.
Εάν η κυβέρνηση έχει στόχο να μετατρέψει την αξιολόγηση των ΔΥ σε μηχανισμό παροχής bonus, για να εξυπηρετηθούν οι προεκλογικές της σκοπιμότητες και το πελατειακό της κράτος, θα ήταν ντροπή – αφού δεν θα επρόκειτο για μεταρρυθμίσεις, αλλά για την επιστροφή στο παρελθόν της. Σε αυτό το παρελθόν της διαπλοκής και της διαφθοράς που υπερχρέωσε την Ελλάδα το 2009 και που στη συνέχεια τη χρεοκόπησε – με το εγκληματικό PSI της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, των Σαμαρά και Βενιζέλου. Θυμίζουμε εδώ πως ο κ. Βενιζέλος υποσχέθηκε πως το δημόσιο χρέος μας ως προς το ΑΕΠ θα μειωνόταν το 2020 στο 120%, με τη βοήθεια του PSI – όταν για το κεντρικό κράτος έφτασε τελικά στο 235% το 2020.
.
Κοινοβουλευτική Εργασία
Επιγραμματικά στο σχέδιο νόμου, αφού το ανέλυσε ο εισηγητής μας, επιδιώκεται η αναμόρφωση του πλαισίου της δημόσιας διοίκησης – με την εισαγωγή του θεσμού της αξιολόγησης, με την οποία ουσιαστικά συμφωνούμε γενικότερα.
Ειδικά όσον αφορά τους ΔΥ οι οποίοι, έχοντας το προνόμιο της μονιμότητας και του σταθερού μισθού που επηρεάσθηκε λιγότερο στα χρόνια των μνημονίων, θεωρείται πως δεν είναι τόσο αποτελεσματικοί – τουλάχιστον όχι όσο επιβάλλει η θέση τους, σε σχέση με τα καθήκοντα τους, με αποτέλεσμα να ταλαιπωρούνται οι Πολίτες.
Εν τούτοις, είναι σωστές οι αντιδράσεις των εκπροσώπων των ΔΥ – με την έννοια πως ο στόχος ενδεχομένως να είναι η μεταφορά της ευθύνης στους ίδιους, αντί στην υποστελέχωση και στην υποχρηματοδότηση του δημοσίου τομέα.
Πόσο μάλλον όταν θα αξιολογούνται ακόμη και από αξιολογητές που δεν έχουν κριθεί – ενώ σε σχέση με τη χορήγηση bonus, θεωρούν πως δεν μπορούν να καλυφθούν οι μισθολογικές τους απώλειες από το πάγωμα των μισθών τους για 11 χρόνια, καθώς επίσης από τον πληθωρισμό που ήδη πλησιάζει το 12%.
Εδώ έχουν ασφαλώς δίκιο, όσον αφορά την κατακόρυφη μείωση των πραγματικών τους μισθών – σε όρους αγοραστικής αξίας δηλαδή.
Από την άλλη πλευρά η αλήθεια είναι ότι, περισσότερες από τις μισές χώρες του ΟΟΣΑ, εφαρμόζουν συστήματα που συνδέουν την αμοιβή με την απόδοση των ΔΥ – μέσω συγκεκριμένων δεικτών μέτρησης.
Όμως, στο σημερινό σχέδιο νόμου δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι δείκτες για τον έλεγχο της απόδοσης των ΔΥ και την επιβολή τυχόν κυρώσεων – κάτι που θα έπρεπε να είναι το κύριο στοιχείο μίας προσπάθειας εγκαθίδρυσης εσωτερικού ελέγχου στους δημοσίους φορείς.
Εκτός αυτού, η επιλογή στελεχών εσωτερικού ελέγχου που προέρχονται από τους ίδιους τους φορείς, δεν μπορεί να λειτουργήσει – αφού είναι πολύ δύσκολο να κρίνει αμερόληπτα κάποιος υπάλληλος ενός φορέα τους συναδέλφους του.
Ως εκ τούτου, ο μοναδικός τρόπος μίας αποτελεσματικής λειτουργίας εσωτερικού ελέγχου, θα ήταν ο καθορισμός συγκεκριμένων δεικτών και η λειτουργία ενός ειδικού σώματος για αυτό τον σκοπό – κατά προτίμηση με ειδικά εκπαιδευμένα στελέχη της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης που δεν θα είναι μόνιμα σε έναν φορέα, αλλά θα εναλλάσσονται ανά διετία μεταξύ των φορέων.
