Η άλωση της Βραζιλίας – Σελίδα 3 – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Η άλωση της Βραζιλίας

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Νικητής των εκλογών του 2002 ανακηρύχτηκε το Εργατικό Κόμμα (Lula da Silva) – μία σημαντικότατη πολιτική αλλαγή για τη Βραζιλία. Ο πρώτος χρόνος της νέας κυβέρνησης, η οποία είχε αποδεχθεί αναγκαστικά, πριν από τις εκλογές, τη συμφωνία με το ΔΝΤ (ενώ ζήτησε νέα βοήθεια από το συνδικάτο, ύψους περί τα 30 δις $), ήταν θετικός – γεγονός που οφείλεται αφενός μεν στην τεράστια υποτίμηση του νομίσματος (σήμερα 1$ = 1,75 Real), η οποία λειτούργησε θετικά στις εξαγωγές της, αφετέρου (κυρίως) στην άνοδο των ενεργειακών τιμών (η Βραζιλία παράγει 1,5 εκ. βαρέλια πετρέλαιο ημερησίως), καθώς επίσης των μετάλλων (μόνο τα αποθέματα σιδήρου που διαθέτει, αρκούν για να καλύψουν τις παγκόσμιες ανάγκες των επομένων 500 ετών).

Σήμερα, η «προικισμένη» με τεράστιο φυσικό, ενεργειακό και ορυκτό πλούτο Βραζιλία, φαίνεται να έχει ξεφύγει από τα προβλήματα του παρελθόντος – αν και συνεχίζει να ανήκει στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, «εξασφαλίζοντας» υψηλότερα επιτόκια στους δανειστές της. Αυτό τουλάχιστον φαίνεται εξωτερικά, εάν επικεντρωθεί κανείς στην «αθρόα» προτίμηση του διεθνούς επενδυτικού κεφαλαίου στο χρηματιστήριο, στα ομόλογα και στις επιχειρήσεις της (οι οποίες πλέον συνεισφέρουν ελάχιστα στα δημόσια έσοδα, ενώ ανήκουν κυρίως στους ξένους «εισβολείς» – αμερικανικές και ευρωπαϊκές  πολυεθνικές).

Μόνο το προηγούμενο έτος, εισέρευσαν στη χώρα 47 δις $ ξένα κεφάλαια, εκ των οποίων το 75% τοποθετήθηκε σε μετοχές – παρά το ότι η κυβέρνηση επέβαλλε ειδικό φόρο 1,5% στις συναλλαγές, για να περιορίσει την είσοδο τους (φοβούμενη πως, όταν ενδεχομένως αποχωρήσουν ξανά μαζικά από τη χώρα, θα δημιουργήσουν ένα ακόμη, μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα στην Οικονομία της). Ο δείκτης τιμών του χρηματιστηρίου του Sao Paulo αυξήθηκε το 2009 κατά 82% – γεγονός που σε συνάρτηση με την ανατίμηση του Real απέναντι στο Ευρώ, απογείωσε κυριολεκτικά τις αποδόσεις του κυρίαρχου του σύμπαντος: του διεθνούς κεφαλαίου.  

«Πίσω από τις γραμμές» βέβαια, στο «παραπέτασμα» καλύτερα (η επιστροφή του δανείου του ΔΝΤ, καθώς επίσης οι τόκοι, κόστισαν τεράστια ποσά στη χώρα – πόσο μάλλον εάν συμπεριλάβει κανείς την υποτίμηση του νομίσματος και την «άλωση» των επιχειρήσεων), η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική. Το ποσοστό του πληθυσμού κάτω από το ελάχιστο όριο της φτώχειας, παρά την αύξηση του ΑΕΠ και την ευημερία (των ξένων «κατακτητών»), παραμένει στο 31% (2007) – με το κατά κεφαλήν εισόδημα των κατοίκων της να πλησιάζει μετά βίας τα 9.700 $ (30.500 $ στην Ελλάδα). Για σύγκριση, τα αντίστοιχα μεγέθη της Αργεντινής, η οποία προτίμησε τη χρεοκοπία το 2002, είναι 23,4% και 13.000 $, παρά τον ασύγκριτα μεγαλύτερο «φυσικό» πλούτο της Βραζιλίας.

Ολοκληρώνοντας, κάποιες από τις μεθόδους του ΔΝΤ, όπως τις αναλύσαμε στην περίπτωση της Βραζιλίας, είναι απλούστατες – τις εφαρμόζει άλλωστε εν μέρει η Γερμανία (στον ιδιωτικό τομέα), ενώ θα μπορούσε και η Ελλάδα μόνη της (χωρίς το ΔΝΤ), εάν φυσικά το επιθυμούσε. Για παράδειγμα, εάν 10 δημόσιοι υπάλληλοι αμείβονται με 100 €, οπότε αντιστοιχούν 10 € στον καθένα, απολύουμε τους 5 και μειώνουμε τη συνολική «δαπάνη» στα 50 €, κρατώντας για τον εαυτό μας (το ΔΝΤ ή η Ελλάδα, για τις επιχειρήσεις και τους πιστωτές) τα υπόλοιπα 50 €.

Έτσι λοιπόν, οι πέντε εναπομένοντες δημόσιοι υπάλληλοι, μοιραζόμενοι τα 50 €, παραμένουν με την ίδια αμοιβή, αλλά υποχρεώνονται (και αποδέχονται υπό το φόβο της απόλυσης) διπλές ώρες απασχόλησης. Ταυτόχρονα, από τα 50 € που «εξοικονομούμε», «επιδοτούμε» με τα 20 € τις επιχειρήσεις, ενώ με τα 30 € εξοφλούμε το δημόσιο χρέος μας. Αδιαφορούμε φυσικά για τους πέντε ανέργους, οι οποίοι καταλήγουν άστεγοι, ψάχνοντας τροφή στα σκουπίδια των πλουσιότερων πλέον επιχειρηματιών,  οι οποίοι όχι μόνο επιδοτούνται, αλλά και «μιμούνται» τα «ΔΝΤ-πρότυπα» (απολύσεις και αυξημένες ώρες εργασίας, με σταθερή αμοιβή). Παράλληλα, μειώνονται οι πληθωριστικές πιέσεις στο εσωτερικό της χώρας, αφού ο κλιμακούμενος αριθμός των ανέργων «περιορίζει» τη ζήτηση.

.

ΤΟ ΔΙΔΑΓΜΑ ΤΗΣ ΒΡΑΖΙΛΙΑΣ

Κατά την άποψη μας, καμία χώρα πλέον δεν μπορεί να αντισταθεί μόνη της (εκτός «αλληλέγγυων» διακρατικών ενώσεων, αποδεδειγμένης συνοχής και μεγέθους), στις κλιμακούμενες, συνεχείς επιθέσεις του αχόρταγου, διεθνούς κεφαλαίου – έτσι όπως αυτές «ενορχηστρώνονται», με τη βοήθεια των οικονομικών και λοιπών «εργαλείων μαζικής καταστροφής» που διαθέτει (εταιρείες αξιολόγησης, Hedge funds, ελεγκτικές επιχειρήσεις, μη κυβερνητικές οργανώσεις, μυστικές υπηρεσίες, ΔΝΤ, Παγκόσμια τράπεζα, πολυεθνικοί γίγαντες, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, CDS, spreads, Wall Street κλπ).

Ενδεχομένως ούτε καν η Ευρωπαϊκή Ένωση, στη σημερινή της «μη συνεκτική» και μη «αλληλέγγυα» μορφή – πόσο μάλλον όταν σχεδόν όλα τα κράτη-μέλη της είναι ουσιαστικά υπερχρεωμένα, ενώ ταυτόχρονα οι Ευρωπαίοι Πολίτες είναι αντιμέτωποι με τον εφιάλτη μίας παγκόσμιας αναδιανομής εισοδημάτων, τεραστίων διαστάσεων.

Όπως φαίνεται λοιπόν, η μοναδική δυνατότητα «επιβίωσης» των κρατών που δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν ως υπερδυνάμεις, στις συνθήκες της σημερινής παγκοσμιοποίησης,  είναι η ειρηνική «συμβίωση» τους – στα πλαίσια διακρατικών ενώσεων ανεξάρτητων μεταξύ τους χωρών, οι οποίες βέβαια στοχεύουν στη μεσοπρόθεσμη, πολιτική ολοκλήρωση τους.

