Όσο κλιμακώνονται τώρα τα εισοδήματα από τους τόκους, τόσο μειώνονται τα αντίστοιχα από την εργασία – έως εκείνη τη χρονική στιγμή όπου, οι οφειλέτες αδυνατούν να πληρώσουν τους πιστωτές, επειδή τα εισοδήματα τους από την εργασία (φορολογικά για τα κράτη), δεν φτάνουν πια για την εξόφληση των τόκων και των δανείων τους. Τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, το πρόβλημα λύνεται είτε με αιματηρές κοινωνικές εξεγέρσεις, ανάλογες της Γαλλικής επανάστασης, είτε με πολέμους”.
.
Ανάλυση
Είμαστε σχεδόν απολύτως πεπεισμένοι ότι, ο μοναδικός δρόμος εξόδου από την τεράστια κρίση χρέους που βιώνουμε, είναι το κάποιου είδους «άτοκο πάγωμα» τόσο των δημοσίων, όσο και των ιδιωτικών χρεών – αφού η όποια υγιής ανάπτυξη, κάτω από τις σημερινές συνθήκες, είναι εντελώς ανέφικτη.
Η διαπίστωση μας αυτή δεν αφορά φυσικά μόνο την Ελλάδα ή/και τον Ευρωπαϊκό Νότο, αλλά ολόκληρη τη Δύση – κυρίως δε τηνΙαπωνία, τη Μ. Βρετανία και τις Η.Π.Α. Εκτός αυτού έχουμε την άποψη ότι, πλησιάζουμε σύντομα στο σημείο χωρίς επιστροφή, αφού πολλά κράτη χρησιμοποιούν ήδη «μη συμβατικές» μεθόδους για την επιβίωση τους – όπως για παράδειγμα η Ισπανία, η κυβέρνηση της οποίας «υπεξαίρεσε» κρυφά τα συνταξιοδοτικά της ταμεία, για να μην οδηγηθεί στο μηχανισμό στήριξης και στα «νύχια» της Τρόικας. Στα πλαίσια αυτά τα παρακάτω:
.
ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ
Όπως έχουμε αναφέρει σε προηγούμενο κείμενο μας, όταν το δημόσιο χρέος μίας χώρας υπερβαίνει το 90% του ΑΕΠ της, ο ρυθμός ανάπτυξης της επιβραδύνεται συνεχώς – ακόμη και σε εποχές παγκόσμιας ευημερίας. Σήμερα, ο μέσος όρος των δημοσίων χρεών της Ευρωζώνης υπερβαίνει το κρίσιμο ποσοστό του 90%, των Η.Π.Α. πλησιάζει το 115% του ΑΕΠ και της Ιαπωνίας το 230% του ΑΕΠ – χωρίς να συμπεριλαμβάνουμε τα «κρυφά χρέη», τα οποία προέρχονται από τις «ακάλυπτες» μελλοντικές υποχρεώσεις των ασφαλιστικών ταμείων.
Εάν τώρα η συγκεκριμένη χώρα ή το περιβάλλον της έχει επί πλέον τραπεζικά προβλήματα, πόσο μάλλον ανάγκη «διάσωσης» των τραπεζών της (η βόμβα μεγατόνων στα θεμέλια της Ευρώπης), τότε είναι φύσει αδύνατον να αναπτυχθεί – ακόμη και αν το δημόσιο χρέος της δεν υπερβαίνει το 50% του ΑΕΠ της (όπως τεκμηριώθηκε πρόσφατα στην περίπτωση της Κύπρου και της Ισπανίας).
Η αιτία είναι το ότι, τα χρήματα για τη διάσωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος της «εκβάλλουν» στο δημόσιο χρέος (μεταφέρονται έμμεσα στους εκάστοτε φορολογουμένους), αυξάνοντας το ανάλογα.
.
ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΧΡΕΟΣ
Όσον αφορά τα συνολικά χρέη, τόσο τα δημόσια, όσο και τα ιδιωτικά δηλαδή, δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 200% του ΑΕΠ μίας χώρας – εάν θέλει να συνεχίσει να αναπτύσσεται υγιώς.
Όμως, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΟΟΣΑ, “τα συνολικά χρέη στις 18 μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη, τα οποία ήταν στο 160% του ΑΕΠ τους το 1980, έχουν εκτοξευθεί σήμερα (2011) στο 321% του ΑΕΠ τους…Αποπληθωρισμένα δε, οι κυβερνήσεις έχουν τετραπλάσια χρέη σε σχέση με το 1980, τα νοικοκυριά εξαπλάσια και οι επιχειρήσεις της πραγματικής οικονομίας τριπλάσια”.
.
ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Με κριτήριο τις παραπάνω βασικές διαπιστώσεις, είναι προφανώς αδύνατον να επιτευχθεί ανάπτυξη – εκτός εάν αυξηθεί βέβαια πληθωριστικά η ποσότητα του χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες.
Όμως, αφενός μεν η ρευστότητα των κεντρικών τραπεζών δεν κατευθύνεται στην πραγματική οικονομία, αφετέρου χωρίς ανάπτυξη είναι αδύνατον ποτέ να πληρωθούν τα συσσωρεμένα την τελευταία τριακονταετία, τεράστια χρέη των δυτικών κρατών, επιχειρήσεων, τραπεζών και νοικοκυριών.
.
ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ
Συνεχίζοντας, η επίλυση του προβλήματος αποκλειστικά και μόνο με τη βοήθεια του πληθωρισμού (αύξηση της ποσότητας χρήματος), έτσι όπως επιχειρείται σήμερα, κυρίως από την Ευρώπη (ΕΚΤ), τις Η.Π.Α. (Fed), τη Μ. Βρετανία (BoE) και την Ιαπωνία (BoJ), αν και δεν μπορεί να θεωρηθεί εσφαλμένη, είναι εξαιρετικά επικίνδυνη – αφού είναι εύκολο να χαθεί ο έλεγχος του, με οδυνηρά αποτελέσματα εάν τυχόν «μεταλλαχθεί» σε υπερπληθωρισμό.
Ειδικά όσον αφορά τον πληθωρισμό, σύμφωνα με τη νεοκλασική και μονεταριστική θεωρία, η τιμή ενός προϊόντος καθορίζεται από το σημείο τομής της καμπύλης ζήτησης, με την καμπύλη προσφοράς.
Εάν εμφανισθεί αυξημένη ζήτηση για ένα προϊόν (μετατόπιση της καμπύλης ζήτησης προς τα δεξιά), ή μειωμένη προσφορά του (μετατόπιση της καμπύλης προσφοράς προς τα αριστερά), τότε αυξάνεται η τιμή πώλησης του. Το φαινόμενο του (υπερ)πληθωρισμού στην οικονομική θεωρία περιγράφεται, κάπως απλουστευμένα, από την κατωτέρω «ποσοτική εξίσωση»:
ΠΠ x ΕΤ = ΧΠ x ΤΚ
στην οποία το ΠΠ (πραγματική παραγωγή) επί το ΕΤ (επίπεδο τιμών), είναι ίσο με το ΧΠ (ποσότητα χρήματος) επί το ΤΚ(ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος). Επίσης από την «παραλλαγή» αυτής της εξίσωσης (με το x να σημαίνει επί, ενώ το /διά),
ET = (XP x TK) / ΠΠ
όπως και από το ότι, η διαφορά του επιπέδου των τιμών (Δ ΕΤ) είναι ίση με τη διαφορά της ποσότητας χρήματος (Δ ΧΠ) συν τη διαφορά της ταχύτητας κυκλοφορίας (Δ ΤΚ), μείον τη διαφορά της πραγματικής παραγωγής αγαθών (Δ ΠΠ).
Δ (ΕΤ) = Δ (ΧΠ) + Δ (ΤΚ) – Δ (ΠΠ)
Από τις παραπάνω εξισώσεις, καθώς επίσης από τις «παραλλαγές» τους μπορούμε να συμπεράνουμε ότι, το επίπεδο των τιμών των προϊόντων, μέσω του οποίου μετρείται ο πληθωρισμός, αυξάνεται συνεχώς (με σταθερά τα εκάστοτε δύο άλλα μεγέθη), όταν:
(α) μεγεθύνεται η ποσότητα χρήματος
(β) αυξάνεται η ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος (αν και σύμφωνα με εμπειρικές μελέτες, η ταχύτητα του χρήματος μακροπρόθεσμα είναι σταθερή) και
(γ) μειώνεται η πραγματική παραγωγή.
Η παραπάνω «ποσοτική εξίσωση» έχει αποδειχθεί εμπειρικά πως ισχύει ως έχει, κυρίως από το ότι η αύξηση της ποσότητας χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες οδηγεί σε μεγέθυνση του πληθωρισμού, ο οποίος είναι δυνατόν να μετατραπεί σε υπερπληθωρισμό – εάν τυχόν η κεντρική τράπεζα δεν καταφέρει να περιορίσει (αναρροφήσει) την ποσότητα χρήματος, την οποία έχει αυξήσει για να καταπολεμήσει την ύφεση, όταν η αγορά επιστρέφει σε μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης.
To άρθρο αποτελείται από 3 Σελίδες (…)