.
Είναι αλήθεια τόσο δύσκολο να κατανοήσουν οι κυβερνήσεις μας πως η επίλυση του νούμερο ένα προβλήματος της χώρας μας, του εμπορικού της ελλείμματος, μέσω της στήριξης της εγχώριας παραγωγής, θα αύξανε εκθετικά το ΑΕΠ μας, σωστά και όχι με αλχημείες, αφού αποτελεί τον τέταρτο συντελεστή του; Ειδικότερα, το ΑΕΠ μας είναι το σύνολο της κατανάλωσης, των ιδιωτικών επενδύσεων, των δημοσίων δαπανών και του εμπορικού ισοζυγίου. Εάν λοιπόν η κατανάλωση είναι για παράδειγμα 100, οι επενδύσεις 100, οι δημόσια δαπάνη 100 και το εμπορικό ισοζύγιο -100, τότε το ΑΕΠ μας είναι 200. Εάν όμως το εμπορικό μας ισοζύγιο ήταν μηδέν, ισοσκελισμένο δηλαδή (οι εξαγωγές ίσες με τις εισαγωγές), τότε το ΑΕΠ μας από 200 θα αυξανόταν αμέσως στα 300. Είναι προτιμότερο λοιπόν να μας ανακοινώνει ένας υπουργός πως μειώθηκαν οι εισαγωγές και το εμπορικό μας έλλειμμα, παρά ότι αυξήθηκαν οι εξαγωγές – ενώ ακριβώς εδώ στηρίζεται η επιτυχία της Γερμανίας. Δηλαδή, στις εισαγωγές της που διατηρεί σταθερά κάτω από τις εξαγωγές – με αποτέλεσμα τα πλεονάσματα της να υπερβαίνουν συχνά στο παρελθόν το 8%, όπως άλλωστε της Ολλανδίας, της Ελβετίας και άλλων επιτυχημένων χωρών.
.
Κοινοβουλευτική Εργασία
Επιγραμματικά στο νομοσχέδιο, αφού το ανέλυσε η εισηγήτρια μας, συστήνεται ένα νέο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, με την επωνυμία «Ένωση Τεχνολόγων Ακτινολογίας Ακτινοθεραπείας Ελλάδας» – το οποίο υπάγεται στην εποπτεία του υπουργού υγείας.
Δεν είμαστε εναντίον αλλά δυστυχώς, το μεγαλύτερο μέρος του σχεδίου νόμου, τα 37 από τα 63 άρθρα, αποτελείται από έκτακτες ρυθμίσεις – δήθεν για την αντιμετώπιση της πανδημίας και για την προστασία της δημόσιας υγείας.
Αφορά θέματα δηλαδή, στα οποία έχει αποτύχει εντελώς η κυβέρνηση – επιμένοντας όμως στα ίδια λάθη.
Ακόμα και σε μία χώρα πάντως με δρακόντεια μέτρα περιορισμού των ελευθεριών, όπως είναι η Νέα Ζηλανδία χαλάρωσαν τα μέτρα – ενώ η ελληνική κυβέρνηση επιμένει με τεστ στους χώρους εργασίας.
Σε κάθε περίπτωση, η επίκληση της δημόσιας υγείας μοιάζει με ύβρις στους χιλιάδες νεκρούς της πανδημίας – ή μάλλον στους υπερβάλλοντες νεκρούς, οι οποίοι απομονώθηκαν σε ΜΕΘ που δεν είχαν τις δυνατότητα να τους περιθάλψουν.
Σαν να μην έφτανε δε αυτό, η κυβέρνηση περιέβαλε με μυστικότητα το τι συμβαίνει στα νοσοκομεία – χωρίς πρόσβαση τρίτων και με ακαταδίωκτο.
Εμείς πάντως από την πρώτη στιγμή ήμασταν σκεπτικοί, αναφερόμενοι σε διαφορετικές προσεγγίσεις, όπως της Σουηδίας και Ελβετίας – ενώ είμαστε φυσικά αντίθετοι, σε κάθε είδους υποχρεωτικότητα.
Απευθυνθήκαμε δε ακόμη και στον υπουργό Δικαιοσύνης, ζητώντας του να διενεργήσει έλεγχο – σχετικά με το πόσες ΜΕΘ υπάρχουν, τι φαρμακευτικές αγωγές ακολουθούν και ποιες είναι οι αιτίες των θανάτων.
Συνεχίζοντας, παρατηρείται η παράταση της ισχύος ενός μεγάλου αριθμού εκτάκτων ρυθμίσεων – οι οποίες νομοθετήθηκαν κατά τη διάρκεια και, κυρίως, στην αρχή της πανδημίας.
Αλήθεια, τόσα χρόνια τώρα δεν έχει καταλάβει η κυβέρνηση πώς πρέπει να διαχειριστεί την κατάσταση; Είναι τόσο ανίκανη, ή απλά εξυπηρετεί συμφέροντα, όπως στο θέμα της ενεργειακής κρίσης, όπου στηρίζει ξεκάθαρα το ενεργειακό καρτέλ του χρηματιστηρίου Χατζηδάκη;
Όλοι άλλωστε γνωρίζουμε πως η πανδημία χρησιμοποιήθηκε για την καθιέρωση των απευθείας αναθέσεων στις δημόσιες συμβάσεις – κατά μεγάλη υπέρβαση των νομίμων ποσών και κατά μία συνεχή, πλήρη παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις.
Σε κάθε περίπτωση, σε ένα τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, θα έπρεπε να είχαν πραγματοποιηθεί σταθερές τομές – κυρίως με προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, με τη δημιουργία επαρκών κλινών για την κάλυψη των αναγκών των Πολιτών, με την κατασκευή πλήρως λειτουργικών κλινών ΜΕΘ, προφανώς με το απαραίτητο εξειδικευμένο προσωπικό κοκ.
Αντί αυτού, το μόνο που έκανε η κυβέρνηση ήταν οι συνεχείς παρατάσεις ισχύος των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου – ενώ επιμένει στην τιμωρητική πολιτική, όσον αφορά το ανεμβολίαστο προσωπικό του ΕΣΥ, παρά το ότι από την 1η Μαΐου δεν υπάρχουν γενικότερα περιορισμοί και υποχρεώσεις για κανέναν.
Αυτές οι παρατάσεις πρέπει να τελειώσουν και να καταρτισθεί ένας σωστός προϋπολογισμός για το 2023 – μεταξύ άλλων, με αύξηση των δαπανών για την υγεία.
Εκτός αυτού, πρέπει να σταματήσει η κυβέρνηση να προσπαθεί να περιορίσει την πρόσβαση στα νοσοκομεία, με το μέτρο του προσωπικού γιατρού – το οποίο είναι αδύνατον να λειτουργήσει, ενώ θα ταλαιπωρήσει τους Πολίτες ακόμη περισσότερο.
Τέλος, ειδικά όσον αφορά το κόστος των παρατάσεων, από το ΓΛΚ αναφέρονται μόνο 6,6 εκ. € και διάφορα άλλα που θα αντιμετωπιστούν, όπως αναφέρεται, από τις πιστώσεις του κρατικού προϋπολογισμού και των προϋπολογισμών των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, κατά περίπτωση – κάτι που είναι αόριστο και απαράδεκτο αφού, μετά από δύο χρόνια πανδημίας, τα ποσά αυτά είναι γνωστά.
Συνεχίζοντας με την οικονομία, ακούσαμε πρόσφατα τον υπουργό να ισχυρίζεται και μάλιστα στο συνέδριο του Economist ότι, το ΑΕΠ μας το 2022 θα φτάσει στα 210 δις € – ενώ το 2023 στα 220 δις €.
Με δεδομένο τώρα το ότι, το ΑΕΠ μας το 2021 ήταν στα 182,83 δις € σε αγοραίες τιμές, ενώ ο ρυθμός ανάπτυξης υπολογίζεται στο 6%, δεν θα μπορούσε να υπερβεί τα 194 δις € το 2022 – γεγονός που σημαίνει πως συμπεριέλαβε έναν πληθωρισμό της τάξης του 9%, οπότε μία αύξηση του ΑΕΠ κατά 15%.
Εδώ πρόκειται για μια δημιουργική παρουσίαση, άξια του προκατόχου του πριν το 2009 – του κ. Αλογοσκούφη που αύξησε τεχνικά το ΑΕΠ με τα εκτιμώμενα έσοδα της παραοικονομίας, για να είναι σε θέση να δανείζεται και να αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες, με το γνωστή τραγική κατάληξη της χώρας μας.
Ο κ. Σταϊκούρας λοιπόν θα δηλώσει αργότερα ότι, παρά την άνοδο του δημοσίου χρέους του κεντρικού κράτους στα 394,2 δις € στα τέλη Ιουνίου ή στο 215,6% του ΑΕΠ του 2021, το 2022 θα περιορισθεί στο 187,7% του ΑΕΠ, οπότε θα μειωθεί κατά 28 περίπου μονάδες – επειδή το ΑΕΠ θα έχει κάνει άλμα, όπως ανέφερε, προσθέτοντας απαράδεκτα τον πληθωρισμό.
Κάτι ανάλογο θα ισχυρισθεί και για το χρέος της Γενικής κυβέρνησης, το οποίο ήταν στα 353,3 δις € στα τέλη του 2021, οπότε στο 194% του ΑΕΠ – το οποίο, εάν αυξηθεί στα 360 δις €, θα είναι στα 170% του ονομαστικού ΑΕΠ του 2022.
Εάν ήταν όμως έτσι τότε η Τουρκία, με πληθωρισμό στο 80%, θα είχε λύσει το πρόβλημα της – ενώ η Ζιμπάμπουε, η πρωταθλήτρια του πληθωρισμού, θα είχε σχεδόν μηδενίσει το χρέος της, ως προς το ΑΕΠ της.
Δυστυχώς, με τέτοιου είδους αλχημείες η Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να τα καταφέρει – ενώ είναι ντροπή αυτού του είδους οι αναφορές.
Ο υπουργός δήλωσε επίσης ότι, η ανάπτυξη στηρίζεται στην εντυπωσιακή αύξηση των επενδύσεων και των εξαγωγών – κάτι που δεν ισχύει, αφού η κατανάλωση αυξήθηκε κατά 11,4% το πρώτο εξάμηνο του 2022, συνεισφέροντας 7,9 ποσοστιαίες μονάδες στην άνοδο του ΑΕΠ, όταν οι επενδύσεις συνέβαλαν μόλις κατά 1,4 μονάδες.
Όσον αφορά δε τις εξαγωγές αγαθών, αυξήθηκαν μεν στα 30,9 δις € το πρώτο επτάμηνο του 2022 από 22,16 δις € το ίδιο διάστημα του 2021, αλλά οφείλονταν σε μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές των διυλιστηρίων – λόγω των πολύ ακριβότερων τιμών τους, εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης.
Το σημαντικό όμως για μία οικονομία δεν είναι τόσο οι εξαγωγές, όσο το εμπορικό έλλειμμα – το οποίο εκτοξεύθηκε στα 20,6 δις € το επτάμηνο, από 12,4 δις € το 2021, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά.
Το γεγονός αυτό, αφενός μεν σημαίνει πως μειώθηκε ακόμη περισσότερο η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας, ενώ συνεχίσθηκε η αποψίλωση του παραγωγικού μας ιστού, αφετέρου πως αυξήθηκε ακόμη πιο πολύ το εξωτερικό μας χρέος – το οποίο είχε ήδη εκτοξευθεί στα 565 δις € το πρώτο τρίμηνο του 2022 ή πάνω από το 300% του ΑΕΠ μας.
Είναι αλήθεια τόσο δύσκολο να κατανοήσουν οι κυβερνήσεις μας πως η επίλυση του νούμερο ένα προβλήματος της χώρας μας, του εμπορικού της ελλείμματος, μέσω της στήριξης της εγχώριας παραγωγής, θα αύξανε εκθετικά το ΑΕΠ μας, σωστά και όχι με αλχημείες, αφού αποτελεί τον τέταρτο συντελεστή του;
Ειδικότερα, το ΑΕΠ μας είναι το σύνολο της κατανάλωσης, των ιδιωτικών επενδύσεων, των δημοσίων δαπανών και του εμπορικού ισοζυγίου. Εάν λοιπόν η κατανάλωση είναι για παράδειγμα 100, οι επενδύσεις 100, οι δημόσια δαπάνη 100 και το εμπορικό ισοζύγιο -100, τότε το ΑΕΠ μας είναι 200.
Εάν όμως το εμπορικό μας ισοζύγιο ήταν μηδέν, ισοσκελισμένο δηλαδή (οι εξαγωγές ίσες με τις εισαγωγές), τότε το ΑΕΠ μας από 200 θα αυξανόταν αμέσως στα 300.
Είναι προτιμότερο λοιπόν να μας ανακοινώνει ένας υπουργός πως μειώθηκαν οι εισαγωγές και το εμπορικό μας έλλειμμα, παρά ότι αυξήθηκαν οι εξαγωγές – ενώ ακριβώς εδώ στηρίζεται η επιτυχία της Γερμανίας.
Δηλαδή, στις εισαγωγές της που διατηρεί σταθερά κάτω από τις εξαγωγές – με αποτέλεσμα τα πλεονάσματα της να υπερβαίνουν συχνά στο παρελθόν το 8%, όπως άλλωστε της Ολλανδίας, της Ελβετίας και άλλων επιτυχημένων χωρών.
Η Ελλάδα δε έχει έναν θησαυρό στα χέρια της, τον τουρισμό, τον οποίο όμως η κυβέρνηση μετέτρεψε σε κάρβουνο – αφού στους πρώτους 7 μήνες εξαΰλωσε τα ετήσια έσοδα του με το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου, όσον αφορά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Εύλογα δυστυχώς, αφού ο κλάδος εισάγει έως και το 80% των αναγκών του – επειδή η εγχώρια παραγωγή μας έχει καταρρεύσει σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Περαιτέρω, η Ελλάδα θα χρειαστεί νέα δανεικά της τάξης των 8 δις € έως το τέλος του έτους – όταν τα επιτόκια αυξάνονται συνεχώς, έχοντας χθες υπερβεί το 5%, αν και στη συνέχεια μειώθηκαν λόγω των μέτρων μίας ακόμη αύξησης της ρευστότητας που ανακοίνωσε η Τράπεζα της Αγγλίας.
Εκτός του ότι τώρα θα δυσκολευθεί η Ελλάδα να δανεισθεί, αφού οι αγορές γνωρίζουν τα προβλήματα της οικονομίας μας, της μοναδικής στην ΕΕ που δεν έχει επενδυτική βαθμίδα, τέτοιου είδους επιτόκια είναι απαγορευτικά – ενώ, με δεδομένο το ότι, τα πραγματικά επιτόκια είναι αρνητικά, πολύ χαμηλότερα δηλαδή του πληθωρισμού, η περαιτέρω άνοδος τους θεωρείται δεδομένη.
Η άνοδος δε των επιτοκίων δεν είναι προβληματική μόνο για το κράτος αλλά, επίσης, για τους ιδιώτες – οι οποίοι θα κληθούν να πληρώσουν υψηλότερους τόκους και δόσεις στα δάνεια τους, όταν οι μισθοί τους παραμένουν καθηλωμένοι και τα έξοδα τους, λόγω των ανοδικών τιμών της ενέργειας, των τροφίμων κλπ., έχουν αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό.
Επομένως η κυβέρνηση, αντί να θριαμβολογεί, θα ήταν καλύτερα να ασχοληθεί με όλα αυτά τα προβλήματα – κυρίως με την ακρίβεια που εξαθλιώνει τους Έλληνες.
Πόσο μάλλον εάν η Ευρώπη οδηγηθεί σε στασιμοπληθωρισμό το 2023 – ο οποίος είναι θανατηφόρος για τα υπερχρεωμένα κράτη, τράπεζες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Ελπίζουμε πάντως να μην προσθέσει η Eurostat τις εγγυήσεις του κράτους στις τράπεζες, με το πρόγραμμα Ηρακλής, ύψους πάνω από 20 δις €, στο δημόσιο χρέος μας – αφού τότε θα εκτοξευθεί στα 420 δις €, ενώ οι Πολίτες θα κληθούν ακόμη μία φορά να πληρώσουν τα χρέη των τραπεζών, όπως τόσες άλλες φορές στο παρελθόν.
Ειδικά όσον αφορά τα 5,5 δις € υπεραπόδοση εσόδων το 8μηνο, τα 1,3 δις € είναι από προείσπραξη ΕΝΦΙΑ – οπότε μόνο τα 4,2 δις μπορούν να θεωρηθούν ως υπεραπόδοση, ενώ προέρχονται κυρίως από την κλοπή του ΦΠΑ στις αυξημένες τιμές.
Συνεχίζοντας με το θέμα του μαξιλαριού, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ ισχυρίζεται ότι, προίκισε τη ΝΔ με 37 δις €, θα πρέπει κάποια στιγμή να σταματήσουν αυτά τα ψέματα – αφού δεν βοηθούν κανέναν.
Ειδικότερα, από το 2015 έως το 2019, η Ελλάδα είχε σωρευτικό έλλειμμα, ζημίες δηλαδή, ύψους 5,13 δις €, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά – οπότε δεν δημιουργήθηκε κάποιο πλεόνασμα που να αιτιολογεί το μαξιλάρι των 37 δις €, ενώ με ζημίες ασφαλώς δεν δημιουργούνται μαξιλάρια.
Όσον αφορά βέβαια τη ΝΔ, μόνο τη διετία 2020 και 2021 συσσώρευσε έλλειμμα ύψους 30,37 δις € – μέσα σε δύο χρόνια δηλαδή έξι φορές υψηλότερο, από ότι την πενταετία ΣΥΡΙΖΑ 2015 έως 2019.
Σημειώνοντας πως στον απολογισμό του 2018 που θα καταθέσουμε στα πρακτικά οι αριθμοί διαφέρουν, το μαξιλάρι δεν είναι τίποτα άλλο, από το δάνειο του ESM ύψους 15,6 δις € που δεν μπορεί να αγγιχθεί χωρίς την άδεια του, συν τα ταμειακά διαθέσιμα των διαφόρων φορέων του δημοσίου – συνολικά περίπου 1.500, όπως είναι τα ασφαλιστικά ταμεία, οι ΟΤΑ, τα πανεπιστήμια κλπ. που όμως ήδη χρησιμοποιούνται εν μέρει στα repos.
Οι φορείς αυτοί έχουν υποχρεωθεί από το 2015, με ΠΝΠ του κ. Βαρουφάκη, να καταθέτουν στην ΤτΕ τα πάντα, εκτός των λειτουργικών τους υποχρεώσεων για 15 ημέρες, συμπεριλαμβανομένων των επιδοτήσεων τους – έτσι ώστε να γεμίζουν το μαξιλάρι της κυβέρνησης.
Κλείνοντας με τα εθνικά, δεν πρέπει να υποβαθμίζουμε καθόλου το θέμα με την Τουρκία – αφού δεν είναι μόνο η κυβέρνηση της υπέρ ενός θερμού συμβάντος με την Ελλάδα.
Υπέρ είναι το σύνολο σχεδόν των πολιτικών της κομμάτων – καθώς επίσης ένα μεγάλο μέρος του τουρκικού πληθυσμού, λόγω της χειραγώγησης του από τα ΜΜΕ.
Ως εκ τούτου, πρέπει να είμαστε όλοι μας σε επιφυλακή και πάρα πολύ προσεκτικοί – ενώ ασφαλώς οφείλει η κυβέρνηση να χαράξει επιτέλους κόκκινες γραμμές, γνωρίζοντας πως ο στρατός μας είναι σε θέση να τις υπερασπισθεί, χωρίς καμία απολύτως αμφιβολία.