Προσχέδιο προϋπολογισμού 2022 – The Analyst
Κοινοβουλευτικές Εργασίες Σχολιασμός Επικαιρότητας

Προσχέδιο προϋπολογισμού 2022

.

Είναι αλήθεια επιτυχία η επίτευξη ενός ΑΕΠ το 2022, λίγο υψηλότερου από το 2019 στην καλύτερη των περιπτώσεων; Με τη δαπάνη 42,5 δις € με δανεικά 41 δις € που ασφαλώς μας έχουν κάνει κατά πολύ φτωχότερους; Με σωρευτικό δημοσιονομικό έλλειμμα του προϋπολογισμού, με ζημίες του κράτους δηλαδή, που θα πλησιάσουν τα 50 δις € μαζί με το έλλειμμα του 2022; Με την οικονομία μας γενικότερα διασωληνωμένη, απολύτως εξαρτημένη από τα δανεικά και τους ξένους; Ασφαλώς όχι, αφού είναι το αποτέλεσμα της κακοδιαχείρισης της πανδημίας, με την επιβολή των αχρείαστων lockdowns – τα οποία δεν διέσωσαν την υγεία, ενώ κατέστρεψαν την οικονομία.  Η συζήτηση πάντως του προσχεδίου στη Βουλή είναι προσχηματική – αφού δεν δίνεται καν ο χρόνος για να ολοκληρώσει κανείς την εισήγηση του.

 .

Κοινοβουλευτική Εργασία

Γενικότερα όσον αφορά το προσχέδιο, η κυβέρνηση κατέθεσε έναν ακόμη διαχειριστικό προϋπολογισμό, λογιστικό όπως θα τον χαρακτήριζε κανείς, χωρίς κανένα όραμα – ενώ δεν φαίνεται πουθενά η αλλαγή του οικονομικού μοντέλου της χώρας μας, το οποίο μας χρεοκόπησε και θα μας χρεοκοπεί ξανά και ξανά, εάν παραμείνει ως έχει.

Παραμένουμε προσκολλημένοι στη μονοκαλλιέργεια του τουρισμού, στον οποίο άλλωστε έχουν δοθεί οι περισσότερες επιδοτήσεις κάθε είδους, ενώ δεν γίνεται καμία προσπάθεια στήριξης του τομέα της μεταποίησης – μεταξύ άλλων μέσω του ΠΔΕ που είναι πολύ χαμηλό στα 7,45 δις € το 2022, εκ των οποίων το 1,2 δις € από εθνικούς πόρους,  παρά το ότι γνωρίζουμε την ωφέλεια που θα παρείχε στην οικονομία μας.

Ενδεικτικά και μόνο, σύμφωνα με τη γνωστή μελέτη του ΙΟΒΕ που θα καταθέσουμε στα πρακτικά, για κάθε 1 € προστιθέμενης αξίας της μεταποίησης, προστίθενται συνολικά 3,1 € στο ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας – ενώ για κάθε θέση εργασίας στη μεταποίηση, δημιουργούνται συνολικά 3,5 θέσεις εργασίας στην οικονομία.

Από την άλλη πλευρά, δεν λαμβάνεται σχεδόν καθόλου υπ’ όψιν η ενεργειακή κρίση που ευρίσκεται σε εξέλιξη – παρά το ότι γνωρίζουμε πως κάθε πτώση της τιμής της ενέργειας κατά 10% αυξάνει το ΑΕΠ κατά περίπου 1δις  €, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά, οπότε και το αντίθετο.

Μία κρίση που δεν θα είναι καθόλου παροδική, ενώ είχε προβλεφθεί ήδη από το 2020, από το διεθνή οργανισμό ενέργειας, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά – σύμφωνα με τον οποίο το κενό προμήθειας φυσικού αερίου της ΕΕ θα αυξηθεί από τα 48 δις κυβικά μέτρα το 2020 στα 162 δις το 2025, με αποτέλεσμα την άνοδο της τιμής του και κατ’ επέκταση του πετρελαίου που στον προϋπολογισμό τοποθετείται μόλις στα 68,3 $ το βαρέλι.

Προφανώς δε, η αντιμετώπιση της δεν είναι εφικτή με τις σοβιετικού τύπου επιδοτήσεις της ελληνικής κυβέρνησης – πόσο μάλλον όταν αφορούν μόνο τα νοικοκυριά και όχι τις επιχειρήσεις, ειδικά τη βιομηχανία που θα επηρεαστεί αρνητικά σε μεγάλο βαθμό.

