Η τραγωδία της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων – The Analyst
ΑΠΟΨΕΙΣ & ΔΙΑΦΟΡΑ ΘΕΜΑΤΑ

Η τραγωδία της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων

Η σύρραξη στη Συρία και ο ανελέητος ηγεμονικός ανταγωνισμός ως καθοριστικός παράγων των περιφερειακών διενέξεων

 

Η ερμηνεία των περιφερειακών διενέξεων μέσα από αναλύσεις των πιο υψηλών προδιαγραφών

Οι συντρέχουσες κρίσεις στην Ανατολική Μεσόγειο και ευρύτερα Ανατολικά του Αιγαίου οδηγούν πολλούς στο να διερωτηθούν κατά πόσο υπάρχει κίνδυνος μεγάλης περιφερειακής σύρραξης με βαθύτατες συνέπειες για την Ελλάδα αλλά και όλο τον πλανήτη. Εύλογα κάποιοι διερωτήθηκαν κατά πόσο υπάρχει κίνδυνος επέκτασης της συριακής κρίσης σε παγκόσμιο πόλεμο. Οι καταιγιστικές εξελίξεις στην Αίγυπτο, η κρίση της Λιβύης που προηγήθηκε, οι αναταραχές στην Τουρκία, το κοχλάζον Κουρδικό ζήτημα, οι απειλές επίθεσης κατά του Ιράν και η επαπειλούμενη επίθεση κατά της Συρίας είναι όλα γεγονότα που αναμενόμενα προκαλούν ανασφάλεια και ανησυχία. Πολύ περισσότερο εάν λάβουμε υπόψη ότι η Ελλάδα και η Κύπρος «βρέθηκαν» σε μια αξιοθρήνητη θέση απόλυτης αδυναμίας.

            Η απάντηση για τις προεκτάσεις μιας επίθεσης κατά της Συρίας είναι ότι τα νήματα που ενώνονται είναι πολλά και η κατάσταση που δημιουργείται από κάθε άποψη εκρηκτική. Όμως, εκπλήττει μόνο όσους έχουν στο μυαλό τους κατασκευασμένη μια εξωπραγματική και αναληθής εικόνα για τη διεθνή πολιτική. Κάποιος λοιπόν θα πρέπει να κρίνει την κρίση της Συρίας, ή αύριο κάποια άλλη, σύμφωνα τόσο με τις επιμέρους προϋποθέσεις όσο και με μονιμότερα χαρακτηριστικά της διεθνούς πολιτικής. Το τελευταίο δεν είναι σύνηθες στην Ελλάδα και αυτό το γεγονός ερμηνεύει, εν πολλοίς, τον καταστροφικό κατήφορό μας.

Οι σαπουνόφουσκες περί ανθόσπαρτου γραμμικά κινούμενου μετά-ψυχροπολεμικού κόσμου σκάνε και εξατμίζονται. Έξω και εδώ στη χώρα μας, εν τούτοις, συνεχίζουν να επηρεάζονται από τα βουνά των πνευματικών σκουπιδιών που στοιβάχτηκαν. Στην Ελλάδα τις δύο τελευταίες δεκαετίες πολλές φρικτά λανθασμένες «αναλύσεις» που ανακούφιζαν πνευματικά ή χάιδευαν αφτιά αφελών, ευθύνονται για την πολιτικοπνευματική, επιστημονική, οικονομική και διπλωματική αποχαύνωση που προκάλεσε τον εκτροχιασμό της χώρας.

Για να κατανοηθούν οι πιθανές προεκτάσεις κρίσεων, όπως αυτή της Συρίας, απαιτείται να μνημονευτούν μονιμότερα χαρακτηριστικά των ηγεμονικών ανταγωνισμών πλανητικά και στις περιφέρειες. Η ανάλυση των υψηλότερων δυνατών βαθμίδων που προσφέρει μια αποκρυσταλλωμένη, θεμελιωμένη και τεκμηριωμένη περιγραφή και ερμηνεία είναι το κορυφαίο βιβλίο-σταθμός του John Mearsheimer, Η Τραγωδία της Πολιτικής των Μεγάλων Δυνάμεων (Εκδόσεις Ποιότητα, Αθήνα, μετάφραση Κ. Κολιόπουλος, επιστημονική επιμέλεια Π. Ήφαιστος, Ηλίας Κουσκουβέλης, εισαγωγικό σημείωμα Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος).

Το κείμενο του John Mearsheimer Η τραγωδία της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων είναι αναμφίβολα το σημαντικότερο κείμενο διεθνούς πολιτικής μετά τον Θουκυδίδη και τον (δάσκαλο του Mearsheimer) Kenneth Waltz (βλ. τα εμβληματικά του έργα Θεωρία Διεθνούς Πολιτικής και το Ο Άνθρωπος, το Κράτος και ο Πόλεμος).

Το Η τραγωδία της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων συνιστάται να διαβαστεί με προσοχή από όσους ενδιαφέρονται για εκτιμήσεις ακριβείας για το γενικότερο στρατηγικό πλαίσιο κρίσεων, όπως αυτές της Συρίας, της Αιγύπτου, της Λιβύης, το Κουρδικό, τις σχοινοβασίες της Τουρκίας, την επαπειλούμενη επίθεση κατά του Ιράν, την κινεζική ή ρωσική στρατηγική και ασφαλώς τους στρατηγικούς ελιγμούς της δεσπόζουσας ηγεμονικής δύναμης των Ηνωμένων Πολιτειών στις σχέσεις της με τις υπόλοιπες μεγάλες δυνάμεις και τις προσεγγίσεις που υιοθετεί στις υπερπόντιες εξισορροπήσεις.

O Mearsheimer σε μια ανάλυση που κυριολεκτικά κόβει την ανάσα περιγράφει και ερμηνεύει τον αδιάκοπο ηγεμονικό ανταγωνισμό και τον τρόπο που επηρεάζει τις τύχες καθοριστικά. Στις κομβικές στιγμές που διανύουμε και των κρίσεων που διαδέχεται η μια την άλλη, η άγνοια μιας τέτοιας θεώρησης είναι πολυτέλεια. Για τους ειδικούς των διεθνών σχέσεων είναι γνωστό ότι το αριστούργημα του John Mearsheimer αποτελεί το σημαντικότερο κείμενο που αναλύει τις τάσεις στο πεδίο των ηγεμονικών ανταγωνισμών και τον τρόπο που προβάλλονται τον 21ο αιώνα. Τεκμηριώνει τα αίτια των στρατηγικών επιλογών των δυνάμεων που εμπλέκονται στον ηγεμονικό ανταγωνισμό και δημιουργεί μια ερμηνευτικά μοναδική τυπολογία στάσεων, αποφάσεων, δράσεων και ενεργειών.

Ο Mearsheimer ο οποίος πρόσφατα έγινε επίτιμος διδάκτορας του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου, προσδιορίζει με εκπληκτική ακρίβεια τις μορφικά πανομοιότυπες επαναλαμβανόμενες στάσεις, αποφάσεις και προσεγγίσεις των ηγεμονικών δυνάμεων από τους Ναπολεόντιους πολέμους μέχρι σήμερα. Στο τελευταίο κεφάλαιο αναλύοντας την εξέλιξη της κατανομής ισχύος μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων και άλλων μεγάλων κρατών που αναδύονται στο στερέωμα των ηγεμονικών δυνάμεων των δεκαετιών που επέρχονται, περιγράφει με εγκυρότητα τις τάσεις, όπως αναπτύσσονται στο κατώφλι του 21ου αιώνα.

Η μελέτη αυτής της ανάλυσης όσον αφορά την εξέλιξη των σχέσεων ισχύος και των ισορροπιών στην Ευρώπη –για παράδειγμα για τις τάσεις όσον αφορά τη Γερμανία, τη Ρωσία, τις εναλλακτικές επιλογές των ΗΠΑ στην Ευρώπη και πλανητικά, κ.τ.λ.–, κανονικά εξατμίζει κάθε επικίνδυνη ουτοπική σκέψη και προσγειώνει σε στέρεο έδαφος πάνω στο οποίο θα πρέπει να πατούν οι πολίτες και το πολιτικό προσωπικό κάθε κράτος το οποίο θέλει να επιβιώσει.

Υπό το πρίσμα της κορυφαίων προδιαγραφών θεωρήσεων του John Mearsheimer, θα προχωρήσουμε τώρα στην εξέταση του γενικότερου διακρατικού πλαισίου μέσα στο οποίο εκτυλίσσονται οι κρίσεις στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά και ευρύτερα Ανατολικά του Αιγαίου. Πλήρης εικόνα και μοναδικής ακρίβειας εκτιμήσεις, αλλά και κατανόηση της πραγματικότητας της διεθνούς εμπειρίας μέσα από αναρίθμητα παραδείγματα, μπορεί να υπάρξει μόνο, εάν η καταπληκτική ανάλυση του  John Mearsheimer διαβαστεί στο σύνολό της.

Ο ηγεμονικός ανταγωνισμός και ο εγγενής χαρακτήρας των αιτιών πολέμου

Πρωταρχικό κριτήριο σωστής εκτίμησης της διεθνούς πολιτικής είναι ότι ποτέ δεν υπήρξε και ποτέ δεν μπορεί να υπάρξει παγκόσμιος ηγεμόνας. Οι μεγάλες δυνάμεις το γνωρίζουν και τα στρατηγικά τους σχέδια αποβλέπουν λιγότερο σε μια στρατιωτική συντριβή άλλων μεγάλων δυνάμεων και περισσότερο στην εξισορρόπησή τους. Το σύνηθες πεδίο του ανταγωνισμού τους είναι οι λιγότερο ισχυροί, και όποτε δοκίμασαν το αντίθετο το μετάνιωσαν. Σημειώνω εδώ το εξής καίριο και σημαντικό που ο λιγότερο ισχυρός θα πρέπει να γνωρίζει για να μην είναι ευκολόπιστος ή απρόσεκτος: «Τόσο όταν οι ηγεμονικοί ελέφαντες συγκρούονται όσο και όταν “ερωτεύονται” το γρασίδι υποφέρει».

Ο Mearsheimer τεκμηριώνει μια αλληλουχία μορφικά πανομοιότυπων στρατηγικών επιλογών από τους Ναπολεόντιους πολέμους μέχρι σήμερα. Ο κεντρικός στρατηγικός σκοπός κάθε ηγεμονικής δύναμης ανά πάσα στιγμή είναι να παρεμποδιστούν άλλες μεγάλες δυνάμεις να κατακτήσουν θέση ηγεμονίας στην περιφέρεια  όπου ανήκουν. Ακριβώς, η «Τραγωδία των Μεγάλων Δυνάμεων» έγκειται στο γεγονός ότι φοβούνται για την δική τους επιβίωση εάν κάτι τέτοιο συμβεί. Αυτό είναι κύριο αίτιο των εκατέρωθεν ασταμάτητων εξισορροπήσεων. Εάν μια μεγάλη δύναμη καταστεί περιφερειακή ηγεμονία, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για τη δική της παγκόσμια ηγεμονία. Έτσι, οι εκάστοτε ηγεμονικές δυνάμεις αδιάκοπα μεριμνούν, ούτως ώστε άλλες μεγάλες δυνάμεις να παρεμποδίζονται από το να καταστούν περιφερειακοί ηγεμόνες.

            Με πιο πρακτικούς όρους αυτό σημαίνει μια διαρκή εκτίμηση της κατανομής ισχύος παγκόσμια, περιφερειακά και τοπικά και ύπαρξη εναλλακτικών επιλογών στο πλαίσιο ενός στρατηγικού σχεδιασμού ελέγχου της κατανομής ισχύος στις περιφέρειες. Επίσης, ενός στρατηγικού σχεδιασμού που εμπεριέχει αναρίθμητες εναλλακτικές τακτικές ενέργειες που αποσκοπούν στην αποδυνάμωση της επιρροής που ασκούν άλλες δυνάμεις. Αυτό συνεπάγεται μεταξύ άλλων και ενέργειες που αυξομειώνουν τη θέση, τον ρόλο και την ισχύ των περιφερειακών κρατών. Κριτήριο δεν είναι ο «φίλος» ή ο «εχθρός» αλλά η «ρύθμιση» της κατανομής ισχύος με τρόπο που συμφέρει τον (εξισορροπητή) ηγεμόνα.

Για να παρεμβάλω έναν ακόμη κορυφαίο στοχαστή, τον Παναγιώτη Κονδύλη, σε μια εύστοχη θεώρηση που επιβεβαιώνεται καθημερινά στη διεθνή πολιτική, «η έσχατη πραγματικότητα συνίσταται από υπάρξεις, άτομα ή ομάδες που αγωνίζονται για την αυτοσυντήρησή τους και μαζί αναγκαστικά για τη διεύρυνση της ισχύος τους. Γι’ αυτό συναντώνται ως φίλοι ή ως εχθροί και αλλάζουν φίλους και εχθρούς ανάλογα με τις ανάγκες του αγώνα για την αυτοσυντήρησή τους και τη διεύρυνση της ισχύος τους».

            Στο σημείο αυτό, καλό είναι να τονιστεί ότι μόνιμοι εχθροί και φίλοι δεν υπάρχουν, όπως δυστυχώς νόμισαν μερικοί επικίνδυνα αφελείς που στο παρελθόν έφθασαν στο σημείο να χορεύουν ζεϊμπέκικα ή να γίνουν κουμπάροι κατευνάζοντας τον επιτιθέμενο ή που σήμερα εκλιπαρούν την εύνοια ξένων ηγετών ελπίζοντας σε θεία δώρα. Η ανελέητη πραγματικότητα της διεθνούς πολιτικής, την οποία εάν δεν γνωρίζεις παθαίνεις ζημιές είναι μία: Υπάρχουν μόνο υλιστικά σκεπτόμενοι διακρατικοί δρώντες με τους οποίους οι συγκλίσεις πάνε και έρχονται ανάλογα με τα συμφέροντα, την εξέλιξη των στρατηγικών και την εξέλιξη των συσχετισμών ισχύος και συμφερόντων. Ο καθείς θεωρεί την ασφάλεια και την επιβίωση υπέρτατη και έσχατη λογική (στην Ελλάδα, πάντως, αυτή δεν ήταν η κυρίαρχη παραδοχή και δεν είμαι σίγουρος ότι είναι ακόμη και σήμερα παρά τα παθήματά μας).

Η «διαχείριση» των λιγότερο ισχυρών κρατών εκ μέρους των ηγεμονικών κρατών ανάλογα με τις περιστάσεις συμβαδίζει με τις ρευστές στρατηγικές ανάγκες κάθε συγκυρίας του διαχρονικά εξίσου ρευστού ηγεμονικού ανταγωνισμού. Σχέσεις στα πεδία της αισθητικής, της ιδεολογίας, των διαπροσωπικών σχέσεων και τα λοιπά, δεν έχουν την παραμικρή άξια λόγου πολιτική σημασία για τον αδύναμο (για τον ισχυρό βέβαια τέτοιες ψευδαισθήσεις είναι ευχάριστα δώρα).

            Εξάλλου, σύμφωνα με τα κυρίαρχα πορίσματα ενός μεγάλου κλάδου της στρατηγικής ανάλυσης (patronclient relations), το κύριο έρεισμα και η προϋπόθεση επιβίωσης των λιγότερο ισχυρών κρατών είναι η κρατική τους ισχύς και οι διπλωματικές προσεγγίσεις που έχουν ως άξονα το κόστος/όφελος στην πλάστιγγα των σχέσεων με τα ισχυρότερα κράτη. Οι ηγεμονικές δυνάμεις, όπως εξάλλου δείχνει η ορατή με γυμνό οφθαλμό καθημερινή πρακτική στη διεθνή πολιτική, χαράσσοντας τα ρευστά και εναλλασσόμενα στρατηγικά τους σχέδια, δεν βλέπουν εχθρούς και φίλους αλλά συνομιλητές στην πλάστιγγα κόστους/οφέλους.

Ένα αδύναμο κράτος ή μια κοινωνία που δεν προσκολλάται στην εθνική ανεξαρτησία είναι αναλώσιμο και ευκαιρίας δοθείσης πετσοκόβεται πάνω στην ανελέητη κλίνη του Προκρούστη των στρατηγικών παιγνίων. Το αντίθετο συμβαίνει για ένα συγκροτημένο κράτος με κρατική ισχύ επαρκή για αυτοσυντήρηση και εξεζητημένες διπλωματικές δεξιότητες.

Οι ηγεμονικές δυνάμεις παλεύοντας ασταμάτητα για την ύπαρξη μιας κατανομής ισχύος που τις ευνοεί και τη μεγιστοποίηση του μεριδίου του παγκόσμιου πλούτου που κατέχουν ή ελέγχουν, επιδίδονται σε ασταμάτητους εξεζητημένους έμμεσους παρεμβατισμούς ή ανάλογα με τις περιστάσεις σε πιο άμεσους. Στη Συρία αυτό βασικά κρίνεται όπως και στην Λιβύη κάποια στιγμή όταν για πολλούς λόγους η πλάστιγγα έγειρε, και ο Καντάφι εκεί που πριν μερικές εβδομάδες εναγκαλιζόταν τους ηγέτες των περισσότερων κρατών που στη συνέχεια του επιτέθηκαν, τάχιστα αυτός και η χώρα του οδηγήθηκαν στο ηγεμονικό σφαγείο.

«Ειρήνη» υπό την έννοια της συνήθους χαζοχαρούμενης ψευδαίσθησης περί ενός αγγελικά πλασμένου –πλην εκ παρεξηγήσεως συγκρουόμενου– κόσμου, δεν υπάρχει. Υπάρχουν μόνο περίοδοι «πιο ήπιου» ή καλύτερα υπόγειου ανταγωνισμού κατά τη διάρκεια των οποίων γίνεται εξισορροπητικός αγώνας δρόμου μέχρι και την επόμενη αποκορύφωση της ηγεμονικής σύγκρουσης όταν οι συνθήκες «ωριμάσουν». Όταν δηλαδή η εξέλιξη των συσχετισμών οδηγεί σε σκληρότερες εξισορροπητικές αποφάσεις. Εδώ, λοιπόν, θα διερωτηθούμε τι κρίνεται πλανητικά εάν οι ΗΠΑ αποφασίσουν να υποστούν ένα πολύ μεγάλο κόστος και να αναλάβουν πολλά ρίσκα για να επηρεάσουν (μακροχρόνια) τις ισορροπίες, τα σύνορα, τις πληθυσμιακές συνθέσεις και την κατοχή του πλούτου στην παραδοσιακά κρίσιμη περίμετρο της Ευρασίας.

Κανένας δεν κατανοεί τίποτα, εάν δεν γνωρίζει ότι για εγγενείς λόγους αυτό για το οποίο μιλάμε μετά τον 17ο αιώνα μέχρι και σήμερα αφορά τη σταθερότητα και την αστάθεια μιας αναγκαστικής Οδύσσειας όλων των  κρατών που οφείλεται σε εγγενείς λόγους του σύγχρονου διεθνούς συστήματος. Ενώ η ηγεμονική ή άλλως πως πολιτικοανθρωπολογική ένωση του πλανήτη ήταν και θα συνεχίσει να είναι πάντα ουτοπική (και ακραία επικίνδυνη ακόμη και ως απλή αφελής σκέψη), η ισχύουσα πραγματικότητα είναι η εξής: Η κρατική κυριαρχία, δηλαδή η αξίωση των εθνών για ελευθερία και η εθνική ανεξαρτησία προκαλεί διεθνή αναρχία (απουσία παγκόσμιας εξουσίας). Επιπλέον, επειδή το διεθνές σύστημα αποτελείται από κρατικές οντότητες άνισου μεγέθους, άνισης ισχύος και άνισης ανάπτυξης, η πρόκληση διλημμάτων ασφαλείας προκαλεί εγγενή αίτια ανταγωνισμού και συγκρούσεων. Λόγω απουσίας παγκόσμιας εξουσίας, επιπλέον, ισχύει η αρχή της αυτοβοήθειας. Οι αφελείς ή απρόσεκτοι βλάπτονται και συχνά αποθνήσκουν. Οι διεθνείς θεσμοί δεν σχετίζονται με κάποια διεθνή δικαιοσύνη αλλά με διεθνή τάξη όπως ιστορικά οριοθετήθηκε [Κανείς δεν μπορεί να αποφανθεί περί διεθνούς δικαιοσύνης, για παράδειγμα να αποφανθεί που πρέπει να είναι τα σύνορα Ισραήλ και γειτόνων, Ελλάδας και Τουρκίας, κ.τ.λ. Οι συνθήκες περί εγκληματιών πολέμου κ.τ.λ. είναι παντελώς διαφορετική υπόθεση].

Σε έναν κόσμο κρατών άνισης ισχύος, άνισου μεγέθους και άνισα αναπτυσσόμενο, επιδιώκοντας ασφάλεια και ισχύ, τα κράτη εξισορροπούν όσους τους απειλούν και αυτό επιτείνει τον ανταγωνισμό οδηγώντας σε φαύλο κύκλο διλημμάτων ασφαλείας. Τα κράτη που επιβιώνουν και είναι ασφαλή είναι εκείνα που γνωρίζουν ότι η Ένωση του πλανήτη ποτέ δεν υπήρξε και ποτέ δεν θα υπάρξει ως πιθανό ενδεχόμενο και ότι η εθνοκρατική τους οντότητα είναι η αρχή και το τέλος της ύπαρξής τους. Γι’ αυτό προτεραιότητα έχει η κρατική ισχύς, η κατοχύρωση της ασφάλειας και των προϋποθέσεων αυτοσυντήρησης και επιβίωσης.

Σε κάθε περίπτωση μιας και οι ηγεμονικές δυνάμεις διαθέτουν βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας, η συλλογική ασφάλεια δεν ισχύει για τις μεγάλες δυνάμεις. Βασική αρμοδιότητα των διεθνών θεσμών στον βαθμό που μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά είναι η διεθνής τάξη που συμφωνούν τα κράτη μετά από κάθε πόλεμο όταν χαράσσονται σύνορα. Καθημερινά διαπιστώνουμε ότι α) εάν δεν υπάρχει συγκλίνον συμφέρον (ή καλύτερα παζάρια κάτω από το τραπέζι) των μεγάλων δυνάμεων δεν υπάρχει δράση του ΣΑ «όταν κινδυνεύει η διεθνής ειρήνη και ασφάλεια», β) συχνά οι μεγάλες δυνάμεις επεμβαίνουν χωρίς απόφαση του ΣΑ όπως στο Ιράκ το 2003 ή ίσως στις μέρες μας στη Συρία και γ) όταν τα κράτη δεν επιλύουν τις διαφορές με συνομιλίες, επειδή δεν τα συμφέρει η σταθερότητα ή αστάθεια και τα οφέλη ή ζημιές μιας διένεξης, είναι συνάρτηση της ισορροπίας ή της ανισορροπίας μεταξύ των αντίπαλων κρατών (κάτι πρέπει να ξέρουμε εμείς από τα παθήματά μας στο Αιγαίο και στην Κύπρο).


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.