκαν σε αδυναμία εξυπηρέτησης των ιδιωτικών χρεών τους με ευθύνη τόσο των κυβερνήσεων τους, όσο και της Τρόικας – οπότε θα ήταν άδικο να πληρώσουν αυτοί ολόκληρο το λογαριασμό.
.