.
Υπάρχουν πολιτικές λύσεις για όλα τα προβλήματα, όταν μία χώρα διαθέτει μία ικανή, επαρκή κυβέρνηση – η οποία να ενδιαφέρεται για τους Πολίτες και όχι για τον εαυτό της. Δυστυχώς η Ελλάδα δεν κυβερνήθηκε ποτέ σωστά, ενώ στην πραγματικότητα οι Έλληνες συνεχίζουν ακόμη και σήμερα να μην έχουν καμία ορθολογική επιλογή στις εκλογές που θα ακολουθήσουν – οπότε το μέλλον δεν διαγράφεται καθόλου φωτεινό.
.
“Υπέρ των επιχειρημάτων των τραπεζών αποφάνθηκε με μεγάλη πλειοψηφία η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου σχετικά με το θέμα των δανειοληπτών σε ελβετικό φράγκο. Οι ανώτατοι δικαστές, παρά την αντίθετη εισήγηση, προχώρησαν στην απόρριψη του αιτήματος αναίρεσης δανειολήπτριας σε ελβετικό φράγκο, η οποία ζητούσε να κριθεί ως καταχρηστικός ο όρος που προέβλεπε την αποπληρωμή των δανείων βάσει της τρέχουσας συναλλαγματικής ισοτιμίας με το ευρώ. Η απόφαση είναι καθοριστική κυρίως γιατί φαίνεται να υιοθετεί την άποψη των τραπεζών και να αφαιρεί το δικαίωμα των δανειοληπτών να ζητήσουν τον επανακαθορισμό των δόσεων τους στην αρχική ισοτιμία ελβετικού φράγκου και ευρώ.
Η υπόθεση αφορά αίτηση δανειολήπτριας για αναίρεση απόφασης του Εφετείου Θεσσαλονίκης που ήταν σε βάρος της. Έχοντας πάρει το 2007 δάνειο ύψους 243.225 ελβετικών φράγκων (150.000 €), η δανειολήπτρια βρέθηκε το 2015 μετά τις αλλαγές στην ισοτιμία ευρώ και φράγκου να οφείλει στην τράπεζα 239.041 €. Η δανειολήπτρια ζήτησε από τον Άρειο Πάγο να κρίνει καταρχάς άκυρο ως καταχρηστικό τον όρο της δανειακής σύμβασης σε ξένο νόμισμα (ελβετικό φράγκο) με ρήτρα αποπληρωμής είτε στο ξένο νόμισμα είτε σε ευρώ, με βάση την ισοτιμία αυτού προς το ξένο νόμισμα κατά τον χρόνο πληρωμής. Επίσης, ζητεί να αναγνωριστεί ως μόνη ισχύουσα ρήτρα μετατροπής σε ευρώ του οφειλομένου στο ξένο νόμισμα ποσού η συναλλαγματική ισοτιμία των δύο νομισμάτων που ίσχυε κατά τον χρόνο εκταμιεύσεως του ποσού που χορηγήθηκε από την τράπεζα.
Στην εισήγησή του, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, ο αντεισαγγελέας του Ανωτάτου Δικαστηρίου ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης της δανειολήπτριας με ένα σκεπτικό που αν γίνει δεκτό από την πλειοψηφία των ανωτάτων δικαστών, θα ανοίξει τον δρόμο για δικαίωση χιλιάδων δανειοληπτών σε ελβετικών φράγκο.
Αναπτύσσοντας το σκεπτικό της εισήγησής του προς την Ολομέλεια, επικαλέστηκε την πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, οι τράπεζες πρέπει να παρέχουν στους δανειολήπτες επαρκή ενημέρωση ώστε να μπορούν να παίρνουν ορθές αποφάσεις, ιδίως όταν πρόκειται για δάνεια σε συνάλλαγμα, όπου ελλοχεύει ο κίνδυνος σοβαρής υποτίμησης του εγχώριου έναντι του ξένου νομίσματος. Επίσης, σύμφωνα με την ίδια απόφαση, η τράπεζα πρέπει να εκθέτει στους δανειολήπτες τις δυνητικές διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών και τους κινδύνους που ενέχει η σύναψη δανείου σε ξένο νόμισμα. Και αυτό προκειμένου εκείνοι να έχουν πράγματι την ευκαιρία να λάβουν γνώση όλων των ρητρών της σύμβασης.
Η απόφαση της ολομέλειας είναι πιθανόν ενδεικτική για την τύχη της συλλογικής αγωγής που θα συζητηθεί επίσης στην ολομέλεια στις 20 Μαΐου, από την οποία θα κριθεί συνολικά το θέμα της καταχρηστικότητας των όρων των επίμαχων συμβάσεων. Η υπόθεση αφορά περίπου 65.000 – 70.000 δανειολήπτες, που έχουν λάβει δάνεια ονομαστικής αξίας περί τα 7 δις €. Υπενθυμίζεται πως τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο είχαν κυριαρχήσει την περίοδο 2006-2009, όταν η ισοτιμία ευρώ/φράγκου ήταν ανοδική και συγκεκριμένα μεταξύ 1,55-1,65″.
.
Επικαιρότητα
Η Ουγγαρία το 2008 ήταν σε πολύ χειρότερη κατάσταση από την Ελλάδα – αφού είχε μεγάλο πρόβλημα ιδιωτικού χρέους που είναι πολύ πιο δύσκολο στο χειρισμό του από το δημόσιο (ανάλυση). Εν τούτοις τα κατάφερε, με αποτέλεσμα να μεταναστεύουν ακόμη και Έλληνες εκεί για να επιβιώσουν – κάτι που θα έπρεπε να είναι προσβλητικό για εμάς, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για μία πρώην κομμουνιστική χώρα.
Εν προκειμένω, με αφετηρία τη θλιβερή απόφαση του Αρείου Πάγου για τους δύστυχους δανειολήπτες σε ελβετικά φράγκα που διήρκεσε δέκα ολόκληρα χρόνια, είναι σωστό να υπενθυμίσουμε ορισμένα από τα μέτρα που πήρε η νέα κυβέρνηση της Ουγγαρίας το 2011 – τονίζοντας πως υπάρχουν λύσεις για όλα τα προβλήματα, αρκεί να κυβερνάται ένα κράτος σωστά:
(α) Ενίσχυση των νοικοκυριών
Το έτος 2011 η κυβέρνηση της Ουγγαρίας αποφάσισε πως μελλοντικά μόνο το 3% των ακινήτων, τα οποία απειλούνταν με πλειστηριασμούς, θα επιτρεπόταν να ρευστοποιηθούν από τις τράπεζες – ενώ νομοθέτησε την πλήρη αποπληρωμή των δανείων σε ξένο νόμισμα, με μία σταθερή ισοτιμία ίση με 180 φιορίνια ανά ελβετικό φράγκο και ευρώ, όταν η επίσημη ισοτιμία ήταν τότε στα 250 φιορίνια(άρα κούρεμα της τάξης του 28%).
Εκτός αυτού, η κυβέρνηση έδωσε τη δυνατότητα στους Ούγγρους έως το 2016 να εξυπηρετούν τα δάνεια τους μηνιαία, με την διατηρούμενη από την κυβέρνηση τεχνητά χαμηλή ισοτιμία των 180 φιορινιών – ενώ επιβάρυνε με τη διαφορά της ισοτιμίας τις τράπεζες, με την αιτιολογία πως ήταν αυτές οι κυρίως υπεύθυνες για τα δάνεια σε συνάλλαγμα που έδιναν, οπότε για τις δυσκολίες εξυπηρέτησης τους εκ μέρους των ιδιωτών. Για να μπορέσουν τώρα πολλές ξένες τράπεζες να ανταπεξέλθουν με τις ζημίες, στηρίχθηκαν από τις μητρικές τους – οπότε ένα μέρος της κρίσης μεταφέρθηκε στην Ευρώπη.
Επί πλέον, για να ελαφρύνει ακόμη περισσότερο τα νοικοκυριά, η κυβέρνηση αποφάσισε τη σταδιακή μείωση του παράπλευρου κόστους κατοικίας (ρεύμα, νερό κλπ.), κατά 20% μεταξύ του Ιανουαρίου του 2011 και του Νοεμβρίου του 2013 – επειδή οι Ούγγροι δαπανούσαν το μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματος τους, συγκριτικά με το μέσο ευρωπαϊκό, για να καλύψουν αυτά τα κόστη.
Ταυτόχρονα το δημόσιο δήλωσε πως ήταν πρόθυμο να εξαγοράσει τις επιχειρήσεις κοινής ωφελείας που δεν θα ήθελαν να μειωθεί η κερδοφορία τους, εξαιτίας των μέτρων που πήρε – μετατρέποντας τον κλάδο της ενέργειας σε έναν κρατικά ελεγχόμενο και μη κερδοσκοπικό.
(β) Περιορισμός του κοινωνικού κράτους
Η κυβέρνηση μείωσε την κοινωνική ασφάλιση. Το 2010 αποφάσισε να εθνικοποιήσει τα ιδιωτικά συνταξιοδοτικά ταμεία και με τα χρήματα τους να συμπληρώσει τα ελλείμματα του κρατικού συνταξιοδοτικού ταμείου. Οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ πως από το 1998 στην Ουγγαρία υπήρχε η δυνατότητα, επί πλέον στην κρατική υποχρεωτική ασφάλιση, να ασφαλίζεται κανείς σε ιδιωτικά συνταξιοδοτικά ταμεία – οπότε έως το 2010, περί τα 3 εκ. Ούγγροι είχαν πληρώσει στα ιδιωτικά ταμεία 10,7 δις €, εκτός από τις εισφορές τους στα κρατικά.
Λόγω όμως της κακοδιαχείρισης των κρατικών συνταξιοδοτικών ταμείων, καθώς επίσης των ελλιπών αποθεματικών τους, το έλλειμμα τους όσον αφορά την κάλυψη των συντάξεων είχε φτάσει το 2011 στα 3,2 δις € – ενώ από το 2008 οι συνταξιούχοι λάμβαναν μία ελάχιστη σύνταξη ύψους 93 € (σε όρους αγοραστικής αξίας όσο περίπου 200 € στην Ελλάδα).
(γ) Μείωση των φόρων
Η κυβέρνηση, για να τονώσει ακόμη περισσότερο την οικονομία, αποφάσισε το 2015 να υιοθετήσει έναν σταθερό φορολογικό συντελεστή ύψους 16%, ανεξάρτητο από το ύψος των εισοδημάτων – τον οποίο το 2015 μείωσε στο 15%. Μόνο από τη μείωση του συντελεστή κατά 1% περιορίσθηκαν τα έσοδα του δημοσίου κατά 384,2 εκ. € – τα οποία όμως τέθηκαν στη διάθεση των νοικοκυριών, ενισχύοντας την κατανάλωση.
Το 2016 μείωσε επί πλέον το φορολογικό συντελεστή των επιχειρήσεων στο 9% από 19% προηγουμένως – με στόχο να μετατρέψει την Ουγγαρία σε μία ελκυστική χώρα για επενδύσεις, καθώς επίσης να εξελιχθεί σε έναν φορολογικό παράδεισο εντός της ΕΕ. Με το συντελεστή αυτό η Ουγγαρία θεωρείται από τις ελκυστικότερες χώρες στην Ευρώπη – αφού στην Ιρλανδία είναι μεταξύ 12,5% και 25% ανάλογα με το μέγεθος των επιχειρήσεων, στην Κύπρο 12,5% και στη Βουλγαρία μεταξύ 5% και 10%.
(δ) Φόροι στις ξένες επιχειρήσεις
Για να χρηματοδοτηθούν οι αυξημένες κρατικές δαπάνες η κυβέρνηση επέβαλλε το 2010 έναν ειδικό φόρο στις ξένες τράπεζες και στις εταιρείες τηλεπικοινωνίας – όπου επιβαρύνθηκαν κυρίως γερμανικές και άλλες δυτικοευρωπαϊκές επιχειρήσεις.
Εκτός αυτού, έκτοτε όλες οι ξένες εταιρείες υποχρεώθηκαν να πληρώνουν έναν ειδικό «φόρο κρίσης» επί του όγκου του Ισολογισμού τους, από 0,15% έως 0,50% – με κυριότερες τις αυτοκινητοβιομηχανίες (Audi), τα ξένα Σούπερ Μάρκετ (γερμανική REWE, βρετανική Tesco), τις ασφαλιστικές εταιρείες (γερμανική Allianz) και τις ενεργειακές (γερμανική E.ON). Ο ειδικός αυτός φόρος υιοθετήθηκε όταν σταμάτησαν οι συζητήσεις το 2010 με το ΔΝΤ – ενώ τα έσοδα μόνο από τον ειδικό φόρο των ξένων επιχειρήσεων το 2010 ήταν 650 εκ. €.
Ολοκληρώνοντας, υπάρχουν πολιτικές λύσεις για όλα τα προβλήματα, όταν μία χώρα διαθέτει μία ικανή, επαρκή κυβέρνηση – η οποία να ενδιαφέρεται για τους Πολίτες και όχι για τον εαυτό της. Δυστυχώς η Ελλάδα δεν κυβερνήθηκε ποτέ σωστά, ενώ στην πραγματικότητα οι Έλληνες συνεχίζουν ακόμη και σήμερα να μην έχουν καμία ορθολογική επιλογή στις εκλογές που θα ακολουθήσουν – οπότε το μέλλον δεν διαγράφεται καθόλου φωτεινό.