Η μάχη της Ιταλίας – Σελίδα 2 – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Η μάχη της Ιταλίας

.
Η κοινωνική πολιτική

Περαιτέρω, στο θέμα της κοινωνικής πολιτικής, το σημαντικότερο είναι το «διάταγμα αξιοπρέπειας» (Decreto Dignita) που κατατέθηκε από το υπουργείο εργασίας και από το υπουργείο οικονομικής ανάπτυξης τον Ιούλιο (ερμηνεία) – το οποίο εμπεριέχει πολλές θεσμικές παρεμβάσεις υπέρ των εργαζομένων. Μέσω αυτού του νέου διατάγματος μειώνεται η φτωχοποίηση των εργαζομένων από το βαθμό 100 στο βαθμό 90, σύμφωνα με τον Ιταλό – όπου όμως έχει προξενήσει την οργή του μεγαλύτερου οργανισμού εργοδοτών της χώρας (CONFINDUSTRIA), επειδή εάν αποδείξει κανείς πως η μείωση των μισθών με στόχο την πτώση του κόστους εργασίας ανά μονάδα παραγομένου προϊόντος και την άνοδο της ανταγωνιστικότητας δεν είναι νομοτελειακή, τότε ολόκληρη το δόγμα της ΤΙΝΑ (=δεν υπάρχει εναλλακτική λύση), θα καταρρεύσει.

Το βασικό εισόδημα των 780 € μηνιαία για όλους είναι επίσης ενοχλητικό για την ΕΕ, η οποία εκπροσωπείται στην ιταλική κυβέρνηση από τον υπουργό οικονομικών (πέμπτη φάλαγγα), αφού το κόστος του υπολογίζεται στα 17 δις € ετησίως – όπως επίσης η κατάργηση των συνταξιοδοτικών μεταρρυθμίσεων (15 δις € το χρόνο). Εδώ η ιταλική κυβέρνηση θέλει να υιοθετήσει έναν νόμο που θα ισχύει από τις αρχές του 2019 – το «Δείκτη 100», με βάση τον οποίο θα μπορεί κανείς να συνταξιοδοτηθεί όταν η ηλικία του και τα χρόνια που ήταν ασφαλισμένος είναι στο σύνολο τους 100 (δηλαδή, εάν είναι 60 ετών και έχει ένσημα για 40 χρόνια, άρα συνολικά 100, τότε θα συνταξιοδοτείται στα 60). Κάτι τέτοιο θα μείωνε την ηλικία συνταξιοδότησης εκατομμυρίων εργαζομένων από ένα έως πέντε έτη – ένα ενδεχόμενο που αποτελεί κόκκινο πανί για την ΕΕ, για την πολιτική λιτότητας που επιβάλλει η Γερμανία, για τις αγορές, για τις ελίτ κοκ.

Ένα επόμενο μέτρο είναι η προστασία των εργαζομένων από τις επιχειρήσεις που παύουν να λειτουργούν, μεταφέροντας την παραγωγή τους σε άλλες χώρες – όπως μίας βελγικής πολυεθνικής που έκλεισε το εργοστάσιο της στην Τοσκάνη και μεταφέρθηκε στη Ρουμανία. Επίσης η απαγόρευση της λειτουργίας των καταστημάτων τις Κυριακές, η οποία (λειτουργία) επιβλήθηκε από την τεχνοκρατική κυβέρνηση της χώρας το 2012 – όταν απελευθερώθηκαν εντελώς οι αγορές.

Η εξωτερική πολιτική

Συνεχίζοντας, στην εξωτερική πολιτική δεν υπάρχουν σημαντικές αλλαγές, αφού ο πρόεδρος της χώρας που στηρίζει την ΕΕ έχει τοποθετήσει ως υπουργό εξωτερικών ένα δικό του άτομο – ενώ τα δύο κόμματα της συγκυβέρνησης ασχολούνται με άλλα θέματα. Εν τούτοις υπάρχει (α) ένα ξεκάθαρο όχι στη συμφωνία CETA, στη γνωστή κρυφή παγίδα της παγκοσμιοποίησης (ανάλυση), μαζί με τις υπόλοιπες συμφωνίες (ανάλυση) και (β) η αντίθεση στην επιβολή κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας, όπου όμως δεν έχουν ακολουθήσει πρακτικές ενέργειες, ούτε έχει κατατεθεί κάποιο βέτο στην ΕΕ.

Η μετανάστευση   

Περαιτέρω, η μετανάστευση φυσικά δεν είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα της ιταλικής κοινωνίας, ενώ χρησιμοποιήθηκε πολύ έξυπνα μόνο ως «τροχιοδεικτική γραμμή» προετοιμασίας της σύγκρουσης με την ΕΕ και τη Γερμανία – για να δοθεί η εικόνα της αποφασιστικότητας της νέας κυβέρνησης της χώρας, για την οποία όμως η αιχμή του δόρατος είναι η Οικονομία. Εν τούτοις δεν πρέπει να υποτιμάται, όσον αφορά τις πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις της, ειδικά στην αγορά εργασίας και στους μισθούς – όπου όμως οι νόμιμοι μετανάστες είναι το κύριο πρόβλημα, κυρίως οι Ρουμάνοι.

Η παράνομη μετανάστευση πάντως από την Αφρική, σε κάποιο βαθμό το σύγχρονο εμπόριο σκλάβων, έχει σχεδόν μηδενισθεί – ευτυχώς επίσης οι θάνατοι από πνιγμό στη Μεσόγειο. Δεν πρόκειται όμως για επιτυχία της σημερινής κυβέρνησης, αφού είχε περιορισθεί ήδη από την προηγούμενη – με τη βοήθεια του χρηματισμού, της δωροδοκίας δηλαδή των φυλών της Λιβύης. Το γεγονός ότι ο κ. Salvini συνεχίζει ουσιαστικά την πολιτική του προκατόχου του, δεν αιτιολογεί τις κατηγορίες εναντίον του για ρατσισμό – ενώ οι ενέργειες του, όπως η κατάργηση των ΜΚΟ που θησαυρίζουν με τα χρήματα της ΕΕ και με το εμπόριο των μεταναστών, ενώ απασχολούν κακοποιούς του χείριστου είδους, δεν είναι καθόλου αρνητικές.

Σε κάθε περίπτωση, κατάφερε να κάνει φανερή την υποκρισία ορισμένων χωρών, κυρίως της Ισπανίας και της Γαλλίας – οι οποίες εμφανίζονται μεν ως κήρυκες της ηθικής, αλλά δεν είναι πρόθυμες στην ουσία να φιλοξενήσουν μετανάστες. Εκτός αυτού έφερε στην επιφάνεια την πραγματική φύση της ΕΕ, η οποία είναι ανίκανη να λάβει αποφάσεις που δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντα του γαλλογερμανικού άξονα – ενώ δεν τηρεί τις υποσχέσεις της, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας σε σχέση με τη διαγραφή χρέους το 2012 εάν πετύχαινε πρωτογενή πλεονάσματα ή της αλληλεγγύης με την Ιταλία στο θέμα της μετανάστευσης.

Όσον αφορά τις κατηγορίες εναντίον του, εκ μέρους πολλών ιταλικών και άλλων ΜΜΕ, για απαγωγή του πλοίου Diciotti που έμεινε για μερικές ημέρες αποκλεισμένο στο λιμάνι της Κατάνια, με αποτέλεσμα να δρομολογηθεί μία δικαστική δίωξη από την Εισαγγελία της χώρας, είναι μάλλον υπερβολικές – παρά το ότι ασφαλώς υπέφεραν οι μετανάστες, με δική του ευθύνη.

Φασισμός και ρατσισμός

Συνεχίζοντας, ως φασισμός θεωρείται ουσιαστικά η αντίδραση της κυρίαρχης τάξης απέναντι σε έναν κίνδυνο λαϊκής επανάστασης ή εξέγερσης – κάτι που δεν φαίνεται να υπάρχει σήμερα στην Ιταλία, με εξαίρεση τη «συμπαγή» επίθεση των κυρίαρχων τάξεων στη χώρα και στην Ευρώπη, εναντίον μίας νόμιμα εκλεγμένης κυβέρνησης που αποκαλείται αυθαίρετα και παρουσιάζεται ως φασιστική.

Ουσιαστικά λοιπόν πρόκειται για το ακριβώς αντίθετο του φασισμού με την ιστορική του ερμηνεία – ενώ αυτοί κατηγορούν τη νέα κυβέρνηση είναι οι ελίτ γενικότερα, μαζί με τα αριστερά κόμματα (κάτι που δεν μπορούμε να ισχυρισθούμε για την Ελλάδα, ειδικά μετά την καταστολή της διαδήλωσης στη Θεσσαλονίκη – όπου προωθείται ο εκφασισμός της διακυβέρνησης της, λόγω των φόβων εξέγερσης των Ελλήνων).

Από την άλλη πλευρά, σύσσωμα τα ιταλικά και αρκετά διεθνή ΜΜΕ, ανέφεραν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού πως η Ιταλία έχει καταληφθεί από ένα ρατσιστικό κύμα – το οποίο προκάλεσαν και εξέθρεψαν οι δηλώσεις του κ. Salvini. Βέβαια, ορισμένες απαράδεκτες δηλώσεις του θα μπορούσαν πράγματι να θεωρηθούν ρατσιστικές, αλλά τα διάφορα ρατσιστικά επεισόδια στη χώρα δεν ήταν περισσότερα από ότι συνήθως ή σε σχέση με άλλα κράτη – χωρίς φυσικά να υπάρχει καμία δικαιολογία για αυτά (ενώ στη Γερμανία είναι κατά πολύ πιο πολλά).

Αντικειμενικά τώρα, το θέμα του ρατσισμού είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένο με το θέμα της μετανάστευσης – όπου πράγματι έχει πρόβλημα η «Λίγκα του Βορά», με τις ανακοινώσεις της «Περί μπλοκαρίσματος των μεταναστευτικών ροών + Την εκδίωξη των λαθρομεταναστών». Στην ουσία, η μετανάστευση είναι ένα φαινόμενο του χάους της ανεξέλεγκτης παγκοσμιοποίησης (της εισαγωγής σκλάβων χωρίς δικαιώματα, σαν να πρόκειται για εμπορεύματα), της ληστείας των χωρών του τρίτου κόσμου από τα ισχυρά κράτη της Δύσης και των πολέμων που διεξάγουν – οπότε δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται σαν κάτι θεμελιωδώς καλό, από κανέναν.

Όμως, η «Λίγκα του Βορά» έχει άδικο, όσον αφορά τον τρόπο που αντιμετωπίζει το θέμα – αφού η λύση δεν είναι αυτά που ισχυρίζεται, αλλά «ο έλεγχος των μεταναστευτικών ροών + η ενσωμάτωση των υφισταμένων μεταναστών στην κοινωνία», τηρώντας απαρέγκλιτα της συμφωνία της Γενεύης (Ο.Η.Ε.) σε συνδυασμό με την υιοθέτηση μίας λειτουργικής και αποτελεσματικής μεταναστευτικής πολιτικής (ποσόστωση μεταναστών κλπ.).

Σε κάθε περίπτωση, οι Ιταλοί δεν πιστεύουν τις κατηγορίες περί φασισμού και ρατσισμού που εκτοξεύονται εναντίον της νέας κυβέρνησης, τεκμηριώνοντας πως δεν επηρεάζονται από τα μαζικά πυρά των ΜΜΕ – αφού η στήριξη της συγκυβέρνησης που έλαβε το Μάρτιο το 50% των ψήφων έχει αυξηθεί σήμερα στο 60%, σύμφωνα με τον Ιταλό. Γνωρίζουν λοιπόν πως το μέτωπο της μεγάλης μάχης που διεξάγεται αφορά την Οικονομία και, κυρίως, τον προϋπολογισμό – όπου δεν θα αποφευχθεί η ενδοκυβερνητική σύγκρουση με την πέμπτη φάλαγγα, την οποία έχει τοποθετήσει ο πρόεδρος της χώρας στη διακυβέρνηση της, εν πρώτοις με τον υπουργό οικονομικών.

Στα πλαίσια αυτά, δεν πρόκειται να υπάρξει καμία αλλαγή στην Ιταλία, εάν δεν προηγηθεί η παραπάνω σύγκρουση εντός της κυβέρνησης – αφού οι δυνάμεις της συμπόρευσης με την ΕΕ και της υποταγής στις εντολές της Γερμανίας, δεν θα το επιτρέψουν. Κανένας φυσικά δεν μπορεί να υποθέσει το νικητή, ενώ δεν φαίνεται να είναι πρόθυμο να συνθηκολογήσει το δίδυμο Di Maio-Salvini που ουσιαστικά κυβερνάει την Ιταλία – παρά το ότι θέλει να αποφύγει την ενδοκυβερνητική σύγκρουση.

Η τακτική τους όμως αυτή μάλλον δεν θα επιτραπεί από τους αντιπάλους τους, χωρίς αυτό να σημαίνει πως είναι ισχυρότεροι – αφού δεν έχουν καμία πολιτική εναλλακτική λύση στο Κοινοβούλιο, ούτε την απαιτούμενη συναίνεση για τη διεξαγωγή νέων εκλογών. Ως εκ τούτου αυτό που αναμένεται είναι μία μακροπρόθεσμη περίοδος συγκρούσεων και αστάθειας, ενώ η νέα κυβέρνηση δεν θα κερδίσει τη μάχη εάν δεν στηριχθεί ενεργητικά από τους Πολίτες – σημειώνοντας πως όλα τα υπόλοιπα κόμματα πρέπει να πάρουν ξεκάθαρη θέση, εάν ενδιαφέρονται πραγματικά για την πατρίδα τους.

Επίλογος

Ολοκληρώνοντας, ασφαλώς η Ελλάδα πρέπει να συνταχθεί με την Ιταλία στα θέματα τουλάχιστον της Οικονομίας – ειδικά όσον αφορά την υιοθέτηση ενός φορολογικού νομίσματος, το πάγωμα ενός μέρους των χρεών από την ΕΚΤ και τη μείωση των φόρων, ταυτόχρονα με την κατάργηση των μέτρων λιτότητας (μνημόνια). Το ίδιο ακριβώς οφείλει να κάνει με την Πολωνία, στο θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων/επανορθώσεων που υπολογίζονται στα 280 δις € από την ελληνική Βουλή – έτσι ώστε να μπορέσει να συμψηφίσει έστω τις οφειλές της απέναντι στη Γερμανία.

Σε σχέση τώρα με την «πέμπτη φάλαγγα» εντός της (αντίστοιχης με την ιταλική) ελληνικής συγκυβέρνησης στις αρχές του 2015, οφείλει κανείς να σκεφθεί μόνος του ποια ήταν – ενώ είναι δεδομένο πως η μάχη που χάθηκε τον Ιούλιο, όπως επίσης αυτή του PSI, iήταν το αποτέλεσμα προδοσίας που δεν θα ήταν εφικτή χωρίς την ύπαρξη μίας πέμπτης φάλαγγας πρώτα στην κυβέρνηση και μετά στην κοινωνία, στα ΜΜΕ ή γενικότερα στην κυρίαρχη ελληνική τάξη.

Σε κάθε περίπτωση, η σημερινή κυβέρνηση συνθηκολόγησε το 2015, όπως επίσης όλα τα κόμματα που κυβέρνησαν μετά το 2009, έχοντας μετατραπεί σε ένα είδος γενιτσάρου – ο οποίος εφαρμόζει βασιλικότερα του βασιλιά αυτά που του ζητούνται, υποταγμένος πλήρως στους κυρίους του και χωρίς κανένα απολύτως αντάλλαγμα για τη χώρα. Ως εκ τούτου έχει οδηγήσει στο να πέσουν οι τίτλοι τέλους στην πατρίδα μας – παρά το ότι συνεχίζει να υπάρχει μία αμυδρή ελπίδα, εάν αλλάξει σύντομα διακυβέρνηση με την εμφάνιση ενός εντελώς καινούργιου κόμματος που θα κατάφερνε να στηριχθεί από το σύνολο των Πολιτών, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ στις αρχές του 2015. Διαφορετικά η Ελλάδα θα καταρρεύσει, όσο αισιόδοξος και αν είναι κανείς – αφού ο λογαριασμός έτσι όπως μας παρουσιάζεται, σίγουρα δεν βγαίνει.


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading