Η Ελλάδα πρέπει να επικεντρώσει τις προσπάθειες της στην εύρεση λύσεων, σχετικά με τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας, ειδικά των μικρομεσαίων επιχειρήσεων – αφήνοντας τις ανούσιες συζητήσεις περί βιωσιμότητας ή μη του χρέους
(To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες)
”Η Ελλάδα κέρδισε από το PSI, ύψους συνολικά 109 δις €, τα 62 δις € – τα οποία ζημίωσαν τους ξένους ιδιώτες επενδυτές. Τα υπόλοιπα 47 δις € ζημίωσαν Έλληνες επενδυτές – κυρίως δε τις τράπεζες. Η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των υπολοίπων, με προνομιακά επιτόκια, υπολογίζεται πως επιβάρυνε τους ξένους επενδυτές με 48 δις € – οπότε η ζημία τους ανέρχεται σε 110 δις €.
Εάν συνυπολογιστεί εδώ η επαναγορά ομολόγων που ακολούθησε, ύψους περί τα 30 δις € έναντι 10 δις €, τότε οι ξένοι επενδυτές ζημιώθηκαν ακόμη με 20 δις € – συνολικά λοιπόν με 130 δις €. Επομένως, η Ελλάδα ωφελήθηκε με ένα ποσόν που υπερβαίνει τα 177 δις € ή το 100% του σημερινού ΑΕΠ της (180 δις €) – συμπεριλαμβανομένης της διαγραφής και της επιμήκυνσης του χρόνου αποπληρωμής των δικών της επενδυτών.
Πρόκειται ασφαλώς για τη μεγαλύτερη διαγραφή στη σύγχρονη ιστορία – ενώ η Βραζιλία των 200 εκ. ανθρώπων ενισχύθηκε από το ΔΝΤ μόλις με 30 δις $, με αντάλλαγμα τη λεηλασία όλων σχεδόν των δημοσίων επιχειρήσεων της (εκτός της Petrobras).
Περαιτέρω, από τα 320 δις € που είναι σήμερα το δημόσιο χρέος (συμπεριλαμβανομένου του ποσού που δόθηκε στις τράπεζες, έναντι του οποίου όμως το κράτος έχει μετοχές στην ιδιοκτησία που, όταν τις πουλήσει, θα εισπράξει τα χρήματα), τα 240 δις € (μετά την εξόφληση των δόσεων που οφείλει ακόμη η Τρόικα), προέρχονται από την Ευρώπη και το ΔΝΤ – ενώ το μέσο επιτόκιο, με το οποίο επιβαρύνεται ολόκληρο το χρέος, υπολογίζεται στο 2,3% (περί τα 7,4 δις € τόκους ετησίως).
Η εξόφληση αυτών των 240 δις €, μειωμένων ενδεχομένως κατά το ποσόν που συμμετείχε το ΔΝΤ (περί τα 58 δις €, τα οποία όμως έχουν αρχίσει να εξοφλούνται λόγω της τριετούς διάρκειας τους), προβλέπεται να επιμηκυνθεί στα 50-70 χρόνια – πιθανότατα με ακόμη χαμηλότερο ή με μηδενικό επιτόκιο. Επομένως, η ωφέλεια για την Ελλάδα θα μπορούσε να είναι σημαντικά μεγαλύτερη – αφού πρόκειται ουσιαστικά για ένα «μερικό πάγωμα» του μεγαλύτερου μέρους του χρέους.
Απομένουν λοιπόν «ανοιχτά» (μη Θεσμικά) περί τα 80 δις €, τα οποία θα μπορούσαν να μειωθούν (πάνω από 30 δις €), όταν το κράτος πουλήσει τις μετοχές των τραπεζών, όπως οι Η.Π.Α. στο πρόσφατο παρελθόν. Ακόμη όμως και έτσι, τα 80 δις € ανέρχονται στο 45% περίπου του σημερινού ΑΕΠ της Ελλάδας (λίγο περισσότερα, εάν αφαιρεθούν οι δόσεις επιστροφής στο ΔΝΤ), οπότε είναι μάλλον «διαχειρίσιμα» – ενώ η έξοδος στις αγορές συμφέρει μεν τις επιχειρήσεις, αλλά όχι το κράτος, εάν το επιτόκιο δανεισμού ξεπερνάει το υφιστάμενο 2,3%
Παράλληλα, ενισχύθηκε το ελληνικό τραπεζικό σύστημα με ρευστότητα από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό ELA, ύψους 138 δις €, με επιτόκιο 2,25% (είχε φτάσει στο 3,25%), η οποία μειώθηκε σήμερα στα 78 δις € – ενώ δανείζεται από την ΕΚΤ με 0,75%. Συμπερασματικά λοιπόν, δεν θα έπρεπε να είναι και δεν είναι τόσο αχάριστοι οι Έλληνες, αν και πλήρωσαν πολύ ακριβά τη διάσωση της χώρας τους”.
.
Άποψη
Με κριτήριο τα παραπάνω, τα οποία είναι σωστά κατά ένα μεγάλο μέρος τους, η συνολική βοήθεια προς την Ελλάδα ξεπέρασε τα 500 δις € – εκ των οποίων κάτι λιγότερο από τα μισά είναι διαγραφές, καθώς επίσης διευκολύνσεις (μειωμένα επιτόκια, λιγότεροι τόκοι κλπ.).
Φυσικά, η βοήθεια δεν ήταν μόνο εκούσια, αλλά και ακούσια – επειδή, τυχόν πτώχευση της Ελλάδας, θα οδηγούσε πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες στη χρεοκοπία, την Ευρωζώνη στη διάλυση της, καθώς επίσης το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα στα όρια του.
Τα ανταλλάγματα βέβαια που προσέφερε η Ελλάδα έναντι είναι τεράστια – με κυριότερα την απώλεια της εθνικής της κυριαρχίας, καθώς επίσης την απάνθρωπη πολιτική λιτότητας που της επιβλήθηκε.
Τα οδυνηρότερα αποτελέσματα τώρα των μνημονίων που υποχρεώθηκε να υπογράψει η Ελλάδα, είναι η καταστροφή του παραγωγικού της ιστού, η τρομακτική ανεργία, η κατάρρευση του συστήματος υγείας (άρθρο), η πιστωτική συρρίκνωση (άρθρο), η πτώση των τιμών των παγίων περιουσιακών της στοιχείων πάνω από 500 δις €, καθώς επίσης η πλήρης εξαθλίωση ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού της.
Πρόκειται ασφαλώς για ένα υπέρογκο τίμημα, ακόμη και αν συμφωνήσει κανείς με το ότι, «δεν υπάρχει πουθενά δωρεάν φαγητό». Δυστυχώς δε, το τίμημα έγινε ακόμη πιο ακριβό, λόγω των επιλογών των κυβερνήσεων της – με πλέον εγκληματική την «εν ψυχρώ θυσία» του ιδιωτικού της τομέα, προς όφελος του δημοσίου, επειδή αποφασίστηκε να επωμισθεί με λιγότερο κόστος το «πελατειακό κράτος» (κάτι με το οποίο όμως δεν φαίνεται να διαφωνεί ούτε η αξιωματική αντιπολίτευση, με τον κρατισμό που τη διακρίνει).
Θα μπορούσε μάλιστα να γίνει «δολοφονικά» πιο ακριβό, εάν συνεχιστεί η λεηλασία του ιδιωτικού της τομέα (υπερβολική φορολόγηση, χαράτσια κλπ.), παράλληλα με την απαίτηση εκποίησης της δημόσιας περιουσίας της – πόσο μάλλον εάν ακολουθήσει επί πλέον (δεν είναι απίθανο να έχει συμφωνηθεί), η «παράδοση» του υπογείου της πλούτου.
Δυστυχώς δεν δόθηκε καμία σημασία στο συγκριτικά πολύ χαμηλό συνολικό χρέος της Ελλάδας (γράφημα), ενώ καμία κυβέρνηση της δεν συνέταξε έναν κρατικό ισολογισμό – στον οποίο να φαίνονται τα δημόσια περιουσιακά στοιχεία της χώρας, αυτά που έχει δηλαδή και όχι μόνο αυτά που οφείλει.
.

Η κατανομή του χρέους κατά είδος – για τις 10 μεγαλύτερες αναπτυγμένες οικονομίες του κόσμου (αριστερή στήλη) και για τις Ευρωζωνικές χώρες που βρίσκονται σε κατάσταση βαριάς ύφεσης (δεξιά στήλη)
.
Περαιτέρω, θα μπορούσε να δει κανείς όλα όσα συνέβησαν από πολλές διαφορετικές οπτικές γωνίες – εξάγοντας λιγότερα θετικά και πολύ περισσότερα αρνητικά συμπεράσματα, όσον αφορά τη διαχείριση της οικονομικής κατάστασης της χώρας.
Δεν πρέπει να ξεχνάει βέβαια πως στη διαχείριση αυτή συμμετείχαν ενεργά τόσο οι αγορές, όσο και ο γαλλογερμανικός άξονας, οι οποίοι από κοινού υποχρέωσαν τον «Εφιάλτη του Καστελόριζου» σε άμεση παραίτηση, όταν τόλμησε να απαιτήσει δημοψήφισμα – κάτι που δεν θα γινόταν ποτέ ανεκτό, αφού αμέσως μετά πολλοί άλλοι λαοί θα ζητούσαν το ίδιο, με αποτέλεσμα να τεθεί σε κίνδυνο η «δικτατορία των αγορών».
Εν τούτοις, όλα αυτά αποτελούν πλέον μακρινό παρελθόν – χωρίς αυτό να σημαίνει πως η Ελλάδα θα πρέπει να πάψει να ασχολείται με τις αιτίες που την οδήγησαν στη χρεοκοπία ή με την εύρεση και την τιμωρία των υπευθύνων. Αυτό όμως που έχει προτεραιότητα σήμερα είναι τα σωστά βήματα προς το μέλλον – η ανάπτυξη ειδικότερα, από την οποία εξαρτάται η επίλυση όλων των υπολοίπων προβλημάτων.
To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες (…)