
Αρχική δημοσίευση: 22 Σεπτ.. 2012 – Τελευταία αναθεώρηση: 21/7/2014
“Κατά τη διάρκεια του 2ου παγκοσμίου πολέμου η γερμανική τράπεζα του Ράιχ (Reichsbank) διατηρούσε ένα πανευρωπαϊκό σύστημα «διακανονισμού πληρωμών» – κάτι ανάλογο με αυτό της ΕΚΤ. Το συγκεκριμένο σύστημα ήταν πολύ λιγότερο ένας μηχανισμός οργάνωσης της κυκλοφορίας των χρημάτων και περισσότερο μία μέθοδος καταναγκαστικής λήψης δανείων από τις κατεχόμενες χώρες, καθώς επίσης από μερικές ουδέτερες.
Σήμερα, η ΕΚΤ οφείλει στη γερμανική κεντρική τράπεζα, από το σύστημα «διακανονισμού πληρωμών» (Target II), 727,2 δις € –ποσόν που της οφείλουν οι κεντρικές τράπεζες των περισσοτέρων άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Επομένως, αν και η συμμετοχή της γερμανικής κεντρικής τράπεζας στο κεφάλαιο της ΕΚΤ (10,76 δις €) είναι μόλις 18,94%, εάν υπολογίσει κανείς το «δάνειο» των 727,2 δις €, θα καταλήξει σε εντελώς άλλα ποσοστά.
Ο διοικητής τώρα της ΕΚΤ αποφάσισε την αγορά βραχυπρόθεσμων ομολόγων των χωρών του Νότου, σε απεριόριστες ποσότητες. Τα ομόλογα όμως αυτά, κυρίως της Ισπανίας και της Ιταλίας, ενδεχομένως και της Γαλλίας, θα αποτελέσουν περιουσιακό στοιχείο της ΕΚΤ, η οποία χρωστάει τεράστια ποσά στην Bundesbank – κατ’ επέκταση στη Γερμανία, αφού η κεντρική τράπεζα της είναι 100% κρατική. Ουσιαστικά λοιπόν, τα ομόλογα θα ανήκουν έμμεσα στη γερμανική κεντρική τράπεζα – άρα θα έχει κυριαρχικά δικαιώματα στις χώρες που τα χρωστούν”.
.
Ανάλυση
Μετά τις τελευταίες αποφάσεις της ΕΚΤ (αγορά βραχυπρόθεσμων ομολόγων σε απεριόριστες ποσότητες), της Fed (QE3, χωρίς χρονικό περιορισμό αγορά ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου αξίας 40 δις $ μηνιαίως, διατήρηση των επιτοκίων στο μηδέν, ανταλλαγή βραχυπρόθεσμων ομολόγων με μακροπρόθεσμα), της Τράπεζας της Ιαπωνίας (αύξηση της ποσότητας χρήματος) κοκ., είναι πλέον εμφανές ότι, οι κεντρικές τράπεζες παίζουν ένα πολύ επικίνδυνο παιχνίδι.
Το «παιχνίδι» αυτό θα μπορούσε εύκολα να εξελιχθεί σε έναν καταστροφικό, παγκόσμιο συναλλαγματικό πόλεμο, με βασικούς αντιπάλους το δολάριο, το ευρώ και το γεν – σε μία μεγάλη οικονομική «σύρραξη», η οποία πιθανότατα θα κατέληγε σε έναν ανεξέλεγκτο πληθωρισμό ή αποπληθωρισμού άνευ προηγουμένου.
“Οι ενέσεις ρευστότητας, τα «μονεταριστικά» ναρκωτικά δηλαδή, επιδρούν μεν ακαριαία, αυξάνοντας κατακόρυφα τη διάθεση των αγορών, δημιουργούν όμως εξάρτηση και παράγουν ναρκομανείς“, αναφέρουν χαρακτηριστικά οι αναλυτές, ανησυχώντας για τους κινδύνους – πόσο μάλλον όταν τα χρήματα δεν καταλήγουν εκεί που θα έπρεπε, στην πραγματική οικονομία δηλαδή, αυξάνοντας τις θέσεις εργασίας, καθώς επίσης δημιουργώντας συνθήκες εξόδου από την κρίση χρέους και την ύφεση (αν και η «παραγωγή ανεργίας» είναι σκόπιμη, αφού μόνο έτσι συμπιέζονται οι αμοιβές των εργαζομένων – ενώ εξουδετερώνονται παράλληλα οι συνδικαλιστικές οργανώσεις τους).
Από την άλλη πλευρά τώρα, τα κίνητρα των κεντρικών τραπεζών είναι διαφορετικά, παρά το ότι οι ενέργειες τους είναι οι ίδιες. Στόχος της ΕΚΤ είναι η μείωση των επιτοκίων σε χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία, οι οποίες δυσκολεύονται να δανειστούν βιώσιμα από τις αγορές – οπότε η κεντρική τράπεζα είναι υποχρεωμένη να επέμβει, αγοράζοντας τα ομόλογα τους. Αντίθετα, στόχος της Fed είναι η αναθέρμανση της αμερικανικής οικονομίας, η αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης και η καταπολέμηση της «υπερβάλλουσας» ανεργίας – αφού οι Η.Π.Α., παρά το ότι είναι εξαιρετικά ελλειμματικές και υπερχρεωμένες, έχουν (ακόμη) τη δυνατότητα να δανείζονται με χαμηλά επιτόκια.
Εν τούτοις, παραμένει αναπάντητη η ερώτηση, σχετικά με την αποτελεσματικότητα των ενεργειών των κεντρικών τραπεζών. “Για πόσον καιρό ακόμη θα επιδρούν τα ναρκωτικά των κεντρικών τραπεζών;“, αναρωτιούνται οι περισσότεροι οικονομολόγοι. “Μήπως σε δύο ή τρία χρόνια θα διαπιστωθεί ότι, τα νέα χρήματα δεν έφτασαν ποτέ στις αγορές, δημιουργώντας μία τεράστια νέα φούσκα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, η έκρηξη της οποίας θα ήταν αδύνατον να αντιμετωπισθεί;“, συμπληρώνεται εύλογα η ερώτηση, χωρίς να υπάρχει καμία δυνατότητα απάντησης της.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί κανείς στην πρώτη παγκόσμια συναλλαγματική σύρραξη, η οποία ξεκίνησε αμέσως μετά τον 1ο παγκόσμιο πόλεμο και τελείωσε λίγο πριν ξεκινήσει ο 2ος – με «υποκινητή» την τράπεζα του Ράιχ, η οποία αγόραζε βραχυπρόθεσμα κρατικά ομόλογα, για να χρηματοδοτήσει τα ελλείμματα και τα χρέη της χώρας της (κάτι που μας θυμίζει τις ενέργειες τόσο της Fed, όσο και της ΕΚΤ σήμερα).
Οι Γερμανοί Πολίτες τότε δεν αντέδρασαν καθόλου – παρά το ότι τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής μείωναν διαρκώς τα πραγματικά εισοδήματα τους, λόγω της αύξησης των τιμών. Στο τέλος, το 1922, η εκτύπωση νέων χρημάτων έφτασε στο ζενίθ της – ενώ το 1923 τυπωνόταν μόνο η μία πλευρά των χαρτονομισμάτων, για να εξοικονομηθεί χρώμα. Η εισαγωγή του κανόνα του χρυσού μεταξύ των ετών 1925 και 1931, οδήγησε στον πρόσκαιρο τερματισμό του συναλλαγματικού πολέμου μέσω των νομισματικών ισοτιμιών – αν και συνεχίστηκε με τους λογαριασμούς σε χρυσό, καθώς επίσης με τα επιτόκια.
Στο ζενίθ αυτής της διαδικασίας, το 1933, ο τότε Αμερικανός πρόεδρος απαγόρευσε την κατοχή χρυσού από τους ιδιώτες – έτσι ώστε να υποτιμηθεί το δολάριο απέναντι στο χρυσό, χωρίς να κερδοσκοπήσουν οι ιδιοκτήτες χρυσού.
Το πώς ακριβώς τελείωσε ο πρώτος συναλλαγματικός πόλεμος, (παρά το ότι εκείνη την εποχή δεν υπήρχε η σημερινή φούσκα χρεών και παραγώγων, η οποία θα μπορούσε να επιταχύνει απίστευτα τη διαδικασία, πολλαπλασιάζοντας την καταστροφή), είναι σε όλους μας γνωστό – με το ξέσπασμα οικονομικών κρίσεων άνευ προηγουμένου, με μαζική ανεργία, με πολιτικές ανακατατάξεις, με κοινωνικές αναταραχές, καθώς επίσης με διακρατικές αντιπαλότητες, οι οποίες οδήγησαν στο 2οπαγκόσμιο πόλεμο.
Στα πλαίσια αυτά, είναι μάλλον εύλογο να αναλύσει κανείς το θέμα της σταθερότητας των τιμών σε κάποιο βαθμό, αφού οφείλει να είναι προετοιμασμένος για το ενδεχόμενο μίας πληθωριστικής έκρηξης άνευ προηγουμένου – κρίνοντας από το ότι, οι σημερινές συνθήκες θυμίζουν εκπληκτικά ανάλογες εποχές από το παρελθόν
To άρθρο αποτελείται από 3 Σελίδες (…)