Όμως, η απαιτούμενη «ειρηνική συμβίωση», πόσο μάλλον η Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί, όσο υπάρχουν κράτη που επιδιώκουν έναν ηγεμονικό ρόλο, «εμβολίζοντας» κρυφά τα θεμέλια του «κοινού οικοδομήματος» – με τη βοήθεια ακόμη και του σκόπιμου «διασυρμού», όλων όσων δεν υποτάσσονται στις κυριαρχικές τους «βλέψεις». Επίσης όχι, όσο κάποια άλλα κράτη, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία κλπ, δεν σέβονται τις υποχρεώσεις που, καλώς ή κακώς, έχουν αναλάβει, θέτοντας σε κίνδυνο το κοινό νόμισμα.

Από την άλλη πλευρά, δεν είναι δυνατόν να περιμένει κανείς να πληρώνουν οι Πολίτες τυχόν αδικαιολόγητα σφάλματα των ηγετών τους – πόσο μάλλον των δημόσιων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων τους. Για παράδειγμα, είναι κατά την άποψη μας άδικο να υποχρεώνονται οι Ιρλανδοί να πληρώσουν τα λάθη των τραπεζών τους, αναλαμβάνοντας επισφάλειες της τάξης των 80 δις €. Το ίδιο ισχύει για τους Ισλανδούς, όπως και για τους Γερμανούς, οι οποίοι «ανέλαβαν» εκατοντάδες δισεκατομμύρια χρέη – κυρίως μερικών τραπεζών των επί μέρους ομοσπονδιακών κρατιδίων, οι οποίες διοικούνταν «ασύδοτα» από δημόσιους «λειτουργούς» (ενδεχομένως, ο διασυρμός της Ελλάδας χρησιμοποιείται για αποπροσανατολισμό των Γερμανών Πολιτών, από τις «ατασθαλίες» των δικών τους πολιτικών).

Στο παράδειγμα της Ελλάδας, η οποία οδηγήθηκε από τους «πολιτικούς» της (δημόσιες υπηρεσίες, δήμοι, νομαρχίες κλπ), σε άριστη συνεργασία με «γηγενείς» και ξένους «διαφθορείς», στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, δεν μπορεί επίσης να αναμένει κανείς την επιβάρυνση των Πολιτών της, μέσω της υπερφορολόγησης τους – πόσο μάλλον μέσω της «δήμευσης» ουσιαστικά της ιδιωτικής τους περιουσίας, «μακράν» από τους βασικούς κανόνες της Ελεύθερης Αγοράς (ο όρος «δήμευση» χρησιμοποιείται εδώ, επειδή μόνο έτσι μπορεί να χαρακτηρισθεί η φορολόγηση εκείνης της ακίνητης περιουσίας, η οποία δεν παρέχει έσοδα, καθώς επίσης η επιβάρυνση με τεκμήρια διαβίωσης, με εισφορές ή όποια άλλη ανάλογη).

Περαιτέρω, εάν οι Ευρωπαίοι δεν επιθυμούν τη διαμονή τους σε «οχυρά» που να μοιάζουν με χρηματοκιβώτια (οι πλούσιοι πολίτες – οι πλεονασματικές χώρες), ή την αναζήτηση τροφής στα σκουπίδια (οι φτωχοί – οι ελλειμματικές χώρες), επιτρέποντας στο διεθνές κεφάλαιο και στους «συνοδοιπόρους» του να αλώσουν τα κράτη τους, οφείλουν να αντισταθούν ενεργητικά – δείχνοντας αλληλεγγύη, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες που τους αναλογούν, αντιδρώντας στις «ειρηνικές διεισδύσεις», μηδενίζοντας τη διαπλοκή/διαφθορά, παράγοντας πλούτο και αλληλοβοηθούμενοι, έτσι ώστε να ξεπεράσουν σταδιακά, αλλά όλοι μαζί, τα προβλήματα τους.

Οι εμπειρίες της Βραζιλίας από το ΔΝΤ, τις οποίες περιληπτικά αναφέραμε, έχουν σκοπό να αναδείξουν το είδος της «βοήθειας» που προσφέρεται από τον «κατά συρροή δολοφόνο», όπως συχνά αποκαλείται ο «οργανισμός». Επίσης, τα αποτελέσματα της «βοήθειας» για τον «άμαχο πληθυσμό» – έτσι ώστε να γίνουν περισσότερο κατανοητές οι «ιδιαιτερότητες» της.

Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, θεωρούμε ότι όλοι οι Πολίτες της οφείλουν να ενεργήσουν με έναν τέτοιο τρόπο, ο οποίος δεν θα απαιτεί εξωτερική βοήθεια από κανέναν – ούτε από το ΔΝΤ, ούτε από την ηγεμονική δύναμη της Ευρωζώνης, η οποία αποδυνάμωσε σχεδόν όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, «υπηρετώντας» σταθερά και απαρέγκλιτα την, ουσιαστικά ανάλογη του ΔΝΤ, στρατηγική της «ειρηνικής διείσδυσης».

Η χώρα μας, ευρισκόμενη σε μία πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση, πολύ πιο επικίνδυνη από αυτήν που αντιμετώπισε η Βραζιλία, έχει ένα μοναδικό ίσως «όπλο» το οποίο, αφενός μεν την οδήγησε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, αφετέρου δε μπορεί να βοηθήσει τα μέγιστα στη διάσωση της: τη συμμετοχή της στο χώρο του Ευρώ (η Βραζιλία, εκτός της ζώνης του Ευρώ, χρεοκόπησε  με δημόσιο χρέος κάτω από το 50% του ΑΕΠ της – ποσοστό ελάχιστο, σε σύγκριση με το 120% του δικού μας χρέους επί του ΑΕΠ).

Έτσι λοιπόν, μόνο η παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, σε συνάρτηση με τη λήψη ουσιαστικών μέτρων εξυγίανσης της Οικονομίας της, χωρίς εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες εκ μέρους των Πολιτών της, αλλά και χωρίς καταστροφικούς φόρους που θα οδηγούσαν σε μία ύφεση διαρκείας, μπορεί να της εξασφαλίσει ένα υποφερτό  μέλλον – χωρίς να αναγκασθεί να υποδουλωθεί στη Γερμανία ή να αλωθεί από το διεθνές κεφάλαιο, να εκποιήσει τη δημόσια περιουσία της ή να εγκλωβισθεί για πολλές δεκαετίες στα «δίχτυα της αράχνης» (ΔΝΤ).

Ενδεχομένως η έκδοση εθνικών ομολόγων που από καιρό συζητείται, ομόλογα που, «ενεχυριαζόμενα» από τους αγοραστές τους για τη λήψη δανείων από τις ελληνικές τράπεζες, με στόχο φυσικά τις παραγωγικές επενδύσεις, θα μπορούσαν να πολλαπλασιάσουν το «κυκλοφορούν κεφάλαιο» (για τους ιδιώτες θα σήμαιναν υψηλότερες των επιτοκίων αποδόσεις, οι οποίες θα παρέμεναν εντός της χώρας -, αυξάνοντας τα εισοδήματα και εξ αυτών την κατανάλωση), είναι μία από τις λύσεις που έχει η Ελλάδα στη διάθεση της.  

Η επαναφορά του «θέματος» της Ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, σε μία νέα σύνοδο κορυφής της Κομισιόν (με στόχο την εξασφάλιση της στήριξης της ΕΕ και όχι μόνο του ΕΕ2, της Γερμανίας και της Γαλλίας δηλαδή – φυσικά χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ), θα ήταν επίσης μία ενέργεια – όπως ίσως η «επαναδιαπραγμάτευση» των ληξιπρόθεσμων δανείων και τόκων, έτσι ώστε να αντικατασταθούν με ομόλογα που θα λήγουν αργότερα.

Οι υπόλοιπες δυνατότητες της χώρας μας είναι ακόμη υπαρκτές, χωρίς όμως να επιτρέπεται το παραμικρό λάθος και η ελάχιστη καθυστέρηση εκ μέρους τόσο της κυβέρνησης, όσο και του συνόλου των πολιτών της – ειδικά των συνδικαλιστικών οργανώσεων της.

Στόχος όλων των Ελλήνων οφείλει να είναι η παραγωγή πλούτου, χωρίς την οποία είναι πλέον αδύνατον να αντιστραφεί η «τάση». Στόχος της κυβέρνησης πρέπει να είναι η παραμονή μας στην Ευρωζώνη, ο επιμερισμός «υλικών» ευθυνών σε εκείνους τους «πολιτικούς» και λοιπούς δημόσιους «λειτουργούς» που μας οδήγησαν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, καθώς επίσης η αποφυγή του ΔΝΤ «πάση θυσία» το αντίθετο θα της (μας) καταλογιζόταν σαν μία τεραστίου μεγέθους εγκληματική ενέργεια εις βάρος της Ελλάδας.


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.