.
Η κυβέρνηση βρίσκεται στην ευχάριστη θέση να στηρίζει τις αποφάσεις της, όσον αφορά τους νόμους, στην προηγούμενη αποτυχημένη διακυβέρνηση – ενός κόμματος που δεν παρανόμησε μόνο όσον αφορά το Σύνταγμα, αντιστρέφοντας το, αλλά πρόδωσε επί πλέον τους Έλληνες και την ιδεολογία του, υπογράφοντας ένα ακόμη μνημόνιο, κλείνοντας τις τράπεζες και μεταφέροντας ολόκληρη τη δημόσια περιουσία στο Υπερταμείο των ξένων. Έτσι η κυβέρνηση μπορεί να συνεχίσει το ξεπούλημα επικαλούμενη τις ανάλογες ενέργειες της αξιωματικής αντιπολίτευσης – με τους Έλληνες να τη στηρίζουν, εν αγνεία τους για το τι θα συμβεί. Όσον αφορά την ανάπτυξη, ακούσαμε το ανήκουστο: ότι θα στηριχθεί στις κατασκευαστικές εταιρίες που θα χτίσουν δομές για τους παράνομους μετανάστες!
.
Κοινοβουλευτική εργασία
Επειδή η αξιωματική αντιπολίτευση αναφέρθηκε στο ξεπούλημα του ΔΕΔΔΗΕ με το νομοσχέδιο, πολύ σωστά, ποιός πούλησε αλήθεια τον ΑΔΜΗΕ το 2017; Τα 14 κερδοφόρα αεροδρόμια στους Γερμανούς το Δεκέμβριο του 2015; Όσον αφορά τα πραγματικά εξαιρετικά πολύτιμα δίκτυα της ΔΕΗ (ΑΔΜΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ), ποιός πούλησε το ανάλογα πολύτιμο δίκτυο φυσικού αερίου, τη ΔΕΣΦΑ; Η ιστορία δυστυχώς δεν αλλάζει, όσο και αν θέλετε ή δεν σας εξυπηρετεί σήμερα. Ούτε με τον καινούργιο αντιπολιτευτικό σας οίστρο, λυπάμαι!
Στο σημερινό νομοσχέδιο τώρα, το πρώτο που διαπιστώσαμε είναι το ότι η κυβέρνηση επιστρέφει στην κανονικότητα – με νομοσχέδια που κατατίθενται μετά τον καθορισμό της συζήτησης τους στην Επιτροπή, το Σάββατο εν προκειμένω και με μεγάλο μέρος τους, σχεδόν τα μισά άρθρα, να μην έχει αναρτηθεί στη διαβούλευση. Με κριτήριο τώρα την πρόσφατη συνέντευξη του κ. Χατζηδάκη (πρακτικά), οι κύριες κατευθύνσεις του σχεδίου νόμου είναι οι εξής:
(1) H ριζική απλοποίηση των περιβαλλοντικών αδειών, έτσι ώστε να μην απαιτούν πλέον 6-8 χρόνια για να εκδοθούν, αλλά μόλις 100-150 ημέρες.
(2) H μεγάλη επιτάχυνση στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
(3) Ένα σύγχρονο πλαίσιο, με την έγκριση του Συμβουλίου της Επικρατείας, για τις περιοχές NATURA – όπου σήμερα υπάρχει αυθαιρεσία, ανεξέλεγκτες καταστάσεις και ad hoc ρυθμίσεις κατά τον υπουργό.
(4) Παρεμβάσεις με σεβασμό στο Σύνταγμα και στην κοινή λογική, ούτως ώστε να αρθεί η προχειρότητα στην εκπόνηση των δασικών χαρτών και να μπει τέλος στην ομηρία εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών.
(5) Δεν θα εκδίδεται οικοδομική άδεια, εάν δεν έχει προβλεφθεί η αποκομιδή των μπαζών, σε συνεργασία με τα εξουσιοδοτημένα για αυτό συστήματα και
(6) η επιβολή ενιαίου περιβαλλοντικού τέλους, ανεξαρτήτως πάχους της πλαστικής σακούλας, που βάζει τέρμα στα παιχνίδια με τις πλαστικές σακούλες.
Αδυνατούμε βέβαια να καταλάβουμε γιατί το τέλος στις πλαστικές σακούλες αποτελεί μία σημαντική περιβαλλοντική πολιτική – ενώ δεν είναι ούτε μία δίκαιη εισοδηματική, αφού θα επιβαρύνει περισσότερο τους ασθενέστερους. Ο υπουργός όμως ίσως μας εξηγήσει τους λόγους, οπότε καλύτερα να μην προτρέχουμε.
Σε γενικές γραμμές πάντως, καταψηφίζουμε το νομοσχέδιο επί της Αρχής (επί των συντριπτικά περισσοτέρων άρθρων επίσης), κυρίως επειδή υιοθετεί μία αδικαιολόγητη έως ύποπτη απλοποίηση των περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων. Η λογική του είναι η επίσπευση των διαδικασιών παροχής αδειών, παραβιάζοντας όμως τις κοινοτικές οδηγίες για το περιβάλλον – με την έννοια πως οι διαδικασίες αυτές δεν μπορούν να είναι fast track, ειδικά όσον αφορά τις επιχειρήσεις εξόρυξης μεταλλευμάτων σε προστατευμένες περιοχές.
Εκτός αυτού, διαπιστώνεται μεταφορά των κρατικών ευθυνών σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, για τον έλεγχο περιβαλλοντικών μελετών – αντί των ελεγκτικών αρμοδίων οργάνων. Τέλος, στο όνομα της πράσινης ανάπτυξης και της οικολογίας που ασφαλώς δεν συναντώνται σε έργα όπως αυτά στο Καστέλι ή στις Σκουριές, αδρανοποιούνται μεγάλες θερμοηλεκτρικές μονάδες της ΔΕΗ, στις οποίες έχουν επενδυθεί πολλά εκ. € εδώ και χρόνια – με στόχο την προώθηση των εισαγομένων ΑΠΕ εις βάρος της εθνικής μας οικονομίας, χωρίς να τηρούνται ούτε σε αυτές οι περιβαλλοντικές νόρμες.
Δεν γνωρίζουμε καν εάν έχουν ληφθεί υπ’ όψιν οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου – ούτε εάν υπάρχει πρόθεση παραγωγής των υλικών που χρησιμοποιούνται στις ΑΠΕ στην Ελλάδα, οπότε να προσβλέπουμε πραγματικά σε κάτι που θα ωφελήσει τη χώρα μας και όχι τα βιομηχανικά κράτη της Ευρώπης εις βάρος μας. Επομένως το μόνο που θα συμβεί θα είναι η άνοδος του κόστους της KWH που θα επιβαρύνει τους ασθενέστερους, παράλληλα με τη δημιουργία νέων επιχειρηματικών ευκαιριών για τους ισχυρούς – οι πράσινες business, όπως αποκαλούνται. Σε ορισμένα επί μέρους άρθρα τώρα τα εξής:
Άρθρο 1: Η διαδικασία της εκπόνησης Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) είναι αρκετά πολύπλοκη – αφού εκτός από το φυσικό περιβάλλον, όπως είναι η χλωρίδα, η πανίδα, τα αρχαιολογικά σημεία κλπ., περιλαμβάνει την ανθρώπινη κοινότητα, με τις επιπτώσεις της ρύπανσης και γενικότερα της λειτουργίας στους κατοίκους.
Παράδειγμα το Καστέλι, στο οποίο θα καταστραφεί η παραδοσιακή δραστηριότητα της ελαιοκομίας και γενικότερα της γεωργίας – με την ενδεχόμενη μετατόπιση του πληθυσμού και με τις υπόλοιπες αλλαγές. Κάτι ανάλογο θα λέγαμε και για τη Χαλκιδική, με την επιβάρυνση της υγείας των κατοίκων και των άλλων δραστηριοτήτων – όπως του πρωτογενούς τομέα και του τουρισμού από τα απόβλητα, ειδικά αφού είναι ανοιχτού ορύγματος.
Όλα αυτά μπορούν μέσα σε ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα να έχουν αλλάξει – είτε προς το καλύτερο, για παράδειγμα με την άνοδο του τουρισμού, είτε προς το χειρότερο, με την εγκατάλειψη της περιοχής. Επίσης είναι δυνατόν να προκύψουν νέες τεχνολογικές εξελίξεις – όπως οι αυτοματισμοί και η χρήση drones. Εκτός αυτού, δεν είναι αδύνατον να υπάρξουν νέοι κανονισμοί, όπως οι εκπομπές ρύπων – έτσι ώστε να χρειάζονται επικαιροποίηση.
Εύλογα λοιπόν είμαστε επιφυλακτικοί στην επέκταση της διάρκειας στα 15 έτη – ενώ ασφαλώς δεν θα πρέπει να ισχύει για τις υπάρχουσες, στο βαθμό που έχουν γίνει με ορίζοντα δεκαετίας.
Άρθρο 2: Σε γενικές γραμμές είμαστε ασφαλώς υπέρ των απλοποιήσεων των διαδικασιών – χωρίς βέβαια εκπτώσεις. Δυστυχώς όμως, για ένα τόσο σοβαρό θέμα όπως είναι οι διαδικασίες υποβολής και έγκρισης των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων, οι ασφυκτικές προθεσμίες που επιχειρείται να θεσμοθετηθούν σε όλα τα στάδια της περιβαλλοντικής αδειοδότησης είναι απολύτως εξωπραγματικές – όπως για παράδειγμα το διάστημα των 20 ημερών, για την αξιολόγηση των απόψεων των δημόσιων φορέων και του κοινού, ειδικά για σύνθετα έργα και δραστηριότητες.
Αλήθεια, τέτοιες προθεσμίες έχουν και οι υπηρεσίες της ΕΕ για την εξέταση φακέλων; Είμαστε της άποψης πως όχι, αφού στην Οδηγία 2014/52/ΕΕ αναφέρεται στο άρθρο 4.β.6 που θα καταθέσουμε στα (πρακτικά) ότι, η μέγιστη ημερομηνία για έκδοσης απόφασης είναι 90 ημέρες – ενώ σε πολύπλοκες περιπτώσεις μπορεί να παραταθεί. Γιατί λοιπόν μειώνεται σε ένα μήνα;
Εν προκειμένω, χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων της εταιρείας Ελληνικός Χρυσός – η οποία υποβλήθηκε τον Αύγουστο του 2010 και εγκρίθηκε τον Ιούλιο του 2011. Εκτός από την κύρια ΜΠΕ, ο φάκελος περιλάμβανε 13 παραρτήματα, έγγραφα, σχέδια και χάρτες – 4.000 σελίδες περίπου που θα έπρεπε να μελετηθούν από τις υπηρεσίες και τους αρμόδιους φορείς, καθώς επίσης από τους φορείς της τοπικής κοινωνίας, προκειμένου να είναι σε θέση να γνωμοδοτήσουν.
Επί πλέον, η ΜΠΕ αφορούσε ένα έργο ιδιαίτερα σύνθετο, με αυξημένη επιστημονική και τεχνική δυσκολία. Θα ήταν λοιπόν απολύτως αδύνατον να αξιολογηθεί αυτός ο φάκελος ΜΠΕ εντός 30 ημερών.
Αντί να αναβαθμιστεί τώρα η συμμετοχή της ενδιαφερόμενης τοπικής κοινωνίας στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, όπως επιβάλλει η ευρωπαϊκή νομοθεσία και η συνθήκη του Aarhus, με το παρόν νομοσχέδιο υποβαθμίζεται ακόμα περισσότερο – με το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο να είναι ήδη προβληματικό.
Η συνθήκη Aarhus δε ορίζει ότι, το ενδιαφερόμενο κοινό πρέπει να λαμβάνει γνώση των προτεινομένων έργων και δραστηριοτήτων – καθώς επίσης να του δίνεται η δυνατότητα να εκφέρει γνώμη επί αυτών από πολύ ενωρίς στη διαδικασία, όταν όλα τα ενδεχόμενα είναι ακόμα ανοιχτά. Αυτό δεν διασφαλίζεται από το υφιστάμενο πλαίσιο, όπου κατά το στάδιο της Προκαταρκτικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης & Αξιολόγησης (ΠΠΕΑ) δεν υπάρχει όχι μόνο διαβούλευση με την τοπική κοινωνία, αλλά ούτε καν ενημέρωσή της.
Ως εκ τούτου, η τοπική κοινωνία λαμβάνει γνώση του όποιου σχεδίου πολύ αργά, μόνον όταν αποσταλεί η ΜΠΕ, η οποία είναι το τελευταίο στάδιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης – με αποτέλεσμα να ευρίσκεται τότε απέναντι σε κάτι εντελώς καινούργιο που δεν έχει τον απαραίτητο χρόνο να κατανοηθεί και να αξιολογηθεί. Τέτοιου είδους ενέργειες είναι απαράδεκτες – κάτι που σίγουρα καταλαβαίνουν οι συντάκτες του νομοσχεδίου.
Άρθρο 3: Εδώ, η διαδικασία ανανέωσης των Αποφάσεων Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ), δεν επιτρέπεται να είναι τυπική – με την έννοια πως κάποιος υπάλληλος, ο οποίος ενδεχομένως δεν έχει καν την απαραίτητη κατάρτιση, να ελέγχει εάν υπάρχουν ή όχι δικαιολογητικά στο φάκελο. Αντίθετα, πρέπει να εξασφαλίζεται ο ουσιαστικός έλεγχος των δικαιολογητικών, από εξειδικευμένα στελέχη της διοίκησης – ενώ είναι εντελώς απαράδεκτο να ορίζονται μικρές προθεσμίες εξέτασης φακέλων μεταξύ 3 και 15 ημερών από τις υπηρεσίες, όπου μετά την άπρακτη παρέλευση των προθεσμιών να τεκμαίρεται πως οι γνωμοδοτήσεις είναι θετικές!
Λαμβάνοντας υπόψη δε το μεγάλο όγκο αιτήσεων, σε συνδυασμό με την ανεπαρκή στελέχωση της διοίκησης, είτε θα πρέπει να αυξηθούν οι προθεσμίες με τρόπο που να επιτρέπουν την ουσιαστική και όχι τυπική εξέταση των φακέλων, είτε να βελτιωθεί η στελέχωση των υπηρεσιών. Οι πολύ σύντομες προθεσμίες δημιουργούν την εντύπωση πως υπάρχει πρόθεση δημιουργίας μιας ανεξέλεγκτης κατάστασης που δεν αρμόζει σε οργανωμένες κοινωνίες – οι οποίες οφείλουν να σέβονται τους Πολίτες τους.
Άρθρο 4: Όπως στο προηγούμενο άρθρο, εάν διαπιστωθεί η μη πληρότητα του φακέλου, θα πρέπει ο ενδιαφερόμενος να ενημερώνεται σχετικά και η υπόθεση να τίθεται στο αρχείο – να ανοίγει δε ξανά μετά από νέα αίτηση του ενδιαφερομένου, η οποία να συνοδεύεται από την καινούργια συμπληρωμένη μελέτη, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις.
Η αιτία είναι το ότι με βάση την εμπειρία, από τη γνωστοποίηση της μη πληρότητας του φακέλου έως τη σχετική συμπλήρωση του, μπορεί να μεσολαβούν εβδομάδες ή και μήνες. Σε αυτό το χρονικό διάστημα δεν είναι δυνατόν να παραμένει σε εκκρεμότητα ο φάκελος – αφού χωρίς να γνωρίζουμε την έκβαση της υπόθεσης και την πρόθεση του ενδιαφερομένου να προβεί σε συμπλήρωση των στοιχείων που λείπουν, δεσμεύονται χωρίς λόγο πόροι του συστήματος. Δηλαδή, οι υπάλληλοι θα πρέπει να φροντίζουν για τη συνεχή υπενθύμιση όσων καθυστερούν να υποβάλλουν τα στοιχεία που τους ζητούνται – γεγονός που φυσικά κοστίζει χωρίς λόγο.
Άρθρο 5: Εδώ μας προκαλεί προβληματισμό η απαλοιφή μίας σειράς κρίσιμων περιβαλλοντικών στοιχείων των φακέλων που οφείλει να υποβάλει ο επενδυτής, όταν ζητάει περιβαλλοντική αδειοδότηση – χωρίς τα οποία δεν είναι δυνατή η εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Συγκεκριμένα τα εξής:
(1) Στο φάκελο ανανέωσης ΑΕΠΟ, καταργείται η υποχρέωση η σχετική μελέτη να περιλαμβάνει το στοιχείο β) «συνοπτική περιγραφή παραμέτρων της υφιστάμενης κατάστασης περιβάλλοντος που έχουν μεταβληθεί κατά τη διάρκεια ισχύος της προς ανανέωση ΑΕΠΟ» και το στοιχείο δ) «προτάσεις για τροποποίηση όρων και περιορισμών, εφόσον προκύπτουν από τυχόν τροποποιήσεις ή προσθήκες νομοθετικών ρυθμίσεων που αφορούν στο περιβάλλον, κατά την περίοδο μεταξύ της έκδοσης της ΑΕΠΟ και της κατάθεσης του φακέλου ανανέωσης ή τα στοιχεία του προγράμματος παρακολούθησης ή των ελέγχων».
(2) Στη μελέτη τροποποίησης ΑΕΠΟ καταργείται το σημείο β) «τα στοιχεία περιγραφής της υφιστάμενης κατάστασης του φυσικού και του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, μόνο σε σχέση με την αιτούμενη τροποποίηση του έργου ή της δραστηριότητας».
Η αιτιολογική έκθεση αναφέρει ότι, «τα στοιχεία που έχουν καταργηθεί αποτελούν αναπόσπαστα εσωτερικά μέρη άλλων στοιχείων των περιεχομένων» – αλλά δεν είναι καθόλου σαφές αν τα κρίσιμα στοιχεία που καταργούνται, καλύπτονται επαρκώς από άλλα στοιχεία.
Άρθρο 7: Εν προκειμένω εισάγεται η δεύτερη μεγάλη αλλαγή που προβληματίζει ιδιαίτερα, μετά από αυτές του άρθρου 2. Έως τώρα υπήρχε η πρόβλεψη ότι, η Διοίκηση μπορούσε να προσλάβει πιστοποιημένο αξιολογητή Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, για να τη βοηθήσει να κάνει τη δουλειά της – ακόμη περισσότερο με κλήρωση, δηλαδή με διαφανή και με αντικειμενικό τρόπο, προσπαθώντας να αντιμετωπιστεί μέσω αυτού του κανόνα η έλλειψη πόρων και εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού στη δημόσια διοίκηση.
Η τροποποίηση προβλέπει ότι, τέτοιους ιδιώτες μπορούν να προσλαμβάνουν πλέον κατά το δοκούν και οι επενδυτές – για να αναλάβουν τη διοικητική διαδικασία, υποκαθιστώντας την Διοίκηση. Η λογική της συγκριμένης αλλαγής είναι πολύ θολή. Οι αξιολογητές θα έπρεπε να αξιολογούν χωρίς επαγγελματική σχέση με τον επενδυτή την ποιότητα των μελετών που υποβάλει – όχι να είναι δικοί του εργολάβοι και μόνο κατ’ όνομα αξιολογητές, οι οποίοι να υποκαθιστούν τη Διοίκηση και την κρίση της.
Εδώ λοιπόν υιοθετείται μία ανεπίτρεπτη στρέβλωση της διαδικασίας, με την ιδιωτικοποίηση ευαίσθητων δημόσιων λειτουργιών – η οποία, εξ όσων γνωρίζουμε, δεν υπάρχει σε κανένα άλλο ευρωπαϊκό κράτος. Δεν είναι δε καθόλου κατανοητή η σκοπιμότητα της εξαίρεσης αυτών των ιδιωτών, από τις προθεσμίες που τοποθετούνται στην ίδια τη Διοίκηση, για τα διάφορα στάδια της περιβαλλοντικής αδειοδότησης.
Αν υπάρχει μια μεταρρύθμιση που θα ήταν πραγματικά ριζοσπαστική, στην κατεύθυνση της ουσιαστικής βελτίωσης της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης στην Ελλάδα, αυτή θα ήταν ο ορισμός των μελετητών που εκπονούν τις περιβαλλοντικές μελέτες έργων και δραστηριοτήτων όχι κατ’ επιλογή των επενδυτών, αλλά με έναν αδιάβλητο αντικειμενικό τρόπο από τη Διοίκηση.
Προφανώς με κόστος που θα καλύπτεται από τους επενδυτές, ούτως ώστε να σταματήσει η παραγωγή χαμηλής ποιότητας περιβαλλοντικών μελετών που δεν εντοπίζουν κατά κανόνα καμία αρνητική περιβαλλοντική επίπτωση σε σχεδιαζόμενα έργα και δραστηριότητες – εξυπηρετώντας έτσι απλώς τα συμφέροντα των εργοδοτών τους και όχι τη χρηστή περιβαλλοντική Διοίκηση.
Το να υιοθετούμε σήμερα, μετά από 40 χρόνια, ακραίες νεοφιλελεύθερες μεθόδους που έχουν ήδη αποτύχει στις χώρες που εφαρμόσθηκαν, δεν είναι ότι καλύτερο – κάτι που ισχύει και για τις ιδιωτικοποιήσεις των κοινωφελών, των στρατηγικών και των κερδοφόρων επιχειρήσεων του δημοσίου.
Άρθρο 12: Εν προκειμένω, η πρόβλεψη εγκατάστασης φωτοβολταϊκών και χερσαίων αιολικών σταθμών σε περιοχές Natura, πρέπει να απαλειφθεί εντελώς – αφού στις περιοχές αυτές δεν πρέπει να επιτρέπεται καμία τέτοια επέμβαση. Ειδικά όσον αφορά τα χερσαία αιολικά, πρέπει να διακοπεί κάθε περαιτέρω ανάπτυξη τους στο σύνολο της χώρας – επειδή έως τα τέλη του 2019 έχουν ήδη τοποθετηθεί πάνω από 3.500 MW, τα οποία αποδείχθηκαν στην πράξη μία εντελώς αναξιόπιστη και χρυσοπληρωμένη ηλεκτροδότηση.
Τα πάνω από 3.500 MW χερσαία αιολικά, διασκορπισμένα σε ολόκληρη τη χώρα, αποδείχθηκαν εντελώς ανίκανα να αντικαταστήσουν αξιόπιστα έστω μία παλιά λιγνιτική μονάδα των 300 MW. Το ενεργειακό κέρδος δε από την τοποθέτηση γιγαντιαίων ανεμογεννητριών είναι αποδεδειγμένα μηδαμινό ή ελάχιστο – ενώ το περιβαλλοντικό κόστος τεράστιο και μόνιμο!
Πολλές φυσικές περιοχές, οι περισσότερες του δικτύου Natura 2000, έχουν δυστυχώς μετατραπεί σε βιομηχανικές ζώνες – εξαιτίας της εγκατάστασης βιομηχανικών αιολικών σταθμών και των έργων που τους συνοδεύουν. Είναι ανεπίτρεπτο, καταστροφικό και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την ανάγκη προστασίας της φύσης!
Άρθρο 13: Όσον αφορά τα αιολικά, με τα οποία βέβαια δεν συμφωνούμε, η χωροθέτηση τους θα πρέπει να συνδεθεί με την απόσταση ασφαλείας ανθρώπων και ζώων από την εκπομπή υποήχων των ανεμογεννητριών – σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην από το Νοέμβριο του 2018 εκπομπή της Γερμανικής κρατικής τηλεόρασης ZDF «planet» με θέμα το «Infrasound, Noise we can’t hear» (Υπόηχοι, θόρυβος που δεν μπορούμε να ακούσουμε) που θα καταθέσουμε στα (πρακτικά).
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην εκπομπή, μια ανεμογεννήτρια ισχύος 5 MW εκπέμπει υπόηχους σε απόσταση έως 20 χιλιόμετρα! Η εκπομπή υποήχων έχει συνδεθεί με προβλήματα υγείας σε ανθρώπους και σε ζώα, με πληθώρα επιστημονικών δημοσιεύσεων τα τελευταία χρόνια. Επομένως, πρέπει να διακοπεί κάθε περαιτέρω ανάπτυξή των χερσαίων αιολικών στο σύνολο της χώρας, για την προστασία του πληθυσμού και της άγριας πανίδας.
Όσον αφορά τα φωτοβολταϊκά, θα πρέπει τουλάχιστον να προταχθεί η εγκατάσταση τους σε στέγες, στα μη διασυνδεμένα νησιά που δεν προβλέπεται να συνδεθούν στο εθνικό δίκτυο την προσεχή δεκαετία – για να υποκατασταθούν με έναν στοιχειωδώς αξιόπιστο τρόπο οι εισαγωγές πετρελαίου.
Για την εγκατάσταση σε περιοχές που καλύπτονται ήδη από το Διασυνδεμένο Σύστημα, θα πρέπει επίσης να προταχθεί η εγκατάσταση στις στέγες – έναντι εγκαταστάσεων σε εκτάσεις. Σε κάθε περιοχή δε θα πρέπει να προβλεφθεί η μέγιστη φέρουσα ικανότητα και να μην εξετάζονται αποσπασματικά ένα-ένα τα έργα.
Τέλος, θα πρέπει να απαγορευθεί κάθε εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σε καλλιεργούμενες εκτάσεις, οποιασδήποτε παραγωγικής ικανότητας – καθώς επίσης να προβλεφθεί η υποχρέωση εγκατάστασης φωτοβολταϊκών σε συστοιχίες επάνω σε κατάλληλες βάσεις, έτσι ώστε να μειωθεί η εδαφική έκταση που καλύπτεται.
Άρθρο 14: Το γεγονός εδώ της ύπαρξης πολλών περιοχών με κορεσμένα δίκτυα, τεκμηριώνει τα αδιέξοδα της αθρόας ανάπτυξης των συγκεκριμένων μορφών ΑΠΕ – τις οποίες προώθησε το δήθεν «Εθνικό Σχέδιο» για την Ενέργεια και το Κλίμα. Η θηριώδης μονάδα φυσικού αερίου της ΔΕΗ στη Μεγαλόπολη ακόμα δεν έχει λειτουργήσει στην ονομαστική της ισχύ – κανένας όμως δεν φαίνεται να προβληματίζεται για τη συνεχιζόμενη ζημία της ΔΕΗ και του δημοσίου, ως μετόχου της.
Από την άλλη πλευρά, οι καταναλωτές καλούνται να πληρώσουν για την αχρείαστη ανάπτυξη δικτύων, με χρήματα που δεν υπάρχουν, αφού η Ελλάδα είναι υπερχρεωμένη και ζει με δανεικά – πόσο μάλλον υπό τις παρούσες συνθήκες της πανδημίας και του κλειδώματος της οικονομίας της.
Καλούνται να πληρώσουν για να κατασκευασθούν και άλλες ηλεκτροδοτικά αναξιόπιστες ΑΠΕ – την ώρα που δεν λειτουργεί πλήρως η Μεγαλόπολη 5 και δεν έχει δουλέψει ποτέ το ήδη πληρωμένο υδροηλεκτρικό εργοστάσιο της Μεσοχώρας. Οι επενδύσεις στα ΑΠΕ είναι μια πληγή για τη ΔΕΗ και για την οικονομία μας – αφού υποκαθιστούν τη φθηνή ενέργεια, με επιδοτούμενη ακριβή.
Ακόμη χειρότερα, ακριβώς λόγω των κορεσμένων δικτύων, αντί για πολλά μικρά φωτοβολταϊκά στις στέγες, προωθούνται θηριώδη φωτοβολταϊκά έργα – τα οποία συνδέονται απ’ ευθείας στο δίκτυο μεταφοράς, καλύπτοντας βοσκότοπους και καλλιεργημένες εκτάσεις εις βάρος της κτηνοτροφίας και της γεωργίας.
Επιπλέον, η υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας που προκάλεσε ο κορονοϊός, καθιστά εντελώς αβέβαιη την υλοποίηση επενδύσεων – οπότε δεν υπάρχει λόγος επέκτασης δικτύων σε περιοχές με κορεσμένα δίκτυα. Ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να προβλέπεται η δυνατότητα αύξησης 10% της μέγιστης ισχύος παραγωγής μέχρι 10% της ισχύος παραγωγής της αρχικής Άδειας Παραγωγής.
Θεωρούμε δε ότι, ο κορεσμός αφορά επί πλέον τη δυνατότητα απορρόφησης και μεταφοράς της ενέργειας εκτός της περιοχής που είναι τοποθετημένο το πάρκο ΑΠΕ. Σε αυτήν την περίπτωση, εάν υπάρχουν εκτάσεις αλλά όχι δυνατότητα μεταφοράς, οι επενδυτές πρέπει να κάνουν τη σύνδεση μόνοι τους. Για παράδειγμα, η σύνδεση της Κρήτης για τα αιολικά Κοπελούζου-ΤΕΡΝΑ που πιστεύουμε πως είναι η αιτία, για την οποία προωθείται η ακριβή και μάλλον αχρείαστη σύνδεση Αττικής-Κρήτης. Που βρίσκεται αλήθεια το θέμα; Δεν πρέπει να καλύψουμε εμείς από το ΠΔΕ το κόστος;
Άρθρο 15: Εδώ προβλέπεται η δυνατότητα γνωμοδότησης των ΟΤΑ, για υπερβάσεις των ορίων σε κορεσμένες περιοχές. Με κριτήριο το όργιο αυθαιρεσιών που σηματοδοτούν οι πρόσφατες ΠΝΠ, είναι επικίνδυνο να οδηγήσουν στις γνωστές συναλλαγές διεφθαρμένων.
Άρθρο 17: Θεωρούμε απαραίτητο να συμπεριληφθεί ως προϋπόθεση χορήγησης της βεβαίωσης, η κατάθεση τραπεζικής εγγύησης – προκειμένου να αποκατασταθεί το φυσικό περιβάλλον μετά το πέρας λειτουργίας του με βάση το κατατεθειμένο σχετικό κοστολογημένο σχέδιο. Την επόμενη φορά θα συνεχίσουμε στα υπόλοιπα άρθρα.
Ακολουθεί το βίντεο με την τελευταία ΠΝΠ – ένα ακόμη έγκλημα.