Πως είναι δυνατόν να είναι κανείς υπέρ του γερμανικού ΟΤΕ ή να συμφωνεί με την ιδιωτικοποίηση του μονοπωλιακού κερδοφόρου ΟΠΑΠ και της κοινωφελούς ΔΕΗ; Δεν θα πρέπει να είναι είτε ανόητος, είτε υπηρέτης της διεθνούς ελίτ, για να μην το κατανοεί;
(To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες)
.
Είναι αυτονόητες ίσως οι τεράστιες πιέσεις που ασκούνται στο, φθηνότερο ίσως παγκοσμίως, χρηματιστήριο της Ελλάδας – αφού οι βουλευτές των περισσοτέρων μη υποτελών κομμάτων (πάνω από 120 μέχρι στιγμής) αντιδρούν επιτέλους στις συνεχιζόμενες προσπάθειες λεηλασίας της πατρίδας τους, στην ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ σήμερα, εκ μέρους των διεθνών τοκογλύφων.
Γνωρίζουν βέβαια τι συνέβη με την «πάλαι ποτέ» πάμπλουτη Βραζιλία – η οποία ανήκει πλέον στις φτωχότερες και πιο λεηλατημένες χώρες του πλανήτη, με τα παιδιά της να σκοτώνονται στους δρόμους (άρθρο), από εκείνους που δεν θέλουν να φανεί το πραγματικό πρόσωπο της σκιώδους εξουσίας που κυβερνάει απολυταρχικά τη χώρα.
Οι πιέσεις που ασκούνται στο ελληνικό χρηματιστήριο, αλλά και στις υπόλοιπες πάγιες αξίες (ακίνητα, οικόπεδα, αγροτική γη κλπ.), έχουν προφανώς το λόγο τους – αφού αυτή είναι η μέθοδος των διεθνών τοκογλύφων, όταν θέλουν να επιβάλλουν τις εντολές τους στις χώρες που εισβάλλουν. Στα πλαίσια αυτά, οι πρόσφατες έχουν στόχο την κάμψη των αντιδράσεων των Πολιτών, μέσω της δημιουργίας κλίματος τρομοκρατίας – το οποίο θα ανάγκαζε τους Έλληνες, βουλευτές και Πολίτες, σε «άτακτη υποχώρηση».
Την ίδια στιγμή βέβαια «διασπείρονται» ειδήσεις από ορισμένα διατεταγμένα ΜΜΕ, σχετικά με το πόσο θετική για τη χώρα θα ήταν η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ (!), κατηγορούνται με κάθε θεμιτό ή αθέμιτο τρόπο οι συνδικαλιστές (για τους οποίους δεν έχουμε ούτε εμείς θετική άποψη, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως θεωρούμε ως λύση στο πρόβλημα την εκποίηση της επιχείρησης – ανάλυση μας), απειλείται με χρεοκοπία η χώρα, ενώ έχουμε λάβει ακόμη και μηνύματα από πρόσωπα που προσπαθούν επιχειρηματολογήσουν σχετικά με τα οφέλη της αποκρατικοποίησης – θεωρώντας πως απαιτείται περαιτέρω εμβάθυνση στο θέμα.
Με ποια λογική όμως χρειάζεται αλήθεια μία πολυσέλιδη τεκμηρίωση το αυτονόητο, μεγαλύτερη αυτής που ήδη έχει γίνει (παράδειγμα: ανάλυση); Δεν είναι εύλογο πως οι κοινωφελείς, οι στρατηγικές, καθώς επίσης οι μονοπωλιακές κερδοφόρες επιχειρήσεις πρέπει να ανήκουν στο δημόσιο τομέα, ενώ όλες οι υπόλοιπες στον ιδιωτικό;
Πως είναι δυνατόν να είναι κανείς υπέρ του γερμανικού ΟΤΕ (στρατηγική και κερδοφόρα επιχείρηση), ή να συμφωνεί με την ιδιωτικοποίηση του μονοπωλιακού κερδοφόρου ΟΠΑΠ και της κοινωφελούς ΔΕΗ; Δεν θα πρέπει να είναι είτε εντελώς ανόητος, είτε υπηρέτης της εγχώριας ή της διεθνούς ελίτ, για να μην το κατανοεί;
Ελπίζουμε και ευχόμαστε πάντως να δείξουν επιμονή και υπομονή οι Έλληνες, αμυνόμενοι παράλληλα – να μην τρομοκρατηθούν και να μην πανικοβληθούν, εκποιώντας τη δημόσια και ιδιωτική περιουσία τους όσο-όσο στους ξένους εισβολείς.
Εάν το κάνουν, τότε όχι μόνο η πατρίδα μας θα χρεοκοπήσει και θα εκδιωχθεί από την Ευρωζώνη αλλά, το χειρότερο, θα καταλήξει σαν τη στυμμένη λεμονόκουπα στα σκουπίδια της ιστορίας – ενώ τόσο εμείς, όσο και τα παιδιά μας, θα μετατραπούμε σε «δούλους χρέους» στο διηνεκές, χωρίς καμία απολύτως προοπτική για το μέλλον μας.
Ελπίζουμε και ευχόμαστε επίσης να μην βρεθούν εκείνοι οι Εφιάλτες, οι οποίοι θα οδηγήσουν τους συμπατριώτες τους ερήμην στο ικρίωμα – ή να προσπαθήσουν να εκμεταλλευθούν την εύλογη αντίδραση των Ελλήνων κάποια κόμματα, για να εξυπηρετήσουν τους μικροπρεπείς, ιδιοτελείς τους σκοπούς. Μία χώρα άλλωστε που μάχεται και αμύνεται, έχει ανάγκη από όλα τα παιδιά της – χωρίς κομματικά πρόσημα και με γνώμονα αποκλειστικά και μόνο το εθνικό συμφέρον.
Αυτό άλλωστε μας διδάσκει η ιστορία, πριν από όλα το δράμα της Βραζιλίας, το οποίο υπενθυμίζουμε ξανά παρακάτω – ενώ στο τέλος του κειμένου μας ακολουθούν ορισμένες σημαντικές ειδήσεις.
.
Το δίδαγμα της Βραζιλίας
Το 2001, λιγότερο από τρία χρόνια μετά την παροχή του δανείου εκ μέρους του ΔΝΤ, στις μεγαλουπόλεις της νοτιοανατολικής πλευράς και του κέντρου της Βραζιλίας, είχε ξεσπάσει ένας απίστευτος «ταξικός» πόλεμος, ένας εμφύλιος πόλεμος δηλαδή τεραστίων διαστάσεων – με 40.000 θύματα συμπλοκών και πολυάριθμους βίαιους θανάτους. Το 90% της βίας, η οποία είχε καταλάβει τη χώρα, ήταν το αποτέλεσμα της εξτρεμιστικής φτώχειας, στην οποία είχε «υποχρεωθεί» ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού – μόλις το 10% καταλογιζόταν στο οργανωμένο, διεθνές έγκλημα.
Στο Sao Paulo, οι πάμπλουτοι επιχειρηματίες μετακινιόντουσαν μόνο με ελικόπτερα, ενώ οι απλά ευκατάστατοι πολίτες, με αλεξίσφαιρες λιμουζίνες. Ιδιωτικοί αστυνομικοί, με στρατιωτική εκπαίδευση και οπλισμό, καθώς επίσης τείχη ύψους τουλάχιστον τεσσάρων μέτρων, προστάτευαν τις πολυτελείς κατοικίες, ενώ ακόμη και η πρόσκληση επίσκεψης ενός φίλου της ανώτερης εισοδηματικής τάξης της χώρας, ισοδυναμούσε με πολεμική εκστρατεία.
Για να φτάσει δηλαδή κανείς στο σπίτι κάποιου φίλου του, για να χρησιμοποιήσει τον ανελκυστήρα ή για να εισέλθει σε κάποιον όροφο, ήταν απαραίτητη η γνώση και η χρήση μίας σειράς μυστικών κωδικών, μέσω των οποίων προστατευόταν οι χώροι διαμονής των ευκατάστατων πολιτών. Όλες οι πόρτες των σπιτιών ήταν ειδικά ασφαλισμένες, καλυμμένες με ανθεκτικά μέταλλα και πολλαπλές κλειδαριές, ενώ ακόμη και η μεσαία εισοδηματική τάξη ζούσε σε διαμερίσματα που θύμιζαν χρηματοκιβώτια (πηγή: J.Ziegler).
Το 2002, έτος χρεοκοπίας της Αργεντινής, σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις της κυβέρνησης, από τα 173 εκ. των Βραζιλιάνων, τα 22 εκ. ζούσαν σε συνθήκες πλήρους εξαθλίωσης (με βάση την αντιπολίτευση 45 εκ., ενώ κατά την εκκλησία 55 εκ. πολίτες – πάνω από το 30% του πληθυσμού!). Εξαθλίωση σήμαινε χρόνιο, «βαρύ» υποσιτισμό, ο οποίος οδηγούσε στην ανικανότητα, στην πλήρη αναπηρία και στο θάνατο. Στη Βραζιλία ίσχυε τότε η παροιμία: «Η πείνα κυριαρχεί στα Βόρεια της χώρας – όχι στο Νότο, επειδή εκεί βρίσκονται τα σκουπίδια των πλουσίων».
Στο κέντρο του Sao Paulo, στα σκαλοπάτια του καθεδρικού ναού, συναντούσε κανείς εκατοντάδες φτωχούς και πεινασμένους οι οποίοι, με το άδειο βλέμμα του χρόνια άνεργου, έψαχναν απεγνωσμένα στα σκουπίδια, βυθίζοντας το κεφάλι και τα χέρια τους στις βρώμικες πλαστικές σακούλες, για να βρουν ένα κομμάτι ξερό ψωμί, σαπισμένα λαχανικά, κόκαλα ή άλλα υπολείμματα τροφών. Η ανώτερη «τάξη» της μεγαλύτερης πόλης της Βραζιλίας έγινε ακόμη πιο πλούσια, με αποτέλεσμα οι τενεκέδες των σκουπιδιών της να είναι γεμάτοι – επιτρέποντας στην πληθώρα των φτωχών να αναζητούν εκεί έναν τρόπο παραμονής τους στη ζωή.
To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες (…)