Τέλος, εάν η κυβέρνηση έχει στόχο να μετατρέψει την αξιολόγηση των ΔΥ σε μηχανισμό παροχής bonus, για να εξυπηρετηθούν οι προεκλογικές της σκοπιμότητες και το πελατειακό της κράτος, θα ήταν ντροπή – αφού δεν θα επρόκειτο για μεταρρυθμίσεις, αλλά για την επιστροφή στο παρελθόν της.
Σε αυτό το παρελθόν της διαπλοκής και της διαφθοράς που υπερχρέωσε την Ελλάδα το 2009 και που στη συνέχεια τη χρεοκόπησε – με το εγκληματικό PSI της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, των Σαμαρά και Βενιζέλου.
Θυμίζουμε εδώ πως ο κ. Βενιζέλος υποσχέθηκε πως το δημόσιο χρέος μας ως προς το ΑΕΠ θα μειωνόταν το 2020 στο 120%, με τη βοήθεια του PSI – όταν για το κεντρικό κράτος έφτασε τελικά στο 235% το 2020.
Δεν είναι βέβαια άμοιρος ευθυνών ο ΣΥΡΙΖΑ, αφού είναι το κόμμα που κυριολεκτικά δολοφόνησε την τελευταία ελπίδα των Ελλήνων, με τη δρομολόγηση του 3ου μνημονίου – το οποίο ψηφίσθηκε τελικά και από τα τρία κόμματα της Τρόικα Εσωτερικού.
Εάν τον Ιούλιο του 2015 ο κ. Τσίπρας είχε το θάρρος να πει ΟΧΙ στους εκβιασμούς των Ευρωπαίων, η Ελλάδα θα ήταν σήμερα σε πολύ καλύτερη θέση – ενώ ο ίδιος θα θεωρούταν πως τίμησε ως όφειλε το αξίωμα του πρωθυπουργού.
Δυστυχώς όμως, προτίμησε τη νομή της εξουσίας, αντί την ευημερία της πατρίδας του και των Πολιτών της – μένοντας πιστός στην ενδοτική παράδοση άλλων πρωθυπουργών της Ελλάδας.
Ελπίζουμε πάντως ειλικρινά, χωρίς καμία κομματική σκοπιμότητα, να μην ξεχάσουν ποτέ οι Έλληνες όλα αυτά τα εγκλήματα, ειδικά στις ερχόμενες εκλογές που θα είναι εξαιρετικά κρίσιμες – αφού διαφορετικά θα υποχρεωθούν να τα ξαναζήσουν, ενώ θα ήταν μία πολύ πιο επώδυνη εμπειρία.
Να μην ξεχάσουν πως αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους για να επιβιώσουν, τα 650.000 παιδιά τους – πως μας επιβλήθηκε το αγγλικό δίκαιο και υποθηκεύθηκε η δημόσια περιουσία μας για 99 χρόνια, με την υποχρέωση να ξεπουληθεί για 30 αργύρια.
Να μην ξεχάσουν πως το δημόσιο χρέος μας εκτοξεύθηκε στις 31 Μαρτίου στα 394,5 δις €, από 260 δις € το 2008, παρά το PSI – με το ΑΕΠ να καταρρέει από τα 354 δις $ στα 189 δις, όταν την ίδια περίοδο πολλών άλλων χωρών διπλασιάσθηκε.
Να μην ξεχάσουν πως το κόκκινο ιδιωτικό χρέος πλησιάζει στα 300 δις €, από 20 δις € στο παρελθόν – ενώ το εξωτερικό έχει υπερβεί τα 560 δις €, με ευθύνη των κομμάτων της Τρόικα Εσωτερικού: της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ.
Να μην ξεχάσουν πως τα σπίτια τους κατάσχονται και πλειστηριάζονται, με απόλυτη ευθύνη των μνημονιακών κυβερνήσεων τους – οι οποίες συνεχίζουν να υπηρετούν με σκυφτό το κεφάλι τους ξένους, ακόμη και σε θέματα που αφορούν την εθνική μας κυριαρχία.
Να μην ξεχάσουν πως η ΝΔ έχει μία γονιδιακή ροπή προς τα ελλείμματα και τα χρέη – κρίνοντας από τη διακυβέρνηση της πριν το 2009, καθώς επίσης από τον πρόσφατο Ισολογισμό της, με τα χρέη των 391,5 εκ. € που αυξήθηκαν κατά 40 εκ. € μέσα στον τελευταίο χρόνο, όπως άλλωστε του ΠΑΣΟΚ στα 362 εκ. €.
Είναι δυνατόν να σώσουν αυτά τα κόμματα την Ελλάδα, όταν δεν μπορούν να εξυγιάνουν ούτε καν τα δικά τους οικονομικά; Ποιος θα πληρώσει αλήθεια αυτά τα υπέρογκα χρέη και πότε; Όλοι εμείς ξανά;
Τέλος, να μην ξεχάσουν οι Έλληνες πως η αποθράσυνση της Τουρκίας, οφείλεται επίσης στα μνημόνια – αφού οι ελληνικές κυβερνήσεις αποδέχθηκαν τη μείωση των στρατιωτικών μας δαπανών, σε αντίθεση με την Τουρκία που δεν το έκανε, όταν της επιβλήθηκαν μνημόνια το 2002.
Έτσι δρομολογήθηκε η δειλή πολιτική του κατευνασμού, με την ανοχή των συνεχών αμφισβητήσεων της εθνικής μας κυριαρχίας από τα αεροπλάνα και τα πλοία των Τούρκων – στην ουσία χωρίς καμία αντίδραση εκ μέρους των κυβερνήσεων μας που μένουν στα λόγια, φοβούμενες να καταρρίψουν ακόμη και τα μη επανδρωμένα τουρκικά drones.
Όλα αυτά είναι τουλάχιστον εξοργιστικά, για μία χώρα με τον πλούτο της Ελλάδας – για μία χώρα που έχει όλες τις δυνατότητες να ευημερήσουν οι Πολίτες της, έτσι ώστε να είναι υπερήφανοι και αξιοπρεπείς οι ίδιοι και τα παιδιά τους.
Για μία χώρα που έχει λιγνιτικά αποθέματα της τάξης των 300 δις €, φυσικό αέριο μόνο νότια της Κρήτης αξίας 437 δις € σύμφωνα με την Deutsche Bank, δημόσια περιουσία της τάξης των 300 δις € σύμφωνα με το ΔΝΤ το 2010 και που η Γερμανία της χρωστάει πάνω από 300 δις € – ενώ καμία κυβέρνηση της δεν έχει το σθένος να τα διεκδικήσει ενεργητικά.
Για μία χώρα που ο μοναδικός λόγος που υποφέρει, είναι η κακοδιαχείριση των κυβερνήσεων της – όπως φαίνεται από τα παραδείγματα πολλών άλλων κρατών που, ενώ ήταν πολύ φτωχότερα από την Ελλάδα, σήμερα μας έχουν ξεπεράσει κατά πολύ.
Εμείς πάντως στην ΕΛ πιστεύουμε πως η επικέντρωση στον πρωτογενή μας τομέα, στη μεταποίηση και στη βιομηχανία, μεταξύ άλλων στην αμυντική, είναι ο μοναδικός τρόπος να ξεφύγουμε από τη μιζέρια που μας έχουν καταδικάσει οι κυβερνήσεις μας – ενώ δεν χρειάζεται να ανακαλύψει μία ικανή και έντιμη κυβέρνηση τον τροχό, αφού υπάρχουν πολλά επιτυχημένα παραδείγματα άλλων χωρών που έχουμε αναλύσει διεξοδικά.
Εν προκειμένω του Ισραήλ, όσον αφορά τον πρωτογενή τομέα με τη γεωργία υψηλής τεχνολογίας, την άμυνα και την ασφάλεια – του Dubai σε σχέση με τις ναυτιλιακές υπηρεσίες, καθώς επίσης της δικής μας χώρας στο παρελθόν, αναφορικά με τη ναυπηγοεπισκευαστική.
Ειδικά όσον αφορά τη ναυπηγοεπισκευαστική, είναι ντροπή να έχουν φύγει οι δικοί μας εξειδικευμένοι τεχνίτες στην Τουρκία, όπου έμαθαν τη δουλειά στους Τούρκους – με αποτέλεσμα να επισκευάζουν εκεί οι Έλληνες εφοπλιστές τα πλοία τους, στηρίζοντας την τουρκική οικονομία.
Σε κάθε περίπτωση, στους παραπάνω τομείς, η Ελλάδα έχει εξαιρετικά σημαντικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και μπορεί να επιτύχει θαύματα, με το σωστό σχεδιασμό και την καθοδήγηση από μία επαρκή κυβέρνηση – ενώ ειδικά στη ναυτιλία, όπου διαθέτουμε το νούμερο ένα εμπορικό στόλο παγκοσμίως, οι δυνατότητες μας είναι τεράστιες.
Όλα αυτά και πολλά άλλα τα έχουμε καταγράψει στο αναλυτικό πρόγραμμα μας των 500 σελίδων – αφού δεν μας αρέσουν οι θεωρίες, αλλά οι πράξεις.
Κλείνοντας με την ακρίβεια, όπου η Ελλάδα ανήκει πλέον στους πρωταθλητές, αφού από αποπληθωρισμό -2% έχει πληθωρισμό 12% όπως θα φανεί από τον εγχώριο ΔΤΚ που θα ανακοινώσει η ΕΛΣΤΑΤ, ειλικρινά μας εξοργίζει η ανοησία ορισμένων υπουργών της κυβέρνησης – σύμφωνα με τους οποίους οι τιμές στην Ελλάδα αυξάνονται ταχύτερα, επειδή οι άλλες χώρες ανατίμησαν από την αρχή σταδιακά τα προϊόντα τους, ενώ εμείς σωρευτικά.
Η αλήθεια είναι όμως τελείως διαφορετική – αφού η επί πλέον ακρίβεια στην Ελλάδα οφείλεται στους υπέρογκους φόρους, όσον αφορά τα καύσιμα, καθώς επίσης στα τερατώδη λάθη της κυβέρνησης, σε σχέση με την ενέργεια, με τις δαπάνες και με τον ΦΠΑ.
Πρώτο και μεγαλύτερο λάθος ήταν η πρόωρη και χωρίς σχεδιασμό απολιγνιτοποίηση – όπου ένα από τα πρόσφατα ψέματα της κυβέρνησης ήταν το ότι, έθεσε ξανά σε λειτουργία τους λιγνίτες.
Ψέμα, επειδή το ποσοστό του λιγνίτη στο ενεργειακό μας μείγμα μειώθηκε τον προηγούμενο μήνα στο 4,7% και στο 4% στις αρχές Απριλίου, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά – από 10% περίπου το 2021 και πάνω από 50% πριν τα μνημόνια.
Δεύτερο μεγάλο λάθος το χρηματιστήριο ενέργειας που ψηφίσθηκε το 2019 τόσο από την κυβέρνηση, όσο και από την αξιωματική αντιπολίτευση – χωρίς επίγνωση των κινδύνων που εμείς είχαμε αναφέρει αναλυτικά, καταψηφίζοντας φυσικά το νομοσχέδιο.
Η δικαιολογία εδώ, σύμφωνα με την οποία λειτουργούν σε όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, είναι ασφαλώς έωλη – αφού σε αυτές καλύπτουν κάτω από το 30% της συνολικής ζήτησης ηλεκτρισμού, στην Πολωνία μόλις το 1%, ενώ εδώ το 100% προς όφελος του καρτέλ των τεσσάρων.
Όλες οι υπόλοιπες ποσότητες είναι συμβολαιοποιημένες και άρα σε σταθερές τιμές, μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών – οπότε στην Ελλάδα ήταν δεδομένο το κύμα των υπερτιμήσεων, ειδικά με την υιοθέτηση του οριακού κόστους παραγωγής για όλες τις ποσότητες που διακινούνται.
Τρίτο μεγάλο λάθος η σπατάλη των 43 δις € με δανεικά, για την αντιμετώπιση των αχρείαστων lockdowns – ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός δηλαδή.
Έτσι αυξήθηκε η ποσότητα χρήματος που φάνηκε αργότερα, με την άνοδο της κυκλοφοριακής τους ταχύτητας που αύξησε τον πληθωρισμό – αφού στην αρχή τοποθετήθηκαν σε καταθέσεις που τότε αυξήθηκαν και σήμερα μειώνονται.
Τέταρτο κορυφαίο λάθος η διατήρηση του ίδιου συντελεστή ΦΠΑ στις αυξημένες τιμές, παρά τις συνεχείς υποδείξεις μας για την αναλογική μείωση του – όχι μόνο για να μην ληστεύονται οι Έλληνες αλλά, επί πλέον, για να μην πυροδοτείται ο πληθωρισμός.
Εν προκειμένω, είναι γνωστή η ανοησία υπουργού, σύμφωνα με την οποία για να αυξηθούν τα έσοδα του δημοσίου, θα πρέπει να διατηρηθούν οι έμμεσοι φόροι στις ανοδικές τιμές, όπως ο ΦΠΑ – γεγονός που αποτελεί τον ορισμό του κυβερνητικού κυνισμού, εάν εξαιρέσουμε την ασχετοσύνη.
Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε απαριθμώντας πολλά άλλα λάθη της κυβέρνησης, σε τομείς εκτός της ακρίβειας, αλλά δεν έχει νόημα – αφού τα παραπάνω φτάνουν για να καταλάβει κανείς το μέγεθος της ανεπάρκειας της.
Το θέμα όμως είναι να το καταλάβουν οι Έλληνες Πολίτες και να της δώσουν το λογαριασμό στις εκλογές – οι οποίες δεν θα αργήσουν, με κριτήριο τις τεράστιες αποτυχίες της στην οικονομία και όχι μόνο.