Σε σχέση δε με τα CDS γράφαμε στο ίδιο παραπάνω κείμενο μας τα εξής:
“Το άλλο προϊόν, το οποίο βασικά συνέβαλλε στην «επιτυχία» του πρώτου (CDO’S), είναι η ασφάλιση των πιστωτικών κινδύνων (Credit Default Swaps – CDS) και η εξ αυτών δημιουργία νέων προϊόντων (BISTRO). Η τράπεζα που εφεύρε πρώτη το προϊόν αυτό ήταν η JP Morgan, κάπου το 1997. Η ιδέα ήταν απλή στη σύλληψη της. Δόθηκε εν πρώτοις η δυνατότητα σε μία τράπεζα, η οποία δάνειζε έναν πελάτη της, να εξασφαλιστεί έναντι μελλοντικών κινδύνων, ασφαλίζοντας την πίστωση προς τον πελάτη της έναντι ενός ποσού, σε κάποια ασφαλιστική εταιρεία ή σε κάποιο αμοιβαίο κεφάλαιο.
Στην περίπτωση τώρα που ασφάλιζε τις απαιτήσεις της, επιτρεπόταν να μην τις συμπεριλάβει στα λογιστικά βιβλία της (αφού θα τις εισέπραττε σε κάθε περίπτωση), οπότε μπορούσε να διαθέσει τα χρήματα που απελευθερωνόταν έτσι σε άλλα δάνεια (καταλύοντας προφανώς νόμιμα τη νομοθεσία για την επάρκεια των τραπεζικών Κεφαλαίων και τη σχετικότητα τους με τα προσφερόμενα δάνεια).
Η JP Morgan είχε τώρα την ιδέα να συνδέσει τις δύο χωριστές λειτουργίες, τα ασφαλιστήρια δηλαδή και τις τιτλοποιήσεις δανείων, σε μία, δημιουργώντας εξ αυτών ένα καινούργιο σύνθετο (δομημένο) προϊόν: το BISTRO (Broad Index Secured Trust Offering). Το καινούργιο αυτό σύνθετο προϊόν, το οποίο «βαθμολογήθηκε» στην εξέλιξη του δυστυχώς πάρα πολύ καλά (ακόμη και ΑΑΑ) με τη μάλλον «εξαγορασμένη βοήθεια» των μεγάλων οίκων αξιολόγησης (Fitch κ.α.), προωθήθηκε (πουλήθηκε, ρευστοποιήθηκε), εξελίχθηκε σε άλλα παρόμοια (όπως BISTROs από BISTROs κ.ο.κ.), έως ότου σε τελική ανάλυση δεν γνωρίζει κανείς ποιος έχει ασφαλίσει ποιόν, γιατί και από πού θα πληρωθεί στην περίπτωση που πραγματικά χρεοκοπήσει ο ασφαλιζόμενος πελάτης (ακόμη και οι απαιτήσεις έναντι κρατών έχουν ασφαλιστεί με αυτά τα προϊόντα).
Η φούσκα αυτή, η οποία υφίσταται παράλληλα με την πρώτη και δεν έχει ακόμη εκραγεί, είναι κατά πολύ μεγαλύτερη και υπολογίζεται στα 57.325 δις $ το 2008 (για σύγκριση, το παγκόσμιο ΑΕΠ το 2007 ήταν 54.312 δις $), έναντι 6.396 δις $ που ήταν το 2004. Στην περίπτωση που θα εκραγεί, οι τράπεζες μεταξύ άλλων που τυχόν δεν θα πληρωθούν από τις ασφάλειες, θα υποχρεωθούν να επαναφέρουν στους Ισολογισμούς τους τις απαιτήσεις που έχουν «πουλήσει», με αποτέλεσμα να επιβαρυνθούν με ακόμη περισσότερες ζημίες από αυτές που επωμίσθηκαν ήδη, από την έκρηξη της φούσκας των ενυπόθηκων δανείων”.
Σήμερα, σύμφωνα με όσα δημοσιεύονται, τα διάφορα CDS αγοράζονται πλέον από τους κερδοσκόπους, μέσω των μεγάλων τραπεζών και ασφαλιστικών εταιρειών, οι οποίες είναι οι νόμιμοι «διαπραγματευτές» τους. Ουσιαστικά βέβαια πρόκειται για «στοιχήματα» (εν προκειμένω, το «αντικείμενο» τους είναι η χρεοκοπία κάποιας χώρας), τα οποία «εξαργυρώνονται» από τις τράπεζες που τα πουλούν, εάν πράγματι η χώρα χρεοκοπήσει.
Με την ασφάλεια τώρα να κοστίζει ανάλογα με τις μονάδες βάσης (spreads), σημαίνει ότι, για κάθε 1.000.000 € αξίας ομολόγων, τα ασφάλιστρα που απαιτούνται υπολογίζονται ως εξής (Πίνακας Ι):
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Ασφάλιστρα ανά ομόλογο 1.000.000 € και Spread*
Αξία Ομολόγου |
Spread |
Ασφάλιστρο** |
Εγγύηση 10% |
1.000.000 |
100 μβ |
10.000 |
1.000 |
1.000.000 |
200 μβ |
20.000 |
2.000 |
1.000.000 |
300 μβ |
30.000 |
3.000 |
1.000.000 |
1.000 μβ |
100.000 |
10.000 |
* Υπάρχουν διαφορετικού τύπου CDS, καλυμμένα και μη, με διαφορετικά ποσοστά ασφαλίστρων, ενώ είναι τρίμηνης λήξης – 30. Ιουνίου κοκ. Ειδικά τα μη καλυμμένα, θεωρούνται τεράστια απειλή για το σύστημα.
** 1% για κάθε 100 μονάδες βάσης (μβ)
Εάν θέλουμε δηλαδή να ασφαλίσουμε ομόλογα αξίας 1.000.000 € (τα οποία δεν υποχρεούμαστε να έχουμε στην κατοχή μας), τότε, με το spread στις 1.000 μβ (όπως είναι σήμερα το Ελληνικό, από 250 μβ λίγο καιρό πριν), θα πρέπει να διαθέσουμε 100.000 € (μία από τις πολλές περιπτώσεις).
Εν τούτοις, με δεδομένο ότι οι κερδοσκόποι πληρώνουν ακόμη και το 10% της αξίας των ασφαλίστρων σαν εγγύηση, απαιτούνται 10.000 € – προς εξασφάλιση αξίας 1.000.000 €. Δηλαδή, με μία επένδυση ύψους 10.000 €, μπορεί κανείς να εκατονταπλασιάσει τα χρήματα του – εάν φυσικά κερδίσει (με το spread στις 100 μβ, μπορεί να τα κάνει «χιλιαπλάσια»). Προφανώς, το κίνητρο για τους κερδοσκόπους είναι τεράστιο αφού, όπως αναφέρει ο Κ. Μαρξ, το κεφάλαιο «σκοτώνει» για αποδόσεις πάνω από 100% – πόσο μάλλον για τόσο μεγάλες (η σημερινή υποβάθμιση της Ισπανίας, αμέσως μετά την Πορτογαλία και την Ελλάδα, αναδεικνύει καθαρά το τρομακτικό μέγεθος του «παιχνιδιού»)
Συνεχίζοντας, διαπιστώνει κανείς ότι, στην περίπτωση που η ασφαλιζόμενη χώρα χρεοκοπήσει (στάση πληρωμών, αναδιάρθρωση χρεών κλπ), τότε ο κερδοσκόπος κερδίζει 100 φορές το κεφάλαιο που επένδυσε – με τα spreads στις 1.000 μονάδες βάσης. Δηλαδή, «στοιχηματίζοντας» 10.000 € κερδίζει 1.000.000 € – στην περίπτωση που χάνει, τότε η απώλεια του είναι 100.000 €.
Αντίθετα, η τράπεζα που πουλάει τα CDS χάνει 1.000.000 € ανά ασφαλιζόμενο, όταν χρεοκοπήσει η χώρα και κερδίζει 100.000 €, επίσης ανά ασφαλιζόμενο, εφόσον δεν χρεοκοπήσει. Επομένως, η τράπεζα (ασφαλιστική εταιρεία), έχει σε κάθε περίπτωση πολλαπλάσιο ρίσκο, σε σχέση με την απόδοση που επιτυγχάνει, συγκρινόμενη με τον κερδοσκόπο (εάν έχει και η ίδια αντασφαλίσει τον κίνδυνο, είναι εν προκειμένω αδιάφορο, αφού στο τέλος κάποιος μέσα στο σύστημα πληρώνει). Συμπεραίνουμε λοιπόν τα εξής:
(α) Οι (τελικές) τράπεζες δεν θα θέλουν σε καμία περίπτωση να χρεοκοπήσει η Ελλάδα, αφού οι απώλειες τους θα είναι τεράστιες – «αλυσιδωτές», εφόσον συμμετέχουν ασφαλιστές και αντασφαλισμένοι.
(β) Εάν τα ασφαλισμένα ομόλογα είναι υποθετικά ύψους 50 δις €, με μόνο 10 ασφαλισμένους για το κάθε ένα δις € (από τα άνω των 300 δις $ που έχει εκδώσει μόνο η Ελλάδα – η Πορτογαλία και οι υπόλοιπες χώρες πολλαπλασιάζουν το «συστημικό ρίσκο»), καθώς επίσης εάν όλα τα CDS έχουν πουληθεί στις 1.000 μβ, τότε ο κίνδυνος για το «σύστημα» είναι το ελάχιστο 500 δις €, πλην τα ασφάλιστρα.
Επειδή το παράδειγμα είναι αριθμητικά υποθετικό, ο κίνδυνος θα μπορούσε να είναι κατά πολύ μεγαλύτερος – όχι μόνο λόγω του ότι πουλήθηκαν CDS με λιγότερο από 1.000 μβ, ενώ για κάθε ομόλογο υπάρχουν πολλοί ασφαλισμένοι (για παράδειγμα, το ίδιο σπίτι έχει ασφαλισθεί από πολλούς γείτονες, ενώ όλοι θα πληρωθούν από την «τελική» ασφαλιστική εταιρεία), αλλά και ένεκα των ίδιων των δημοσίων ομολόγων που ασφαλίσθηκαν (Πίνακας ΙΙ).
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου
ΧΩΡΑ |
Ομόλογα σε εκ. δολάρια |
Γαλλία |
75.452 |
Ελβετία |
63.966 |
Γερμανία |
43.236 |
Η.Π.Α. |
16.411 |
Μ. Βρετανία |
12.342 |
Ολλανδία |
11.849 |
Πορτογαλία |
10.317 |
Ιρλανδία |
8.506 |
Ιαπωνία |
8.447 |
Ιταλία |
8.381 |
Υπόλοιπες χώρες |
43.693 |
Γενικό σύνολο |
302.600 |
Πηγή: Αναφορά τρίτου τετραμήνου 2009 της διεθνούς τράπεζας
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Σημείωση: Στα γερμανικά ασφαλιστικά ταμεία υπολογίζονται 500 Euro-funds με ελληνικά ομόλογα, ύψους 80 δις €, τα οποία αφορούν πολλούς γερμανούς ασφαλισμένους (πηγή:MM)
(γ) Ο κίνδυνος τώρα για τους κερδοσκόπους είναι πολύ μικρότερος, δηλαδή το ανώτερο στο «παράδειγμα» 5 δις € – ενώ έχουν «επενδύσει» ίσως μόλις το 10% (500 εκ. €).
Με βάση λοιπόν τα δεδομένα αυτά, αναρωτιέται κανείς εάν είναι δυνατόν να ανταπεξέλθει το «σύστημα» (τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες), με τυχόν χρεοκοπία της Ελλάδας – όχι λόγω της απώλειας των ομολόγων (πάνω από 300 δις $), αλλά, κυρίως, λόγω του τεράστιου ποσού των ασφαλίστρων (ενδεχομένως αρκετά τρις €), τα οποία θα έπρεπε υποχρεωτικά να αποδοθούν στους κερδοσκόπους.
Έχοντας δε «νωπό» το παράδειγμα της Lehman Brothers, από την οποία ουσιαστικά «χρεοκόπησε» η AIG (ασφαλίζοντας τα CDO’s – δομημένα προϊόντα ενυπόθηκων δανείων χαμηλής εξασφάλισης), είμαστε της άποψης ότι, η κατάσταση είναι τουλάχιστον εκρηκτική – ότι υπάρχει δηλαδή μία «ασφαλιστική βόμβα μεγατόνων» στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα η οποία, εάν τυχόν εκραγεί, απειλεί να καταστρέψει μέσα σε δευτερόλεπτα μεγάλο μέρος του πλανήτη.
Ολοκληρώνοντας, εάν τυχόν ο συλλογισμός μας είναι αιτιολογημένος και τα μεγέθη είναι αντιπροσωπευτικά (κάτι που φυσικά δεν γνωρίζουμε, αλλά απλά υποθέτουμε), τότε η Ελλάδα αποκλείεται να «αφεθεί στη μοίρα της» – ενώ σε καμία περίπτωση δεν απαιτείται η προσφυγή της σε κανέναν «ξένο κατακτητή», όπως στο ΔΝΤ. Ακόμη περισσότερο, θα ήταν έγκλημα εναντίον των Πολιτών της, αφού αυτοί δεν ευθύνονται για την υπερχρέωση της χώρας τους από την Πολιτική – ενώ η Ελλάδα οδηγείται στη χρεοκοπία όχι λόγω των χρεών της, αλλά λόγω του ότι εμποδίζεται από τους κερδοσκόπους ο δανεισμός της, με φυσιολογικά, για την οικονομική της κατάσταση, επιτόκια.
Το δημόσιο χρέος και το έλλειμμα της Ελλάδας είναι αναμφίβολα μεγάλα προβλήματα, τα οποία όμως δεν είναι σε καμία περίπτωση άλυτα – όχι τουλάχιστον για μία χώρα της Ευρωζώνης, οι Πολίτες της οποίας έχουν συνειδητοποιήσει το πρόβλημα.
Αυτός δε που κινδυνεύει με χρεοκοπία δεν είναι μόνο η Ελλάδα ή οι υπόλοιπες χώρες του Νότου, αλλά μεγάλο μέρος του πλανήτη – κυρίως οι Η.Π.Α., οι οποίες πιθανότατα ασφαλίζουν το «παιχνίδι» των κερδοσκόπων. Ουσιαστικά λοιπόν, από ένα σημείο και μετά, υποθέτουμε ότι θα επιμένουν οι κυβερνήσεις (Ε.Ε., Η.Π.Α. κλπ) να δώσουν δάνεια στην Ελλάδα αφού, διαφορετικά, οι απώλειες τους θα είναι πολλαπλάσιες του συνολικού ποσού του δημόσιου χρέους της χώρας μας.
Ενδεχομένως λοιπόν η ενέργεια του κ. J.C. Trichet, καθώς επίσης του κ. S. Kahn να επισκεφθούν εσπευσμένα το Βερολίνο, με στόχο τη συμφωνία του στο δανεισμό της Ελλάδας, να αποδεικνύει την ορθότητα των συμπερασμάτων μας. Εκτός βέβαια εάν οι γερμανικές τράπεζες δεν συμμετέχουν στο «παιχνίδι», οπότε ίσως η κ. Merkel να επιδιώξει την «έκρηξη», αφού θα είναι προς όφελος των επεκτατικών σχεδίων της (Ευρασία) – αν και υποθέτουμε ότι πολύ δύσκολα θα τοποθετηθεί «εχθρικά» απέναντι στις Η.Π.Α.
Ολοκληρώνοντας, θεωρούμε ότι τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, η χώρα μας δεν έχει κανένα νόημα να ασχολείται έντονα με τα «διαρθρωτικά» προβλήματα της Οικονομίας της, αφού αποτελεί πλέον το «αντικείμενο» ενός τεράστιου κερδοσκοπικού «παιχνιδιού», από το οποίο είναι αδύνατον να ξεφύγει, χρησιμοποιώντας «συμβατικά όπλα». Στο «παιχνίδι» αυτό έχει τη δυνατότητα να αντιδράσει μόνο «συλλογικά» – πόσο μάλλον αφού, τυχόν «απειλή» χρεοκοπίας της, θα προκαλέσει την έκρηξη της μεγαλύτερης ίσως πιστωτικής υπερβολής («φούσκας») στον πλανήτη. Σε κάθε περίπτωση, δεν έχει κανένα λόγο να προσφύγει στο ΔΝΤ – πόσο μάλλον όταν όλοι γνωρίζουμε πλέον τον τρόπο που λειτουργεί.