Ένα άλλο σοβαρό θέμα που δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν, είναι ο πληθωρισμός – όπου θεωρείται παροδικό φαινόμενο τόσο από την κυβέρνηση, όσο και διεθνώς.

Εν τούτοις, όπως όλοι γνωρίζουμε, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το εάν ζητήσουν ή όχι αυξήσεις οι εργαζόμενοι, για να μη μειωθεί η αγοραστική αξία των μισθών τους – από το εάν τεθεί δηλαδή ή όχι σε λειτουργία το σπιράλ «μισθών-τιμών-μισθών», από το οποίο στην ουσία εξαρτάται ο πληθωρισμός.

Ως εκ τούτου, δεν είναι λογικό να χαρακτηρίζεται προκαταβολικά παροδικό το φαινόμενο του πληθωρισμού – ειδικά όταν οι αυξήσεις στα βασικά τρόφιμα, στις πρώτες ύλες, στην ενέργεια κοκ., ακολουθούν μία έντονα ανοδική πορεία. 

Είναι περιττό δε να αναφέρουμε, πως από την πορεία του πληθωρισμού θα εξαρτηθούν τα επιτόκια και η πολιτική χαλάρωσης των κεντρικών τραπεζών – κάτι εξαιρετικά σημαντικό για μία υπερχρεωμένη χώρα, όπως η Ελλάδα.

Πόσο μάλλον όταν όλο και περισσότεροι, μεταξύ των οποίων κεντρικές τράπεζες καταθέτοντας σχετικό άρθρο στα πρακτικά, όπως άλλωστε και εμείς προ πολλού, αναφέρονται στον κίνδυνο του στασιμοπληθωρισμού – ο οποίος θα επηρέαζε σε μεγάλο βαθμό τις προβλέψεις για το ρυθμό ανάπτυξης του 2022. 

Σε σχέση τώρα με το ρυθμό ανάπτυξης που αναπροσαρμόσθηκε στο 6,1% για το 2021 και στο 4,5% για το 2022, εμείς προβλέπαμε από τις αρχές του 2021 ανάκαμψη 4,5% όταν η κυβέρνηση μόλις 3,6% – χωρίς βέβαια να γνωρίζουμε τις εξελίξεις στον πληθωρισμό, καθώς επίσης τις μαζικές αποκρατικοποιήσεις που ακολούθησαν.

Γιατί προβλέπαμε 4,5%; Κυρίως επειδή η κυβέρνηση είχε δηλώσει πως θα δαπανούσε ακόμη 16 δις € το 2021, επί πλέον των 24 δις € του 2020 – ενώ θεωρούσαμε πως τα έσοδα του τουρισμού θα ήταν στο 50% του 2019.

Όταν στηριζόταν λοιπόν η κατανάλωση με ακόμη 16 δις € επί πλέον, δεν ήταν δυνατόν να μην αυξηθεί το ΑΕΠ τουλάχιστον κατά 7,5 δις € – ενώ τώρα θεωρούμε πως η ανάκαμψη θα πλησιάσει το 7,5%, για τους εξής λόγους:

(α) Λόγω της μεγαλύτερης ανόδου του τουρισμού που φαίνεται να συνεχίσθηκε το Σεπτέμβρη και τον Οκτώβρη,

(β) Εξαιτίας της επιτάχυνσης των παραχωρήσεων όπως της Εγνατίας και των αποκρατικοποιήσεων, ειδικά του ΔΕΔΔΗΕ – όπου περιμένουμε την απάντηση της ΕΛΣΤΑΤ σχετικά με το πόσο επηρεάζουν τον ακαθάριστο σχηματισμό παγίου κεφαλαίου, καθώς επίσης

(γ) Λόγω του ανεπίσημου πληθωρισμού, γνωρίζοντας πως από τους υπολογισμούς του ΑΕΠ αφαιρείται, αποπληθωρίζεται δηλαδή, μόνο ο επίσημος – ο οποίος το Σεπτέμβριο ανήλθε στο 2,2%, ενώ στην πραγματικότητα είναι πολύ υψηλότερος.

Θεωρούμε πάντως πως οι προβλέψεις για τον επίσημο πληθωρισμό στο προσχέδιο, 0% για το 2021 (όταν το ΔΝΤ προβλέπει 1,3%) και 0,8% για το 2022 είναι πολύ χαμηλές – όσο και αν χειραγωγηθεί, όπως συμβαίνει παντού για να μην ζητούν αυξήσεις οι εργαζόμενοι, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή. 

Σε σχέση με το ρυθμό ανάπτυξης του 2022, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την απορρόφησή των χρημάτων του Ταμείου Ανάκαμψης, εκτός όλων όσων προαναφέραμε – αφού τα δημοσιονομικά μέτρα της κυβέρνησης θα μειωθούν στα 2,9 δις €, από 15,6 δις € το 2021.

Εν προκειμένω, εάν κυμανθούν στα 7 δις € όπως υπολογίζεται μαζί με την προκαταβολή του 2021, χωρίς να συμβεί κάποια διεθνής κρίση, δηλαδή τυχόν σπάσιμο της φούσκας των μεγάλων χρηματιστηρίων,   «μόλυνση» της Δύσης από την κινεζική Evergrande, επιδείνωση της ενεργειακής κρίσης κλπ., ο στόχος θα επιτευχθεί εύκολα – οπότε θα επαληθευθούν τα υπόλοιπα μεγέθη που βασίζονται στο ΑΕΠ, όπως η άνοδος των φόρων, ειδικά εάν συνεχισθεί η στήριξη μας από την ΕΚΤ, με το πρόγραμμα 4Ρ που αναφέρεται, όταν τελειώσει το Μάρτιο το ΡΕΡΡ.

Είναι όμως αλήθεια επιτυχία η επίτευξη ενός ΑΕΠ το 2022, λίγο υψηλότερου από το 2019 στην καλύτερη των περιπτώσεων; Με τη δαπάνη 42,5 δις € με δανεικά 41 δις € που ασφαλώς μας έχουν κάνει κατά πολύ φτωχότερους;

Με σωρευτικό δημοσιονομικό έλλειμμα του προϋπολογισμού, με ζημίες του κράτους δηλαδή, που θα πλησιάσουν τα 50 δις € μαζί με το έλλειμμα του 2022; Με την οικονομία μας γενικότερα διασωληνωμένη, απολύτως εξαρτημένη από τα δανεικά και τους ξένους;

Ασφαλώς όχι, αφού είναι το αποτέλεσμα της κακοδιαχείρισης της πανδημίας, με την επιβολή των αχρείαστων lockdowns – τα οποία δεν διέσωσαν την υγεία, ενώ κατέστρεψαν την οικονομία. 

Για παράδειγμα, έχουμε περισσότερους θανάτους από τη Σουηδία ή την Ελβετία (11.120 η τελευταία), παρά το ότι οι δύο αυτές χώρες δεν επέβαλλαν καθόλου lockdowns – με αποτέλεσμα να έχουν πολύ χαμηλότερη ύφεση από εμάς το 2020, λιγότερα ελλείμματα κοκ. 

Σύμφωνα τώρα με το προσχέδιο, η μεταβολή του ΑΕΠ το 2022 θα προέλθει κυρίως από τις επενδύσεις, από τις εξαγωγές αγαθών, καθώς επίσης από τον περιορισμό των απωλειών του τουρισμού που το δίμηνο Ιουλίου Αυγούστου του 2021 ήταν στο 60% του 2019 – οπότε και από τις εξαγωγές υπηρεσιών.

Αντίθετα, δεν μεταβάλλεται σημαντικά η ιδιωτική κατανάλωση, σε σχέση με το 2019 – όπου, με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2ο τρίμηνο του 2021 που θα καταθέσουμε στα πρακτικά, η ιδιωτική κατανάλωση είναι λίγο χαμηλότερη από το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019.

Αυτό που όμως προξενεί ανησυχία είναι το ότι, παρά τη μείωση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών από 17,46 δις το 2019 στα 15,49 δις το 2021, οι εισαγωγές αυξήθηκαν, από τα 17,47 δις στα 18,19 δις – γεγονός που σημαίνει πως διευρύνθηκε το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μας (παρεμπιπτόντως το εμπορικό μας έλλειμμα επίσης όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά), οπότε πως μειώθηκε η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας.

Εν προκειμένω, το ΔΝΤ προβλέπει δυστυχώς έλλειμμα του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών μας ύψους 7,4% του ΑΕΠ το 2021 και 5,1% το 2022 – όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά.

Σε σχέση με την ανταγωνιστικότητα, η οποία εξαρτάται κυρίως από το κόστος εργασίας ανά μονάδα παραγομένου προϊόντος, είναι ξεκάθαρο πως δεν μπορεί να βελτιωθεί πια με περαιτέρω μειώσεις των μισθών των εργαζομένων, όπως συνέβαινε με τα μνημόνια και με την εσωτερική υποτίμηση – οπότε θα πρέπει να επιταχυνθούν οι παραγωγικές επενδύσεις που όμως δεν είναι συνώνυμες με το ξεπούλημα της χώρας μας, αφού ασφαλώς δεν είναι επένδυση η αλλαγή του ιδιοκτησιακού μας καθεστώτος.

Λογικά λοιπόν αυτό που οφείλει να μας απασχολεί δεν είναι στην ουσία ο ρυθμός ανάπτυξης, αλλά η απελπιστική κατάσταση της οικονομίας μας – ειδικά όσον αφορά τα δίδυμα ελλείμματα και τα δίδυμα χρέη μας που επιδεινώνονται συνεχώς, καθιστώντας μας την πιο ανοχύρωτη χώρα του πλανήτη, εάν ξεσπάσει η οποιαδήποτε παγκόσμια κρίση.

Εν προκειμένω, έχοντας ήδη αναφερθεί στο όνειδος του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και του εμπορικού, στο προσχέδιο του προϋπολογισμού προβλέπεται πρωτογενές έλλειμμα 1,6 δις € το 2022,  από 13,5 δις € το 2021 και 12,49 δις € το 2020. Αλήθεια, η προκαταβολή και η δόση του Ταμείου Ανάκαμψης που θα διατεθούν το 2022, θα εγγραφούν στο 2021, μειώνοντας το έλλειμμα;    

Σημειώνουμε εδώ πως το 2021 είχαμε υπέρβαση κατά 6,59 δις € του πρωτογενούς ελλείμματος, σε σχέση με το προϋπολογισθέν – ενώ προβλέπουμε πως κάτι ανάλογο θα συμβεί και το 2022, κρίνοντας από τα συνεχή επιδόματα που μοιράζει η κυβέρνηση με δανεικά.

Πόσο μάλλον όταν σε μεγάλο βαθμό η υλοποίηση προϋποθέτει την είσπραξη αυξημένων φόρων, όπως αναφέρεται από το Γραφείο του Προϋπολογισμού της Βουλής. Οι φόροι προβλέπονται στο προσχέδιο να ανέλθουν στα 49,5 δις το 2022 και στα 45,4 δις το 2021, κυρίως λόγω της αύξησης των εισπράξεων του ΦΠΑ – στα 18,7 δις το 2022 από 17,1 δις το 2021 και 17,6 δις € το 2019! Έχουμε όμως αμφιβολίες, επειδή μειώνονται αρκετοί συντελεστές, όπως στο τουριστικό πακέτοεκτός εάν προβλέπονται μεγάλες ανατιμήσεις.

Φυσικά στο πρωτογενές έλλειμμα θα πρέπει να προστεθούν οι τόκοι ύψους περί τα 6 δις € ετήσια –  αφού αυτό που έχει στην ουσία σημασία είναι το δημοσιονομικό έλλειμμα που αυξάνει το χρέος.

Συνεχίζοντας στο δεύτερο δίδυμο εφιάλτη της χώρας μας, στο δημόσιο και στο κόκκινο ιδιωτικό χρέος, το δημόσιο χρέος της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να αυξηθεί ξανά, στα 355 δις € – από 350 δις € το 2021 και μόλις 317 δις το 2017.

Στο μεσοπρόθεσμο προβλεπόταν στα 350 δις το 2022 και στο προσχέδιο στα 343 δις το 2021, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά – γεγονός που σημαίνει πως το δημόσιο χρέος μας είναι εκτός ελέγχου, όπως ασφαλώς τα δίδυμα ελλείμματα μας, ενώ φυσικά μη βιώσιμο.

Μπορεί λοιπόν να μειώνεται ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, εάν βέβαια έχουμε τελικά ανάπτυξη το 2022, αλλά ως απόλυτο μέγεθος συνεχίζει την ανοδική του πορεία – παρά το ξεπούλημα της κρατικής μας περιουσίας.

Ενδεχομένως θα μας απαντούσε η κυβέρνηση εδώ ότι, αυτό που θα πρέπει να μας ενδιαφέρει είναι η εξυπηρέτηση του – οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης που όταν δεν υπερβαίνουν το 15% του ΑΕΠ, το καθιστούν βιώσιμο. Εν προκειμένω, αναφέρονται τα εξής στην 11η αξιολόγηση και στη σελίδα 16:

«Στο βασικό σενάριο, το χρέος μειώνεται στο 57,6% του ΑΕΠ έως το 2060, ενώ οι Ακαθάριστες Ανάγκες Χρηματοδότησης παραμένουν μακροπρόθεσμα κάτω του 15% του ΑΕΠ. Στο σενάριο υψηλότερου κινδύνου, το χρέος μειώνεται στο 97,6% του ΑΕΠ έως το 2060, ενώ οι Ακαθάριστες Ανάγκες Χρηματοδότησης κυμαίνονται γύρω στο 20% του ΑΕΠ από τα τέλη του 2050. Στο σενάριο χαμηλής ανάπτυξης, το επίπεδο χρέους δεν σταθεροποιείται και οι Ακαθάριστες Ανάγκες Χρηματοδότησης υπερβαίνουν οριστικά το 20% του ΑΕΠ, από τα τέλη της δεκαετίας του 2040».

Με τους ετήσιους τόκους τώρα στα 6 δις και με τα χρεολύσια στα 11,95 δις το 2021, 10,5 δις το 2022 και 11,48 δις το 2023, καταθέτοντας τους ανάλογους πίνακες στα πρακτικά, τουλάχιστον για αυτά τα χρόνια οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης παραμένουν κάτω του 15% – χάρη στο ΣΥΡΙΖΑ βέβαια που επιμήκυνε τα ληξιπρόθεσμα 95 δις € για μετά το 2032, με αντάλλαγμα την παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας.

Είναι όμως η επιθυμητή λύση; Δεν είναι ξεκάθαρο πως τα υψηλά χρέη εμποδίζουν την ανάπτυξη; Επομένως πως ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί και να παραμείνει εξυπηρετίσημο το δημόσιο χρέος, δεν είναι άλλος από την ανάπτυξη μέσω της αλλαγής του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της χώρας μας;

Στην άλλη γάγγραινα, στο κόκκινο ιδιωτικό χρέος που συνεχίζει να αυξάνεται, έχοντας υπερβεί τα 250 δις € χωρίς τις επιβαρύνσεις που υπολογίζονται στα 90 δις €, δεν υπάρχει καμία αναφορά στον προϋπολογισμό – παρά το ότι είναι πολύ πιο δύσκολο στην επίλυση του, από το δημόσιο.

Όσον αφορά τώρα την ανεργία, η μείωση της στο 12,5% το 2022, όταν το ΑΕΠ παραμένει το ίδιο περίπου με το 2019, δεν πείθει κανέναν – αφού οφείλεται αφενός μεν στους 700.000 Έλληνες που έφυγαν και συνεχίζουν να φεύγουν στο εξωτερικό, αφετέρου στους χιλιάδες που δεν δηλώνονται πλέον στο σύστημα ως άνεργοι, έχοντας εντελώς απογοητευθεί.

Εκτός αυτού, δεν συνυπολογίζεται στο 2020 και στο 2021 η πλασματική εικόνα, λόγω του μεγάλου αριθμού εργαζομένων σε αναστολή ή στο πρόγραμμα ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ – ανθρώπων που υποαπασχολούνται ή λαμβάνουν το επίδομα φτώχειας των 534 € και που λογιστικά μειώνουν τον αριθμό των ανέργων.

Περαιτέρω, σε σχέση με τις δαπάνες για την πανδημία, παρατηρήσαμε μία αύξηση των υγειονομικών δαπανών και προμηθειών κατά 200 εκ. €, σε σχέση με το μεσοπρόθεσμο στα 416 εκ. € από 200 εκ. €. Η ερώτηση μας εδώ είναι πού οφείλεται και πως επιμερίζεται.    

Εκτός αυτού, υπάρχει μια ακόμη δαπάνη της πανδημίας το 2022 που δεν υπήρχε στο Μεσοπρόθεσμο: η επιδότηση μακροχρόνια ανέργων με 186 εκ. € για την κάλυψη εργοδοτικών εισφορών. 200 € για 6 μήνες και 150.000 θέσεις εργασίας.

Είχαμε προτείνει κάτι ανάλογο και φυσικά το επικροτούμε, αλλά είναι λίγο και πρέπει να επεκταθεί. Θα πρέπει δε να δημιουργηθούν οι επιχειρηματικές συνθήκες, για να έχει αποτέλεσμα – αφού χωρίς επενδύσεις στον πρωτογενή τομέα και στη μεταποίηση, πού θα εργασθούν;

Σε σχέση με την υγεία, είδαμε πως τα έξοδα των νοσοκομείων θα ανέλθουν σε 2,8 δις το 2022 από 2,6 δις € το 2019 – κάτι που είναι μεν θετικό αλλά όχι αρκετό, αφού το σύστημα υγείας της χώρας μας είναι σε πολύ άσχημη κατάσταση, κυρίως λόγω της πολιτικής των μνημονίων.

Παρεμπιπτόντως, υπάρχουν ΜΕΘ που έχουν γίνει προ πολλού δωρεά από το ΙΣ Νιάρχος και από την κυρία Αγγελοπούλου, ενώ δεν λειτουργούν ακόμη. Δεν είναι ντροπή; Ρωτήσαμε πάντως τον υπουργό υγείας γιατί δεν λειτουργούν, αλλά δεν πήραμε καμία απάντηση.

Στις αποκρατικοποιήσεις, ο στόχος ξεπεράστηκε κατά πολύ το 2021 – ενώ 

το ξεπούλημα στην ουσία τον τελευταίο καιρό επιταχύνεται με συνοπτικές διαδικασίες, χωρίς να ενημερώνεται καν η Βουλή. Δεν είναι αλήθεια απαράδεκτο;

Κλείνοντας, θα αναφερθούμε επιγραμματικά σε μερικά από τα στοχευμένα οικονομικά μέτρα, στις σελίδες 48-51, που έχουν ήδη αρχίσει να χρησιμοποιούνται για πολιτικούς λόγους – επειδή, κρίνοντας από τη σχετική ποσοτικοποίηση, προσφέρονται περισσότερο για εντυπώσεις και λιγότερο για τη στήριξη της ανάπτυξης.

(1) Επέκταση του μειωμένου ΦΠΑ στο τουριστικό πακέτο από 24% σε 13%,  όπως επίσης σε μεταφορές, καφέ, μη αλκοολούχα ποτά και κινηματογράφους, έως τον Ιούνιο του 2022 – με κόστος 248 εκ. το 2021 και 211 εκ. το 2022. Γιατί αυτή η επιμονή στον τουρισμό; Αυτό θέλει από εμάς η Γερμανία;

(2) Μείωση του συντελεστή ΦΠΑ των ζωοτροφών που προορίζονται για ζωική παραγωγή, από το 13% στο 6% – με  κόστος 4 εκ. € και 15 εκ. €. Έχουμε αναδείξει το θέμα, ενώ προτείναμε μέτρα τόσο για την παραγωγή, όσο και για την προμήθεια. Θεωρούμε όμως  τα κυβερνητικά ανεπαρκή και προσχηματικά – δεν είναι αρκετά δηλαδή και θα δούμε το πρόβλημα στην κατανάλωση.

(3) Επέκταση της αναστολής πληρωμής του τέλους της συνδρομητικής τηλεόρασης έως τον Ιούνιο του 2022 – με κόστος 18 εκ. € το 2021 και 9 εκ. € το 2022. Κατά την άποψη μας, θα ωφελήσει έμμεσα τα κανάλια των Ολιγαρχών – κάτι που θεωρούμε πως θα εξυπηρετήσει ως συνήθως κομματικές σκοπιμότητες.

(4) Μειώνεται το ποσοστό επιστροφής των επιστρεπτέων προκαταβολών, ανάλογα με την πτώση των ακαθάριστων εσόδων της εκάστοτε  επιχείρησης – όπου, με βάση τις νέες προβλέψεις, το 28% των επιχειρήσεων θα επιστρέψει το ¼, το 39% το 1/3 και το 33% το 1/2, με κόστος 1,89 δις €. Είναι θετικό μέτρο, όσον αφορά τη στήριξη των επιχειρήσεων.

(5) Μειώνεται από το 24% στο 22% ο συντελεστής φορολογίας για τις επιχειρήσεις – με κόστος για το 2022 183 εκ. €. Θεωρούμε πως η μείωση είναι χαμηλή και πρέπει να αυξηθεί – έτσι ώστε να είμαστε ανταγωνιστικοί με τις γειτονικές μας  χώρες.

(5) Μείωση κατά 50% του φόρου στη συγκέντρωση κεφαλαίων για συγχωνεύσεις επιχειρήσεων, από την 1η Οκτωβρίου του 2021 – με κόστος 9 εκ. για το 2021 και 38 εκ. € για το 2022.

Εν προκειμένω, εάν ο στόχος είναι η αύξηση του μεγέθους των επιχειρήσεων, θα πρέπει επίσης να αυξηθεί η μείωση – αν και δεν νομίζουμε πως είναι αυτό το πρόβλημα της χώρας, αλλά η έλλειψη τραπεζικής χρηματοδότησης, τα υψηλά επιτόκια, το κόστος της ενέργειας κοκ.

(6) Συμψηφισμός οφειλών στο e-ΕΦΚΑ, με επιδότηση παγίων δαπανών κόστους 266 εκ. € το 2021 και 180 εκ. € το 2022. Πρόκειται εδώ για το πρόγραμμα των φοροκουπονιών, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά; Είναι ένα είδος εναλλακτικού νομίσματος;

Αν είναι έτσι, αφορά 30.922 επιχειρήσεις, εκ των οποίων οι 25.713 είναι μικρομεσαίες και απασχολούν 253.360 εργαζομένους – κάτι που θεωρούμε θετικό αν και λίγο, πόσο μάλλον όταν υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός ανείσπρακτων απαιτήσεων στο δημόσιο.

Αυτό που ενοχλεί βέβαια είναι το πότε επιτέλους θα δοθούν οι εκκρεμείς συντάξεις – ένα παλαιό θέμα, εν γνώσει της Τρόικας που επίσης πιέζει να επιλυθεί. Οφειλές 359 εκ. €, όπως φαίνεται στη σελίδα 38 – είναι ντροπή, ενώ δεν φαίνεται να μπορεί να τα καταφέρει ο υπουργός εργασίας.

(7) Επέκταση του προγράμματος ΓΕΦΥΡΑ για την επιδότηση δόσεων που στην ουσία στηρίζει έμμεσα τις τράπεζες – με κόστος 241 εκ. το 2021. Τι προβλέπεται για το 2022;

(8) Επέκταση του προγράμματος ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ – με κόστος 176 εκ. € το 2021 και 32 εκ. € το 2022. Εμείς εδώ προτείναμε ανέκαθεν την επιδότηση της εργασίας – όχι της ανεργίας.

(9) Επέκταση του προγράμματος 100.000 θέσεων εργασίας που έχουμε προτείνει εμείς από την αρχή, με ακόμη 50.000 θέσεις – με κόστος 296 εκ. € το 2021 και 186 εκ. € το 2022.

Όπως φαίνεται έχει αποτέλεσμα και μας χαροποιεί – σημειώνοντας πως λειτουργεί παράλληλα το πρόγραμμα παροχής του πρώτου ενσήμου για την απασχόληση νέων χωρίς εμπειρία 18-29 ετών, με κόστος 28 εκ. € για το 2022.

(10) Παραμένουν οι μειωμένες ασφαλιστικές εισφορές κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες και το πάγωμα της πληρωμής έκτακτης εισφοράς αλληλεγγύης – για την τόνωση του εισοδήματος.

Το κόστος πάντως συνολικά για τα δυο μέτρα που ωφελούν κυρίως τους υψηλόμισθους, είναι σημαντικό – 1,58 δις € το 2021 και 1,65 δις € το 2022. Πόσο είναι για τις ασφαλιστικές και πόσο για την εισφορά αλληλεγγύης;

(11) Επιδότηση του ηλεκτρικού ρεύματος, κόστους 180 εκ. € για το 2021 που ήδη λέγεται πως θα αυξηθεί στα 400 εκ. €. Τι ακριβώς ισχύει; Λογικά θα πρέπει να επεκταθεί για το 2022, αφού η τιμή μάλλον δεν θα μειωθεί.

(12) Αύξηση του επιδόματος θέρμανσης κατά 20%, κόστους 16 εκ. το 2021. Δεν βλέπουμε να προβλέπεται ανάλογο επίδομα φυσικού αερίου, ούτε κόστος. Θα υπάρξει;

Τέλος, δεν θα πρέπει να μειωθεί ο ΦΠΑ στα βασικά καταναλωτικά αγαθά, για να αντισταθμιστούν οι ανατιμήσεις; Δυστυχώς όμως, δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη.


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading