ΣΤΗ ΔΙΝΗ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ – Σελίδα 3 – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

ΣΤΗ ΔΙΝΗ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ

Η ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΕΞΟΔΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ

 Είναι σίγουρα αρκετές εκείνες οι χώρες, οι οποίες βλέπουν την απόφαση της Fed για περαιτέρω «μονεταριστικά» μέτρα ενίσχυσης της αμερικανικής οικονομίας (θα ξεπεράσουν ενδεχομένως το 1 τρις $), σαν έντονα εχθρική πράξη, εναντίον των υπολοίπων κρατών – κυρίως της Ευρωζώνης και της Κίνας. Εν τούτοις, οι Η.Π.Α. δεν έχουν δυστυχώς καμία άλλη διέξοδο από την κρίση, παρά την απειλή του υπερπληθωρισμού και των υπερβολών (φούσκες) που προκαλεί η πιστωτική επέκταση – εάν δεν συμφωνήσουν όλες οι χώρες της G20 με την πρόταση που διατύπωσε, κατά την πρόσφατη σύνοδο, ο υπουργός οικονομικών κ.T.Geithner.

Ο υπουργός πρότεινε να θεσπισθούν ανώτατα, καθώς επίσης κατώτατα όρια στα ισοζύγια εξωτερικών συναλλαγών όλων των χωρών, καθώς επίσης αντίστοιχα όρια στα ελλείμματα/πλεονάσματα – προφανώς με την υιοθέτηση μίας Πολιτικής, η οποία θα εξασφάλιζε την επίτευξη αυτών των στόχων. Η συγκεκριμένη πρόταση, προερχόμενη από τις Η.Π.Α., είναι το λιγότερο εντυπωσιακή – αφού αναγνωρίζει για πρώτη φορά μετά την «κατάργηση» του Bretton-Woods (1971) ότι, το αόρατο χέρι της «αγοράς» δεν εξασφαλίζει την ισορροπία των εξωτερικών ισοζυγίων – οπότε η Πολιτεία οφείλει να αναλάβει τη συγκεκριμένη λειτουργία. Φυσικά η Γερμανία προσπάθησε να στρέψει την προσοχή του κόσμου αλλού, επειδή ανήκει στις πλεονασματικές χώρες και δεν τη συμφέρουν οι προτάσεις των Η.Π.Α. – με τη βοήθεια της κριτικής που άσκησε στη νομισματική πολιτική της Fed, με τις δήθεν προτάσεις για μηχανισμούς αντιμετώπισης κρίσεων κλπ. 

Όπως φαίνεται, η εντυπωσιακή αυτή «μεταστροφή» των Η.Π.Α., με βάση την οποία αμφισβητείται πλέον επίσημα η ικανότητα (efficiency) ισορροπίας της ελεύθερης αγοράς, προήλθε από την τοποθέτηση του υπουργού οικονομικών της Βραζιλίας, ο οποίος αναφέρθηκε για πρώτη φορά σε έναν παγκόσμιο νομισματικό πόλεμο. Ο υπουργός κατηγόρησε τις διεθνείς αγορές, σε σχέση με το ότι πλημμύρισαν τη χώρα του με απίστευτα πολλά κερδοσκοπικά κεφάλαια – απέναντι στα οποία είναι πρακτικά αδύνατον να αμυνθεί η Βραζιλία.

Αναφέρθηκε λοιπόν στην αποτυχία «αυτορύθμισης» των χρηματοπιστωτικών αγορών, όπως επίσης στα καταστροφικά τους αποτελέσματα για την πραγματική οικονομία. Ίσως εδώ οφείλουμε να προσθέσουμε την άποψη του οικονομολόγου κ. Rogoff(πηγή: Spiegel), σύμφωνα με την οποία «Η χρηματοπιστωτική αγορά, με όλα όσα προϊόντα διαθέτει, υπολογίζεται, έναντι παγκοσμίου ΑΕΠ 60 τρις $, στα 200 τρις $ – εκ των οποίων τα 120 τρις $ δημιουργούνται από το εμπόριο των χρεών».

Περαιτέρω στη Βραζιλία, δεν εισρέουν τα χρήματα επειδή η οικονομία της είναι σε τόσο καλή κατάσταση ή επειδή προσφέρει μεγάλες επενδυτικές ευκαιρίες, αλλά λόγω του ότι ο πληθωρισμός είναι σχετικά υψηλός – οπότε η κεντρική τράπεζα της χώρας είναι υποχρεωμένη να διατηρεί συγκριτικά υψηλά τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια. Αυτό προσελκύει πολλούς διεθνείς κερδοσκόπους, οι οποίοι εκμεταλλεύονται τη διαφορά επιτοκίων μεταξύ της Βραζιλίας και των χωρών που προσφέρουν μηδενικά επιτόκια, όπως για παράδειγμα η Ιαπωνία.

Οι κερδοσκόποι αυτοί (carry traders) δανείζονται χρήματα με μηδενικό επιτόκιο και τα τοποθετούν στη Βραζιλία – η οποία προσφέρει σημαντικά υψηλότερο επιτόκιο. Επειδή τώρα στις χρηματοπιστωτικές αγορές τα κέρδη είναι αυξημένα, όσο περισσότεροι τοποθετούνται στο ίδιο προϊόν, το αποτέλεσμα είναι να εισρέουν συνεχώς περισσότερα κεφάλαια στη Βραζιλία – προκαλώντας την παραδοξότητα να ανατιμάται ένα νόμισμα σε μία πληθωριστική αγορά. Έτσι οι κερδοσκόποι κερδίζουν αφενός μεν από τη διαφορά των επιτοκίων, αφετέρου από την «στρεβλή» (αλλά πραγματική) ανατίμηση του νομίσματος.

Από την πλευρά όμως της πραγματικής οικονομίας, τα αποτελέσματα αυτής της διαδικασίας είναι καταστροφικά. Επειδή ανατιμάται το νόμισμα, σαν αποτέλεσμα των αυξημένων εισροών κεφαλαίων, παρά το ότι θα έπρεπε να υποτιμάται λόγω του πληθωρισμού, η ανταγωνιστικότητα της χώρας διεθνώς μειώνεται – αφού τα εμπορεύματα της γίνονται διαρκώς ακριβότερα στις εξαγωγικές αγορές. Αργά ή γρήγορα λοιπόν οδηγείται σε ελλειμματικό εμπορικό κλπ ισοζύγιο, οπότε ακολουθεί «υποχρεωτικά» μία συναλλαγματική κρίση – καταστρέφοντας εντελώς την πραγματική οικονομία της χώρας, την οποία πλέον εγκαταλείπουν μαζικά (συνήθως πριν ξεσπάσει η κρίση – συχνά με τη βοήθεια του ΔΝΤ) τα ξένα κεφάλαια.

Προφανώς, η μοναδική χώρα που έχει καταφέρει να αποφύγει αυτό το πρόβλημα είναι η Γερμανία. Ακριβώς για το λόγο αυτό έχει απόλυτη ανάγκη την Ευρωζώνη (άρθρο μας), χωρίς την οποία θα ήταν αδύνατον να επιβιώσει. Πόσο μάλλον όταν έχει μία μοναδική δυνατότητα να ελέγχει/ρυθμίζει τη νομισματική ισοτιμία (Ευρώ), δια μέσου της επίκλησης κρίσεων κάποιων χωρών-μελών (όπως πρόσφατα της Ελλάδας), οι οποίες μειώνουν την ισοτιμία του ευρώ αυτόματα – όπως και της «επίλυσης» των κρίσεων τους (υποχρέωση σε λιτότητα, μηχανισμός στήριξης κλπ), η οποία αυξάνει την ισοτιμία του ευρώ. Ο ρόλος της χώρας μας εδώ, η οποία λειτουργεί «εξαερωτικά» (ventilator) στην ισοτιμία του ευρώ, είναι κάτι παραπάνω από εμφανής.

Ολοκληρώνοντας, η λύση του προβλήματος των συναλλαγματικών ισοτιμιών παγκοσμίως είναι ουσιαστικά απλή, αφού αρκεί να προσαρμόζονται στα θεμελιώδη οικονομικά χαρακτηριστικά των κρατών – να συμβαδίζουν δηλαδή με τον εκάστοτε πληθωρισμό, με την παραγωγικότητα των εργαζομένων, με τις μισθολογικές διαφορές ανά μονάδα παραγομένου προϊόντος (ανταγωνιστικότητα) κλπ.

Εντός της Ευρωζώνης όμως, για τις χώρες-μέλη της, η λύση αυτή δεν είναι εφικτή, αφού το κοινό νόμισμα δεν το επιτρέπει. Οπότε, είτε κάποια στιγμή θα διαλυθεί η ζώνη του ευρώ (με τεράστιες απώλειες και για τη Γερμανία), είτε θα ενωθεί δημοσιονομικά, επιτρέποντας την ομαλή εξισορρόπηση των ελλειμμάτων-πλεονασμάτων. Τρίτος δρόμος ουσιαστικά δεν υπάρχει, εάν δεν συναινέσουμε βέβαια σε μία Pax Germanica.

 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Όπως γνωρίζουμε, ολόκληρα έθνη ή ολόκληρες κοινωνικές ομάδες μέσα σε αυτά τα έθνη είναι δυνατόν να υποταγούν και να γίνουν αντικείμενο εκμετάλλευσης για μεγάλο χρονικό διάστημα (E.Fromm). Εν τούτοις όμως, κάποια στιγμή αντιδρούν, επειδή οι φόβοι, οι καχυποψίες, η μοναξιά, η ένδεια και η εξαθλίωση, φτάνουν στα όρια τους – στο «οριακό» εκείνο σημείο δηλαδή, στη «στροφή του διαβόλου» καλύτερα όπου, μη έχοντας κανείς τίποτα να χάσει, «εξεγείρεται», χωρίς να υπολογίζει τις συνέπειες. Σε γενικές γραμμές τώρα  οι άνθρωποι, είτε

(α)  αντιδρούν με απάθεια, με τέτοια εξασθένηση της πνευματικότητας, της πρωτοβουλίας και της επιδεξιότητας τους δηλαδή, ώστε βαθμιαία δεν είναι σε θέση να εκτελούν τα καθήκοντα που τους ανέθεσαν οι «ηγεμόνες» τους,

(β)  αντιδρούν με τη συσσώρευση τόσου μίσους και καταστροφικότητας, ώστε να επιφέρουν το τέλος των ίδιων των εαυτών τους, των ηγεμόνων τους και του συστήματος τους,

(γ)  η αντίδραση τους δημιουργεί μία τέτοια ανεξαρτησία και επιθυμία για ελευθερία, ώστε με τις δημιουργικές παρορμήσεις τους να οικοδομηθεί μία καλύτερη κοινωνία (ένωση κρατών κλπ).

Το είδος της αντίδρασης που θα εκδηλωθεί, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες: από οικονομικούς, από πολιτικούς, καθώς επίσης από τον παράγοντα του πνευματικού κλίματος, στο οποίο ζουν οι Πολίτες. Όποιες όμως και αν είναι οι αντιδράσεις, η διαπίστωση ότι ο άνθρωπος μπορεί να ζει κάτω από οποιαδήποτε σχεδόν συνθήκη, είναι η μισή αλήθεια. Πρέπει να συμπληρωθεί με τη διαπίστωση ότι, αν ο άνθρωπος ζει κάτω από συνθήκες αντίθετες προς τη φύση και τις βασικές απαιτήσεις της ανθρώπινης ανάπτυξης και υγείας, δεν μπορεί παρά να αντιδράσει. Είναι υποχρεωμένος λοιπόν είτε να χειροτερέψει τη θέση του και να χαθεί, είτε να δημιουργήσει εκείνες τις συνθήκες, οι οποίες ευρίσκονται περισσότερο σε αρμονία με τις ανάγκες του.

Στόχος μας οφείλει να είναι η τρίτη «λύση», η δημιουργία δηλαδή εκείνων των συνθηκών, οι οποίες θα οδηγήσουν τους παγκόσμιους Πολίτες σε μία τέτοια ανεξαρτησία και επιθυμία για ελευθερία, ώστε με τις δημιουργικές παρορμήσεις τους να οικοδομηθεί μία καλύτερη κοινωνία. Για να το πετύχουμε δεν χρειαζόμαστε καλύτερους πολιτικούς, αν και θα ήταν ευχής έργο, αλλά περισσότερη Δημοκρατία.

Επίσης, συναίνεση μεταξύ των λαών, έτσι ώστε να εμποδίζονται εκείνες οι χώρες, οι οποίες «επιβουλεύονται» την παγκόσμια ειρήνη (σήμερα κυρίως η Γερμανία και η Κίνα), λειτουργώντας επεκτατικά και εγωιστικά, εις βάρος τόσο των υπολοίπων κρατών, όσο και των δικών τους Πολιτών (πρόσφατα κατηγορήθηκαν κάποιες γερμανικές επιχειρήσεις, οι οποίες προσφέρουν μισθούς ανά ώρα μεταξύ 1,70 και 2,30 €).


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading