Οι εφτά τραπεζικές πληγές – The Analyst
ΔΙΕΘΝΗ

Οι εφτά τραπεζικές πληγές

Τραπεζικές-ανησυχίες-στην-Ε.Ε

Ο κίνδυνος να υπάρξουν ξανά αμφιβολίες εκ μέρους των  επενδυτών, με αποτέλεσμα να αποδράσουν μαζικά από τις αγορές ομολόγων, οδηγώντας τα επιτόκια δανεισμού κρατών και τραπεζών στα ύψη, δεν έχει καθόλου αποφευχθεί

(To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες)

.

Μέχρι στιγμής κανένας δεν μπορεί να πει με σιγουριά, εάν τα «τεστ αντοχής» της ΕΚΤ θα ωφελήσουν, έστω σε κάποιο βαθμό, τις ευρωπαϊκές τράπεζες – πόσο μάλλον αφού δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα, όπως έχουμε τεκμηριώσει στο άρθρο μας «Η αλήθεια για τις τράπεζες».

Το γεγονός δε πως η μεγαλύτερη βόμβα στα θεμέλια της Ευρώπης και της Γερμανίας, η Deutsche Bank, εμφάνισε καταστροφικά αποτελέσματα, άλλαξε ολόκληρο σχεδόν το ΔΣ της, ενώ προσέλαβε ως οικονομικό διευθυντή της ένα πρώην στέλεχος της Goldman Sachs, επιβεβαιώνει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον πίνακα του κέντρου της Λωζάννης – στον οποίο φαίνεται πώς είναι η πιο μοχλευμένη και επικίνδυνη τράπεζα του πλανήτη (πηγή).

Άλλωστε αυτό συμπεραίνεται και από το γράφημα που ακολουθεί – από το οποίο διαπιστώνεται πως η μόχλευση της ήταν εξωπραγματική το 2008/2009, επεξηγώντας τους φόβους της Γερμανίας να επιτρέψει τη χρεοκοπία της Ελλάδας.

 .

Deutsche Bank – το επίπεδο μόχλευσης της τράπεζας το διάστημα 2005-2014

 .

Όσον αφορά τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες κάθε άλλο παρά θετικά αξιολογήθηκαν, με εξαίρεση ίσως την Alpha Bank (πηγή), τα προβλήματα τους συνεχίζουν να είναι μεγάλα – ξεκινώντας από το επιτόκιο του ελληνικού δημοσίου, με το οποίο ουσιαστικά δανείζονται (εκτοξεύθηκε ξανά πάνω από το 8%, ως αποτέλεσμα των συνεχιζόμενων συζητήσεων περί διαγραφής, της πολιτικής αστάθειας κοκ.) και καταλήγοντας στην ενδεχόμενη «απόσβεση» των ιδιωτικών χρεών.

Άλλωστε, με επισφάλειες που πλησιάζουν τα 80 δις €, με την έκθεση τους στην Ανατολική Ευρώπη, καθώς επίσης με ένα χρηματιστήριο σε διαρκή πτώση, δεν μπορεί να περιμένει κανείς τίποτα θετικό. Πόσο μάλλον όταν γίνονται ήδη αναφορές στην ανάγκη αύξησης των κεφαλαίων τους – κάτι που θα οδηγούσε εν πρώτοις τις τιμές των μετοχών τους στο ναδίρ.

Η ΕΚΤ τώρα ισχυρίζεται ότι, δεν διενεργήθηκε ποτέ μέχρι σήμερα μία τέτοια έρευνα, σε μία τόσο μεγάλη έκταση στην Ευρώπη – ενώ υπάρχει πλέον διαφάνεια, όσον αφορά τους τραπεζικούς ισολογισμούς. Οι επενδυτές όμως έχουν άλλες απόψεις, μεταξύ άλλων επειδή τα σενάρια αξιολόγησης δεν ήταν καθόλου ακραία (άρθρο), οι επισφάλειες ήταν πολύ υψηλές, ενώ διατηρήθηκαν σκόπιμα στο απυρόβλητο οι γαλλικές, οι ολλανδικές, οι βελγικές, οι αυστριακές, καθώς επίσης οι ισπανικές τράπεζες.

Σε κάθε περίπτωση, η αδυναμία των τραπεζών, καθώς επίσης η ανασφάλεια που προκαλούν, αποτελεί το σημαντικότερο λόγο, για τον οποίο μειώνουν συνεχώς το δανεισμό τους προς τις επιχειρήσεις της πραγματικής οικονομίας – ειδικά στην ευρωπαϊκή περιφέρεια, στην οποία βέβαια μειώνονται συνεχώς οι φερέγγυοι οφειλέτες (ανάδραση).

Όταν δε εγκρίνουν κάποια δάνεια, τότε το κάνουν με επιτόκια που σπάνια είναι βιώσιμα για τις επιχειρήσεις ή τα νοικοκυριά. Επομένως η κρίση θα συνεχιστεί, τουλάχιστον για τις παρακάτω αιτίες, οι οποίες θεωρούνται ταυτόχρονα επώδυνες, εάν όχι ανίατες «πληγές» τόσο για τις τράπεζες, όσο και για τα κράτη:

.

Η πραγματική οικονομία

Η συνεχής μείωση του ρυθμού ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας, η οποία οδηγείται με γρήγορα βήματα στον αποπληθωρισμό, δεν οφείλεται μόνο στις τράπεζες – αλλά στην κατά κάποιον τρόπο «ανάδραση», με την έννοια πως οι τράπεζες είναι αδύναμες, επειδή η οικονομία δεν εξελίσσεται θετικά, ικανοποιητικά, αισιόδοξα.

Στα πλαίσια αυτά, οι τράπεζες θα συνεχίσουν να είναι επιφυλακτικές, όσον αφορά τα δάνεια, τις εγγυήσεις ή τα επιτόκια, επειδή αμφιβάλλουν για τις επιχειρήσεις – οι οποίες θα ζητούν λιγότερα δανειακά κεφάλαια, τουλάχιστον οι υγιείς, λόγω του ότι δεν θα πιστεύουν στην αύξηση του τζίρου τους.

Επομένως, εάν δεν υπάρξει κάποια καλυτέρευση στις οικονομικές προοπτικές των χωρών, ενδεχομένως με τη διενέργεια δημοσίων επενδύσεων, οι τράπεζες δεν θα αυξήσουν τα δάνεια τους, οι επισφάλειες τους θα κλιμακώνονται, οπότε η ποσότητα χρήματος δεν θα μεγεθύνεται σημαντικά, παρά τις προσπάθειες αύξησης της από την ΕΚΤ (Μ2).

Η σημερινή «κίνηση απελπισίας» της κεντρικής τράπεζας της Ιαπωνίας, η οποία αύξησε ξαφνικά, για μία ακόμη φορά, τη ρευστότητα στην αγορά, οδηγώντας το γεν στο ναδίρ και το χρηματιστήριο στα ύψη, επιβεβαιώνει τα αδιέξοδα μίας χώρας, βυθισμένης στον αποπληθωρισμό.

To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες (…)


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.