.
Το να επιβιώνει μία χώρα με δανεικά από εκλογές σε εκλογές, εξυπηρετώντας τα ξένα συμφέροντα και δίνοντας ως αντάλλαγμα ότι ζητήσουν, από το ξεπούλημα των πάντων έως εθνική κυριαρχία, ασφαλώς δεν είναι λύση – αφού οδηγεί στη λεηλασία και στην πλήρη υποδούλωση μας.
.
Κοινοβουλευτική Εργασία
Γενικότερα στη συζήτηση που προηγήθηκε, πρώτη φορά βλέπω μία χώρα να βυθίζεται στα ελλείμματα, στα χρέη και στην ακρίβεια, με την κυβέρνηση της να αναφέρεται σε επιτυχίες και να θριαμβολογεί. Θυμίζει κυριολεκτικά τον Τιτανικό, λίγο πριν τη σύγκρουση με το παγόβουνο – όπου στην πρώτη θέση ο πλοίαρχος και οι αξιωματικοί διασκέδαζαν πίνοντας σαμπάνια. Εξαιρετικά απογοητευτικό.
Όσο για την αξιοπιστία που ισχυρίσθηκε πως έχει αποκτήσει η Ελλάδα ο υπουργός ανάπτυξης, οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο ότι οι δανειστές είναι σίγουροι πως θα η κυβέρνηση θα απορρυθμίσει και θα ξεπουλήσει τα πάντα – ότι δεν θα αφήσει τίποτα όρθιο, δίνοντας επί πλέον ότι της ζητηθεί.
Για τα 42,5 δις € μέτρα δε που είπε η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος, καλά θα ήταν να συμπλήρωνε τη λέξη «με δανεικά» – τα οποία θα πληρώσουμε πανάκριβα εμείς, τα παιδιά μας, τα εγγόνια μας κοκ.
Η σημερινή ερώτηση τώρα υποβλήθηκε έγκαιρα το καλοκαίρι, στην αρχή του κύματος των ανατιμήσεων, όταν ο υπουργός ανάπτυξης δήλωνε πως είχε συζητήσει με την ΤτΕ και επρόκειτο για ένα παροδικό φαινόμενο – ενώ εμείς το είχαμε προβλέψει πολύ πιο πριν, έχοντας προειδοποιήσει αρκετές φορές.
Βέβαια δεν μπορεί κανείς να αναζητήσει ευθύνες από έναν υπουργό που ισχυρίσθηκε πρόσφατα πως το χρέος έχει αυξηθεί μόνο ποσοστιαία ως προς το ΑΕΠ – μη γνωρίζοντας προφανώς πως η κυβέρνηση του δανείσθηκε μέσα σε δύο μόλις χρόνια 41 δις € και προκάλεσε ζημίες, ελλείμματα δηλαδή στον προϋπολογισμό περί τα 35 δις €, για να μην αναφέρουμε το τεράστιο κόστος των πυρκαγιών.
Πλέον το φαινόμενο των ανατιμήσεων είναι σε πλήρη εξέλιξη παγκοσμίως – με την κυβέρνηση να καλεί τις ΜμΕ που έχουν υποφέρει τα πάνδεινα από τα μνημόνια, που δεν έχουν πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση ή που την πληρώνουν πανάκριβα, να μην αυξήσουν τις τιμές τους για να μην πυροδοτήσουν τον πληθωρισμό.
Προφανώς λοιπόν να πληρώσουν αυτές τη ζημία, υποστηρίζοντας την κυβερνητική πολιτική έως τις επόμενες εκλογές – επίσης οι εργαζόμενοι τους που ήδη εισπράττουν εξευτελιστικούς μισθούς, για να μην απαιτήσουν πληθωριστικές αυξήσεις.
Αυξήσεις δηλαδή που θα έθεταν πραγματικά σε λειτουργία το σπιράλ «μισθών-τιμών-μισθών» – το οποίο αποτελεί τη βασική αιτία του πληθωρισμού. Το κόστος εργασίας ανά μονάδα παραγομένου προϊόντος!
Πώς όμως θα συμβεί κάτι τέτοιο χωρίς να χρεοκοπήσουν οι ΜμΕ επιχειρήσεις, οι οποίες είναι ανάλογες με τις ευρωπαϊκές, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά; Όχι περισσότερες, όπως εσφαλμένα ισχυρίσθηκε ο υπουργός;
Πώς θα επιβιώσουν οι εργαζόμενοι χωρίς αυξήσεις των μισθών τους, όταν τα ενοίκια έχουν ανατιμηθεί πάνω από 10%, τα τρόφιμα έως και 30% ή οι λογαριασμοί της ΔΕΗ που ξεπουλιέται έως και 50%;
Η ανευθυνότητα πάντως της απολιγνιτοποίησης, κάτι που δεν κάνει η Γερμανία και άλλες χώρες της ΕΕ με χαμηλότερο κόστος ενέργειας από την Ελλάδα, όπου η κυβέρνηση θέλει να πετάξει από το παράθυρο πάνω από 230 δις €, είναι πλέον ξεκάθαρη – ενώ την επιβεβαίωσε ακόμη και ο φιλικός προς την κυβέρνηση κ. Μυτιληναίος.
Από την άλλη πλευρά βέβαια, η αξιωματική αντιπολίτευση εισηγείται στήριξη των τιμών με επιδοτήσεις – χωρίς όμως να αναφέρει πόσο θα κοστίσουν και ενώ γνωρίζει το τεράστιο χρέος της χώρας μας, καθώς επίσης το δημοσιονομικό εκτροχιασμό της, από την επιβολή των άχρηστων lockdowns και τις σπατάλες της κυβέρνησης με δανεικά.
Ο πρωθυπουργός με τη σειρά του είπε στη ΔΕΘ πως η άνοδος των τιμών είναι ένα εισαγόμενο πρόβλημα – κάτι που όμως είναι μεν λογικό, αλλά μόνο επειδή εισάγουμε τα πάντα, τελευταία ακόμη και ηλεκτρική ενέργεια.
Συνεχίζοντας, έχει κάποια οικονομική λογική να δίνονται μόλις 183 εκ. € στον πρωτογενή τομέα που δήθεν θέλει πια να στηρίξει η κυβέρνηση, όπως φαίνεται από τα στοιχεία στο μεσοπρόθεσμο για την πανδημία; Από τα 41,5 δις € μόλις 183 εκ. ή το 0,43%; Δεν είναι ντροπή να εμπαίζονται έτσι οι αγρότες μας; Νομίζετε ότι φτάνει η μείωση του ΦΠΑ που ούτως ή άλλως συμψηφίζεται;
Εμείς είχαμε αναφερθεί στις προβλεπόμενες ανατιμήσεις σε βασικά αγαθά και στη σημασία του πρωτογενούς μας τομέα, από την πρώτη ημέρα που εισήλθαμε στη Βουλή.
Είχαμε αναφερθεί στην τροφική ανεπάρκεια της χώρας μας, στην επισιτιστική κρίση που διαγραφόταν ξεκάθαρη στο μέλλον, στη σημασία της ενεργειακής επάρκειας, στους κινδύνους της ενεργειακής εξάρτησης, στις απειλές κερδοσκοπίας και μπλακάουτ με το χρηματιστήριο ενέργειας κοκ. – χωρίς όμως να δώσει η κυβέρνηση την παραμικρή σημασία.
Γιατί; Επειδή ακολουθεί δουλικά τις εντολές των δανειστών και το μόνο που την ενδιαφέρει είναι να μπορεί να δανείζεται, για να νέμεται την εξουσία. Επειδή δεν την ενδιαφέρουν οι Έλληνες και οι επόμενες γενιές, αλλά οι επόμενες εκλογές.
Στην ερώτηση τώρα, στο λίγο χρόνο που έχουμε στη διάθεση μας, όσον αφορά το καλάθι της νοικοκυράς, δεν υπάρχει δυστυχώς καμία άλλη δυνατότητα σήμερα από τη μείωση του ΦΠΑ για την άμεση ανακούφιση των Πολιτών – ενώ μακροπρόθεσμα η λύση είναι ο επανασχεδιασμός του οικονομικού μας μοντέλου με εγχώρια παραγωγή, για τον περιορισμό της εξάρτησης μας από τις εισαγωγές.
Προφανώς θα έχει σημαντικό δημοσιονομικό κόστος που δεν είναι σε θέση να αντέξει η οικονομία μας, ειδικά μετά την κακοδιαχείριση της πανδημίας και τη σπατάλη των 41 δις €, αλλά δεν υπάρχει άλλη άμεση λύση – ενώ το πρόβλημα στην Ελλάδα δεν είναι το ότι υπάρχουν πολλές μικρές επιχειρήσεις, αλλά πως οι μεγάλοι όμιλοι φεύγουν και μειώνονται χρόνο με το χρόνο, με το εμπορικό μας έλλειμμα εκτός ελέγχου.
Όσον αφορά τον πρωτογενή τομέα που αναφέρεται στην ερώτηση, η αγροτική μας παραγωγή μειώνεται συνεχώς – στα 10,9 δις € το 2018, από 12 δις € το 2005, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά.
Εμείς έχουμε αναφερθεί πολλές φορές, μεταξύ άλλων μέσα από την τεχνολογική ανάπτυξη με εφαρμογές agtech, όπου θα μπορούσαν να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας για πτυχιούχους – στον αυτοματισμό στην καλλιέργεια, στην έξυπνη γεωργία, στην τεχνητή νοημοσύνη για τη διαχείριση καλλιεργειών, στην τράπεζα σπόρων κοκ.
Είναι ντροπή να καλύπτονται οι ανάγκες του τουρισμού μας μόλις κατά 15% από την εγχώρια παραγωγή – με αποτέλεσμα όταν αυξάνεται ο τουρισμός να αυξάνονται οι εισαγωγές, οπότε το εμπορικό μας έλλειμμα.
Ακόμη δε και για τη γεωργική μας παραγωγή εισάγουμε πρώτες ύλες, από θερμοκήπια, έως αγροτικά μηχανήματα και σπόρους – με αποτέλεσμα για κάθε 1 € που παράγουν οι αγρότες μας τα 0,90 σεντ να οδηγούνται στο εξωτερικό.
Τα ίδια και χειρότερα συμβαίνουν στη κτηνοτροφία, όπου ενώ το 1980 που εισήλθαμε στην ΕΟΚ η αυτάρκεια μας σε χοιρινό ήταν στο 85% και σε μοσχαρίσιο στο 66%, σήμερα έχει μειωθεί στο 30% και στο 15% – εισάγοντας ακόμη και ψάρια από την Τουρκία, όπου πολλά από αυτά ψαρεύονται στις δικές μας θάλασσες, στο Αιγαίο.
Η εγχώρια παραγωγή γάλακτος καλύπτει μόλις το 50% της κατανάλωσης μας, με αποτέλεσμα να εισάγουμε ακόμη και από τη Γερμανία – ενώ οι ζωοτροφές που αποτελούν το 67% του κόστους παραγωγής εισάγονται επίσης.
Εν προκειμένω, έχοντας διακρίνει έγκαιρα το πρόβλημα με την αύξηση των τιμών των ζωοτροφών, καταθέσαμε ερώτηση – προτείνοντας ακόμη και futures, συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης δηλαδή, για να διατηρηθεί χαμηλότερο το κόστος τους.
Η ανόητη απάντηση που εισπράξαμε ήταν πως δεν μπορεί να χειραγωγήσει την παγκόσμια αγορά το υπουργείο – ενώ όταν προτείναμε κάτι ανάλογο για την ενέργεια, ο διευθυντής της ΔΕΗ μας απάντησε πως δεν θέλει να παίζει στο χρηματιστήριο τα χρήματα των Ελλήνων! Αν είναι δυνατόν με αυτήν την άγνοια να επιβιώσει η πατρίδα μας.
Δυστυχώς, αντί να χρησιμοποιηθεί η πανδημία ως ευκαιρία για τη στήριξη της πρωτογενούς μας παραγωγής, ειδικά αφού η ΕΕ είχε δώσει άδεια για ειδικές επιχορηγήσεις έως 125.000 € ανά φάρμα, η κυβέρνηση δεν έκανε απολύτως τίποτα – ενώ το παραπάνω πρόγραμμα της ΕΕ αναφέρεται ξεκάθαρα στην κάλυψη λειτουργικών εξόδων και διευρύνεται έως τη μεταποίηση τροφίμων, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά.
Στο θέμα της ενέργειας έχουμε αναφερθεί πολλές φορές, διαπιστώνοντας από την ερώτηση πως πλέον κατανοούν και άλλοι τη λογική των θέσεων μας – τονίζοντας ξανά πως κάθε πτώση της τιμής της ενέργειας κατά 10% αυξάνει το ΑΕΠ μας, άμεσα και έμμεσα, κατά 2 δις € περίπου, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά.
Λογικά θα συμβαίνει το αντίθετο με την άνοδο – ενώ ξανά ο μοναδικός τρόπος για να στηριχθούν άμεσα οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, είναι η μείωση της φορολογίας ή/και οι επιδοτήσεις που όμως θα έχουν σοβαρά δημοσιονομικά επακόλουθα.
Όταν βέβαια σπαταλάς όλους τους πόρους σου, δεν έχεις άλλα μέσα και φτάνεις στην άκρη του γκρεμού, ορθολογικές λύσεις δεν υπάρχουν – ενώ θα πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν οι προβλέψεις αύξησης των βασικών επιτοκίων, το τέλος των προγραμμάτων ρευστότητας της ΕΚΤ και η επιστροφή στο καθεστώς των πρωτογενών πλεονασμάτων, το αργότερο το 2023.
Κλείνοντας, το να επιβιώνει μία χώρα με δανεικά από εκλογές σε εκλογές, εξυπηρετώντας τα ξένα συμφέροντα και δίνοντας ως αντάλλαγμα ότι ζητήσουν, από το ξεπούλημα των πάντων έως εθνική κυριαρχία, ασφαλώς δεν είναι λύση – αφού οδηγεί στη λεηλασία και στην πλήρη υποδούλωση μας.