Παρά το ότι η Γαλλία υπαγόρευε στη Γερμανία την υιοθέτηση μιας αυστηρής πολιτικής λιτότητας το 1930, σήμερα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο – ενώ οι ομοιότητες του παρόντος αδιεξόδου της Ελλάδας, με τη Γερμανία εκείνης της εποχής, είναι εντυπωσιακές
(To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες)
.
Είναι απογοητευτική, εξευτελιστική, τραγική ίσως η αλλαγή ρόλων, όσον αφορά τη Γαλλία, σε σχέση με τη Γερμανία – αφού η σημερινή κατάσταση στην Ευρωζώνη, θυμίζει από πολλές πλευρές τη δεκαετία του 1930 στην Ευρώπη.
Τότε βέβαια ήταν η Γαλλία αυτή που έδινε συμβουλές στη Γερμανία, κατηγορώντας την για υπερβολική σπατάλη και συστήνοντας της λιτότητα. Αντίθετα, σήμερα είναι η Γερμανία αυτή που κυριολεκτικά απαιτεί από τη Γαλλία την άμεση υιοθέτηση μέτρων – όπως τη μείωση των δημοσίων δαπανών, τη δρομολόγηση διαρθρωτικών αλλαγών κοκ.
Με δεδομένο δε τον αδύναμο, ανεπαρκή χαρακτήρα του Γάλλου προέδρου, ελάχιστοι αμφιβάλουν για τη συνέχιση της «πολιτικής των υποκλίσεων» απέναντι στη Γερμανία – όπως επίσης για τη διαδοχή του από το ακροδεξιό, εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα της χώρας, το οποίο στην πραγματικότητα ελάχιστα διαφέρει (εάν), από το αντίστοιχο στην Ελλάδα.
Επιστρέφοντας στην προπολεμική δεκαετία, στα τέλη Μαρτίου του 1930, όταν η τότε μεγάλη συμπαράταξη υπό τον σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο Hermann Müller κατέρρευσε, η συντηρητική γαλλική εφημερίδα «Le Figaro», για παράδειγμα, ανέφερε τα εξής σε ελεύθερη μετάφραση:
.
“Δεν διακρίνονται κανενός είδους ανυπέρβλητες υλικές δυσκολίες, οι οποίες «προβοκάρισαν» το τέλος της μεγάλης συμπαράταξης. Ασφαλώς, η εκτέλεση του προϋπολογισμού είναι δύσκολη υπόθεση, ενώ το δημόσιο έλλειμμα παραμένει ανησυχητικό. Εν τούτοις, θα ήταν δυνατόν, με κάποια μεγαλύτερη «ενεργητικότητα», να θεραπευθεί η βαριά, αλλά σε καμία περίπτωση απελπιστική ή «ανίατη» οικονομική κατάσταση της χώρας.
Για να επιτύχει κανείς αυτό το στόχο, θα έπρεπε να υιοθετήσει ένα εξαιρετικά αυστηρό πρόγραμμα λιτότητας – κυρίως όσον αφορά την κοινωνική ασφάλιση, επειδή έχει μετατραπεί σε ένα «βαρέλι δίχως πάτο». Δυστυχώς, οι σοσιαλιστές δεν θέλουν να ακούν ούτε τη λέξη «εξοικονόμηση» – προτιμώντας να μην κάνουν τίποτα“.
.
Η σημαντικότερη αιτία της αδυναμίας της Γερμανίας εκείνη την εποχή, ήταν το πολύ υψηλό εξωτερικό της χρέος – το ήμισυ του οποίου αφορούσε τραπεζικά δάνεια, ενώ τα υπόλοιπα προέρχονταν από τις πολεμικές επανορθώσεις, για τις ζημίες που προκάλεσε στην Ευρώπη με τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.
Τα ποσά αυτά εκφράζονταν σε δολάρια ή σε χρυσό – γεγονός που σήμαινε ότι, τυχόν μείωση της ισοτιμίας του «αυτοκρατορικού μάρκου», του νομίσματος της Γερμανίας δηλαδή, με στόχο την αναθέρμανση της οικονομίας μέσω της αύξησης των εξαγωγών, καθώς επίσης της μείωσης των εισαγωγών, θα αύξανε σε πολύ υψηλά επίπεδα το χρέος της χώρας.
Κάτι ανάλογο δηλαδή με αυτό που θα συνέβαινε στην Ελλάδα, το χρέος της οποίας είναι σε ευρώ (δημόσιο, τραπεζικό κλπ.), εάν τυχόν, ειδικά μετά το PSI, υιοθετούσε τη δραχμή – η οποία θα υποτιμούταν ακαριαία κατά τουλάχιστον 50%, εκτοξεύοντας το εξωτερικό χρέος στα ύψη (γράφημα).
.
.
Με δεδομένο δε το ότι, το εξωτερικό χρέος της Ελλάδας σήμερα υπερβαίνει το 220% του ΑΕΠ της, ενώ της Γερμανίας το 1930 ήταν της τάξης του 100% του ΑΕΠ, καταλαβαίνει κανείς τον παραλογισμό των «οπαδών της δραχμής». Πόσο μάλλον όταν συνδέουν τη δραχμή με την αθέτηση πληρωμών, η οποία είναι ίσως ένας ακόμη μεγαλύτερος παραλογισμός – για ένα κράτος με το μέγεθος της Ελλάδας, τη γεωπολιτική της θέση, τις εξαρτήσεις της κοκ.
Συνεχίζοντας στη Γερμανία του παρελθόντος, ένα μεγάλο μέρος του εξωτερικού δανεισμού της ήταν βραχυπρόθεσμο – γεγονός που σημαίνει ότι, οι επενδυτές θα απέσυραν αμέσως τα χρήματα τους, εάν η πολιτική κατάσταση στη χώρα παρουσίαζε προβλήματα. Ο υπουργός εξωτερικών δε (Stresemann) είχε αναφέρει το 1928, όταν η οικονομία της Γερμανίας ήταν ακόμη σε καλή κατάσταση, τα εξής:
.
“Το εξωτερικό υπερεκτιμάει τις δυνατότητες της Γερμανίας. Η χώρα δίνει μία εσφαλμένη εντύπωση, όσον αφορά το επίπεδο ευημερίας της. Η οικονομική της κατάσταση είναι μόνο φαινομενικά εξαίρετη.
Στην πραγματικότητα, η Γερμανία χορεύει στην άκρη ενός ηφαιστείου. Εάν καταγγελθεί ο βραχυπρόθεσμος δανεισμός της, τότε θα μπορούσε να καταρρεύσει απότομα ένα μεγάλο μέρος της γερμανικής οικονομίας“.
.
Επομένως, αυτό που απέμενε τότε στη Γερμανία, ήταν ένα και μοναδικό: η υιοθέτηση ενός προγράμματος λιτότητας, σε συνδυασμό με την εσωτερική υποτίμηση – όπως έχει επιβληθεί σήμερα στην Ελλάδα, οι ομοιότητες της οποίας με την τότε Γερμανία, με εξαίρεση φυσικά το μέγεθος και την ισχύ, είναι κάτι περισσότερο από μεγάλες.
To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες (…)