ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ – Σελίδα 4 – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ

ΟΙ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΟΙ

Τα δεδομένα αυτά της Οικονομίας μας (όχι μόνο της δικής μας, αλλά και πολλών άλλων «δυτικών κρατών», τα οποία όμως δεν εξυπηρετούν (ακόμη) άλλες σκοπιμότητες στη διεθνή σκακιέρα, ήταν προφανώς γνωστά στους κερδοσκόπους. Επίσης γνωστές σε όλους ήταν οι συνέπειες του καθοδικού σπειροειδή κύκλου του δανεισμού, ο οποίος οδηγεί αξιωματικά στην παγίδα ρευστότητας, από την οποία δυστυχώς δεν προβλέψαμε έγκαιρα να ξεφύγουμε, δανειζόμενοι τότε που ήταν ακόμη εφικτό – περιορίζοντας προφανώς ταυτόχρονα τις δαπάνες μας.

 Συνεχίζοντας, σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η προηγούμενη κυβέρνηση μας αποφάσισε να προκηρύξει εκλογές δύο χρόνια σχεδόν πριν από τη λήξη της «θητείας» της – ένα ολοκάθαρο σήμα αδυναμίας για τους «κερδοσκόπους» οι οποίοι, πιθανότατα τότε, άρχισαν να τοποθετούνται «στρατηγικά» στη δική τους «σκακιέρα».

Ενδεχομένως λοιπόν, άρχισαν εκείνη την εποχή να δανείζονται επαυξημένα (οι πρώτες «τοποθετήσεις» τους ξεκίνησαν, όπως είναι ήδη γνωστό, το έτος 2007) ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, πουλώντας τα ανοιχτά (υποτιμητική κερδοσκοπία) και αγοράζοντας με τα χρήματα αυτά (χωρίς να διαθέτουν το παραμικρό κεφάλαιο) ασφάλιστρα κινδύνου (CDS). Με δεδομένο δε ότι, τα ομόλογα ήταν ακριβά (χαμηλή απόδοση) και τα ασφάλιστρα φθηνά (χαμηλά spreads), οι προοπτικές «διπλής απόδοσης» ήταν καταπληκτικές.

Για παράδειγμα, δανειζόμενοι τότε ομόλογα στην τιμή των 100 €, τα πουλούσαν αμέσως, έχοντας τη βεβαιότητα πως, όταν θα έπρεπε να τα επιστρέψουν στους ιδιοκτήτες τους, θα τα αγόραζαν πολύ φθηνότερα (90 €), κερδίζοντας τη διαφορά (10 €). Ταυτόχρονα, με τα έσοδα από την πώληση των δανεικών ομολόγων, αγόραζαν ασφάλιστρα κινδύνου για τα ίδια (CDS), τα οποία τότε κόστιζαν ελάχιστα, για να τα πουλήσουν αργότερα – με κέρδος τη διαφορά από την άνοδο των spreads.

Ίσως οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ πως το «πλεονέκτημα» αυτού του «παιχνιδιού» είναι το ότι, μπορεί να αποφέρει πολύ υψηλές αποδόσεις στους κερδοσκόπους. Ο λόγος είναι πως αυτοί οι «οργανισμοί» μπορούν να καταλάβουν θέσεις πολύ μεγαλύτερες από το ποσόν των χρημάτων που τοποθετούν οι ιδιοκτήτες τους, εφόσον αγοράζουν τις «ανατιμητικές θέσεις» τους (αυτές δηλαδή, για τις οποίες στοιχηματίζουν στην άνοδο – εν προκειμένω τα CDS), με τα χρήματα που μαζεύουν από τη δημιουργία των «υποτιμητικών/ακάλυπτων θέσεων τους (αυτές, για τις οποίες στοιχηματίζουν στην πτώση – εν προκειμένω, τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου).    

Βέβαια αρκετοί υποθέτουν ότι, οι «κερδοσκόποι» δεν προβλέπουν μόνο τα γεγονότα, αλλά και τα προκαλούν. Σε πρώτη φάση λοιπόν, κρατούν απολύτως μυστικές τις τοποθετήσεις τους, έτσι ώστε να παραμείνουν «χαμηλές» οι τιμές αγοράς τους. Στη συνέχεια όμως, οι επιθέσεις τους γίνονται «θορυβώδεις», συνήθως με τη βοήθεια συνεντεύξεων ή άρθρων σε οικονομικά έντυπα και σε ηλεκτρονικά μέσα (ΜΜΕ) – στα οποία «μεγιστοποιούν» και «διατυμπανίζουν» τα οικονομικά προβλήματα, τις «αδυναμίες» δηλαδή του «θηράματος» τους.

 Σύμφωνα τώρα με κάποιους αναλυτές, στην «υποτιμητική» αυτή «καμπάνια» εναντίον μίας χώρας, συμμετέχουν «εναλλασσόμενες» και οι «τρείς αδελφές», οι οποίες «αξιολογούν» «μεθοδικά» αρνητικά το «θύμα» –  οδηγώντας στην πτώση τα ομόλογα του, με την ταυτόχρονη «απογείωση» των ασφαλίστρων κινδύνου.

Προφανώς λοιπόν το «θήραμα» εξωθείται σε έναν ανατροφοδοτούμενο καθοδικό σπειροειδή κύκλο, ο οποίος δυσχεραίνει συνεχώς το δανεισμό του, εκτοξεύοντας ταυτόχρονα τα επιτόκια – προς όφελος όχι πια μόνο των «Hedgefunds», αλλά και των διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τα οποία υπεισέρχονται πολλαπλά στο «παιχνίδι» (σαν πιστωτές του κράτους, σαν αγοραστές ασφαλίστρων δανειακού κινδύνου, σαν πωλητές ομολόγων κοκ).

Η ευθύνη επομένως των πάσης φύσεως κερδοσκόπων (γερμανικών, αμερικανικών, ακόμη και ελληνικών τραπεζών ή επενδυτών) είναι ολοφάνερη, ενώ η καταστροφή μίας χώρας δεν μπορεί να «αιτιολογείται» από την αποκόμιση κερδών – όσο και αν κάτι τέτοιο επιχειρείται να μας «επιβληθεί» στη σκέψη.

Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΜΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

Έχουμε την άποψη ότι η εκλογή της νέας, εύλογα άπειρης κυβέρνησης, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή (τέλη του έτους 2009, εν μέσω εθνικής και διεθνούς κρίσης, λίγο πριν την κατάθεση του ετησίου προϋπολογισμού κλπ), ήταν το «αποφασιστικό» σήμα για τους κερδοσκόπους. Πόσο μάλλον όταν τόσο βιαστικά, σχεδόν έξι μήνες πριν την υποχρεωτική ημερομηνία κατάθεσης των στοιχείων της εξέλιξης του προϋπολογισμού η κυβέρνηση μας, ανακοίνωσε μία τεράστια υπέρβαση του ελλείμματος – χωρίς την άμεση λήψη μέτρων, με τα οποία θα περιοριζόταν δραστικά το έλλειμμα, πριν ακόμη λήξει το οικονομικό έτος.

 Το «παιχνίδι» λοιπόν είχε πλέον στηθεί, με τη χώρα μας να αποτελεί ενδεχομένως το «δούρειο ίππο» μίας «καλυμμένης» επίθεσης στην Ευρωζώνη, η οποία, όχι μόνο θα ωφελούσε τους κερδοσκόπους, αλλά και τις ίδιες τις Η.Π.Α. (το κερδοσκοπικό Κεφάλαιο βέβαια που «στεγάζει» και όχι τους δημοκρατικούς Πολίτες της υπερδύναμης).    

 Η συνέχεια του «δράματος», όσον αφορά την κυβέρνηση μας, ήταν η προσφυγή της στο «μηχανισμό στήριξης», μέρος του οποίου είναι το ΔΝΤ – ο σύνδικος πτώχευσης (προφανώς, κανένας σύνδικος πτώχευσης δεν μπορεί ποτέ να είναι αγαπητός). Ουσιαστικά στο ΔΝΤ καταφεύγει μία χώρα όχι λόγω του υψηλού δημοσίου χρέους της (στην Ιαπωνία ο δείκτης δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ πλησιάζει το 200%, χωρίς να έχει απαιτηθεί η συμμετοχή του ΔΝΤ, ενώ στη Λετονία ήταν μόλις 8,8% του ΑΕΠ το 2007, ενώ προσέφυγε στο ΔΝΤ – πηγή: iq), αλλά ένεκα της αδυναμίας εξυπηρέτησης του. Δηλαδή, όταν δεν έχει τη δυνατότητα να εξοφλήσει τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της – είτε με ίδια μέσα, είτε δανειζόμενη.

