Περικλής, Θουκυδίδου Ιστορία Β61,62, σε ελεύθερη μετάφραση
“Β61: Όταν κανείς βρεθεί στην ανάγκη που βρεθήκαμε εμείς, είτε να υποταχθεί δηλαδή και να υποχωρήσει αμέσως στις ξένες διαταγές, είτε να εκτεθεί στον κίνδυνο του πολέμου για να διασώσει την ανεξαρτησία του, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι,αποφεύγοντας τον κίνδυνο, είναι κατά πολύ πιο αξιοκατάκριτος, από εκείνον που τον αντιμετωπίζει. Οφείλετε λοιπόν να ξεχάσετε τις ιδιωτικές σας στενοχώριες και να προσπαθήσετε να σώσετε την πόλη.
Β62: Να είσαστε βέβαιοι ότι η ελευθερία, εάν την υπερασπισθούμε και τη σώσουμε, θα μας βοηθήσει να ανακτήσουμε εύκολα τα χαμένα – ενώ, εάν κανείς υποταχθεί στην ξένη κυριαρχία, συνήθως δεν θα διατηρήσει όλα όσα έχει προηγουμένως αποκτήσει. Είναι δε αισχρότερο να επιτρέψει κανείς να του αφαιρέσουν ότι έχει, παρά να αποτύχει επιδιώκοντας να αποκτήσει κάτι. Καθήκον σας είναι να αντιμετωπίσετε τους εχθρούς όχι μόνο με αυτοπεποίθηση, αλλά με καταφρόνηση τους. Ο λόγος είναι ότι και ο δειλός, ακόμη και ο τυχερός ανόητος, μπορούν να έχουν αλαζονική πεποίθηση στους εαυτούς τους – ενώ καταφρόνηση μπορεί να έχει μόνο εκείνος, του οποίου η πεποίθηση της υπεροχής του απέναντι στους άλλους είναι τεκμηριωμένη, όπως συμβαίνει με εσάς τους Έλληνες”.
Ακολουθεί μία σειρά από μικρές, ενδιαφέρουσες ειδήσεις από Ελληνικά και ξένα ΜΜΕ, σε σχέση με την κρίση δανεισμού της Ελλάδας – η οποία πιθανότατα ήταν και είναι σκόπιμη, με στόχο τη χρησιμοποίηση της σαν το πειραματόζωο μίας νέας τάξης πραγμάτων.
.
Η συμφωνία των δύο κομμάτων εξουσίας στην ψήφιση του χειρότερου δυνατού σεναρίου για την Ελλάδα, μία συμφωνία η οποίαθεωρείται σαν την εγκατάσταση μίας κοινοβουλευτικής δικτατορίας στη χώρα, με την «πίεση» της Γερμανίας και υπό την σκιώδη διακυβέρνηση των αγορών, επεξηγείται από κάποια ΜΜΕ ως ένας «ειδικού τύπου εκβιασμός».
Όπως λέγεται, ο «εκβιασμός» για την υπογραφή του μνημονίου της ντροπής στηρίχθηκε στην παθητική δωροδοκία των «κομμάτων συνεργασίας», στα ταμεία των οποίων εισέρρευσαν πάρα πολλά χρήματα στο παρελθόν – κυρίως από τη γερμανική βιομηχανία (Siemens κλπ.), η οποία έχει θέσει στη διάθεση της κυβέρνησης της τα ονόματα όλων όσων κομμάτων και πολιτικών έχουν εμπλακεί στις υποθέσεις διαφθοράς (για ευνόητους λόγους).
Περαιτέρω, η νέα συμφωνία των Βρυξελών δεν πρόκειται να διασώσει την Ελλάδα – οπότε οφείλει να θεωρηθεί, απλά και μόνο εξ αυτού, ως μία παταγώδης αποτυχία. Ουσιαστικά πληρώθηκε (εάν) ένα υψηλό τίμημα, με στόχο να κερδηθεί χρόνος – έτσι ώστε να είναι έτοιμος ο μηχανισμός στήριξης ESM (διευκόλυνσης της χρεοκοπίας ουσιαστικά), καθώς επίσης μέχρι να ολοκληρωθούν οι εκλογές στη Γαλλία και στην Ελλάδα.
Ακόμη και αν ευοδωθούν όλες οι θετικές προγνώσεις των «πυροσβεστών» (ΔΝΤ, Γερμανία, Κομισιόν κλπ.), οι οποίοι ήταν ταυτόχρονα «εμπρηστές», το δημόσιο χρέος θα μειωθεί, στην καλύτερη περίπτωση, στο 120% του ΑΕΠ το 2020, από 170% σήμερα – ένα μέγεθος που συνεχίζει να μην είναι βιώσιμο. Ακριβώς για το λόγο αυτό αρκετοί υπολογίζουν ότι, θα χρειαστεί πολύ σύντομα μία νέα διαγραφή χρέους – γεγονός που σημαίνει ότι τόσο οι ιδιώτες, όσο και οι δημόσιοι πιστωτές της Ελλάδας, θα χάσουν ξανά πολλά χρήματα.
Πάντως, η συμφωνία σηματοδοτεί τη σωτηρία των τραπεζών – όχι τη διάσωση της Ελλάδας. Η διάσωση της Ελλάδας προϋποθέτει επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του χρέους της, καμία διαγραφή, χαμηλά επιτόκια, κάθαρση του πολιτικού συστήματος, επενδύσεις και ανάπτυξη – ενέργειες που φυσικά δεν δρομολογήθηκαν στη συνεδρίαση της 20ης Φεβρουαρίου.
.
Υπάρχουν πολλοί, οι οποίοι επιμένουν στο κλισέ «Αφού δεν έχει προταθεί λύση, τότε δεν έχουμε καμία άλλη βιώσιμη επιλογή, από την υπογραφή των μνημονίων» – γνωρίζοντας από την εποχή του Goebbels ότι, εάν κανείς βάλλεται συνεχώς με αυθαίρετους ισχυρισμούς, θα πεισθεί τελικά. Εν τούτοις, οι υφιστάμενες λύσεις για την Ελλάδα είναι πάρα πολλές, καθώς επίσης εξαιρετικά εύκολες στην εφαρμογή τους. Μία από αυτές είναι αναμφίβολα και ο δρόμος της Ισλανδίας – αντί του αντίστοιχου της Αργεντινής, στον οποίο οδηγείται εγκληματικά η πατρίδα μας. Ειδικότερα τα εξής:
Οι τράπεζες της Ισλανδίας διέγραψαν δάνεια των νοικοκυριών που αντιστοιχούν στο 13% του ΑΕΠ της χώρας, μειώνοντας το βάρος χρέους για περισσότερο από το ένα τέταρτο του πληθυσμού της. Τα μέτρα που έλαβε η Ισλανδία για να αναγεννηθεί από την κρίση του 2008 αποδεικνύονται αποτελεσματικά και οι περισσότερες δημοσκοπήσεις δείχνουν τώρα ότι οι Ισλανδοί δεν επιθυμούν να ενταχθούν στην ΕΕ, όπου η κρίση δεν έχει τέλος.
«Μπορείτε να πείτε με βεβαιότητα ότι η Ισλανδία κατέχει το παγκόσμιο ρεκόρ στη διαγραφή χρέους νοικοκυριών. Η χώρα έκανε ότι χρειαζόταν σε μία κρίση, ακολουθώντας τα εγχειρίδια. Οποιοσδήποτε οικονομολόγος θα συμφωνούσε» δηλώνει ο Λαρς Κρίστενσεν, επικεφαλής οικονομολόγος αναδυόμενων αγορών στην τράπεζα Danske στην Κοπεγχάγη.
Τα νοικοκυριά του νησιωτικού κράτους βοηθήθηκαν από μία συμφωνία της κυβέρνησης και των τραπεζών, οι οποίες ελέγχονται ακόμη εν μέρει από το κράτος, για τη διαγραφή του χρέους που ξεπερνούσε το 110% της αξίας των κατοικιών.
Επιπλέον, απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου της χώρας θεώρησε παράνομα τα δάνεια που είναι συνδεδεμένα με ξένα νομίσματα, με αποτέλεσμα να μη χρειάζεται πλέον τα νοικοκυριά να καλύπτουν τις απώλειες (από την υποτίμηση) της ισλανδικής κορόνας. Χωρίς τη διαγραφή του χρέους, οι ιδιοκτήτες ακινήτων θα λύγιζαν από το βάρος των δανείων τους, μετά την εκτόξευση του χρέους στο 240% των εισοδημάτων το 2008.
Το δημοσίευμα τονίζει ότι, αποδεικνύονται αποτελεσματικά τα μέτρα που πήρε η Ισλανδία για να αναγεννηθεί από την κρίση του 2008, όταν οι τράπεζές της προχώρησαν σε χρεοκοπία για το ποσό των 85 δις $.
Η οικονομία της χώρας θα αναπτυχθεί φέτος με ρυθμό υψηλότερο από το μέσο όρο των αναπτυγμένων χωρών, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Η ισλανδική οικονομία, με ΑΕΠ 13 δις $, συρρικνώθηκε κατά 6,7% το 2009, αλλά σημείωσε ανάπτυξη 2,9% το 2011 – ενώ θα αναπτυχθεί κατά 2,4% φέτος και το 2013, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, όταν οι χώρες του ΟΟΣΑ προβλέπεται να αναπτυχθούν μόνο κατά 1,6%.
Οι τιμές των κατοικιών στη χώρα είναι σήμερα μόνο περίπου 3% χαμηλότερες από τις τιμές που ίσχυαν τον Σεπτέμβριο του 2008, λίγο πριν από την κρίση. Ο οίκος Fitch αναβάθμισε την περασμένη εβδομάδα το αξιόχρεο της Ισλανδίας σε διαβαθμισμένο επίπεδο με σταθερή προοπτική και δήλωσε ότι «ήταν επιτυχημένη η ανορθόδοξη πολιτική της για την αντιμετώπιση της κρίσης».
Η προσέγγιση της Ισλανδίας για την αντιμετώπιση της κατάρρευσης ήταν να θέτει κάθε φορά τις ανάγκες του πληθυσμού της επάνω από εκείνες των αγορών. Μόλις τον Οκτώβριο του 2008 έγινε φανερό ότι οι τράπεζες της χώρας δεν ήταν δυνατό να σωθούν, η κυβέρνηση παρενέβη, θωράκισε τους εγχώριους τραπεζικούς λογαριασμούς και άφησε τους διεθνείς πιστωτές να κλυδωνίζονται.
Η κεντρική τράπεζα εισήγαγε ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων για να σταματήσει το ξεπούλημα της κορόνας και δημιουργήθηκαν νέες κρατικά ελεγχόμενες τράπεζες από τα κατάλοιπα των χρεοκοπημένων τραπεζών.
To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες (…)