Είναι λάθος να κάνεις υποχωρήσεις μιλώντας στα μέσα ενημέρωσης για να φτιάξεις το κλίμα συνομιλίας με τη Γερμανία. Δείχνει έλλειψη θάρρους και σθένους να αντέξεις σε πιέσεις. Από την άλλη είναι σωστό να μην προκαλείς πόλωση, αλλά να αφήνεις διεξόδους συμβιβασμού και υποχωρήσεων.
(To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες)
Εικόνα: Ingram Pinn, FT, επεξεργασμένη
.
Μέσα σε μία εβδομάδα έγιναν σημαντικά βήματα, αλλά και λάθος ξεκίνημα των συνομιλιών, ενόψει διαπραγμάτευσης με την ΕΕ. Υπάρχει έλλειμμα στρατηγικού και επομένως και πολιτικού σχεδιασμού.
Μέσα σε μία εβδομάδα έφτασαν στον απλό Έλληνα πολίτη, όλα τα σημαντικά θέματα που στις 4 εβδομάδες της προεκλογικής εκστρατείας δεν συζητήθηκαν καθόλου. Σαμαράς και Βενιζέλος, Σπυράκη και Καϊλή, και από πίσω ένας εσμός πολιτικών δεύτερης διαλογής, ασχολούνταν με μετρήσεις ή έψαχναν δηλώσεις άλλων δευτεροκλασάτων υποψήφιων για να δημιουργήσουν θέμα εκ του μη όντος.
Μερικά από τα θέματα: Ποια πρέπει να είναι η επιδίωξη της ελληνικής κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις με την ΕΕ; Τι πρέπει να ζητάμε από τις ΗΠΑ, από το ΔΝΤ ως «υπουργείου Εξωτερικών» των ΗΠΑ, από τη Γερμανία, από τη Ρωσία και από την Κίνα; Ποια πρέπει να είναι η επιδίωξη της κυβέρνησης στο εσωτερικό; Ποια είναι τα αντίβαρα που πρέπει να βάλουμε στο τραπέζι;
Μακροπρόθεσμα η Ελλάδα για να επιβιώσει στο παγκοσμιοποιημένο δυναμικό σύστημα πρέπει να αναδιαρθρώσει την οικονομία της, ώστε διπλασιάζοντας αρχικά τη μεταποίηση, να αυξήσει τα προϊόντα σε ένα καλάθι προϊόντων και υπηρεσιών για εξαγωγή. Αυτό θα χρειαστεί π.χ. 30 χρόνια για να γίνει, επομένως πρέπει να μην αλλάζει η πολιτική επαναβιομηχανοποίησης κάθε φορά που αλλάζει η κυβέρνηση.
Ως τότε η Ελλάδα πρέπει να επιβιώσει και να ανακάμψει η οικονομία της, αφού προηγουμένως σταθεροποιηθεί. Δεδομένου ότι το 70% του ΑΕΠ κινείται γύρω από την κατανάλωση και σχεδόν το μισό από αυτό γύρω από εισαγωγές, είναι αναπόφευκτο να ξοδέψουμε πολύτιμους πόρους στην διατήρηση της κατανάλωσης και στην αργή υποκατάσταση των εισαγωγών. Αυτό δεν γίνεται αυτόματα, αφήνοντας τον ιδιωτικό τομέα ελεύθερο να κάνει τη δουλειά του. Είναι το κράτος που θα ενεργήσει ως σημαντικός επενδυτής και είναι το κράτος που θα ενεργήσει ως πειστικός σύμβουλος των επιχειρήσεων παρέχοντάς τους υποστήριξη, κίνητρα και αντικίνητρα. Ενεργοποιώντας το ανθρώπινο δυναμικό που υπάρχει και είναι κατάλληλα εκπαιδευμένο. Συνεπώς χρειάζεται ένα εκσυγχρονισμένο, δυναμικό και αποτελεσματικό κράτος με τη μορφή της διοίκησης κατά προτίμηση μικρό και ευέλικτο. Κι αυτή είναι μια μεσοπρόθεσμη απαίτηση και χρειάζεται δέκα χρόνια για να ολοκληρωθεί αρχίζοντας να δουλεύει από την πρώτη μέρα. Συνεπώς και αυτή η πολιτική δεν μπορεί να αλλάζει κάθε φορά που αλλάζει η κυβέρνηση.
Για να μπεί το νερό σε ένα τέτοιο αναπτυξιακό αυλάκι, πρέπει να αντιμετωπιστούν τα βραχυπρόθεσμα ζητήματα ρευστότητας, ώστε να μην κινδυνεύσει η οικονομία από «ξαφνικό θάνατο». Αυτές είναι οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές. Κατά την ταπεινή μας κρίση, η κυβέρνηση Τσίπρα ξεκίνησε λάθος αν και με καλές προθέσεις τις διαπραγματεύσεις κι αυτό δείχνει λάθος στρατηγικού και επομένως και πολιτικού σχεδιασμού. Στην εκκίνηση των διαπραγματεύσεων θέτεις το μάξιμουμ που διεκδικείς και θα μπορούσες να κερδίσεις αν διαθέτεις αρκετή ισχύ ώστε να πιέσεις. Η επικοινωνία αυτών των μαξιμαλιστικών στόχων είναι σημαντική για τη θέση που θα λάβουν οι άλλοι που συμμετέχουν στο ίδιο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Το θέμα της ανάπτυξης προηγείται σε σημασία αλλά το ζήτημα της ρευστότητας προηγείται χρονικά. Δεν πρέπει να απορροφήσει όμως όλες τις προσπάθειες της κυβέρνησης και να την εξαντλήσει, όπως έγινε με τις προηγούμενες κυβερνήσεις Παπανδρέου (ξεκίνησε με 44%) και Σαμαρά (ξεκίνησε με 48%). Η κυβέρνηση Τσίπρα ξεκινάει με το 41%, αντιμετωπίζει το ίδιο πρόβλημα, αλλά με χειρότερους όρους, σε σχετικά καλύτερη χρονική συγκυρία. Το ζήτημα του χρέους δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αποσπασματικά. Είναι λάθος να γίνεται συζήτηση ΜΟΝΟΝ για το δημόσιο χρέος όπως επιδιώκουν οι δανειστές. Το συνολικό χρέος (δημόσιο και ιδιωτικό) πρέπει να αντιμετωπιστεί γιατί δεν μπορεί να πληρωθεί. Αν χρειάζεται κούρεμα 50% το δημόσιο χρέος, στο ίδιο ποσοστό πρέπει να κουρευτεί και το ιδιωτικό χρέος, αλλιώς η οικονομία δεν θα ανακάμψει και σε πολύ λίγα χρόνια (π.χ. σε πέντε) θα υπάρχει το ίδιο πρόβλημα και θα χρειάζεται νέο κούρεμα. Η προσέγγιση των δανειστών εξυπηρετεί άλλους στόχους και όχι τους ίδιους με την Ελλάδα ως σύνολο, οικονομία και κοινωνία. Οι δανειστές θέλουν να βάλουν το κράτος να μαζεύει φόρους και να τους τα δίνει στο εξωτερικό ως τόκους. Η Ελλάδα έχει ως στόχο την ανάπτυξη και τη μηδενική ανεργία και στη συνέχεια την άνοδο του βιοτικού επιπέδου των πολιτών. Δηλαδή να μένουν οι πόροι στο εσωτερικό και να αξιοποιούνται. Οι δανειστές ενεργούν ορθολογικά, οι ελληνικές κυβερνήσεις όχι.
Το ιδιωτικό χρέος της Ελλάδας είναι σχεδόν όσο και το δημόσιο χρέος. Αν η Ελλάδα πρέπει να καλύπτει τις ανάγκες της από τα έσοδα και να μένει ένα μικρό ποσό για τους δανειστές, σημαίνει ότι πρέπει να εισπράττει τουλάχιστον τα έσοδα του παρελθόντος και σε ορίζοντα έτους τα προϋπολογισθέντα. Αν οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά είναι υπερχρεωμένα δεν μπορούν να κάνουν νέες επενδύσεις, δεν μπορούν να αποφύγουν τη χρεοκοπία όσοι δεν έχουν αποταμιεύσεις και δεν μπορούν να πληρώσουν τους προϋπολογισθέντες φόρους παρά σε ένα πολύ μικρότερο ποσοστό. Για να πέσουν έξω τα έσοδα, αρκεί μια υστέρηση της τάξης του 5%. Όχι μεγαλύτερη. Κάθε τέτοια υστέρηση πρέπει να καλύπτεται με δανεικά. Δανεικά δεν υπάρχουν κι αν υπήρχαν θα ήταν λάθος να τα πάρουμε.
Συνεπώς το ιδιωτικό χρέος, τραπεζών, επιχειρήσεων και νοικοκυριών πρέπει να κουρευτεί στο ίδιο ποσοστό με το δημόσιο χρέος. Μόνον έτσι τράπεζες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά που έχουν ισοσκελισμένο προϋπολογισμό μπορούν να επιβιώσουν. Τράπεζες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά που έχουν αποταμιεύσεις ή νέους πόρους μπορούν να προχωρήσουν σε επενδύσεις, οι οποίες θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, οι οποίες θα αποφέρουν εισόδημα το οποίο θα φορολογηθεί και θα αποφέρει δημόσια έσοδα, ώστε και το κράτος να είναι συνεπές και φερέγγυο. Τράπεζες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά που δεν είναι βιώσιμα, πρέπει να διασωθούν, να αναδιαρθρωθούν, να εκσυγχρονιστούν, να επιμορφωθούν και να ξεκινήσουν νέες δραστηριότητες. Δηλαδή θα έχουν κόστος το οποίο θα πληρώσει ολόκληρη η κοινωνία. Εδώ χρειάζεται η αλληλεγγύη και ένας απαιτητικός σχεδιασμός και κινητοποίηση του κράτους. Εδώ θα κριθεί η επιτυχία και η βιωσιμότητα της κυβέρνησης. Εδώ θα αποτύχει και θα προκαλέσει μεγάλο πόνο αν δεν τα καταφέρει.
Οι προτάσεις Βαρουφάκη, αφορούν μόνον το δημόσιο χρέος και κινούνται στη σωστή κατεύθυνση. Από την ώρα που ξεκίνησε από την Αθήνα στις 26 Ιανουαρίου μέχρι να φτάσει στο Βερολίνο στις 5 Φεβρουαρίου είχε κάνει ήδη σημαντικές υποχωρήσεις περνώντας από την Ιταλία, τη Γαλλία και τις Βρυξέλλες. Αν η περιοδεία κρατούσε λίγες μέρες ακόμα θα βλέπαμε και άλλες υποχωρήσεις; Και όλα αυτά πριν να γίνουν οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης και πριν να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης. Είναι λάθος να κάνεις υποχωρήσεις μιλώντας στα μέσα ενημέρωσης για να φτιάξεις το κλίμα συνομιλίας με τον Σόϊμπλε και την Μέρκελ και δείχνει έλλειψη θάρρους και σθένους να αντέξεις σε πιέσεις. Από την άλλη είναι σωστό να μην προκαλείς πόλωση, αλλά να αφήνεις διεξόδους συμβιβασμού και υποχωρήσεων. Όχι όμως να κάνεις τις υποχωρήσεις πριν καθίσεις στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και πολύ περισσότερο πριν να αποφασιστεί ποιο θα είναι το τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Θα είναι μια διεθνής διάσκεψη για το χρέος, ή θα είναι το Eurogroup; Εφόσον η προεκλογική σου θέση είναι μια διεθνής διάσκεψη για το ευρωπαϊκό χρέος, μπορείς ενδιάμεσα να προτείνεις μια συζήτηση στον ΟΗΕ για το ελληνικό χρέος, ως ενδιάμεσο σταθμό και να αφήσεις τη Γερμανία να προτείνει μια ευρωπαϊκή σύσκεψη κορυφής. Εφόσον βλέπεις ότι οι ΗΠΑ και το ΔΝΤ θέλουν να πιέσουν για ελάφρυνση του χρέους, πρέπει να επιδιώξεις επαφές μαζί τους και να ζητήσεις να γίνει αντικείμενο διαβουλεύσεων π.χ. στους G-7 ή στους G-20 ή στον ΟΟΣΑ ή στο ΔΝΤ ή όλα αυτά θέτοντας πάντοτε ζήτημα διαγραφής, ή ελάφρυνσης, ή αναδιάρθρωσης για το συνολικό και όχι μόνον για το δημόσιο χρέος. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να έχεις διμερείς επαφές και με τη Ρωσία και με την Κίνα και με την Βραζιλία και με την Ινδία και με την Τουρκία ώστε να εξασφαλίσεις καλύτερη κατανόηση των θέσεών σου και χτίζοντας συμμαχίες. Λειτουργώντας με δημόσια διπλωματία, θα αφήσεις και ένα πολύ μικρό μέρος για μυστική διπλωματία η οποία δεν είναι του παρόντος, αλλά πρέπει να υπάρχει για να ετοιμάζεις το εναλλακτικό σχέδιο αν το πρώτο αποτύχει. Στο εναλλακτικό σενάριο θα αφιερώσεις το 10% των προσπαθειών και του κόπου και των ανθρώπινων πόρων σου.