Η Ελλάδα εν προκειμένω αποτελεί μία «ιδιάζουσα» περίπτωση, αφού κατέφυγε στο ΔΝΤ πριν ακόμη διαπιστώσει την αδυναμία δανεισμού της. Όπως αναφέρουν τα διεθνή ΜΜΕ δε, «συνθηκολόγησε» χωρίς καν να αντιμετωπίσει τον «εχθρό». Παραλληλίζοντας τώρα τον «οικονομικό» πόλεμο με το «συμβατικό», θα ήταν σαν η κυβέρνηση μας να είχε παραδώσει τη χώρα στον εχθρό, πριν ακόμη πλησιάσει στα σύνορα της – χωρίς να δώσει δηλαδή την παραμικρή μάχη  (γεγονός που μας κάνει να αναρωτιόμαστε, εάν όλοι εμείς οι Έλληνες γίναμε πια «δειλοί» – ένα προφανές «σύμπτωμα» μίας χρόνιας, μη κοπιαστικής  ευμάρειας).   

Περαιτέρω το ΔΝΤ, παρά τα όσα έχουμε αναφέρει αναλύοντας πολλές από τις προηγούμενες δραστηριότητες του, δεν επέβαλλε άμεσα την προσφυγή της χώρας μας, αλλάανταποκρίθηκε στην «πρόσκληση» της Ελληνικής Κυβέρνησης.

 Για όλα αυτά, αλλά και για πάρα πολλά άλλα, στα οποία δεν μας επιτρέπει να αναφερθούμε αναλυτικότερα ένα τέτοιο κείμενο, η σημερινή κυβέρνηση μας κάθε άλλο παρά άμοιρη ευθυνών μπορεί να θεωρηθεί – πόσο μάλλον όταν, στις μέχρι σήμερα κινήσεις της, αλλά και στις τελικές αποφάσεις της, οι οποίες ολοκλήρωσαν την «Ελληνική τραγωδία», διατήρησε την απόλυτη πρωτοβουλία.

ΤΟ «ΜΕΛΛΟΝ» ΥΠΟ ΤΟ ΔΝΤ – ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ «ΑΡΩΓΟ» ΤΟΥ  

 Πριν ακόμη αναφερθούμε στους επομένους «υπεύθυνους», θεωρούμε σκόπιμη την μερική παρουσίαση του μέλλοντος μας, υπό την «αιγίδα» του «Ταμείου». Το ΔΝΤ λοιπόν είναι ο μοναδικός «οργανισμός» παγκοσμίως, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να «διαχειρισθεί» μία χώρα – στη θέση της μέχρι τότε κυβέρνησης της. Απλούστατα δε η «τυπική» κυβέρνηση», εφόσον δεν «συμμορφώνεται» με τις εντολές του, δεν λαμβάνει τις οικονομικές ενισχύσεις, για τις οποίες και το «επέλεξε». Δυστυχώς, ο τρόπος με τον οποίο διοικεί το «Ταμείο» είναι κάθε άλλο παρά «αναπτυξιακός», τουλάχιστον με βάση τη μέχρι σήμερα εμπειρία – ενώ βέβαια δεν υπόκειται σε δημοκρατικές διαδικασίες.

 Το ΔΝΤ, έχοντας ουσιαστικά σαν στόχο την εξόφληση των δανειστών της «υπό κατάληψη» χώρας, περιορίζει τα μέγιστα τις δαπάνες, αυξάνει τη φορολογία (κυρίως των χαμηλών εισοδηματικών τάξεων) και «εκποιεί» δημόσιο πλούτο – έτσι ώστε, αφενός μεν να μην «διογκώνεται» το χρέος από τα ελλείμματα, αφετέρου δε να αποπληρώνεται, τόσο από τη φορολόγηση, όσο και από την πώληση των παγίων του δημοσίου. Όπως είναι κατανοητό, τόσο η μία μέθοδος, όσο και η άλλη, έχουν σαν αποτέλεσμα την ύφεση – άρα τη μείωση του ΑΕΠ. Με δεδομένο τώρα ότι η μείωση του ΑΕΠ αυξάνει το χρέος ως προς το ΑΕΠ, η χώρα εισέρχεται σε ένα ανατροφοδοτούμενο καθοδικό ρεύμα, με άγνωστη κατεύθυνση.

 Σε τελική ανάλυση και με δεδομένο το ότι ένα κράτος θεωρείται οικονομικά υγιές, όταν το δημόσιο χρέος του είναι κάτω από το 50% του ΑΕΠ του, το ΔΝΤ «οφείλει» να μειώσει το δημόσιο χρέος της χώρας μας κατά περίπου 200 δις € (υποθέτοντας αισιόδοξα ότι, το ΑΕΠ μας θα σταθεροποιηθεί στα 200 δις €, από τα 240 δις € σήμερα, καθώς επίσης ότι το συνολικό δημόσιο χρέος μας δεν υπερβαίνει τα 300 δις €). Φυσικά, αυτά τα 200 δις € δεν είναι δυνατόν να προέλθουν μόνο από την μείωση των δημοσίων δαπανών και από την πώληση των «παγίων» (δημοσίων επιχειρήσεων, ακίνητης περιουσίας κλπ) – πόσο μάλλον αφού η «εκποίηση», κάτω από τις σημερινές συνθήκες, πιθανότατα θα είναι της τάξης του 50%, σε σχέση με την κάποτε αξία τους.

 Επομένως, είναι δεδομένη η «φοροδοτική» συμμετοχή των Πολιτών στην αποπληρωμή του δημοσίου χρέους, παρά το ότι δεν είναι αυτοί που το δημιούργησαν, αλλά ούτε και αυτοί που διαχειρίσθηκαν καταστροφικά την κρίση – καθώς επίσης η σημαντική μείωση του βιοτικού επιπέδου τους. Επίσης είναι δεδομένη η υποδούλωση τους, η απώλεια της ελευθερίας και της εθνικής κυριαρχίας τους δηλαδή, αφού ο σύγχρονος «κατακτητής» δεν είναι άλλος από τα δανειακά κεφάλαια, τα οποία τοποθετούν το σύνδικο πτώχευσης για να εισπράξουν τις απαιτήσεις τους.

Περαιτέρω, όπως φαίνεται καθαρά από τους παραπάνω «αριθμούς», η προσφυγή της χώρας μας στο ΔΝΤ δεν είναι σε καμία περίπτωση «εγγύηση» του ότι θα αποφευχθεί τελικά η χρεοκοπία. Πόσο μάλλον όταν, στην περίπτωση που δεν εκπληρωθούν οι απαιτήσεις του ΔΝΤ και της ΕΕ, θα διακοπεί η παροχή των επομένων δόσεων των συμφωνηθέντων δανείων – γεγονός που θα μας οδηγούσε στην αθέτηση (στάση) πληρωμών.

 Αυτό θα είχε σαν αποτέλεσμα την «καταβαράθρωση» των τιμών των ελληνικών ομολόγων, παράλληλα με την εκτίναξη των ασφαλίστρων. Γνωρίζοντας τώρα ότι, οι κυριότεροι ιδιοκτήτες των ελληνικών ομολόγων είναι οι ευρωπαϊκές τράπεζες, οι τεράστιες ζημίες τους θα προκαλούσαν ενδεχομένως «αλυσιδωτές» αντιδράσεις εντός της Ευρωζώνης, ενώ ταυτόχρονα θα καθιστούσαν πάμπλουτους τους «κερδοσκόπους» (οι οποίοι συνήθως μένουν μέχρι το τέλος του παιχνιδιού, αφού τότε μεγιστοποιούνται τα κέρδη τους – έχοντας φυσικά την «κάλυψη» tου ΔΝΤ).   

Ενδεχομένως, τα πλέον πρόσφατα παραδείγματα αθέτησης πληρωμών, αυτά της Ρωσίας (1998) και της Αργεντινής (2001), να δίνουν μία καλύτερη εικόνα. Η απώλεια της αξίας των ομολόγων της Ρωσίας (haircut) ήταν της τάξης του -82%, ενώ της Αργεντινής είχαν χάσει μέσα στις πρώτες 30 ημέρες μετά την αθέτηση πληρωμών το -73% της αξίας τους. Σύμφωνα δε με την Moodys, η οποία ερεύνησε περιπτώσεις συνολικά 13 χωρών, η μέση απώλεια της αξίας των ομολόγων ήταν περίπου -50%.

 Φυσικά, μία πιθανή χρεοκοπία της Ελλάδας, δεν θα είχε μόνο συνέπειες για την ίδια –  πόσο μάλλον αφού είναι μέλος της Ευρωζώνης, ενώ η χρηματοπιστωτική κρίση δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση παρελθόν. Οι κρατικές χρεοκοπίες άλλωστε θεωρούνται σαν εκρήξεις ηφαιστείων – με απρόβλεπτα επακόλουθα για ολόκληρο τον πλανήτη. Επί πλέον, το ΔΝΤ δεν εγγυάται την επιτυχή αντιμετώπιση τα κρίσης, αλλά ούτε και την εξυγίανση των χωρών, στις οποίες καλείται να προσφέρει τις υπηρεσίες του.


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading