Η καθεστηκυία ευρωπαϊκή τάξη παρά τις υποκριτικές κορώνες ενός τμήματος της δεν έχει να φοβηθεί τίποτα, ούτε από την εκλογική νίκη της Μελόνι στην Ιταλία, ούτε από την άνοδο των Σουηδών Δημοκρατών.
Το σύνολο των κανόνων που θεσπίζει η γραφειοκρατία της ευρωπαϊκής ένωσης και προβάλλεται με την φράση ‘ευρωπαϊκές αξίες΄, δεν μπορούν να κλονιστούν, ούτε να μεταβληθούν από την άνοδο στην εξουσία ή στο πολιτικό προσκήνιο κομμάτων ή συνασπισμού κομμάτων που αυτοπροσδιορίζονται ως συντηρητικά κεντροδεξιά ή αποκαλούνται ως ακροδεξιά.
Το ρεύμα που καταγράφεται στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες ως Νέας Δεξιάς ή ως Εναλλακτική Δεξιά ή ως Συντηρητική Κεντροδεξιά, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι δεν θα μεταβάλει παρά στο ελάχιστο τις ήδη διαμορφωμένες πολιτικές δράσεις.
Όλα αυτά τα κόμματα και οι ηγέτες τους ξεκίνησαν από το περιθώριο με ακροδεξιές δοξασίες και λεκτικές κορώνες για να διαμορφώσουν το αρχικό υπόβαθρο της πολιτικής τους παρουσίας.
Υιοθετώντας αρχικά επιλεκτικές θεωρίες ολοκληρωτικών θεωριών που συγκινούσαν ορισμένα τμήματα των κοινωνιών που πλήττονταν από τα μεταναστευτικά ρεύματα, τις φιλελεύθερες προσεγγίσεις σε θέματα οικογένειας, παιδείας, έθνους, θρησκείας, σεξουαλικότητας, αποκτούν τον βασικό πυρήνα των υποστηρικτών τους.
Η εκμετάλλευση των συγκυριών, η πλημμελής αντιμετώπιση των καθημερινών προβλημάτων που μαστίζουν τους πολίτες καθώς και η λαϊκίστικη και άκρως αντιπολιτευτική δράση στην βάση των υποτιθέμενων εναλλακτικών λύσεων σταδιακά ενισχύουν ποσοτικά την πολιτική τους παρουσία.
Όμως το αντισυστημικό πλαίσιο δράσης τους έχει εκλογικά τα όρια του, οπότε σταδιακά η ανάγκη περαιτέρω ανάδειξης τους σε πολιτικούς πρωταγωνιστές οδηγεί στην μεταμόρφωση τους.
Το είδαμε στην περίπτωση της Λεπέν στην Γαλλία όπου η προοπτική κατάκτησης της εξουσίας οδήγησε σε κινήσεις προσαρμογής προς την κατεύθυνση άμβλυνσης και μετριοπαθέστερων θέσεων.
Η ανάγκη διεύρυνσης των εκλογικών ποσοστών επιβάλει την στροφή προς το κέντρο και λείανσης τοποθετήσεων επί κοινωνικών θεμάτων που στο παρελθόν θύμιζαν ακτιβιστικές πρακτικές.
Η Μελόνι το 2012 ζητούσε την έξοδο της Ιταλίας από την Ε.Ε. σήμερα όμως δηλώνει έτοιμη να συνεργαστεί μαζί της παρότι για να μην ξεγυμνωθεί πολιτικά συνεχίζει να μιλά για το όραμα της προς μια νέα Ευρώπη.
Στην χώρα μας όλοι θυμούνται την φρασεολογία του Ανδρέα Παπανδρέου πριν την άνοδο του φυσικά στην εξουσία ότι θα βγάλει την Ελλάδα από την τότε ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ.
Τίποτα από αυτά δεν έγινε, το αντίθετο μάλιστα, η εδραίωση της χώρας μας στους δυο αυτούς υπερεθνικούς οργανισμούς επήλθε με ενέργειες του.
Διότι οι μεταμορφώσεις στην πορεία προς την εξουσία δεν είναι προνόμιο μόνο των ακροδεξιών, τις χρησιμοποιούν με την ίδια δεξιότητα και οι αριστεροί.
Φυσικά εκείνο που παίζει καθοριστικό ρόλο είναι η στρατηγική των εναλλακτικών λύσεων κυρίως σε ότι αφορά τον οικονομικό τομέα.
Η στροφή του εκλογικού σώματος είναι πιο εύκολη και μαζική όταν το βιοτικό επίπεδο συρρικνώνεται, όταν η ανεργία αυξάνεται, όταν δεν δίνονται επαρκείς απαντήσεις για την απότομη μείωση μισθών και συντάξεων, όταν επιβάλλονται κυρώσεις δημοσιονομικού χαρακτήρα από υπερεθνικούς οργανισμούς με το εγχώριο πολιτικό προσωπικό να μοιάζει με άβουλα όργανα τους και όταν τελικά η οικονομική μετατρέπεται σε κοινωνική κρίση.
Το είδαμε στην χώρα της περίοδο των μνημονίων και στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ που πατώντας πάνω στο κίνημα των αγανακτισμένων και αφήνοντας έντεχνα να αιωρούνται κάθε είδους πιθανές και απίθανες λύσεις, βρήκε τρόπο να ανέβει στην εξουσία .
Όλοι θυμούνται ότι το εκλογικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ από τα επίπεδα του 4,13% του 2009 εκτοξεύτηκε στα επίπεδα του 36,34% στις πρώτες εκλογές του 2015.
Στην βάση αυτή η κάθε Μελόνι εκμεταλλευόμενη την απογοήτευση των πολιτών και την ροπή τους προς λύσεις αντισυμβατικές είδε τα ποσοστά της από το 4,3% του 2018 να απογειώνονται στο σημερινό 26%, και συνολικά στο 44% εάν προσθέσουμε την Λίγκα και το κόμμα του Μπερλουσκόνι.
Πολλοί μιλούν για πολιτικό σεισμό, διαφωνούμε, ούτε σεισμός είναι, ούτε κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί υπό άλλο μανδύα.
Η στροφή του εκλογικού σώματος κατά των παραδοσιακών πολιτικών δυνάμεων δεν είναι κάτι το καινούργιο για την Ιταλία.
Το είδαμε κατά το παρελθόν στην περίπτωση του ιδανικού manager, του επιχειρηματία Μπερλουσκόνι, στον οποίο δόθηκε αρκετές φορές η δυνατότητα να δείξει πως ο ιδιωτικός τομέας δίνει ουσιαστικές και πρακτικές λύσεις.
Το είδαμε στην περίπτωση του Κινήματος των πέντε Αστέρων του κωμικού Πέπε Γκρίλο όπου η επιλογή της αντισυμβατικότητας πήρε διαστάσεις κωμωδίας.
Το είδαμε στην περίπτωση του Σαλβίνι και της Λίγκας του όπου ένα τμήμα της ακροδεξιάς βρέθηκε να κυβερνά με τις λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις.
Το αποτέλεσμα όλων των προηγούμενων αντισυμβατικών επιλογών, παρότι εντυπωσιακών για την εποχή και την συγκυρία που έγιναν ήταν απογοητευτικό γι αυτό και φτάσαμε στην υπερψήφιση της Μελόνι.
Εξ άλλου η συρρίκνωση των ποσοστών Μπερλουσκόνι και Σαλβίνι που από τα επίπεδα των 17,4% και 14% αντίστοιχα των εκλογών του 2018 έφτασαν σήμερα στα επίπεδα του 8,77% και 8,11% αντίστοιχα δείχνει το μέγεθος της φθοράς μέσα σε μια 5ετια.
Η πορεία των πραγμάτων κρίνεται φυσιολογική, η διακυβέρνηση, η άνοδος στην εξουσία ‘ αστικοποιεί ΄ κάθε αντισυμβατική φωνή.
Η πορεία προς την εξουσία μεταμορφώνει τις ακτιβιστές του χθες, τους πολιτικά ακραίους .
Μόλις την αποκτήσουν η αντιμετώπιση των προβλημάτων, τους αστικοποιεί, τους κάνει μέλη της πολιτικά ορθής ιδεολογίας.
Τότε θα έρθουν αντιμέτωποι με το κόστος των ανεκπλήρωτων υποσχέσεων και θα προσμετρηθούν ως άλλο ένα πείραμα από το καλάθι των αντισυμβατικών επιλογών που απέτυχε οικτρά να μεταβάλει το διαμορφωθέν πλαίσιο λειτουργίας και αντιδράσεων μια κυβέρνησης.
Η Μελόνι έχει μπροστά της μια οικονομία που παραπαίει σχετικά με τις δυνατότητες της εδώ και δύο δεκαετίες , ένα δημόσιο χρέος που προσεγγίζει το 150% του ΑΕΠ, ένα επίπεδο ζωής, ειδικά στον νότο, που επιδεινώνεται καθημερινά κυρίως λόγω της ακρίβειας και της εκτόξευσης των ενεργειακών τιμών.
Μια οικονομία με υψηλό πληθωρισμό και επιτόκια δανεισμού, μια οικονομία χωρίς ουσιαστικές επενδύσεις, μια οικονομία που στηρίζεται στα ευρωπαϊκά κονδύλια, μια οικονομία που παράγει ελλείμματα, μια οικονομία στο χείλος του γκρεμού.
Εκ των πραγμάτων η άνοδος στην εκτελεστική εξουσία δεν μπορεί να αρκεστεί σε λεκτικές προσεγγίσεις οπότε αργά η γρήγορα η πρακτική προσέγγιση των προβλημάτων θα αναδείξει το πραγματικό πρόσωπο των μέχρι χθες εναλλακτικών επιλογών.
Τότε θα διαπιστωθεί ότι η ακροδεξιά ακτιβίστρια του χθες δεν είναι τίποτα παρά άλλο ένα επεισόδιο απογοητεύοντας εκείνους που πίστεψαν πως η ιδεολογική σημαία ‘ Η Ιταλία στους Ιταλούς΄ θα έχει διαφορετική τύχη από την αντίστοιχη των Μιτεράν ‘ Η Γαλλία στους Γάλλους ‘ και Παπανδρέου ‘ Η Ελλάδα στους Έλληνες΄ των δεκαετιών 70 και 80.
Δεν θα είναι υπερβολή να επαναλάβουμε ότι η εξουσία αστικοποιεί ακόμη και τους πιο σκληρά αντισυμβατικούς πολιτικούς, απλά για ορισμένους ο χαρισματικός και επικοινωνιακός τρόπος προσέγγισης των συγκυριών τους δίνει την ευκαιρία να έχουν καλύτερο δείκτη υστεροφημίας.
ΛΕΚΚΑΣ ΣΑΡΑΝΤΟΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