Τράπεζα διεθνών διακανονισμών – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Τράπεζα διεθνών διακανονισμών

Χρήματα,-καρδιά
Η ευρηματική δημιουργία του χρήματος, η ιδιάζουσα λειτουργία του χρηματοπιστωτικού κλάδου, οι τραπεζικές επιδρομές, η κεντρική τράπεζα των κεντρικών τραπεζών και η ενδεχόμενη χειραγώγηση της τιμής του χρυσού, από την τραπεζική ναυαρχίδα
.
(To άρθρο αποτελείται από 3 Σελίδες)
Αρχείο – συλλογή διαχρονικών και εκπαιδευτικών αναλύσεων

«Άφησε με ελεύθερο να εκδίδω και να ελέγχω τα χρήματα ενός έθνους και δεν με ενδιαφέρει ποιος ψηφίζει τους νόμους του», είχε αναφέρει χαρακτηριστικά ο M.ARothschild, επιφανές μέλος της ομώνυμης ευρωπαϊκής (γερμανικής) ιουδαϊκής οικογένειας, η οποία ίδρυσε στα τέλη του 18ου αιώνα τα γνωστά τραπεζικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Ο δε αμερικανοκαναδός οικονομολόγος J.KGalbraith, γνωστός υπέρμαχος του φιλελευθερισμού, είχε τονίσει ότι, «Η διαδικασία, με την οποία οι τράπεζες δημιουργούν νέο χρήμα, είναι τόσο απλή, που το μυαλό αηδιάζει».

 Αναλυτικότερα, με τη διαδικασία της «δημιουργίας» χρήματος «κατασκευάζεται» ουσιαστικά το «λογιστικό χρήμα», το οποίο στη συνέχεια «διοχετεύεται» στο κυκλοφοριακό σύστημα της Οικονομίας. Το γεγονός αυτό δεν συμβαίνει βέβαια με την εκτύπωση χρημάτων, αλλά με την λήψη δανείων εκ μέρους του δημοσίου, των επιχειρήσεων και των ιδιωτών, από τις εμπορικές τράπεζες – επίσης, με τη δανειοδότηση των ιδιωτικών τραπεζών από τις εκάστοτε κεντρικές τους, ή από την αντίστοιχη μεταξύ τους, στη διατραπεζική αγορά.

Για παράδειγμα, όταν μία εταιρεία (ιδιώτης, δημόσιο) δανείζεται από μία εμπορική τράπεζα, «δημιουργούνται» αυτόματα νέα χρήματα – όπως και όταν η ιδιωτική τράπεζα δανείζει κάποια άλλη ή δανείζεται από την κεντρική. Εκτός αυτού, δημιουργούνται επίσης νέα χρήματα από τις ιδιωτικές τράπεζες, όταν αγοράζουν στοιχεία του Ενεργητικού τους (αξιόγραφα, ακίνητα κλπ), ανοίγοντας πιστωτικό λογαριασμό (όψεως) στον πωλητή, με τον οποίο συναλλάσσονται.

Έτσι λοιπόν, η «δημιουργία» του νέου χρήματος είναι συνδεδεμένη με τη δημιουργία πιστώσεων, ενώ η εξόφληση των πάσης φύσεως δανείων, ή η πώληση των στοιχείων του ενεργητικού από τις τράπεζες «καταστρέφει», περιορίζει δηλαδή, την υφιστάμενη ποσότητα χρημάτων. Τα «άϋλα» χρήματα δε που «παρασκευάζονται» ή «καταστρέφονται» με αυτόν τον τρόπο, ονομάζονται, σε αντίθεση με αυτά που προέρχονται από τα ευγενή μέταλλα, «Fiat Money» – από το λατινικό «fiat», το οποίο μεταφράζεται ως «δημιουργία» (στην προκειμένη περίπτωση, χρήματα που δημιουργούνται από το τίποτα.

Είναι ίσως σκόπιμο να προσθέσουμε εδώ ότι, τα χρήματα που δημιουργούνται με αυτή τη «μαγική» διαδικασία, αντιπροσωπεύουν πραγματικές αξίες (ΑΕΠ), εφόσον δανείζονται έναντι υλικών αξιών (ακίνητα, αξιόγραφα, μετοχές κλπ), οι οποίες «δεσμεύονται» από τις τράπεζες σαν εγγυήσεις. Όταν όμως οι υλικές αυτές αξίες είναι υπερτιμημένες, όπως στο παράδειγμα των Subprimes (Η.Π.Α., Ισπανία, Ιρλανδία κλπ), όταν δηλαδή υπάρχουν «στρεβλώσεις» στις αγορές, τότε τα χρήματα που δημιουργούνται με το συγκεκριμένο αντίκρισμα είναι εντελώς αδικαιολόγητα – με αποτέλεσμα να «εκβάλλουν» στις γνωστές μας χρηματοπιστωτικές κρίσεις, όπου «καταστρέφονται» (διαγράφονται) στην πραγματικότητα οι υπερβάλλουσες ποσότητες.

Οφείλουμε να σημειώσουμε επίσης ότι, οι εμπορικές τράπεζες επιτρέπεται να δανείζουν στους καταναλωτές (επιχειρήσεις και ιδιώτες), ένα συγκεκριμένο πολλαπλάσιο ποσόν των συναλλαγματικών αποθεμάτων τους (καταθέσεων), στην εκάστοτε κεντρική τράπεζα. Στην Ευρώπη (ΕΚΤ) είναι υποχρεωμένες να διαθέτουν ένα ελάχιστο απόθεμα καταθέσεων (ρεζέρβα) ύψους 2% – γεγονός που σημαίνει ότι μπορούν να δανείζουν το 50πλάσιο των καταθέσεων που διατηρούν στην κεντρική τράπεζα, με τη μορφή λογιστικών χρημάτων (θα αλλάξει στο 33πλάσιο, με βάση τη συνθήκη της Βασιλείας ΙΙΙ, αλλά από το 2018 – τόσος ήταν ο «πολλαπλασιαστής» κεφαλαίων στη Lehman Brothers, όταν χρεοκόπησε).

Σε ορισμένες χώρες (Καναδάς, Σουηδία, Μ. Βρετανία) δεν είναι υποχρεωμένες οι ιδιωτικές τράπεζες να διαθέτουν ελάχιστα αποθέματα στις κεντρικές. Φυσικά τηρούνται παράλληλα ορισμένοι άλλοι κανόνες, όπως το ύψος των καταθέσεων σε σχέση με την εκχώρηση δανείων, έτσι ώστε να υπάρχει κίνητρο για τις τράπεζες, η «διαχείριση» των αποταμιεύσεων και διάφοροι άλλοι, στους οποίους θα αναφερθούμε εκτενέστερα στο μέλλον. Ειδικά όσον αφορά τα μετρητά χρήματα, η δημιουργία τους είναι αποκλειστικό «προνόμιο» της εκάστοτε κεντρικής τράπεζας – αν και αποτελούν ένα ελάχιστο μέρος (περί το 3%), της συνολικής ποσότητας χρήματος, ενώ βαίνουν συνεχώς μειούμενα.

Η αιτία της μείωσης των μετρητών χρημάτων, ανεξάρτητα με τα όσα συνήθως λέγονται, είναι η περιορισμένη ωφέλεια (κερδοφορία) των τραπεζών, αφού δεν μπορούν να 50πλασιαστούν ανάλογα – παράλληλα με το ότι απαιτούνται ίσου ύψους καταθέσεις των εμπορικών, στις κεντρικές τράπεζες. Αυτός είναι ουσιαστικά ο κύριος λόγος, για τον οποίο οι συναλλαγές με μετρητά χρήματα περιορίζονται συνεχώς, ακόμη και νομοθετικά, αντικαθιστάμενες με το «πλαστικό χρήμα», με τη χρήση επιταγών ακόμη και για μικρά ποσά κλπ. Οι τράπεζες αντιπαθούν λοιπόν τις συναλλαγές με μετρητά, επειδή διαθέτουν συνήθως πολύ περιορισμένα αποθέματα πραγματικών χρημάτων – για κανέναν άλλο λόγο.

Συνεχίζοντας, από τα παραπάνω τεκμηριώνεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η «τοκογλυφική» λειτουργία των τραπεζών, η οποία δεν είναι «σχήμα λόγου», αλλά απτή πραγματικότητα. Για παράδειγμα, όταν μία τράπεζα διαθέτει καταθέσεις ενός εκατομμυρίου στην κεντρική μπορεί, σύμφωνα με όσα έχουμε αναφέρει, να δανείζει 50 εκατομμύρια – δηλαδή, 49.000.000 περισσότερα από αυτά που διαθέτει. Εάν χρεώνει λοιπόν επιτόκιο 5%, κερδίζει ετήσια 2.500.000, διαθέτοντας καταθέσεις ύψους 1.000.000. Επομένως, κερδίζει 250% ετησίως στο ποσόν που πραγματικά «επενδύει» – ένα εξόφθαλμα τοκογλυφικό επιτόκιο, άνω του 20% μηνιαία (οι τοκογλύφοι κερδίζουν πολύ λιγότερα).

Εάν συμπληρώσουμε δε ότι οι τράπεζες, με διάφορα τεχνάσματα πολλαπλασιάζουν ακόμη περισσότερο τον «αέρα» που δανείζουν (για παράδειγμα, όταν ασφαλίζουν τα δάνεια τους, θεωρούνται σαν να μην υπάρχουν – έτσι λειτούργησαν οι τράπεζες με τα γνωστά μας πια CDS, τα Credit Default Swaps), τότε τα επιτόκια που απολαμβάνουν στο αρχικό τους εγγυητικό κεφάλαιο του 1.000.000, ξεπερνούν κατά πολύ το 500% ετησίως.  

Επίσης από εδώ διαπιστώνεται το τεράστιο πρόβλημα που θα δημιουργούταν στις τράπεζες των χωρών που έχουν δανείσει τη χώρα μας (κάτι ανάλογο συνέβη με την πτώχευση της Lehman Brothers), στην περίπτωση μίας ενδεχόμενης χρεοκοπίας της. Στον Πίνακα Ι φαίνεται, για παράδειγμα, ότι, οι Γαλλικές τράπεζες, οι οποίες είχαν δανείσει στην Ελλάδα 75 δις $, είχαν καταθέσεις στην ΕΚΤ, για το συγκεκριμένο βέβαια δάνειο, το πολύ 1,5 δις $  – με υποθετικό πολλαπλασιαστή (leverage – ξεπερνάει συχνά το 100πλάσιο) μόλις 50πλάσιο:

.

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου σε εκ. δολάρια, καταθέσεις χρημάτων στην εκάστοτε κεντρική τράπεζα, σε εκ. δολάρια

ΧΩΡΑ

Ομόλογα

Καταθέσεις στις κεντρικές τράπεζες

Γαλλία

75.452

1.509,04

Ελβετία

63.966

1.279,32

Γερμανία

43.236

864,72

Η.Π.Α.

16.411

328,22

Μ. Βρετανία

12.342

246,84

Ολλανδία

11.849

236,98

Πορτογαλία

10.317

206,34

Ιρλανδία

8.506

170,12

Ιαπωνία

8.447

168,94

Ιταλία

8.381

167,62

Υπόλοιπες χώρες

43.693

873,86

Γενικό σύνολο

302.600

6.052

Πηγή: Αναφορά τρίτου τετραμήνου 2009 της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (BIS).

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

.

Από τον Πίνακα Ι διαπιστώνεται ότι, υποθέτοντας πως όλες οι ξένες τράπεζες δάνεισαν τη χώρα μας μόνο με το 50πλάσιο των καταθέσεων τους στην εκάστοτε κεντρική τους,  διέθεσαν μόλις 6,052 δις $ – για συνολικά δάνεια 302.600 εκ. $. Εάν όμως η Ελλάδα χρεοκοπούσε, θα ήταν υποχρεωμένες να καταθέσουν τα υπόλοιπα 296,548 δις $ στην κεντρική τράπεζα – ένα πραγματικά τεράστιο ποσόν (το 50πλάσιο), το οποίο θα οδηγούσε ίσως κάποιες από αυτές επίσης στη χρεοκοπία (ένα από τα σημαντικότερα «διαπραγματευτικά χαρτιά», το οποίο φαίνεται ότι δεν χρησιμοποίησε η κυβέρνηση μας, για λόγους που μόνο η ίδια γνωρίζει).

Ένα επόμενο συμπέρασμα είναι το ότι, μας δάνεισαν 6,52 δις $ πραγματικά χρήματα, εισπράττοντας «τοκογλυφικούς τόκους» για 302.600 δις $ λογιστικό χρήμα (το ίδιο συμβαίνει προφανώς και με τις Ελληνικές τράπεζες, όσον αφορά τα δάνεια τους στο δημόσιο). Το τι θα σήμαινε μία ενδεχόμενη χρεοκοπία της Ιρλανδίας, η οποία οφείλει πάνω από 730 δις $ στις τράπεζες (εξ αυτών, τα 508,6 δις $ στις ευρωπαϊκές), είναι τουλάχιστον «ανατριχιαστικό». Πόσα κερδίζουν βέβαια οι νέοι δανειστές μας, από το «πακέτο» στήριξης της οικονομίας μας, με το «ψηφιακό ποσόν» των 110 δις € που μας δανείζουν πλέον ενυπόθηκα, με «δόσεις υποτέλειας», είναι αρκετά εμφανές – γεγονός που σημαίνει ότι, δεν θα έχουν την παραμικρή διάθεση να μας «επιτρέψουν» (επιστρέψουν) την Εθνική μας κυριαρχία.      

Ο κίνδυνος τώρα των μαζικών αναλήψεων των καταθετών από τις τράπεζες (επιδρομή στις τράπεζες – Bank run) οφείλεται στο ότι, οι τράπεζες διαθέτουν μόνο ένα ελάχιστο ποσοστό των καταθέσεων σε μετρητά, της τάξης του 3%. Εάν λοιπόν ένας μεγαλύτερος αριθμός καταθετών θελήσει να αποσύρει τα χρήματα του, οι τράπεζες αδυνατούν να τα διαθέσουν. Έτσι συνέβη σε γενικές γραμμές στην κρίση του 1930 – κάτι που τελικά επιλύθηκε αργότερα, ως ένα βαθμό, με τη βοήθεια της ίδρυσης των κεντρικών τραπεζών, οι οποίες καλύπτουν (εν μέρει φυσικά), τέτοιου είδους ενδεχόμενα (Bank run).

Αυτό που επίσης συνέβη στην ίδια κρίση (1930), ήταν η μανία «αποχρέωσης» των νοικοκυριών (επιστροφή παλαιών δανείων, κανένας νέος δανεισμός) – γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα, αφενός μεν την «καταστροφή» μεγάλων ποσοτήτων χρήματος, αφετέρου το μηδενισμό της δημιουργίας νέων (μία από τις σημαντικότερες «παρενέργειες» του φαινομένου του «στασιμοπληθωρισμού», από τον οποίο κινδυνεύει τα μέγιστα σήμερα η χώρα μας, λόγω της ΔΝΤ-πολιτικής, στην οποία «σέρνεται» κυριολεκτικά η κυβέρνηση μας).

Χωρίς να επεκταθούμε σε περαιτέρω λεπτομέρειες, αφού ο σκοπός του κειμένου μας είναι διαφορετικός (θα επανέλθουμε με ιδιαίτερο άρθρο μας), δεν μπορεί κανείς παρά να αναρωτηθεί, ποια είναι η τελική πηγή των χρημάτων – κάτι αντίστοιχο δηλαδή, με την αναζήτηση της αρχής του σύμπαντος και του δημιουργού του.

Ψάχνοντας την απάντηση, καταλήγει εύκολα στην Τράπεζα των Τραπεζών – στην «Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών» δηλαδή (Bank for International Settlements ή BIS) η οποία, με έδρα τη Βασιλεία, λειτουργεί ουσιαστικά σαν την κεντρική τράπεζα των κεντρικών τραπεζών. Η πόλη αυτή της Ελβετίας είναι γνωστή από τους κανόνες που θεσπίζονται για το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, με την ονομασία Βασιλεία Ι, Βασιλεία ΙΙ κλπ. Επίσης, από την εντυπωσιακά μεγάλη έκθεση χρυσού και πολυτίμων λίθων, στην οποία πρωτοστατούν οι Εβραίοι.

 To άρθρο αποτελείται από 3 Σελίδες (…) 


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.