Αρκετοί τάσσονται υπέρ της Ρωσίας, θεωρώντας πως διεξάγει μία «σταυροφορία» εναντίον του τοκογλυφικού κεφαλαίου – ξεχνώντας πως κάτι ανάλογο είχε ισχυρισθεί και ο Χίτλερ, εξομοιώνοντας τότε το χρηματοπιστωτικό τέρας με τους Εβραίους
(To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες)
.
“Μετά την ασιατική κρίση, η οποία επηρέασε την οικονομία της, η Ρωσία αποφάσισε να μην εξοφλήσει τις ληξιπρόθεσμες (1998, 1999) οφειλές της, απέναντι στους πιστωτές του εσωτερικού, ύψους 4,8 δις $ – προβαίνοντας μόνη της σε στάση πληρωμών. Μία πρώτη προσφορά αναδιάρθρωσης, η οποία ανακοινώθηκε στους δανειστές της στο τέλος Αυγούστου του 1998, αμέσως μετά την απελευθέρωση του νομίσματος της, απορρίφθηκε.
Η δεύτερη προσφορά ακολούθησε το Μάρτιο του 1999, μετά από επίπονες διαπραγματεύσεις στο «κλαμπ του Λονδίνου» (στο οποίο, ως γνωστό, εκπροσωπούνται οι τράπεζες και οι ιδιώτες επενδυτές – σε αντίθεση με το «κλαμπ του Παρισιού», στο οποίο εκπροσωπούνται τα κράτη δανειστές).
Η προσφορά αυτή συμπεριελάμβανε ένα πακέτο από μετρητά (30%), τρίμηνα και εξάμηνα γραμμάτια, καθώς επίσης μετοχές επιλεγμένων ρωσικών τραπεζών – εναλλακτικά, από φορολογικές ελαφρύνσεις ανάλογου ύψους. Για το υπόλοιπο 70% των μη ληξιπρόθεσμων ομολόγων της χώρας, προσφέρθηκαν καινούργια χρηματοπιστωτικά έγγραφα, διάρκειας τριών και πέντε ετών.
Η ιδιαιτερότητα ήταν το ότι, οι επενδυτές δεν έλαβαν ρευστότητα, επειδή τόσο τα μετρητά, όπως και τα έσοδα από την ενδεχόμενη πώληση των υπολοίπων στοιχείων του πακέτου, τοποθετήθηκαν σε έναν «προστατευμένο» τραπεζικό λογαριασμό σε ρούβλια – από τον οποίο θα μπορούσαν να εξοφληθούν μόνο μετά την πάροδο ενός έτους, κατά τα διάρκεια του οποίου θα παρέμεναν κατατεθειμένα άτοκα και σε έναν άλλο ρωσικό τραπεζικό λογαριασμό.
Εναλλακτικά θα μπορούσε κανείς να αποφύγει την αναμονή, εάν σε μία δημοπρασία τοποθετούταν μία φθηνότερη τιμή εξαγοράς τους. Με τον τρόπο αυτό η Ρωσία πέτυχε για πρώτη φορά στην ιστορία μία αναδιάρθρωση των ομολόγων της, η οποία συνοδευόταν από διασυνοριακό έλεγχο των κεφαλαίων.
Συνεχίζοντας οι επενδυτές, οι οποίοι αποδέχθηκαν την πρόταση (95%), έχασαν από 40% έως και 55% των δανείων τους (σε παρούσες τιμές) – ενώ αυτοί που δεν συμμετείχαν, πληρώθηκαν εξ ολοκλήρου. Εν τούτοις, οι απαιτήσεις τους κατατέθηκαν για πέντε χρόνια άτοκες σε έναν ρωσικό τραπεζικό λογαριασμό (παγωμένες καταθέσεις). Σύμφωνα με υπολογισμούς, αυτό σήμαινε διαγραφή (σε παρούσες αξίες) της τάξης του 55-84%.
Την ίδια εποχή η Ρωσία σταμάτησε να πληρώνει και τους ξένους δανειστές της – αποφασίζοντας να αναδιαρθρώσει συνολικά 33,9 δις $. Μετά τη συμφωνία με τους πιστωτές της, διαγράφηκε το 53,9% κατά μέσον όρο – όπου όμως η Ρωσία αποδείχθηκε μία ρήτρα, με βάση την οποία εάν τυχόν καθυστερούσε έστω και μία δόση, θα γινόταν ληξιπρόθεσμο το σύνολο των ομολόγων της (υφισταμένων και μελλοντικών).
Τέλος, κατά πολλούς αναλυτές, η διαχείριση της ρωσικής κρίσης αποτελεί τη μεγαλύτερη αποτυχία του ΔΝΤ στην ιστορία του – ενώ λέγεται ότι, αυτός που τελικά προστάτευσε το νεαρό τότε κράτος από τη λεηλασία, δεν ήταν άλλος από την εγχώρια μαφία. Οι Η.Π.Α. εκείνη την εποχή επέτρεψαν, χωρίς φυσικά να το θέλουν, να «εκκολαφθεί» ο μεγαλύτερος «ανταγωνιστής» τους – γεγονός που θα πληρώνουν ακριβά για πάρα πολλά χρόνια” (ΒΒ).
.
Άρθρο
Δεν είναι λίγοι αυτοί που θεωρούν πως ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος, πυρηνικός αυτή τη φορά, έχει ήδη ξεκινήσει – αφού οι Η.Π.Α. δεν είναι πρόθυμες να υποχωρήσουν, στέλνοντας συνεχώς νέα χρηματοπιστωτικά και συμβατικά όπλα στο πεδίο της μάχης, ενώ ο Ρώσος πρόεδρος φαίνεται αδιάλλακτος, αρνούμενος να υποταχθεί.
Αρκετοί Ευρωπαίοι βέβαια τάσσονται υπέρ της Ρωσίας, έχοντας την άποψη ότι διεξάγει μία «σταυροφορία» εναντίον του διεθνούς τοκογλυφικού κεφαλαίου – ισχυριζόμενοι πως έχει εγκαταστήσει στον πλανήτη ένα αδηφάγο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο έχει μετατρέψει τους λαούς σε σκλάβους χρέους, απορροφώντας όλους τους κόπους και τις προσπάθειες τους.
Πόσο μάλλον όταν έχει πλέον εισβάλλει, με τη βοήθεια του ΔΝΤ και του ελληνικού «Δούρειου Ίππου» στην Ευρωζώνη, έχοντας μεταβάλλει ολόκληρο τον ευρωπαϊκό νότο σε ένα τεράστιο monopoly – οι παίκτες του οποίου, οι κερδοσκόποι δηλαδή, λεηλατούν τη μία μετά την άλλη όλες τις υπερχρεωμένες χώρες.
Η ρωσική αμφισβήτηση της αμερικανικής ηγεμονίας, του δολαρίου και της Fed, η οποία αποτελεί τη φωλιά του κτήνους, ανήκοντας στις μεγάλες ιδιωτικές τράπεζες των Η.Π.Α., προκαλούν ασφαλώς τη συμπάθεια πολλών – μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται ακόμη και Γερμανοί Πολίτες, παρά την αντίθετη τοποθέτηση της κυβέρνησης τους.
Ελάχιστοι βέβαια δίνουν σημασία στο γεγονός ότι, η Ρωσία δεν έχει καν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει έναν τόσο ισχυρό εχθρό, εκτός εάν χρησιμοποιήσει το πυρηνικό της οπλοστάσιο – μία ενέργεια που θα ήταν όμως καταστροφική τόσο για την ίδια, όσο και για την ήπειρο μας, ενώ δεν θα προκαλούσε ανάλογες καταστροφές στην υπερδύναμη.
.
Το πρελούδιο της σύγκρουσης
Όταν η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία, όλες οι δυτικές κυβερνήσεις εξοργίσθηκαν, ενώ ο W. Putin παρέμεινε απαθής, θεωρώντας πως τελικά θα γινόταν αποδεκτά τα νέα σύνορα της χώρας του – ενώ πίστευε πως η ένατη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη, θα μπορούσε να ανταπεξέλθει με τις οικονομικές κυρώσεις που της επέβαλλε η Δύση.
Το παράτολμο εγχείρημα του Ρώσου προέδρου, ο οποίος είχε την άποψη πως δεν υπήρχε εναλλακτική δυνατότητα, μετά τη συνεχή επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη, καθώς επίσης το πραξικόπημα της Ουκρανίας (άρθρο), φάνηκε πως στέφθηκε με επιτυχία, για αρκετούς μήνες – επιβεβαιώνοντας τις αρχικές προβλέψεις του, καθώς επίσης την πεποίθηση του πως οι σχέσεις που είχε οικοδομήσει με τους ευρωπαίους εμπορικούς εταίρους του, ειδικά με τη Γερμανία, θα περιόριζαν τις αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία της Ρωσίας.
Αργότερα όμως διαπιστώθηκε πως οι υπολογισμοί του δεν ήταν σωστοί – ενώ δεν γνώριζε, όπως όφειλε, την οικονομική κατάσταση της χώρας του, η οποία χαρακτηρίζεται από πολλά αδύναμα σημεία (ανάλυση). Η διεύρυνση λοιπόν των κυρώσεων, οι οποίες απομόνωσαν τη Ρωσία από τις χρηματαγορές και την τεχνολογία της Δύσης, αδυνάτισε κατά πολύ την οικονομία της, η οποία οδηγούταν στην ύφεση – με αποτέλεσμα, όταν ακολούθησε το δεύτερο μεγάλο χτύπημα, η χειραγωγούμενη πτώση της τιμής του πετρελαίου με τη βοήθεια της Σαουδικής Αραβίας, του ελιξιρίου της ζωής ουσιαστικά της ρωσικής οικονομίας, να βυθιστεί σε μία τεράστια συναλλαγματική κρίση.
Το ρούβλι κυριολεκτικά ισοπεδώθηκε μέσα σε μία νύχτα, χάνοντας από την αρχή του έτους πάνω από το 50% της ισοτιμίας του – με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν πολύ μεγάλα προβλήματα στις επιχειρήσεις και στο δημόσιο, λόγω των υποχρεώσεων τους σε δολάρια (περί τα 730 δις $), οι οποίες ουσιαστικά διπλασιάστηκαν. Η Ρωσία, έχοντας υποπέσει στην «αμαρτία όλων των αμαρτιών», ευρίσκεται πλέον με την πλάτη στον τοίχο – κυριολεκτικά στο έλεος των αγορών και της Δύσης, οι οποίες δεν φαίνονται πρόθυμες να περιορίσουν τις πιέσεις που ασκούν.