Η ψευδαίσθηση της εξόδου από τα μνημόνια – The Analyst
Σχολιασμός Επικαιρότητας

Η ψευδαίσθηση της εξόδου από τα μνημόνια

Το σημαντικότερο όλων είναι ο κίνδυνος που ελλοχεύει: το να μην ευοδωθούν οι προσδοκίες της κυβέρνησης μεσοπρόθεσμα και να αναγκασθεί ξανά η πατρίδα μας να ζητήσει μία τέταρτη δανειακή σύμβαση.

.

Επικαιρότητα

Πριν από κάθε τι άλλο οφείλει κανείς να είναι αντικειμενικός, χωρίς να έχει κομματικές παρωπίδες όσον αφορά την εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας – πόσο μάλλον όταν τόσο η κυβέρνηση, όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση ανήκουν στους υποστηρικτές των μνημονίων, παρά το ότι επρόκειτο τεκμηριωμένα για ένα εκ προμελέτης έγκλημα.

Σχετικά βέβαια με τα λάθη που έγιναν εκ μέρους της Τρόικα, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να παραμένει βυθισμένη στην ύφεση μετά από οκτώ ολόκληρα χρόνια και τρεις θηριώδεις δανειακές συμβάσεις, μοναδικές στα παγκόσμια ιστορικά χρονικά (ο αναιμικός ρυθμός ανάπτυξης του 1,4% για πρώτη φορά το 2017 επιβεβαιώνει αντί να αντικρούει το ότι, η χώρα είναι θύμα της πλέον αποτυχημένης διάσωσης στον πλανήτη), είναι δικαιολογημένα για τα εξής:

(α) ποτέ το ΔΝΤ δεν είχε εφαρμόσει ένα πρόγραμμα σε μία χώρα που δεν είχε το δικό της νόμισμα,

(β) για πρώτη φορά δοκιμάσθηκε η συνταγή της εσωτερικής υποτίμησης, με την Ελλάδα πειραματόζωο και

(γ) είχε απέναντι του τη γερμανική κυβέρνηση που αρνήθηκε την πρόταση του το 2010 για διαγραφή ενός μέρους του ελληνικού χρέους, για να μην διακινδυνεύσουν οι τράπεζες της.

Άλλωστε το ΔΝΤ παραδέχθηκε επανειλημμένα τα λάθη του, τα αποτελέσματα των οποίων ήταν οι τεράστιες ζημίες που προκλήθηκαν στην Ελλάδα – κόστους πάνω από 1 τρις €, ενώ παράλληλα καταστράφηκε ο παραγωγικός της ιστός. Εκτός αυτού βρέθηκε στη σημερινή οδυνηρή κατάσταση, όπου δεν είναι καν σε θέση να προστατεύσει την εδαφική της ακεραιότητα, τα σύνορα της – ενώ έχει εκχωρήσει όλα της τα περιουσιακά στοιχεία στους δανειστές της, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειακών της αποθεμάτων.

Ανεξάρτητα όμως από όλα αυτά, εάν η Ελλάδα δεν είχε την πρόθεση να συγκρουστεί με την Τρόικα, όπως για παράδειγμα η Ουγγαρία που είχε το θάρρος να το κάνει, τότε δεν έπρεπε να είχε εκλέξει ποτέ τη σημερινή συγκυβέρνηση – αφού θα είχε βγει από τις δανειακές συμβάσεις το 2015 με την προηγούμενη κυβέρνηση, έχοντας υποστεί πολύ λιγότερες ζημίες (στα μνημόνια θα παρέμενε, όπως θα συμβεί επίσης μετά τον Αύγουστο του 2018, αφού δεν πρόκειται να καταργηθεί κανένας νόμος, έχουν ήδη ληφθεί νέα μέτρα για το 2019 και 2020, θα συνεχίζεται η υποχρέωση πρωτογενών πλεονασμάτων έως το 2060 όπου όταν δεν θα επιτυγχάνονται θα λαμβάνονται αυτόματα νέα μέτρα κοκ.)

Με απλά λόγια, δεν θα υπήρχε ανάγκη να υπογραφεί η τρίτη δανειακή σύμβαση το καλοκαίρι του 2015, η οποία ουσιαστικά κατοχύρωσε τις δύο προηγούμενες, αφού για πρώτη φορά ψηφίσθηκε από την πλειοψηφία των κομμάτων στη Βουλή – ενώ δεν θα χρεοκοπούσαν οι τράπεζες κοστίζοντας περί τα 40 δις € στους φορολογουμένους, δεν θα είχαν αφελληνισθεί, δεν θα υποχρεωνόταν η χώρα να εκχωρήσει τα πάντα με το ΥΠΕΡΤΑΜΕΙΟ, δεν θα δαπανούνταν τα επί πλέον 45 δις € από την τρίτη δανειακή σύμβαση, η Ελλάδα θα είχε εισέλθει από τότε σε πορεία ανάπτυξης, θα συμμετείχε στο πρόγραμμα ποσοτική χαλάρωσης της ΕΚΤ που μόλις είχε ξεκινήσει κοκ.

Σήμερα πάντως η οικονομική μας κατάσταση είναι πολύ χειρότερη από το 2015, εν πρώτοις όσον αφορά το δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ, το οποίο από 176,8% τότε είναι ήδη στο 186% (γράφημα) – εάν αδιαφορήσει κανείς ως οφείλει για τα πλασματικά πρωτογενή πλεονάσματα (κρυφό χρέος, ανάλυση) που παρουσιάσθηκαν από την κυβέρνηση και αποδέχθηκε η Ευρώπη, έτσι ώστε να διευκολύνει την έξοδο μας στις αγορές και να πάψει να μας δανείζει.

Κάτι ανάλογο ισχύει επίσης για το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο είχε σχεδόν ισοσκελισθεί ενώ σήμερα είναι ξανά αρνητικό (γράφημα) – παρά τη μεγάλη άνοδο του τουρισμού, λόγω των συγκυριών στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου. Όσον αφορά δε το κόκκινο ιδιωτικό χρέος, αφενός μεν αυξήθηκε έκτοτε κατακόρυφα, αφετέρου η άνοδος του επιταχύνθηκε τους τελευταίους μήνες – γεγονός που δεν τεκμηριώνει την εξυγίανση της ελληνικής οικονομίας, όσο αισιόδοξος και αν είναι κανείς.

Ως εκ τούτου η καθαρή έξοδος της χώρας από τις δανειακές συμβάσεις (σε καμία περίπτωση από τα μνημόνια), με την έννοια ότι θα είναι σε θέση στο μέλλον να χρηματοδοτείται μόνη της από τις αγορές με βιώσιμα επιτόκια (=χαμηλότερα από το ρυθμό ανάπτυξης), δεν τεκμηριώνεται από κάποια οικονομική λογική – παρά το ότι θα επιθυμούσαμε να συμβεί, αν μη τη άλλο για να πάψουν οι ελληνικές κυβερνήσεις τη διεθνή επαιτεία και να σταματήσουν να μας εξευτελίζουν με τις δουλοπρεπείς υποκλίσεις τους απέναντι στους πάντες.

Το σημαντικότερο όμως όλων είναι ο κίνδυνος που ελλοχεύει: το να μην ευοδωθούν οι προσδοκίες της κυβέρνησης μεσοπρόθεσμα και να αναγκασθεί ξανά η πατρίδα μας να ζητήσει μία τέταρτη δανειακή σύμβαση. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ήταν καταστροφικό για την Ελλάδα, μεταξύ άλλων επειδή θα έχανε εντελώς την αξιοπιστία της για πάρα πολλά χρόνια – με ανυπολόγιστες συνέπειες για τους Πολίτες της.

Για να αποφευχθεί θα έπρεπε αφενός μεν να προηγηθεί η ελάφρυνση του χρέους της και η στήριξη της ΕΚΤ, αφετέρου να ισχύουν οι ειδήσεις, σύμφωνα με τις οποίες η Ευρώπη θα χρηματοδοτήσει τις χώρες του Νότου (Ιταλία, Ισπανία, Ελλάδα), με σημαντικά ποσά – κάτι με το οποίο δύσκολα θα συμφωνήσει η γερμανική κυβέρνηση, η οποία ποτέ μέχρι σήμερα δεν σκέφθηκε κανέναν άλλο, εκτός από το στενό δικό της συμφέρον.


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading