
Εάν, με αφορμή ή με αιτία την υπερχρέωση, οι Έλληνες καταφέρουν να ανακτήσουν την εθνική τους ταυτότητα, μετά από 22 σχεδόν αιώνες, κάτι εξαιρετικά πιθανόν να συμβεί, τότε θα αποδειχθεί ότι πράγματι οι κρίσεις συνιστούν μεγάλες, μοναδικές ευκαιρίες
(To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες)
“Η μοίρα δεν μπορεί να χτυπήσει όταν η ενότητα είναι αρράγιστη – όταν δηλαδή δεν έχει καταστραφεί η συνοχή. Μία κοινωνία, ένα κράτος, ο άνθρωπος γενικότερα ενδεχομένως πλήττεται, αλλά δεν συντρίβεται, εάν δεν έχει απομονωθεί από το περιβάλλον του. Στις κοινωνικές, στις πολιτικές ή στις διεθνείς διαφορές, κανένας δεν περιέρχεται σε απελπιστικά δύσκολη θέση, εάν προηγουμένως δεν απομονωθεί. «Η μοίρα χτυπάει τα έρημα», όπως πολύ σωστά λέει ο λαός“.
.
Άρθρο
Είμαι οικονομολόγος, είμαι μηχανικός, είμαι Έλληνας κλπ., έχω ταυτότητα δηλαδή σημαίνει ότι, έχω την ευθύνη της ιδιότητας μου απέναντι σε ολόκληρο τον κόσμο – όχι το τι είμαι εγώ και κανένας άλλος. Για παράδειγμα, όταν δίπλα στο όνομα μου προσθέσω τη λέξη «πολιτικός μηχανικός» σημαίνει ότι, αναλαμβάνω τις ευθύνες του επαγγέλματος μου, της κατασκευής κτιρίων, απέναντι σε όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους – όχι λοιπόν απλά το τι είμαι εγώ.
Κυρίως όμως, έχω ταυτότητα σημαίνει ότι γνωρίζω τον εαυτό μου, ότι έχω δηλαδή το «γνώθι σ’ αυτόν» – μία βαθιά έννοια που διατύπωσε πρώτος ο Σωκράτης και στην οποία στηρίχθηκε η ανακάλυψη, καθώς επίσης η γέννηση της συνείδησης (η οποία έκτοτε απασχολεί και διέπει τον άνθρωπο του δυτικού κόσμου). Χωρίς ταυτότητα τώρα, επομένως χωρίς συνείδηση, είμαστε ανεύθυνοι – όχι ελεύθεροι από τα δεσμά του εαυτού μας, όπως ισχυρίζονται δυστυχώς αρκετοί, μεταξύ των οποίων οι εγκληματίες και οι διεφθαρμένοι.
Συνεχίζοντας, επώνυμος είναι εκείνος ο άνθρωπος (ή ο λαός), ο οποίος αναλαμβάνει συλλογικές ευθύνες – όχι αυτός που είναι γνωστός μέσα από τις αναφορές του ονόματος του στα ΜΜΕ, από τον πλούτο του, από την πολιτική κοκ. Για παράδειγμα, επώνυμος είναι ο Πλάτωνας ή ο Περικλής – σε καμία περίπτωση κάποιος τραγουδιστής ή πολιτικός, το όνομα του οποίου είναι εφήμερο, ενώ δεν συμβάλλει καθόλου στην εξέλιξη του ανθρώπινου γένους.
Αντίστοιχα επώνυμη είναι και η Ελλάδα – η οποία έχει προσφέρει περισσότερα από κάθε άλλη χώρα σε ολόκληρο τον πλανήτη. Στα πλαίσια αυτά ανώνυμος θεωρείται, μεταξύ άλλων, όποιος δεν είναι πρόθυμος, δεν προσπαθεί, δεν θέλει ή δεν είναι ικανός να ενεργεί υπεύθυνα απέναντι στο σύνολο.
Περαιτέρω, η ευθύνη έναντι όλων των άλλων ανθρώπων και όχι ο «εθνοκεντρισμός» είναι αυτή που μας υποχρεώνει να διαφυλάσσουμε τη γλώσσα μας, να διατηρούμε ανέπαφη την εθνική μας συνείδηση (ταυτότητα), καθώς επίσης να τιμούμε την ιστορία μας. Ο «πατριωτισμός», στην προκειμένη περίπτωση, δεν έχει απολύτως καμία σχέση με τον εθνικισμό – ο οποίος «παράγει ψυχοπαθητικά» το ρατσισμό, το ναζισμό και όλα τα υπόλοιπα «μιάσματα».
Δυστυχώς, οι Έλληνες διαφοροποιούν τη θέση τους από τους προγόνους τους, στους οποίους έχουν δώσει την ονομασία «Αρχαίοι Έλληνες» – επειδή ουσιαστικά δεν θέλουν να αναλάβουν τις «ευθύνες εκ του πολιτισμού τους», απέναντι στους υπόλοιπους λαούς. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τους Γερμανούς, οι οποίοι χαρακτηρίζουν ως «ναζί» τους δικούς τους προγόνους, επιθυμώντας να «αποποιηθούν» τις ευθύνες των δύο αιματηρών παγκοσμίων πολέμων και ειδικά του ολοκαυτώματος.
Απλούστερα, οι Γερμανοί έχουν διαφοροποιήσει τη θέση τους από τους «ναζί», επειδή δεν θέλουν να πληρώσουν για τα λάθη τους – για τις απίστευτες καταστροφές καλύτερα που έχουν προκαλέσει, αναλαμβάνοντας έμπρακτα τις ευθύνες τους. Εάν αυτό δεν αλλάξει, εάν δηλαδή οι Γερμανοί συνεχίσουν να αποποιούνται το παρελθόν τους, θα κάνουν ξανά τα ίδια λάθη – κάτι που θα οδηγούσε τόσο τη Γερμανία, όσο και την Ευρώπη, σε ανάλογες του παρελθόντος περιπέτειες.
Ανεξάρτητα τώρα από όλα αυτά, οι Έλληνες αμφισβητούν σήμερα την κοινοβουλευτική δημοκρατία – επιθυμώντας να «εγκαταστήσουν» στη θέση της την άμεση δημοκρατία, η οποία θα τους προστατεύει καλύτερα στο μέλλον από οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές «καταρρεύσεις».
Αμφισβητούν επίσης την υφιστάμενη λειτουργία των κομμάτων τα οποία, στη σημερινή τους μορφή, «εκτρέφουν» την ανεπάρκεια, την ανικανότητα, τη διαφθορά, τη διαπλοκή και την ιδιοτέλεια. Επί πλέον, αμφισβητούν εύλογα την εύρυθμη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα ορισμένων άλλων «θεσμών» – όπως της Προεδρίας που δεν επιλέγουν οι ίδιοι ψηφίζοντας την, της Κεντρικής Τράπεζας που δεν τους ανήκει, των διατεταγμένων ΜΜΕ, των συνδικαλιστικών οργανώσεων κλπ.
Περαιτέρω, αμφισβητούν τη δυνατότητα επιβίωσης της Ευρωζώνης – ειδικά δε του κοινού νομίσματος, το οποίο δημιουργεί πολύ περισσότερα προβλήματα από αυτά που επιλύει, ενώ εντείνει τις οικονομικές ανισορροπίες μεταξύ των χωρών-μελών.
Αμφισβητούν επίσης την Ευρωζώνη, το γραφειοκρατικό, πολυδάπανο Ευρωκοινοβούλιο, αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση: έναν μη άριστο νομισματικό χώρο, ο οποίος δεν μπορεί να προσφέρει στα μέλη του λύσεις στις βασικές τους ανάγκες – όπως στη δίκαιη αναδιανομή των εισοδημάτων και στην απασχόληση. Η αιτία είναι το ότι «παράγει» σκόπιμα υψηλή ανεργία κατά τη νεοφιλελεύθερη «συνταγή», για την διατήρηση των εισοδηματικών ανισοτήτων, καθώς επίσης των χαμηλών μισθών.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως επιθυμούν ανόητα ή ανεύθυνα τη διάλυση της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης – αφού γνωρίζουν όσο κανένας άλλος λαός από την ιστορία τους ότι, «η μοίρα χτυπάει τα έρημα»: πως δηλαδή, πριν από κάθε «φρικιαστικό» χτύπημα της, φροντίζει να απομονώσει τα θύματα της, ειδικά από το στενό οικογενειακό περιβάλλον τους (όπου για τους Έλληνες είναι οι υπόλοιποι Ευρωπαίου πολίτες).
Συνεχίζοντας, οι Έλληνες αμφισβητούν την απολυταρχική ηγεμονία του Καρτέλ, του μονοπωλιακού καπιταλισμού καλύτερα, αλλά και την παντοδυναμία των εμπορικών τραπεζών – η οποία πηγάζει από το προνόμιο της δημιουργίας χρημάτων μέσω των πιστώσεων που τους έχει προσφερθεί από τις κυβερνήσεις και την ΕΚΤ. Επίσης, αμφισβητούν το σημερινό τρόπο λειτουργίας της Ευρωπαϊκής κεντρικής τράπεζας – η οποία ουσιαστικά «εκτρέφει» το τοκογλυφικό κεφάλαιο, ενώ είναι παράλληλα ο απόλυτος κυρίαρχος του τραπεζοκεντρικού ευρωσυστήματος.
Κατ’ επέκταση, οι Έλληνες αμφισβητούν το χρηματοπιστωτικό σύστημα στο σύνολο του – γνωρίζοντας πλέον πως, παρά το ότι παράγει χρήματα κυριολεκτικά από το πουθενά, εκμεταλλευόμενο με κάθε τρόπο την απίστευτη εξουσία του, καλεί τους Πολίτες να πληρώσουν για τα λάθη ή/και τις παραλείψεις του (ιδιοποιούμενο τα κέρδη και κοινωνικοποιώντας τις ζημίες του, όπως στο παράδειγμα των δύστυχων Ιρλανδών – οι οποίοι «σύρθηκαν» από την κυβέρνηση τους στη διάσωση των ιδιωτικών, κερδοσκοπικών τραπεζών!).
To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες (…)