Η σταδιακή μετατροπή κρατών σε προτεκτοράτα – Σελίδα 2 – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Η σταδιακή μετατροπή κρατών σε προτεκτοράτα

.
Η παγίδα του δανεισμού

Περαιτέρω το κυρίαρχο κόμμα, πάντοτε μέσα στα πλαίσια μίας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, στην προσπάθεια του να ισορροπήσει παραμένοντας στην εξουσία, χωρίς να επιβαρύνει με φόρους ή/και με μειωμένες παροχές/διευκολύνσεις καμία από τις δύο κοινωνικές ομάδες, καθώς επίσης να συντηρήσει τον κομματικό του μηχανισμό, καταφεύγει στο δανεισμό. Δια μέσου του δανεισμού όμως, γίνεται αυτόματα «υποχείριο» του αδρανούς τοκογλυφικού κεφαλαίου – το οποίο ουσιαστικά «παράγεται», προέρχεται δηλαδή, από τις δύο προηγούμενες ομάδες: από τους εργαζομένους (αποταμιεύσεις, συνταξιοδοτικά ταμεία κλπ), καθώς επίσης από τους επιχειρηματίες (κέρδη που μετατρέπονται σε επενδυτικά κεφάλαια).

Όταν τώρα ο «υποχρεωτικός» αυτός δανεισμός ξεπεράσει τα όρια, όταν υπερχρεωθεί δηλαδή το κράτος, τότε η κοινοβουλευτική δημοκρατία φτάνει στο τέλος της. Το τελευταίο κόμμα εξουσίας δεν μπορεί πλέον να αυτοσυντηρηθεί και δεν έχει τη δυνατότητα να «εξυπηρετήσει» καμία από τις δύο βασικές ομάδες της κοινωνίας – πόσο μάλλον τους ξένους διαφθορείς του, παράλληλα με την εμπρόθεσμη αποπληρωμή των υποχρεώσεων του κράτους.

Οι επιλογές της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην περίπτωση αυτή, για την οποία μπορούμε κάλλιστα να βρούμε αρκετά ιστορικά παραδείγματα, σε πολλές χώρες του πλανήτη (εκτός από το πρόσφατο της Ελλάδας) είναι κυρίως, αυτοτελώς ή «σωρευτικά», οι παρακάτω:

(α)  Η υποδούλωση της: H μετατροπή της δηλαδή σε προτεκτοράτο κάποιου άλλου, ισχυρότερου οικονομικά κράτους, το οποίο θα της εξασφαλίζει, έναντι επώδυνων προϋποθέσεων και υψηλών ανταλλαγμάτων, την αποπληρωμή των χρεών της, καθώς επίσης τη διατήρηση της «κοινοβουλευτικής εξουσίας» – όπως συμβαίνει σήμερα με την Ελλάδα, αφού προηγήθηκαν η υπαγωγή της στο ΔΝΤ, τα μνημόνια, το PSI και η πλήρης απώλεια της εθνικής της κυριαρχίας με την τρίτη δανειακή σύμβαση.

(β)  Η υποταγή της στα διεθνή, επιχειρηματικά μονοπώλια: Δηλαδή, στις αγορές και στο Καρτέλ, σε «οργανισμούς» που της εξασφαλίζουν επίσης την αποπληρωμή των χρεών και τη διατήρηση της τυπικής κοινοβουλευτικής εξουσίας – με αντάλλαγμα τη λεηλασία της (όπως συνέβη στη Βραζιλία, στην Πορτογαλία, στην Ιρλανδία αλλά και σε άλλες χώρες). Η συμμετοχή «οργανισμών», συνδίκων πτώχευσης καλύτερα του τύπου του ΔΝΤ εδώ, είναι καθοριστική.

Στην περίπτωση τώρα που δεν συμβαίνουν τα παραπάνω, λόγω ίσως της αντίθεσης των Πολιτών μίας χώρας, της επαναστατικής τους δηλαδή άρνησης υποταγής, τότε έχουμε

(α) είτε τη βίαιη, την «πραξικοπηματική» δηλαδή αντικατάσταση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας από ένα απολυταρχικό σύστημα διακυβέρνησης, πιθανόν σαν αποτέλεσμα της άρνησης πληρωμής των δημοσίων χρεών – ενδεχομένως εσωτερικό (όπως συνέβη στη Ρωσία, όταν αρνήθηκε  την εξόφληση των χρεών της), ή εξωτερικής επιρροής (δικτατορικά καθεστώτα της Αφρικής κλπ),

(β)  είτε την «επαναστατική» μετεξέλιξη της σε μία πραγματική Δημοκρατία – σε ένα σύστημα δηλαδή που η εξουσία ελέγχεται από τους Πολίτες, με δημοψηφίσματα για όλα τα βασικά ζητήματα ενός κράτους, με κληρωτές  επιτροπές ελέγχου του δημοσίου, με Ισολογισμούς του κράτους και των εταιρειών του, με διαφάνεια, με αυτοσυγκράτηση κλπ.

Αυτή η Δημοκρατία όμως δεν μπορεί να λειτουργήσει «καπιταλιστικά», αλλά μόνο μέσα στα πλαίσια μίας «αυθεντικά» ελεύθερης αγοράς – όπου το μέγεθος των επιχειρήσεων διατηρείται περιορισμένο (εταιρείες με ανώτατο αριθμό προσωπικού τα 500 άτομα, με ισχυρή επιτροπή ανταγωνισμού, επίσης «κληρωτή» κλπ). Όσον αφορά το θέμα του χρέους εδώ, αποτελεί πιθανότατα προϋπόθεση η ριζική μείωση του – εάν όχι ο μηδενισμός του, με τη συναίνεση όλων των Πολιτών (ανάλυση). Είναι βέβαια πολύ δύσκολο να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, αφού απαιτεί μεγάλες θυσίες εκ μέρους των ανθρώπων, για τις οποίες δεν είναι συνήθως πρόθυμοι – καθώς επίσης την εκκαθάριση του συστήματος που πολύ σπάνια επιτυγχάνεται ειρηνικά.

Εισοδήματα και δημόσιο χρέος

Ανεξάρτητα τώρα από τα παραπάνω, το πραγματικό εισόδημα «προσδιορίζεται» απλουστευμένα από το ποσοστό του ονομαστικού εισοδήματος, το οποίο διατίθεται είτε για την κάλυψη των καταναλωτικών αναγκών, είτε για «ίδιες» επενδύσεις ή/και για αποταμίευση. Εάν λοιπόν το ποσοστό του ονομαστικού εισοδήματος, το οποίο διατίθεται για την κάλυψη των βασικών καταναλωτικών αναγκών μειώνεται, με την παράλληλη αύξηση αυτού που οδηγείται στην επί πλέον κατανάλωση, στις επενδύσεις και στις αποταμιεύσεις, τότε το πραγματικό εισόδημα καλυτερεύει.

Αντίθετα, η μείωση του πραγματικού εισοδήματος, σαν αποτέλεσμα κυρίως της αύξησης των τιμών ή των φόρων, σημαίνει ότι, ένα μεγαλύτερο ποσοστό του ονομαστικού εισοδήματος διατίθεται για την αγορά βασικών καταναλωτικών αγαθών – οπότε, λιγότερα χρήματα κατευθύνονται στα μη βασικά καταναλωτικά αγαθά, στις αποταμιεύσεις και στις ίδιες επενδύσεις.

Για παράδειγμα, εάν από τα 1.000 € του μισθού μας διαθέτουμε σήμερα τα 200 € για την αγορά των βασικών αγαθών (καλάθι της νοικοκυράς), παραμένουν 800 € για τις υπόλοιπες ανάγκες ή τοποθετήσεις μας. Εάν όμως λίγους μήνες αργότερα υποχρεωθούμε να διαθέσουμε 300 €, με το μισθό μας σταθερό στα 1.000 €, το πραγματικό μας εισόδημα μειώνεται αυτόματα, κατά το ποσόν της αύξησης της δαπάνης (100 € ή 10%). Παραδόξως, οι εργαζόμενοι αποδέχονται αδιαμαρτύρητα τη μείωση του πραγματικού εισοδήματος τους, η οποία επιτυγχάνεται με τη βοήθεια της αύξησης των τιμών – του πληθωρισμού δηλαδή.

46

Οι επενδύσεις τώρα, αυτές δηλαδή που διενεργούνται από τους εκάστοτε επιχειρηματίες, στηρίζονται κυρίως στις αποταμιεύσεις – οι οποίες, μέσω των τραπεζών, οδηγούνται στις επιχειρήσεις, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι οι τράπεζες δανείζουν τις αποταμιεύσεις (αναλυτική ερμηνεία). Το εισόδημα λοιπόν, η κατανάλωση, οι αποταμιεύσεις και οι επενδύσεις συνιστούν ένα αλληλοεξαρτώμενο σύνολο – το οποίο, σε τελική ανάλυση, δημιουργεί συνθήκες ύφεσης (φτώχειας) ή ανάπτυξης (πλούτου) σε μία οικονομία.

Στην περίπτωση βέβαια που ο περιορισμός του πραγματικού εισοδήματος οφείλεται, αφενός μεν στη μείωση του ονομαστικού μισθού (κάτι που ποτέ μέχρι πρόσφατα δεν είχε γίνει αποδεκτό από τους εργαζομένους), αφετέρου στην αύξηση των τιμών, όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να μειώνονται «γεωμετρικά» τόσο η κατανάλωση, όσο οι αποταμιεύσεις και οι επενδύσεις, η κατάσταση γίνεται εκρηκτική. Εάν δε προσθέσει κανείς εκείνο το επί πλέον μέρος του εισοδήματος που κατευθύνεται στην αποπληρωμή υφισταμένων ιδιωτικών χρεών, πυροδοτείται αναμφίβολα μία αλυσιδωτή αντίδραση – με αποτελέσματα που δεν είναι τόσο δύσκολο να προβλεφθούν (στασιμοπληθωρισμός, ανεργία, χρεοκοπίες τραπεζών, κοινωνικές αναταραχές κλπ).

Περαιτέρω, όταν ο πληθωρισμός είναι «δίδυμος», όταν δεν είναι δηλαδή μόνο το επακόλουθο της ανόδου των τιμών των πρώτων υλών (πετρέλαιο κλπ.) και των εμπορευμάτων (σιτηρά κλπ.) αλλά, επίσης, των άμεσων ή έμμεσων φόρων (στα πλαίσια της πολιτικής της Τρόικας στην περίπτωση της Ελλάδας), με στόχο την αντιμετώπιση της υπερχρέωσης του δημοσίου, τα αποτελέσματα είναι καταστροφικά –  αφού τα εισοδήματα συμπιέζονται από πολλές διαφορετικές πλευρές, οπότε η ολοκληρωτική κατάρρευση, η κάθετη πτώση του βιοτικού επιπέδου δηλαδή, των περιουσιακών στοιχείων κλπ., είναι προδιαγεγραμμένη.

Το αποτέλεσμα είναι συνήθως η «επαναστατική κατάλυση» της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, όπως έχουμε ήδη αναφέρει – η οποία θα μπορούσε να αντικατασταθεί είτε από ένα απολυταρχικό καθεστώς (προϊόν κυρίως μίας ενδεχόμενης άρνησης αποπληρωμής των χρεών), είτε από την πραγματική Δημοκρατία (επακόλουθο ενός μηδενισμού ή μίας διαγραφής μεγάλου μέρους του χρέους, με τον παράλληλο, μακροπρόθεσμο διακανονισμό των υπολοίπων, με εφικτές δόσεις και με χαμηλά επιτόκια).

 

Συνεχίστε στη 3η σελίδα (…)

Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading