ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ – Σελίδα 3 – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ

22.04.2010: Ενώ το επιτόκιο δανεισμού της Ελλάδας αυξάνεται στο 4,82% (19.04) πάνω από το γερμανικό, η στατιστική υπηρεσία της ΕΕ «διορθώνει» ξανά το έλλειμμα του προϋπολογισμού του 2009, στο 13,6% του ΑΕΠ. Ακολουθεί μία περαιτέρω υποβάθμιση εκ μέρους της Moodys, οπότε ο Έλληνας πρωθυπουργός ζητάει απροσδόκητα, την επόμενη ημέρα, χωρίς καν να απευθυνθεί για δανεισμό στις «αγορές», την ενεργοποίηση του μηχανισμού στήριξης «ΔΝΤ-ΕΕ-ΕΚΤ».

27.04.2010: Υποβιβασμός της Ελλάδας από την Standard & Poors στο ΒΒ+, ο οποίος ουσιαστικά επισφραγίζει την ανάμιξη των Η.Π.Α. στα εσωτερικά της ΕΕ, δια μέσου του ΔΝΤ.

02.05.2010: Αποφασίζεται η λήψη του πακέτου στήριξης ύψους 110 δις € έως το 2012 – τα 80 δις € από την Ευρωζώνη, ενώ τα υπόλοιπα από το ΔΝΤ.

05.05.2010: Γενική απεργία στη Ελλάδα και μεγάλη διαδήλωση στο κέντρο της Αθήνας, εναντίον των ΔΝΤ-μέτρων. Μετά από επίθεση σε τραπεζικό κατάστημα, βρίσκουν το θάνατο τρεις άνθρωποι, υπενθυμίζοντας μας αντίστοιχα περιστατικά στην Αργεντινή, μετά την εκεί «έλευση» του ΔΝΤ. Τα γεγονότα λειτουργούν «ανατρεπτικά» στις ειρηνικές εκδηλώσεις των εργαζομένων, εξουδετερώνοντας τες σε μεγάλο βαθμό «εν τη γενέσει» τους – ενώ δημιουργούν απορίες, σε σχέση με τους «πραγματικούς» δράστες.

09.05.2010: Συμφωνείται ένα επόμενο πακέτο στήριξης ύψους 750 δις € για όλη την Ευρωζώνη, η οποία προσπαθεί να διασώσει το κοινό νόμισμα από τις επιθέσεις των κερδοσκόπων. Το ΔΝΤ εγκαθίσταται πλέον επίσημα στο χώρο του Ευρώ, δια μέσου του Ελληνικού δούρειου ίππου. Η παρουσία του σε πολλές άλλες χώρες της ΕΕ, θεωρείται από πολλούς σαν στρατηγική τοποθέτηση των πιονιών, σε μία εξαιρετικά σημαντική παρτίδα σκακιού, με έπαθλο την Ευρώπη.

17.05.2010: Το Ευρώ συνεχίζει την πτωτική του πορεία απέναντι στο δολάριο, χάνοντας ακόμη και το 1,23 – σε κάθε περίπτωση έχει ηττηθεί πια, σε σχέση με τις φιλοδοξίες του για παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, «χάρη» στη Γερμανία. Η αιτία είναι κατά την άποψη μας προφανής: είναι πλέον ορατή στους κερδοσκόπους, η απόλυτη ανάγκη της Ευρώπης να επενδύσει στη διάσωση των υπερχρεωμένων κρατών της – αντί στην ανάπτυξη και στην πρόοδο της Οικονομίας της, η οποία ως εκ τούτου απειλείται με ύφεση (αποπληθωρισμό).

Όπως έχουμε αναφέρει σε προηγούμενο κείμενο μας, ήδη από τον Απρίλιο του 2009, “Όσο αυξάνεται ο όγκος των συναλλαγών που γίνονται με το νόμισμα μίας συγκεκριμένης χώρας, τόσο αυξάνονται και τα κέρδη της, καθώς επίσης η διεθνής ανταγωνιστικότητα που απολαμβάνουν τόσο οι τράπεζες, όσο και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί της εν λόγω χώρας.

Η ενδεχόμενη λοιπόν αντικατάσταση του δολαρίου θα ήταν ένα καίριο χτύπημα για την αμερικανική οικονομία, η οποία στηρίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στο χρηματοπιστωτικό της σύστημα (45% του ΑΕΠ). Όλα όσα απαίτησαν οι Ευρωπαίοι, όπως για παράδειγμα ο αυξημένος έλεγχος των τραπεζών, θα ήταν περιττά εφ όσον (ακόμη και αν απλά μειωνόταν η σημασία του δολαρίου σαν αποθεματικό νόμισμα) θα γκρεμιζόταν κυριολεκτικά ολόκληρη η αμερικανική οικονομία.

Οι Η.Π.Α. πλέον, έχοντας εν πρώτοις αποφύγει τον τεράστιο κίνδυνο, δεν μπορεί παρά να θελήσουν να μην επαναληφθεί κάτι τέτοιο στο μέλλον, παίρνοντας τα μέτρα τους. Πιστεύοντας τώρα ότι, κάτω από τις σημερινές συνθήκες, με τα τεράστια προβλήματα της αγγλικής λίρας και του ιαπωνικού γεν, μόνο το Ευρώ είναι ο «εχθρός», οτιδήποτε θα μείωνε την ισχύ του θα ήταν δώρο για τους Αμερικανούς και ζημία για τους Ευρωπαίους.

Κατ’ επέκταση, φαίνεται εν πρώτοις δίκαιη η θέση της Ευρώπης απέναντι στην Ελλάδα, αφού κυρίως εμείς μπορούμε να «υπονομεύσουμε» την εγκαθίδρυση του Ευρώ σαν παγκοσμίου αποθεματικού νομίσματος στη θέση του δολαρίου και την εξ αυτής τεράστια ανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού «βραχίονα» της ΕΕ (οπότε και του ΑΕΠ της). 

Θα μπορούσε όμως να αντικατασταθεί σήμερα το δολάριο από το ευρώ και άραγε να δικαιολογηθεί η βιασύνη της Γερμανίας να «αποκαταστήσει την τάξη», στοχοποιώντας τη χώρα μας για παραδειγματισμό των υπολοίπων κρατών-μελών της ΕΕ; Πιστεύουμε πως όχι, για τους παρακάτω μερικούς λόγους:

(α)  Το ευρώ θα μπορούσε κάποτε να αντικαταστήσει το δολάριο στις διεθνείς χρηματοοικονομικές συναλλαγές, μόνο εάν η Ευρώπη δημιουργήσει μία ολοκληρωμένη και αποτελεσματική χρηματοοικονομική αγορά. Αυτό είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι θα συμβεί, ενώ σίγουρα όχι στο κοντινότερο μέλλον.

(β)  Εάν η ΕΕ ήταν ένας «άριστος νομισματικός χώρος», θα μπορούσε να υπάρξει η προοπτική. Αναλυτικότερα, εάν οι τιμές και οι μισθοί στα κράτη-μέλη της ανέβαιναν και έπεφταν συγχρόνως, όταν μεσολαβούσε κάποια αλλαγή στις οικονομικές συνθήκες (κάτι που προϋποθέτει πλήρη κινητικότητα του Κεφαλαίου και των Εργαζομένων μεταξύ όλων των χωρών), τότε θα μιλούσαμε γα άριστο νομισματικό χώρο.

Η ΕΕ, χωρίς καμία περαιτέρω αναφορά, φαίνεται καθαρά ότι δεν συνιστά τέτοιο χώρο, αφού της λείπουν και οι δύο προϋποθέσεις. Πόσο μάλλον όταν η «ξενοφοβία» που επικρατεί, κυρίως στις πιο πλούσιες χώρες-μέλη, επιδεινούμενη σήμερα από την οικονομική κρίση και το φόβο της απώλειας θέσεων εργασίας των κατοίκων τους από τους «οικονομικούς μετανάστες», μειώνει ακόμη περισσότερο την κινητικότητα των Εργαζομένων.

(γ)  Εάν είχε προϋπάρξει η πολιτική ένωση της Ευρώπης, εάν δηλαδή ήμασταν Πολιτείες κατά το «πρότυπο» των Η.Π.Α. και όχι ανεξάρτητα κράτη, θα μπορούσε επίσης να υπάρχει η προοπτική. Όμως, η Ευρώπη ξεκίνησε σαν οικονομική ένωση (ΕΟΚ) και όχι πολιτική ολοκλήρωση κάποιων κρατών – και μία οικονομική ένωση δεν οδήγησε ποτέ από μόνη της στην πολιτική ολοκλήρωση (από ιστορικής άποψης, η πολιτική ολοκλήρωση προηγήθηκε ανέκαθεν της οικονομικής).

Εκτός αυτού, μάλλον συνεχίζει να υπάρχει «υποσυνείδητα» η διαφορετική θέση των δύο ηγέτιδων δυνάμεων της ΕΕ σχετικά με την πολιτική ένωση. Η Γερμανία προτιμούσε ανέκαθεν ένα «συγκεντρωτικό ομοσπονδιακό πολιτικό σύστημα», όπου προφανώς η ίδια θα αναδεικνυόταν η κυρίαρχη δύναμη. Αντίθετα, η Γαλλία ήταν πάντοτε υπέρ μίας «Ευρώπης των πατρίδων», η οποία θα επέτρεπε στα κράτη-μέλη να έχουν μεγαλύτερη ελευθερία δράσης. Εμείς όλοι θα προτιμούσαμε βέβαια μία «Ευρώπη των Πολιτών της», χωρίς κανέναν κυρίαρχο και με ισότιμη ψήφο των Πολιτειών, ανεξαρτήτως του μεγέθους ή της οικονομικής ισχύος τους.

Για τους λόγους αυτούς λοιπόν, αλλά και για πολλούς άλλους που δεν είναι δυνατόν να αναφερθούν εδώ, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί η βιασύνη, αλλά ούτε και οι άλλες επιθετικές ενέργειες της Γερμανίας. Όπως αναφέρει δε ο R. Gilpin: «Ένας τυχόν οικονομικός κλυδωνισμός σε μία περιοχή, που θα οδηγούσε τη συγκεκριμένη περιοχή σε κάμψη, θα μπορούσε εύκολα να έχει ολέθριο οικονομικό και πολιτικό αντίκτυπο όχι μόνο στην περιοχή που πλήττεται άμεσα, αλλά πιθανόν και σε ολόκληρη την ΕΕ».

Επομένως, στη βάση όλων όσων αναλύσαμε παραπάνω, είναι πολύ επιβλαβής η «στοχοποίηση» της χώρας μας για την Ευρώπη και για το μέλλον του κοινού μας νομίσματος. Σε κάθε περίπτωση, αφού μεταξύ άλλων η ένταξη στην Ευρωζώνη ήταν από την αρχή, για όλες τις χώρες, ένας δρόμος χωρίς επιστροφή (όπως είχε πει χαρακτηριστικά ο τότε γερμανός καγκελάριος H. Kohl), η επίθεση που δέχεται η Ελλάδα, «υποθάλπει» επικίνδυνα τη συνοχή ολόκληρης της ΕΕ”           

24.05.2010: Η Ισπανία «παίρνει τη σκυτάλη», σε σχέση με τις πιέσεις στο κοινό νόμισμα της Ευρωζώνης, μετά την βιαστική «διάσωση» μίας τοπικής τράπεζας της, η οποία ανήκει στην καθολική εκκλησία. Η απαιτούμενη χρηματοδότηση της τράπεζας υπολογίζεται στο 1,4 δις € – είναι η δεύτερη μετά το ξέσπασμα της κρίσης και τη διάσωση, το Μάρτιο του 2009, της CCM, κόστους 9 δις €. Κατά την άποψη μας, την οποία έχουμε τεκμηριώσει σε προηγούμενο κείμενο μας, η Ισπανία έχει πολύ μεγαλύτερα προβλήματα, από αυτά της Ελλάδας – ενώ το μέγεθος της Οικονομίας της απαιτεί περισσότερα «μέτρα στήριξης», εκ μέρους της Ευρωζώνης-ΔΝΤ.

Όπως ήταν αυτονόητο, το ΔΝΤ «απαιτεί» τη λήψη δραστικών μέτρων εκ μέρους της Ισπανίας – ειδικά όσον αφορά το χρηματοπιστωτικό της σύστημα, καθώς επίσης την «καταπονημένη» αγορά εργασίας. Ως εκ τούτου, υποθέτουμε τεκμηριωμένα ότι θα συμμετέχει πλέον κάθε φορά «ενεργητικότερα», στα εσωτερικά θέματα της Ευρωζώνης. Τέλος, πιθανολογείται η στενότερη «σύνδεση» Η.Π.Α. και Γερμανίας, «ερήμην» της υπόλοιπης ΕΕ – ιδιαίτερα μετά τις από κοινού πρωτοβουλίες τους, εναντίον του χρηματοπιστωτικού συστήματος (απαγόρευση των ανοιχτών πωλήσεων κλπ), οι οποίες όμως πολύ δύσκολα θα δαμάσουν το «θηρίο».

25.05.2010: Η Ελληνική κυβέρνηση επιμένει παραδόξως ότι, δεν πρόκειται να υπάρξει αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους – καθώς επίσης νέα εισπρακτικά μέτρα. Επομένως, ισχυρίζεται έμμεσα ότι έχουμε ξεφύγει από τον κίνδυνο της χρεοκοπίας, παρά την τεράστια ύφεση που προδιαγράφουν οι αποφάσεις της, οι οποίες φυσικά επιβλήθηκαν από το ΔΝΤ – με τη σύμφωνη γνώμη Ελλάδας και ΕΕ (αν και αρκετοί υποθέτουν ότι η κυβέρνηση μας σχεδίαζε, πριν ακόμη εκλεγεί, την «εμπλοκή» του ΔΝΤ – θεωρώντας ότι μόνο με τη βοήθεια του θα μπορούσε να επιλύσει τόσο τα εσωτερικά, όσο και τα εξωτερικά προβλήματα της χώρας).

Κρίνοντας όμως από τα γενικότερα στοιχεία της Ελληνικής οικονομίας, αδυνατούμε να κατανοήσουμε που ακριβώς στηρίζεται η τεράστια αυτή αισιοδοξία της. Πόσο μάλλον αφού δεν φαίνεται να «αγγίζει» τις δημόσιες επενδύσεις, καθώς επίσης τα προγράμματα εξοπλισμού, από τα οποία θα μπορούσαν να εξοικονομηθούν άμεσα σημαντικότατοι πόροι – χωρίς να επιβαρυνθούν ιδιαίτερα οι Πολίτες.

Βέβαια, κατανοούμε ότι τέτοιου είδους «περιορισμοί» θα ήταν εις βάρος των πάσης φύσεως ξένων προμηθευτών μας (Γερμανία, Γαλλία, Η.Π.Α. κλπ), επειδή αυτοί κυρίως επωφελούνται από τις συγκεκριμένες δαπάνες. Όμως, οι μειώσεις μισθών, σε συνδυασμό με την αύξηση των εμμέσων φόρων, όχι μόνο δεν θα επιλύσουν το πρόβλημα, αλλά πιθανότατα θα επιδεινώσουν στο έπακρο και τις τρείς κεντρικές συνισταμένες του: Δημόσιο Χρέος, Έλλειμμα, Ανταγωνιστικότητα. Επί πλέον, σε συνθήκες στασιμοπληθωρισμού και παγκόσμιας αποσταθεροποίησης (όχι απλά κρίσης), θα αποδυναμώσουν σε μεγάλο βαθμό τη μεσαία κοινωνική τάξη, η οποία αποτελεί ουσιαστικά το συνεκτικό κρίκο μεταξύ της ανώτερης και κατώτερης – με κίνδυνο να καταστραφεί εντελώς η κοινωνική συνοχή.

Επομένως, η εμφανής αισιοδοξία της κυβέρνησης μας, θα στηρίζεται σε κάποια άλλα «κρυφά» δεδομένα, τα οποία ενδεχομένως δεν γνωρίζουμε ή αδυνατούμε να διακρίνουμε. Ελπίζοντας λοιπόν να αποδειχθεί ότι έχουμε εμείς άδικο, θα αναφερθούμε αναλυτικά στα σημερινά μεγέθη, καθώς επίσης στις «εκρηκτικές» συνθήκες της οικονομίας μας, σε ένα επόμενο κείμενο μας.

Ειδικότερα, επειδή όλοι μας «απαριθμούμε» τους λόγους, για τους οποίους είναι ασύμφορη σήμερα η έξοδος μας από την Ευρωζώνη, θα επικεντρωθούμε στα δεδομένα, με βάση τα οποία είναι ή όχι προς το συμφέρον μας, η παραμονή της Ελλάδας στη ζώνη του Ευρώ. Οφείλουμε να αναλύσουμε δηλαδή, τι κερδίσαμε, κερδίζουμε ή θα κερδίσουμε από τη συμμετοχή μας στην Ευρωζώνη, καθώς επίσης με ποια ακριβώς ανταλλάγματα.    


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.