Η ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Η ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος

.

Η ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος βοηθάει στην εκτίμηση της υγείας και της ζωτικότητας μίας οικονομίας – όπου η υψηλή ταχύτητα συνδέεται συνήθως με μία υγιή οικονομία που αναπτύσσεται, ενώ η χαμηλή με την ύφεση και τη συρρίκνωση της. Στην Ελλάδα, το ΑΕΠ αυξήθηκε μαζί με τον πληθωρισμό στα 210 δις € περίπου το 2022, ενώ η Μ2 διαμορφώθηκε ανοδικά στα 237 δις €, πλησιάζοντας στα επίπεδα του 2009. Το γεγονός αυτό σημαίνει πως η ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος συνέχισε να μειώνεται, στα 0,89 περίπου – κάτι που δεν είναι θετικό για την εξέλιξη του ρυθμού ανάπτυξης.

.

Ανάλυση

Σε μία ανάλυση μας από τις 25 Μαρτίου του 2021 (πηγή), γράφαμε τα παρακάτω – προβλέποντας πως η μοναδική λύση των ΗΠΑ, με κριτήριο την πτώση της ταχύτητας κυκλοφορίας του χρήματος, ήταν ο πόλεμος.

Όπως αναφέραμε, η προσφορά χρήματος είναι το νόμισμα και τα υπόλοιπα ρευστά χρήματα στην  οικονομία μίας χώρας, κατά την ημέρα της μέτρησης τους – ενώ συμπεριλαμβάνει τα μετρητά και τις καταθέσεις που μπορούν να χρησιμοποιηθούν τόσο εύκολα, όσο τα μετρητά. Οι κυβερνήσεις εκδίδουν χαρτονομίσματα και κέρματα, μέσω ενός συνδυασμού των κεντρικών τραπεζών και των ταμειακών τους αποθεμάτων – ενώ οι ρυθμιστικές αρχές των τραπεζών επηρεάζουν την προσφορά χρήματος που διατίθεται στον πληθυσμό, μέσω των απαιτήσεων που τίθενται στις εμπορικές τράπεζες για τη διατήρηση αποθεματικών κεφαλαίων, για τον τρόπο επέκτασης της πίστωσης και άλλων κανονισμών.

Μία οικονομία ελέγχεται μέσω της αύξησης ή μείωσης της προσφοράς χρήματος, καθώς επίσης μέσω των επιτοκίων – με επιπτώσεις στο επίπεδο των τιμών, στον πληθωρισμό και στους επιχειρηματικούς κύκλους. Η αύξηση της προσφοράς χρήματος συνήθως μειώνει τα επιτόκια που με τη σειρά τους στηρίζουν την άνοδο των επενδύσεων και την κατανάλωση – όπου οι επιχειρήσεις αυξάνουν την παραγωγή για να ικανοποιήσουν τη μεγαλύτερη ζήτηση, οπότε δημιουργούνται περισσότερες θέσεις εργασίας. Όταν μειωθεί η ποσότητα (προσφορά) χρήματος ή ο ρυθμός ανάπτυξης, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.

Ιστορικά η μέτρηση της προσφοράς χρήματος απέδειξε πως υπάρχουν σχέσεις μεταξύ αυτής, του πληθωρισμού και της εξέλιξης των τιμών – κάτι που όμως έχει αλλάξει μετά το 2000, όπου οι σχέσεις αυτές έχουν γίνει ασταθείς, μειώνοντας την αξιοπιστία τους ως βασικό οδηγό για την ασκούμενη νομισματική πολιτική.

Υπάρχουν διάφοροι τρόποι μέτρησης της προσφοράς χρήματος που ταξινομούνται γενικά με το γράμμα «Μ» – όπως η Μ0, Μ1, Μ2 και Μ3. Το Μ1 περιλαμβάνει τα μετρητά χρήματα που κυκλοφορούν και άλλα ισοδύναμα χρημάτων που μπορούν εύκολα να μετατραπούν σε μετρητά – ενώ ο κυριότερος δείκτης ως προς τη χρησιμοποίηση του είναι ο Μ2 που συμπεριλαμβάνει τον Μ1, συν τις καταθέσεις όψεως, συν τα κεφάλαια των χρηματαγορών (money market funds). Ο Μ3 συμπεριλαμβάνει τον Μ2, συν τις μακροπρόθεσμες καταθέσεις – ενώ δεν έχει πια χρήση στις Η.Π.Α., όπου ο κυριότερος δείκτης είναι πια ο MZM (money with zero maturity, χρήματα με μηδενική ωριμότητα/λήξη).

Εν προκειμένω, ο MZM συμπεριλαμβάνει χαρτονομίσματα και κέρματα που κυκλοφορούν, ταξιδιωτικές επιταγές με εκδότες μη τράπεζες, καταθέσεις όψεως, άλλες ελεγχόμενες καταθέσεις, καταθέσεις ταμιευτηρίου και όλα τα κεφάλαια της χρηματαγοράς. Με βάση αυτόν το δείκτη υπολογίζει την ταχύτητα χρήματος – το πόσο συχνά δηλαδή τα χρήματα αλλάζουν χέρια μέσα σε μία οικονομία, ενώ η ταχύτητα αυτή αποτελεί μία αποδεδειγμένη ένδειξη πληθωρισμού.

Η ταχύτητα του χρήματος

Συνεχίζοντας, η ταχύτητα του χρήματος βοηθάει στην εκτίμηση της υγείας και της ζωτικότητας μίας οικονομίας – όπου η υψηλή ταχύτητα συνδέεται συνήθως με μία υγιή οικονομία που αναπτύσσεται, ενώ η χαμηλή με την ύφεση και τη συρρίκνωση της. Ο ορισμός της ταχύτητας χρήματος είναι ο εξής: «Η ταχύτητα του χρήματος είναι η συχνότητα με την οποία μία μονάδα νομίσματος χρησιμοποιείται για την αγορά αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται στο εσωτερικό, εντός μιας δεδομένης χρονικής περιόδου» (πηγή).

Με απλά λόγια, είναι ο αριθμός των φορών που ένα ευρώ δαπανάται για την αγορά αγαθών και υπηρεσιών ανά μονάδα χρόνου – όπου, εάν η ταχύτητα του χρήματος αυξάνεται, τότε πραγματοποιούνται περισσότερες συναλλαγές μεταξύ ατόμων σε μια οικονομία και το αντίθετο. Ο υπολογισμός της ταχύτητας χρήματος δε, γίνεται μέσω της διαίρεσης του ΑΕΠ με την ποσότητα χρήματος – συνήθως με την Μ2.

Ταχύτητα χρήματος = ΑΕΠ ./. Ποσότητα χρήματος Μ2

Οι οικονομίες τώρα που έχουν υψηλότερη ταχύτητα χρήματος σε σχέση με τις άλλες, τείνουν να είναι πιο ανεπτυγμένες – σημειώνοντας πως όταν μία οικονομία αναπτύσσεται, οι επιχειρήσεις και οι καταναλωτές τείνουν να ξοδεύουν πιο εύκολα χρήματα αυξάνοντας την ταχύτητα κυκλοφορίας τους, ενώ συμβαίνει το αντίθετο όταν μία οικονομία συρρικνώνεται.

Εν προκειμένω, είναι γνωστό το παράδειγμα που ένας ξενοδόχος νοικιάζει το δωμάτιο του για 50 € και χρησιμοποιεί αυτά τα 50 € για να πληρώσει το μανάβη που στη συνέχεια με τα 50 € αγοράζει τρόφιμα κοκ. – όπου λοιπόν με τα ίδια 50 € έγιναν συναλλαγές 150 €, παρά το ότι όλα τα άτομα είχαν 50 €. Επομένως η ταχύτητα χρήματος εδώ είναι 150./.50 = 3. Φυσικά πρόκειται για μία υπεραπλούστευση, όσον αφορά την ταχύτητα του χρήματος – η οποία χρησιμοποιείται σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα, ως ένα μέτρο της συναλλακτικής δραστηριότητας για ολόκληρο τον πληθυσμό μίας χώρας, με τον παραπάνω τύπο. Το χρηματικό απόθεμα τώρα μίας οικονομίας, επίσης απλουστευμένα, είναι το άθροισμα των χρημάτων στο σύστημα – όπως τα εμπορεύματα σε ένα κατάστημα.

Περαιτέρω, υπάρχει ένα μέρος του ορισμού της ταχύτητας του χρήματος που πολύ συχνά παραβλέπεται, ενώ το έχουμε υπογραμμίσει: το ότι η ταχύτητα χρήματος αφορά την αγορά αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται στο εσωτερικό, εντός μιας δεδομένης χρονικής περιόδου. Επομένως, όλες οι συναλλαγές που καταλήγουν σε προϊόντα που εισάγονται, δεν υπολογίζονται.

Ποσότητα χρήματος (μπλε στήλες, αριστερή κάθετος) και ΑΕΠ (διακεκομμένη γραμμή, δεξιά κάθετος) στην Ελλάδα.

Στο παράδειγμα της Ελλάδας, η ποσότητα χρήματος Μ2 το 2009/10 ήταν 260 δις $, όπως φαίνεται στο γράφημα, ενώ το ΑΕΠ της περί τα 330 δις $ – οπότε η ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος 330./.250 = 1,32. Από το 2010 έως το 2012 η ποσότητα χρήματος Μ2 μειωνόταν με ρυθμό μεγαλύτερο του ΑΕΠ, μετά αυξήθηκε λίγο και κατέρρευσε ξανά μετά το 2015 – ενώ έκτοτε άρχισε να αυξάνεται με ρυθμό μεγαλύτερο του ΑΕΠ, φτάνοντας το Δεκέμβρη του 2020 στα 207 δις $ έναντι ΑΕΠ περίπου 200 δις $ (€:$ 1,20). Επομένως, η ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος ήταν 200./.207 = 0,97 – γεγονός που σημαίνει πως έχει κυριολεκτικά καταρρεύσει, ενώ σε γενικές γραμμές ακολουθεί το ΑΕΠ.

Ποσότητα χρήματος – ΑΕΠ Ρουμανία

Παίρνοντας τώρα ένα άλλο παράδειγμα, τη Ρουμανία που έχει το δικό της νόμισμα, το 2009 η ποσότητα χρήματος Μ2 ήταν περί τα 170 δις Λεβ και το ΑΕΠ της 180 δις $. Το 2020 η Μ2 ήταν 487 δις Λεβ (117 δις $), τριπλάσια δηλαδή από το 2009 και το ΑΕΠ της περί τα 255 δις $ και άρα 1,5 φορές παραπάνω – οπότε η ταχύτητα κυκλοφορίας σε δολάρια 255./.117 = 2,18 (γράφημα). Λογικά λοιπόν είναι μία χώρα που αναπτύσσεται – έχοντας ξεπεράσει κατά πολύ την Ελλάδα.

Ποσότητα χρήματος – ΑΕΠ Η.Π.Α.

Στις Η.Π.Α. τώρα, το ΑΕΠ τους έχει αυξηθεί 6,5 φορές από την αφετηρία της παγκοσμιοποίησης, της χρηματιστικοποίησης και του νεοφιλελευθερισμού το 1981 (ανάλυση), ενώ η ποσότητα χρημάτων κατά 12 φορές (γράφημα). Από το 2009 δε η ποσότητα χρήματος διπλασιάσθηκε, πριν ακόμη την πανδημία – περισσότερο από το ΑΕΠ τους που είχε μία αναιμική άνοδο. Στην ουσία δηλαδή δεν σημειώθηκε μία εκρηκτική ανάπτυξη, παρά το διπλασιασμό της ποσότητας χρήματος.

Ταχύτητα κυκλοφορίας χρήματος

Η αιτία είναι η κατακόρυφη μείωση της ταχύτητας κυκλοφορίας του χρήματος η οποία, στην εποχή της ευημερίας, στις δεκαετίες του 1960 και 1970, είχε φτάσει το 1,8 αυξανόμενη στο 1,9 το 1981 – όπου λόγω πληθωρισμού είχε νόημα να ανταλλάσσει κανείς τα χρήματα του με αγαθά και με υπηρεσίες αφού έχαναν σε αγοραστική δύναμη. Το 1997 έφτασε στο 2,19 με την άνοδο του διαδικτύου – ενώ έκτοτε η ταχύτητα κυκλοφορίας μειώνεται συνεχώς, φτάνοντας στο 1,13 (γράφημα, πηγή).

Όπως και στην Ελλάδα λοιπόν, η αύξηση της ποσότητας χρήματος συνοδεύθηκε από την κατάρρευση της ταχύτητας κυκλοφορίας του – γεγονός που σημαίνει πως τα νέα χρήματα που δημιουργούνται είτε οδηγούνται στο εξωτερικό για εισαγωγές αγαθών που δεν παράγουν οι Η.Π.Α., είτε αποθηκεύονται κάπου, όπως στα χρηματιστήρια, αντί να ανταλλάσσονται με προϊόντα και με υπηρεσίες που παράγονται στην εγχώρια αγορά.

Μεγέθη του 2022

Εξέλιξη της ποσότητας χρήματος στην Ελλάδα

Ολοκληρώνοντας, έχει ενδιαφέρον το πώς εξελίχθηκαν τα παραπάνω το 2022 – όπου, ξεκινώντας από την Ελλάδα, το ΑΕΠ της αυξήθηκε μαζί με τον πληθωρισμό στα 210 δις € περίπου, ενώ η Μ2 διαμορφώθηκε ανοδικά στα 237 δις € (πηγή), πλησιάζοντας στα επίπεδα του 2009 (γράφημα), σημαντικά υψηλότερη από το ΑΕΠ. Το γεγονός αυτό σημαίνει πως η ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος συνέχισε να μειώνεται, στα 0,89 περίπου – κάτι που δεν είναι θετικό για την εξέλιξη του ρυθμού ανάπτυξης, πόσο μάλλον όταν σε συνθήκες πληθωρισμού η ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος θα έπρεπε να αυξάνεται, αφού μειώνεται η αγοραστική του αξία.

Στις ΗΠΑ, αντίθετα, η ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος αυξήθηκε στο 1,226 το τέταρτο τρίμηνο του 2022 (πηγή), ενώ, σε αντίθεση με την Ελλάδα, η Μ2 ήταν καθοδική (πηγή), παραμένοντας χαμηλότερη από το ΑΕΠ  – κάτι που είναι θετικό για την εξέλιξη του ρυθμού ανάπτυξης τους, αν και μάλλον η άνοδος του πληθωρισμού την ενίσχυσε.

Όσον αφορά δε μία άλλη επιτυχημένη χώρα, την Ιρλανδία, το ΑΕΠ της ήταν στα 475 δις € το 2022 (πηγή, περί τις δυόμιση φορές δηλαδή υψηλότερο από το ελληνικό, παρά το ότι ο πληθυσμός της είναι ο μισός, 5 εκ.), ενώ η Μ2 της ήταν 343 δις € – οπότε η ταχύτητα κυκλοφορίας ήταν 1,38.

Εν προκειμένω, εάν είχε την ίδια ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος η Ελλάδα με την Ιρλανδία, το ΑΕΠ της θα ήταν στα 290 δις € – γεγονός που σημαίνει με τη σειρά του πως υπάρχουν πολλά «πεθαμένα χρήματα» στη χώρα μας, όπως φαίνεται άλλωστε από τη διαφορά μεταξύ καταθέσεων και χορηγήσεων το πρώτο εξάμηνο του 2022, ύψους 69 δις €* (γράφημα). Εδώ πρόκειται για χρήματα που δεν επενδύονται και δεν παράγουν ΑΕΠ – σημειώνοντας πως οι ελληνικές τράπεζες έχουν δανεισθεί περί τα 50 δις € από την ΕΚΤ, με αρνητικά ή μηδενικά επιτόκια.

Τεκμηριώνεται επίσης πως ο πληθωρισμός δεν οφείλεται στην ποσότητα του χρήματος, αφού εξουδετερώνεται από τη μείωση της κυκλοφοριακής του ταχύτητας – σύμφωνα με την παρακάτω εξίσωση της ποσοτικής θεωρίας του χρήματος:

Ποσότητα χρήματος Χ Ταχύτητα κυκλοφορίας = Τιμές Χ Ποσότητα παραγομένων αγαθών και υπηρεσιών.

Οφείλεται κυρίως στη μείωση της προσφοράς, λόγω του πολέμου της Ουκρανίας, στις αυξήσεις των τιμών της ενέργειας και στα προβλήματα των αλυσίδων εφοδιασμού – ενώ οι γενικότεροι παράγοντες είναι η ζήτηση, η προσφορά, το κόστος και οι συναλλαγματικές ισοτιμίες.

*Υστερόγραφο: Εάν δάνειζαν οι τράπεζες τα 69 δις € που περισσεύουν από τις καταθέσεις σε παραγωγικές επενδύσεις (αν και δεν έχουν σχέση τα δάνεια με τις καταθέσεις), θα μπορούσε να παραχθεί ένα ανάλογο ΑΕΠ, να μειωθούν οι εισαγωγές και να αυξηθούν οι εξαγωγές – οπότε ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας μας θα ήταν κατακόρυφος. Δυστυχώς όμως δεν το κάνουν, παρά το ότι έχουν διασωθεί πολλές φορές από τους φορολογουμένους – ενώ η κυβέρνηση αδυνατεί να τους το επιβάλει. Ακόμη χειρότερα, σπατάλησε 50 δις € για τα αχρείαστα lockdowns στην κατανάλωση – αντί να στηρίξει τις επενδύσεις και να κλείσει το τεράστιο επενδυτικό μας κενό που υπερβαίνει τα 150 δις € (επενδυτικό κενό = ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου που δεν κάλυπταν τις αποσβέσεις).


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading